1. Οι εκλογές αποτυπώνουν με εκρηκτικό τρόπο το βάθος της κοινωνικής κρίσης, της κοινωνικής πόλωσης και της ανοιχτής πολιτικής κρίσης που έχει έρθει ως αποτέλεσμα των Μνημονίων και της επιτροπείας από την Τρόικα. Αυτό φαίνεται:

- Στην ολόπλευρη καταδίκη του ΠΑΣΟΚ που συντρίβεται σε ποσοστά που θυμίζουν… 1974. Αυτό αποτυπώνει τη διάλυση ενός χώρου που ηγεμόνευσε για πάνω από 3 δεκαετίες σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα και έπαιξε κομβικό ρόλο στην εκπροσώπηση και ενσωμάτωσή τους στην αστική στρατηγική.

- Στην τεράστια αποδοκιμασία και της ΝΔ που αδυνατεί ακόμη και να περάσει το συμβολικό όριο του… 19%

- Στο ότι το άθροισμα του δικομματισμού πέφτει στο ιστορικά χαμηλό του 32,20%

- Στο ότι το άθροισμα των φιλομνημονιακών δυνάμεων – όπως και εάν τις μετρήσουμε είναι σαφώς μειοψηφικό (σύνολο ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και νεοφιλελεύθερου χώρου 38,59 + ΛΑΟΣ 41,49, σύνολο φιλομνημονιακής δεξιάς 28,29)

- Στο ότι είναι ιστορικά υψηλό το ποσοστό των κομμάτων που μένουν εκτός κοινοβουλίου. Αθροιστικά είναι πάνω από το ποσοστό του πρώτου κόμματος και επίσης μαζί με την αποχή αποτυπώνει και αυξημένη αποξένωση του πολιτικού σώματος από το πολιτικό σύστημα

- Στο ότι ακυρώθηκε το ενδεχόμενο ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να μπορούν να φτιάξουνμνημονιακή κυβέρνηση.

Η γεωγραφική και κοινωνική πόλωση των εκλογών είναι χαρακτηριστική. Όπως είχαμε πει και πριν τις εκλογές στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου και η μεγαλύτερη συγκέντρωση μισθωτών, ανέργων και στρωμάτων που πλήττονται περισσότερο είναι πολύ μεγαλύτερη και η αποδοκιμασία των μνημονιακών κομμάτων και η ενίσχυση της Αριστεράς (αλλά και των άλλων μορφών ψήφου διαμαρτυρίας). Αυτό αποτυπώνει και μια κοινωνική πόλωση, με τα στρώματα της μισθωτής εργασίας και της αυτοαπασχόλησης να είναι τα πιο πολωμένα ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική και τα στρώματα της αστικής τάξης, τμήμα των αγροτικών στρωμάτων, όπως επίσης και συγκεκριμένες κατηγορίες (ηλικιωμένοι, συνταξιούχοι κ.λπ.) να εξακολουθούν να λειτουργούν ως βασικές εκλογικές δεξαμενές των μνημονιακών κομμάτων.

Η κοινωνία πήρε την εκδίκησή της από αυτούς που ευθύνονται για τη συνθήκη κοινωνικής καταστροφής. Αντικειμενικά, αποτυπώθηκε η κρίση νομιμοποίησης της κυρίαρχης πολιτικής. Αυτό διαμορφώνει μια δυναμική διακύβευσης των αντιλαϊκών μέτρων που έχουν ψηφιστεί τα δύο τελευταία χρόνια. Το ρήγμα που άνοιξαν δύο χρόνια κινητοποιήσεων και κοινωνικών συγκρούσεων αποτυπώθηκε και στις εκλογές, διαμορφώνοντας ένα νέο πολιτικό σκηνικό.

2. Ο κόσμος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ο κόσμος της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ο κόσμος της επιμονής στον μαχητικό αγώνα και στον επαναστατικό δρόμο, συνέβαλε σε αυτή τη δυναμική. Μεγάλα τμήματά του έβαλαν πλάτη στον λαϊκό ξεσηκωμό, υπερασπίστηκαν τις μορφές με τις οποίες εκφράστηκε η λαϊκή οργή, πρόβαλαν τους στόχους του άλλου δρόμου και του αναγκαίου προγράμματος πάλης, συνέβαλαν στην κοινή δράση μέρους της Αριστεράς.

