Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια πρωτοφανής αύξηση του αριθμού των μεταπτυχιακών και διδακτορικών φοιτητών αλλά και των εργαζόμενων που με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους απασχολούνται στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση (μπλοκάκια, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εφάπαξ αμοιβές, υποτροφίες, κλπ). Ειδικά μετά την κρίση, φαίνεται πως ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό της επιστημονικής εργασίας, ειδικά των νέων, συμπιέζεται όλο και περισσότερο προς την εργατική τάξη, με πολύ χαμηλές απολαβές, ανυπαρξία ωραρίου, εργασιακή επισφάλεια και περιπλάνηση, χωρίς καν τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα. Απ’ την άλλη, η τεράστια ανεργία στη νεολαία, οι μισθοί πείνας και η συνολικότερη επιδείνωση των συσχετισμών εις βάρος των εργαζομένων οδηγεί πολλούς νέους ανθρώπους να παρατείνουν τον χρόνο των σπουδών τους, καθυστερώντας έτσι την «επίσημη» ένταξή τους στην αγορά εργασίας.

Η μεγάλη επίθεση που έχουν δεχτεί συνολικά τα εργασιακά δικαιώματα δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την αξιοποίηση αυτού του δυναμικού ως επισφαλώς εργαζόμενο δυναμικό, είτε από τα ίδια τα Πανεπιστήμια, είτε από άλλα ερευνητικά προγράμματα, δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα, στα οποία πολλές φορές εξυπηρετούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, θέσειςοι οποίες θα έπρεπε να καλύπτονται από μόνιμο προσωπικό. Χαρακτηριστική είναι εδώ η προκήρυξη του υπουργείου Παιδείας για προσλήψεις μεταπτυχιακών φοιτητών και υποψήφιων διδακτόρων ως διδάσκοντες, με την αμοιβή τους να ορίζεται στα 2.600€ για 320 διδακτικές ώρες (θα λαμβάνουν δηλαδή 8,1 ολόκληρα ευρώ ανά ώρα διδασκαλίας!).

Σήμερα βέβαια το μεγαλύτερο μέρος αυτού του δυναμικού αμείβεται μέσω υποτροφιών και πηγών οι οποίες δεν παρέχονται από το ίδιο το Πανεπιστήμιο αλλά από εξωτερικούς φορείς, κρατικά και ιδιωτικά ιδρύματα, ευρωπαϊκά προγράμματα, κληροδοτήματα κλπ. Αυτό, από τη μία δημιουργεί μια κατάσταση στην οποία κυρίως οι υποψήφιοι διδάκτορες δεν εμφανίζονται ως εργαζόμενοι αλλά ως «ευεργετούμενοι» και από την άλλη εξαρτά σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό το αντικείμενο, το περιεχόμενο και την κατεύθυνση της έρευνας από τις επιδιώξεις και τα συμφέροντα του εκάστοτε χρηματοδότη και όχι από τις ανάγκες της κοινωνίας.

Όλη αυτή η κατάσταση, ειδικά μετά και το ξέσπασμα της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και των σκληρών μνημονιακών πολιτικών που επιβλήθηκαν, οδήγησε ένα μεγάλο μέρος του επιστημονικού δυναμικού της χώρας στην μετανάστευση (το λεγόμενο braindrain), με όσους νέους επιστήμονες να επέλεξαν να παραμείνουν να έρχονται αντιμέτωποι με ένα δυσδιάκριτο και σκληρό εργασιακό τοπίο με πολύμορφες – και κατά κύριο λόγο επισφαλείς εργασιακές σχέσεις και με ελάχιστη έως ανύπαρκτη συνδικαλιστική οργάνωση.

Είναι φανερό πως η ανάγκη συλλογικής οργάνωσης τόσο στα διάφορα επιμέρους πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα αλλά και συνολικά στον κλάδο είναι μεγάλη. Ειδικότερα, η ανάγκη της συλλογικής οργάνωσης και του συντονισμού των εργαζομένων στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση γίνεται ακόμη πιο φανερή αν αναλογιστούμε ότι ενώ το μη-μόνιμο ερευνητικό και διδακτικό προσωπικό συνιστά ίσως το μεγαλύτερο τμήμα των εργαζομένων των ιδρυμάτων, εξακολουθεί να υπάρχει σοβαρό κενό συλλογικής εκπροσώπησης και συνδικαλιστικής οργάνωσης, παρά την ύπαρξη επιμέρους σωματείων ή συλλόγων, τα οποία πρώτα απ’ όλα χρειάζεται να συνεχίσουν και να ενδυναμώσουν τη δράση τους.