3. Η βασική πόλωση των εκλογών αποτυπώθηκε πάνω στο δίλημμα Μνημονιακή ή μη Μνημονιακή κυβέρνηση. Αυτό αποτύπωσε τη βασική διαχωριστική γραμμή σε επίπεδο «κοινού νου». Το όχι στο Μνημόνιο και τις κυβερνήσεις που τα εφαρμόζουν πιστά έγινε η μετωνυμία για το σύνολο των αρνητικών επιπτώσεων από τις τρέχουσες πολιτικές. Η στάση των μνημονιακών δυνάμεων αλλά και των περισσότερων «αντιμνημονιακών» και της κοινοβουλευτικής Αριστεράς σήμαινε ότι το «ναι ή όχι στο ευρώ» δεν δόμησε τη δημόσια συζήτηση, παρά μόνο στο επίπεδο του εκβιασμού «ευρώ ή χάος» των μνημονιακών δυνάμεων, απέναντι στο οποίο η Αριστερά δεν σήκωσε το γάντι, με την εξαίρεση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η επικέντρωση στο «μνημονιακή ή αντιμνημονιακή» πολιτική σήμαινε ότι δεν άνοιγε στο αναγκαίο βάθος η πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση γύρω από την το ποια κατεύθυνση πρέπει επί της ουσίας να πάρει η ελληνική κοινωνία.

4. Μέρος της δυσαρέσκειας κατευθύνθηκε και προς δεξιόστροφες κατευθύνσεις:

Καταρχάς προς τους «Ανεξάρτητους Έλληνες» που πίσω από την αντιμνημονιακή ρητορεία, πρεσβεύουν μια σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική και αναπαράγουν έντονα αυταρχικές λογικές.

Το αποτέλεσμα της «Χρυσής Αυγής» είναι πολλαπλά ανησυχητικό. Παίρνει σημαντική ενίσχυση και στα μεγάλα αστικά κέντρα αλλά και σε παραδοσιακές δεξιές περιοχές, πιέζοντας εκεί ταυτόχρονα και τη ΝΔ και το ΛΑΟΣ, αλλά και διεκδικώντας μέρος της διάχυτης ψήφου διαμαρτυρίας. Η ενίσχυσή της αποτυπώνει όλες τις επιπτώσεις της κρίσης, συσσωρευμένα στοιχεία πολιτικής απομόρφωσης που διαμορφώνουν μια ιδιότυπη «πολιτικοϊδεολογική λουμπενοποίηση» μικροαστικών και λαϊκώνστρωμάτων και την αναδίπλωση σε ακραίες συντηρητικές και αυταρχικές εκδοχές. Καθόλου τυχαία που αποτελεί και βασική επιλογή ψήφου των στελεχών των κατασταλτικών μηχανισμων. Ενισχύθηκε από τη συνειδητή επένδυση των καθεστωτικών κομμάτων στο ρατσισμό και την αντιμεταναστευτική υστερία που αντικειμενικά έκανε την ατζέντα της ακροδεξιάς να ακούγεται mainstream, ιδίως από τη στιγμή που και η Αριστερά δεν κατόρθωνε να αρθρώνει ένα μάχιμο και πειστικό λόγο για το μεταναστευτικό, πέραν γενικών διακηρύξεων. Αποτυπώνει, όμως, και τον τρόπο που η Χρυσή Αυγή δοκιμάζει μια «ακροδεξιά αντι-ηγεμονία» οικοδομώντας πρακτικές και δεσμού εκπροσώπησης μέσα στην κοινωνία, σε γειτονιές ή περιοχές, πατώντας και πάνω σε ελλείμματα της Αριστεράς σε ζητήματα που αφορούν την ανασφάλεια των πολιτών ή τις επιπτώσεις της κρίσης. Αποτυπώνει, επίσης, έλλειμμα της Αριστεράς να μπορέσει να απευθυνθεί σε αυτό τον κόσμο, να δείξει το βαθιά αντιδραστικό ιδεολογικό χαρακτήρα του φασισμού, τον ενδοσυστημικό χαρακτήρα της ακροδεξιάς, αλλά και την αδυναμία της να μετασχηματίσει σε αριστερή και προοδευτική κατεύθυνση έννοιες που ακόμη παίζουν ρόλο στο συλλογικό «κοινό νου» των λαϊκών στρωμάτων, όπως είναι η πατρίδα ή η εθνική ανεξαρτησία.

5. Οι εκλογές αποτυπώνουν όμως και μια σημαντική ενίσχυση της Αριστεράς και αυτό δίνει έναν ιδιαίτερο αριστερόστροφο χρωματισμό στο σύνολο εκλογικό αποτέλεσμα.