Σε αυτά τα πλαίσια, προκύπτει η αναγκαιότητα συγκρότησης σωματείου εργαζομένων στα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα. Ενός σωματείου που πάνω σε διεκδικήσεις και αιτήματα θα προσπαθήσει να καλύψει το κενό συλλογικής εκπροσώπησης, συσπειρώνοντας το σύνολο του μη-μόνιμου ερευνητικού και διδακτικού προσωπικού, στη βάση των κοινών τους συμφερόντων. Που θα επιδιώξει την όσο το δυνατόν πιο πλατιά οργάνωση αυτού του δυναμικού σε μια μαζική και πραγματικά συλλογική δομή, με εναλλαγή εκπροσώπησης και δημοκρατική λειτουργία πανελλαδικής κάλυψης. Όπου τα μέλη σε κάθε ίδρυμα και κάθε πόλη-περιφέρεια, θα παίζουν ενεργό και ουσιαστικό ρόλο, μέσα από γενικές συνελεύσεις και συλλογικές διαδικασίες.

Η συγκεκριμένη μορφή οργάνωσης, δεδομένης και της σχετικά περιορισμένης αυτονομίας που έχουν τα ελληνικά Πανεπιστήμια από το κεντρικό κράτος σε σχέση με άλλες χώρες, θα διευκολύνει την διεκδίκηση από το υπουργείο Παιδείας και τις διοικήσεις των ιδρυμάτων/ερευνητικών κέντρων και την εκάστοτε κυβέρνηση της κατοχύρωσης των επαγγελματικών και εργασιακών δικαιωμάτων, όπως και την εκπλήρωση των γενικότερων διεκδικήσεων που τίθενται.

Ένα τέτοιο σωματείο θα πρέπει καταρχάς να εκφράζει και να καλύπτει όλο εκείνο το δυναμικό που απασχολείται με κάποια σχέση εργασίας- είτε φανερή είτε συγκαλυμμένη- με το πανεπιστήμιο/ερευνητικό κέντρο στο οποίο δραστηριοποιείται-ανεξάρτητα από την πηγή από την οποία προέρχεται η μισθοδοσία τους. Αυτό περιλαμβάνει το δυναμικό που συμμετέχει στην ερευνητική ή εκπαιδευτική δραστηριότητα στην Ελλάδα, τους μη-μόνιμους ερευνητές-τριες, τους ΥΔ ή και μεταπτυχιακούς φοιτητές που εμπίπτουν σε αυτές τις κατηγορίες.

Αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να πρωτοστατήσει ώστε όλοι οι Υποψήφιοι-ες Διδάκτορες να αμείβονται, να έχουν ασφάλιση και δικαιώματα. Η σταδιακή απαξίωση του Δημοσίου Πανεπιστημίου και η ολοένα μεγαλύτερη μείωση της χρηματοδότησης της έρευνας σε αυτό έχει οδηγήσει σήμερα ένα μεγάλο τμήμα αυτής της κατηγορίας παραμένει χωρίς τη στοιχειώδη σύμβαση εργασίας και ασφάλιση, πόσο μάλλον αξιοπρεπή χρηματοδότηση. Παράλληλα, και όσοι μεταπτυχιακοί εργάζονται στα πλαίσια ερευνητικών προγραμμάτων θα πρέπει να έχουν αντίστοιχα δικαιώματα ενώ απαραίτητη προϋπόθεση είναι και τα δωρεάν Μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών. Σε αυτή την κατεύθυνση, δε θα πρέπει να υποτιμηθούν οι δομές του φοιτητικού συνδικαλισμού όπως οι Σύλλογοι Μεταπτυχιακών φοιτητών και Υποψήφιων Διδακτόρων που αν και σε πολλές περιπτώσεις έχουν αδρανοποιηθεί, αναγνωρίζουμε ότι έχουν αναβαθμισμένο ρόλο στην πάλη για τα δικαιώματά μας και χρειάζεταινα ανασυγκροτηθούν.

Κατά την γνώμη μας ένα τέτοιο σωματείο θα πρέπει να θέτει και να αγωνίζεται για:

- Έρευνα για τα λαϊκά συμφέροντα και τις κοινωνικές ανάγκες και όχι για το ιδιωτικό κεφάλαιο και τις επιχειρήσεις.

-Υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας με αξιοπρεπή μισθό και ασφάλιση για κάθε εργαζόμενο-η στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση- Κανένας εργαζόμενος-καμία εργαζόμενη χωρίς ένσημα, κατοχυρωμένο ωράριο και αναγνώριση προϋπηρεσίας.

-Αξιοπρεπή αμοιβή, ασφάλιση και όλα τα δικαιώματα για κάθε έναν και μία Υποψήφιο-α διδάκτορα. Έτσι θα αυξηθεί και ο αριθμός των υπ. Διδακτόρων που προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα καθώς σήμερα πολλοί από τους λιγότερο προνομιούχους που θέλουν να συνεχίσουν την πορεία τους στο χώρο της έρευνας και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αποθαρρύνονται από την προοπτική μιας παρατεταμένης περιόδου στην οποία δεν θα αμείβονται- και άρα χρειάζεται να αναζητήσουν άλλη δουλειά ή θα εργάζονται με επισφαλείς όρους. Επιπλέον, με αυτόν τον τρόπο θα αυξηθεί και η κοινωνική αναγνώριση της αξίας της έρευνας και του κοινωνικού έργου που προσφέρουν οι υπ. Διδάκτορες, ως εργασίας ωφέλιμης για την κοινωνία.