Η συνολική αύξηση της Αριστεράς, σε συνδυασμό με την καταβαράθρωση του δικομματισμού, είναι αναμφίβολα θετική εξέλιξη και αποτελεί ένδειξη ότι ακόμη και στο ναρκοθετημένο τοπίο των εκλογών, μπορούν να αποτυπωθούν οι δυναμικές της ταξικής πάλης. Αποτυπώθηκε η διάθεση μεγάλου μέρους της κοινωνίας για απόρριψη των μνημονίων και για αποτροπή της κοινωνικής καταστροφής. Είναι ψήφος προς την Αριστερά, ψήφος ελπίδας προς τα αριστερά και όχι ψήφος γειωμένης αριστερής ηγεμονίας, αλλά ανοίγει μια νέα μεγάλη σελίδα ως προς τις κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές. Η σημαντική εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνει και τις κοινωνικές δυναμικές που καταγράφηκαν το περασμένο διάστημα, αλλά και τον τρόπο που έθεσε το ερώτημα της κυβερνητικής εξουσίας μιας ενωμένης Αριστεράς.

Με αυτή την έννοια οι εκλογές υπήρξαν στιγμή του πολύμορφου και αναγκαστικά αντιφατικού παρατεταμένου λαϊκού πολέμου. Αυτό δείχνει η καταβαράθρωση του δικομματισμού, αυτό δείχνει η στροφή αριστερά μέρος του εκλογικού σώματος. Είναι αυτό το στοιχείο που ανατρέπει τα δεδομένα, καθώς η παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα διευρύνει υπαρκτά ρήγματα και αντί για το ενδεχόμενο μιας φιλομνημονιακής κυβέρνησης έστω και απονομιμοποιημένης και με ισχυρή λαϊκή αντιπολίτευση διαμόρφωσε το ενδεχόμενο και εναλλακτικών μορφών κυβερνητικής εξουσίας.

Αυτό δεν σημαίνει μια δεδομένη αριστερή ηγεμονίας, αντίθετα, μιλάμε για μια διαρκή διακύβευση και ιδιαίτερα αντιφατική συγκυρία όπου συνυπάρχουν ριζοσπαστικά και συντηρητικά αντανακλαστικά, αντιμνημονιακά, αριστερά αλλά και δεξιά.

6. Ωστόσο ο τρόπος που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ το αίτημα της «αριστερής διακυβέρνησης» δεν απαντά στις προκλήσεις της περιόδου. Είναι μια πρόταση διαχείρισης, που δεν τοποθετείται πάνω στα κρίσιμα ερωτήματα όπως είναι το χρέος, το ευρώ και η στάση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι μια πρόταση που σε ορισμένες πλευρές προτείνει μια μαγική εικόνα όπου και θα έρθουμε σε ρήξη και δεν θα φύγουμε από το ευρώ, και θα έχομε αναδιανομή και οι αγορές θα μας τροφοδοτούν, και θα σπάσουμε τη λιτότητα και θα έχουμε «υγιές επιχειρηματικό πνεύμα». Χωρίς τη στήριξη ενός ρωμαλέου λαϊκού κινήματος, χωρίς θεσμούς οργάνωσης του αγωνιζόμενου λαού, χωρίς επίγνωση των δυσκολιών και των ρήξεων που απαιτούνται, μια τέτοια κατεύθυνση εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε μια αριστερή εκδοχή λιτότητας και τελικά στη διάψευση του κόσμου της Αριστεράς. Είναι μια πρόταση που θέτει το θέμα της διακυβέρνησης, αλλά δεν το εντάσσει στο ερώτημα της εξουσίας. Είναι μια πρόταση που υποτιμά την ικανότητα αντεπίθεσης του κεφαλαίου, του ιμπεριαλισμού και της ευρωπαϊκής ένωσης απέναντι σε κάθε προσπάθεια άρθρωσης μιας διαφορετικής πολιτικής και με τις πολιτικές του θέσεις ο ΣΥΝ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προετοιμάζει το λαό για τις μάχες που θα χρειαστεί να δοθούν. Γιατί υπάρχει πραγματικός κίνδυνος μια κυβέρνηση της Αριστεράς να οδηγηθεί, εάν δεν πάρει η ίδια, στηριζόμενη στη δύναμη του οργανωμένου λαού, την πρωτοβουλία της ρήξης, σε μια άτακτη χρεοκοπία και τιμωρητική έξοδο από το ευρώ, που θα ταυτίσει εν τέλει την Αριστερά με μια ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών ζωής των λαϊκών στρωμάτων.

Ως Αριστερή Ανασύνθεση, αρκετές φορές έχουμε τονίσει ότι πρέπει να αναμετρηθούμε με τη συνθετότητα μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής, έχουμε τονίσει ότι αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα έναν «εξεγερσιακό ιδεότυπο», αλλά μπορεί να έχει ως αφετηρία και το ερώτημα μιας αριστερής κυβέρνησης. Όμως, αυτό για εμάς πρέπει να συνδυάζεται με όλο το φάσμα των μορφών λαϊκής οργάνωσης και αυτοοργάνωσης, αυτοάμυνας και αλληλεγγύης, όλες τις μορφές εργατικού και λαϊκού ελέγχου και αυτοδιαχείρισης, όλη την προσπάθεια αντίστασης και απάντησης και από τα πάνω και από τα κάτω στους εκβιασμούς και τις επιθέσεις και του ιμπεριαλισμού και των δυνάμεων του κεφαλαίου.

Σημαίνει αυτό ότι η τοποθέτησή μας είναι απλώς μια κριτική περί του ανέφικτου σήμερα μιας «αριστερής κυβέρνησης» και η αναδίπλωση σε μια τοποθέτηση ότι σήμερα πρωτίστως πρέπει να οικοδομηθεί η «λαϊκή αντιπολίτευση» στις μνημονιακές πολιτικές, έστω και χωρίς την ηττοπάθεια με την οποία αναπαράγει αυτή την κατεύθυνση το ΚΚΕ; Όχι, γιατί αυτό θα σήμαινε την υποτίμηση του ρήγματος που έχει ανοίξει και τον τρόπο που το ερώτημα της «αριστερής κυβέρνησης» αρθρώνει συλλογικές προσδοκίες των λαϊκών μαζών. Άρα, χρειαζόμαστε μια τοποθέτηση που να επανασημασιοδοτεί τη διεκδίκηση της πολιτικής και κυβερνητικής εξουσίας και να τη συναρθρώνει με μια σύγχρονη επαναστατική στρατηγική.

Να το πούμε απλά: ή το αίτημα της αριστερής κυβέρνησης θα συνδεθεί με διαδικασίες ρήξεις και ανατροπής και μια ακόμη μεγαλύτερη ενεργοποίηση, οργάνωση και πολιτικοποίηση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, ή θα οδηγηθούμε σε νέες ήττες.

  • Εάν η πρόταση για την «αριστερή κυβέρνηση» σημαίνει διεκδίκηση της πολιτικής και κυβερνητικής εξουσίας για ένα πρόγραμμα πραγματικών ρήξεων και ανατροπής, με κεντρικές αιχμές τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από ευρώ και ΕΕ, τις εθνικοποιήσεις σε συνδυασμό με την αναγκαία ταξική ανασυγκρότηση του λαϊκού κινήματος, της λαϊκής οργάνωσης και αυτοοργάνωσης απέναντι στις επιθέσεις από τη μεριά των δυνάμεων του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού, εάν περιλαμβάνει όλη την αναγκαία έμφαση στους αγώνες, τα κινήματα, τις καταλήψεις εργοστασίων, τα πειράματα αυτοδιαχείρισης, τότε ναι μια τέτοια προσπάθεια πρέπει να αγκαλιαστεί ολόψυχα από όλη την Αριστερά και όλο το λαϊκό κίνημα, μπορεί να αποτελέσει στιγμή μιας σύνθετης και αναγκαστικά αντιφατικής σύγχρονης επαναστατικής διαδικασίας.
  • Εάν, όμως, μιλάμε για μια «αριστερή διακυβέρνηση» απόπειρας αναδιαπραγμάτευσης της λιτότητας εντός των ασφυκτικών ορίων της ΟΝΕ και της ΕΕ που αργά ή γρήγορα θα κληθεί να εφαρμόσει αντιλαϊκές πολιτικές, τότε μιλάμε για μια διαδικασία που θα διαψεύσει τις λαϊκές προσδοκίες.