-Να σταματήσει το σημερινό απαράδεκτο καθεστώς των υποτροφιών. Αμοιβή των υποψήφιων Διδακτόρων και ερευνητών αποκλειστικά από το κράτος και το Πανεπιστήμιο. Καμία εξάρτηση καθηγητών και ερευνητικών προγραμμάτων από την ιδιωτική χρηματοδότηση και εξωπανεπιστημιακά κέντρα. Έρευνα με επίκεντρο τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι των ιδιωτικών επιχειρήσεων.

-Μαζικούς διορισμούς μόνιμου ερευνητικού και διδακτικού προσωπικού στα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα, σταθερή δουλειά για όλους-ες με δικαιώματα.

-Να δημιουργηθούν σύγχρονες και κατάλληλες βιβλιοθήκες που να καλύπτουν τις ανάγκες των ερευνητών, οι οποίοι σήμερα αναγκάζονται να καταβάλουν μεγάλα ποσά για την αγορά βιβλίων, περιοδικών και λοιπών πηγών απαραίτητων για την έρευνά τους, ελεύθερη πρόσβαση σε διαδικτυακές βιβλιοθήκες και περιοδικά κλπ

- Να αυξηθούν τα κρατικά κονδύλια που δίνονται για την έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, να ενισχυθούν με σύγχρονο υλικοτεχνικό εξοπλισμό τα εργαστήρια και τα ιδρύματα και να διασφαλιστεί η δημόσια δωρεάν εκπαίδευση.

Βάσει των παραπάνω, βλέπουμε θετικά κάθε προσπάθεια ουσιαστικής συλλογικής οργάνωσης των εργαζόμενων-απασχολούμενων στην έρευνα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, προσπάθεια που αφορά και στη συγκρότηση ενός σωματείου. Σ’ αυτή τη βάση θα επιδιώξουμε να συμβάλλουμε με όλες μας τις δυνάμεις, παίρνοντας όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, δίνοντας το παρόν και στις 15 Μάη στις συνελεύσεις για τη συγκρότηση σωματείου αλλά και σε κάθε προσπάθεια που συμβάλλει πραγματικά στη συλλογική οργάνωση των συναδέλφων μας μέσα από σωματεία αλλά και νέους συλλόγους, ώστε να προχωρήσει η προσπάθεια για την συνολικότερη οργάνωση στον κλάδο και τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας.

Απέναντι στον κατακερματισμό και την λογική της κομματικής περιχαράκωσης που επικρατεί στο συνδικαλιστικό και εργατικό κίνημα, η ενωτική, μαχητική παρέμβαση των δυνάμεων και των αγωνιστών-τριών του κινήματος αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τη συσπείρωση δυνάμεων και την απόσπαση νικών προς όφελος των εργαζομένων. Σήμερα, χρειάζεται τόλμη και αποφασιστικότητα να υπερβούμε τις παθογένειες του παρελθόντοςγια να διατάξουμε τις δυνάμεις μας με τρόπο που να είναι κοινωνικά αποτελεσματικός για τους συναδέλφους και τις συναδέλφισσές μας.


Ατσοπάρδη Κορίνα, Υποψήφια Διδάκτορας Τμήματος Φαρμακευτικής Πανεπιστήμιου Πατρών

Γαλάνη Πένη, Υποψήφια Διδάκτορας Ιατρικής Σχολής, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Δίγκα Νικολέττα, Βιολόγος-συμβασιούχος, Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

Δραγώτης Θύμιος, Υποψήφιος Διδάκτορας Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστήμιου Πατρών

Καλαϊτζοπούλου Ηλέκτρα, Υποψήφια Διδάκτορας Τμήματος Βιολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

Κάντζιας-Ρόντε Άλεξ, Υποψήφιος Διδάκτορας Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Μανάβη Στέλλα – Ευτυχία, Υποψήφια Διδάκτορας Τμήματος Χημικών Μηχανικών Πανεπιστημίου Πατρών, ΙΤΕ.

Μαντέλας Νίκος, Υποψήφιος Διδάκτορας Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Μπανός Βασίλης, Ερευνητής,Σχολή ΗΜΜΥ, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

Παλαιολόγος Άκης , Υποψήφιος Διδάκτορας Σύγχρονης Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Παπαδέα Ξένια, Υποψήφια Διδάκτορας Τμήματος Βιολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

Σκιπητάρη Μαριάννα, Υποψήφια Διδάκτορας Τμήματος Βιολογίας Πανεπιστημίου Πατρών