Ακόμα και με την παραπάνω, σχηματική, εκτίμηση, το πραγματικό ερώτημα παραμένει: Μπορεί σήμερα ο λαός να δρομολογήσει ένα άλλο πλαίσιο ευημερίας και άλλης προοπτικής; Μπορεί να εγγυηθεί την αποσύνδεσή του από το καταστροφικό άρμα της Ε.Ε. για μια παραγωγική ανασυγκρότηση με σοσιαλιστικό προσανατολισμό; Κατ 'επέκταση, το ερώτημα των εκλογών είναι: Έφερε το αποτέλεσμά τους αυτό το μεταβατικό πρόγραμμα πιο κοντά; Ενδυνάμωσε τα λαϊκάστρώματα; Δυνάμωσε τις φωνές της ρήξης και της ανατροπής απέναντι στην πολιτική του κεφαλαίου; Η απάντηση στα παραπάνω, είναι ξεκάθαρα ναι. Αλλά αμέσως προκύπτει ένα θέμα: Μιλάμε για ένα νέο status quo, για μια νέα φάση αλλαγής των συσχετισμών δύναμης; Όχι. Το τι θα ξημερώσει τον Ιούλιο, για μια εξίσου ευμετάβλητη περίοδο ραγδαίων ανακατατάξεων, σε μια ευρύτερη φάση με την Ιστορία γκαστρωμένη σε μήνα που φαίνεται, είναι σχεδόν γραμμική συνάρτηση του ρόλου της αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της. Πως θα τοποθετηθεί η αριστερά; Θα κλειστεί στο καβούκι της επερχόμενης ήττας; Θα κάνει εκπτώσεις και συμβιβασμούς στον ορίζοντα της κυβέρνησης ή στην άρνηση να κάνει την τομή με την Ε.Ε.; Θα συγκροτήσει πλάνο ενδυνάμωσης των εργαζομένων ή ένα πλάνο μεσοβέζικο για λίγο από όλους μέχρι να συντριβεί από τις αντιθέσεις των καιρών; Θα επενδύσει στους κοινωνικούς αγώνες ή θα διαχυθεί απλά στον αυθορμητισμό των μαζών; Θα καταγγείλει, θα βάλει κατεύθυνση ή θα σταθεί απαθώς και ανεπηρέαστη στην προοπτική αριστερής κυβέρνησης;

7. Και εδώ είναι που αποκτά ξεχωριστή βαρύτητα το ερώτημα της στάσης απέναντι στην ευρωπαϊκή ένωση και το ευρώ. Σήμερα το ευρώ και η ΕΕ αποτελούν το βασικότερο υλικό θεσμικό καταναγκασμό για την εμπέδωση των πιο επιθετικών νεοφιλελεύθερων πολιτικών και ο βασικός μηχανισμός για την πραγματική περιστολή της λαϊκής κυριαρχίας. Τι άλλο δείχνουν οι τωρινοί εκβιασμοί εκ μέρους των στελεχών της ΕΕ, οι περικοπές χρηματοδοτήσεων, οι απειλές;

Άρα λοιπόν δεν το λέμε με όρους «ιδεολογικής» κριτικής, αλλά με βάση την ίδια τη ροή των πραγμάτων. Σήμερα ζήτημα της ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ τίθεται ως το αντικειμενικό και κοντινό όριο οποιασδήποτε προσπάθειας απαλλαγής από τη μνημόνια και το αντικειμενικό πεδίο όλων των εκβιασμών που και σήμερα ασκούνται. Γι’ αυτό και στη δημόσια σφαίρα ήδη από τώρα γίνεται προσπάθεια να κυριαρχήσει η απειλή «έξοδος από το ευρώ σημαίνει χρεοκοπία και καταστροφή». Πολύ περισσότερο, εάν δεν προετοιμάζεται από τώρα η κοινωνία για την αναγκαιότητα αυτού του στόχου, εάν δεν γίνεται καθαρή εξήγηση και της αναγκαιότητας, αλλά και των δυσκολιών, θα είναι και πολύ πιο πιθανό να υπάρξουν αρνητικές αντιδράσεις σε περίπτωση που αυτό προκύψει ως αντικειμενικό υλικό ενδεχόμενο. Γι’ αυτό το λόγο και αποκτά ξεχωριστή σημασία, όχι η αποσιώπηση του ζητήματος του ευρώ και της ΕΕ, όπως λένε, συχνά καλόπιστα, διάφορες φωνές μέσα στην Αριστερά που προτείνουν να μείνουμε στη ρήξη με τα μνημόνια αφήνοντας τις εξελίξεις να διαμορφώσουν όρους ρήξης με την ΕΕ, αλλά το ακριβώς αντίθετο: ήδη από τώρα να δίνουμε τη μάχη ώστε να γίνει όχι μόνο κεντρικός πολιτικός στόχος αλλά και τμήμα του «κοινού νου» η ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ.

8. Την ίδια ώρα το ΚΚΕ υφίσταται τις συνέπειες της βαθιά εσφαλμένης πολιτικής γραμμής του. Η αθροιστική άνοδός του σε ποσοστό και ψήφους δεν μπορεί να καλύψει τις απώλειες σε μεγάλες περιφέρειες όπως η ευρύτερη Αττική και βέβαια την τεράστια ανατροπή του εσωτερικού συσχετισμού της Αριστεράς. Αποτυπώνει τη διασπαστική στάση στους αγώνες, την άρνησή του να πει ότι μπορεί να υπάρξει μια άλλη κατεύθυνση, την απροθυμία του να δώσει μια θετική διέξοδο, την υπονόμευση κάθε προσπάθειας για κοινή δράση της Αριστεράς, τη λογική ότι δεν μπορούν να υπάρξουν αλλαγές και ανατροπές σε φιλολαϊκή κατεύθυνση. Γι’ αυτό το λόγο και είναι σημαντικό να καταγγελθεί ο τρόπος που το ΚΚΕ όχι μόνο σήμερα σπέρνει την ηττοπάθεια, υπονομεύοντας τη δυναμική του λαϊκού ξεσηκωμού, αλλά και με δασκαλίστικο τρόπο, έξω και ενάντια από κάθε παράδοση του κομμουνιστικού κινήματος, καλεί το λαό «να διορθώσει την ψήφο του».

Σε αυτό το φόντο μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι το επόμενο διάστημα θα υπάρξουν σημαντικές ανακατατάξεις μέσα στο ΚΚΕ. Οι εντάσεις και οι αντιπαραθέσεις μέσα στο ΚΚΕ θα είναι ακόμη πιο έντονες και θα απελευθερωθούν δυνάμεις το επόμενο διάστημα. Αυτό είναι μια παράμετρος που θα επηρεάσει και το συνολικό τοπίο μέσα στην Αριστερά και μπορεί να διαμορφώσει και νέους συσχετισμούς.

9. Το αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αναμφίβολα ήταν κατώτερο των προσδοκιών και των δυνατοτήτων. Παρότι υπάρχει μια σημαντική αριθμητική άνοδος σε σχέση με τις εκλογές του 2009, εντούτοις η δυναμική των αυτοδιοικητικών δεν ενισχύθηκε, ενώ φάνηκε ότι παρά την καλή προεκλογική δουλειά που έγινε, στο τέλος δεν αντέξαμε μεγάλο μέρος της πίεσης από την επίσημη Αριστερά. Σε αυτές τις εκλογές η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είχε και ισχυρά σημεία και αδυναμίες. Τα ισχυρά σημεία ήταν και η ολόψυχη υπεράσπιση του λαϊκού ξεσηκωμού και η υπεράσπιση των πολιτικών σημείων του «άλλου δρόμου» με την ιδιαίτερη έμφαση στο στόχο της ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ. Όμως, ενώ στο πρόγραμμα είχαμε μια τοποθέτηση προχωρημένη είχαμε αδυναμίες και στο ερώτημα για την Αριστερά και στο ερώτημα για την εξουσία. Έλλειψε μια περισσότερο μάχιμη και επεξεργασμένη θέση για το αναγκαίο σήμερα αριστερό μέτωπο ανατροπής. Δεν μπορέσαμε να σταθούμε όσο πειστικά έπρεπε στο ερώτημα για την αριστερή κυβέρνηση. Δεν μπορέσαμε από το ερώτημα ναι ή όχι στην κυβέρνηση της Αριστεράς, να πάμε στο ερώτημα ποιο πρόγραμμα για χρέος και ευρώ, ποια σχέση με το λαϊκό κίνημα και ποια εξουσία θα συμπυκνώνει αυτή η κυβέρνηση.

Σίγουρα, επίσης επηρέασε τα πράγματα αρνητικά και το γεγονός ότι δεν προχώρησε η συνεργασία με τους σ. από το ΜΑΑ. Σε εκείνη την κρίση στιγμή θα μπορούσε να έδινε μια δυναμική, να κέρδιζε ένα κομμάτι κόσμου, να έδειχνε ότι αποτελεί εκδοχή αριστερού μετώπου. Παρότι, δεν θα ανέκοπτε τη συνολική δυναμική άλλων προτάσεων, εντούτοις θα έδινε μια κρίσιμη ενίσχυση και θα έδινε την αίσθηση ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελεί δύναμη προοπτικής και σίγουρα θα έφερνε και μια κρίσιμη εκλογική ενίσχυση που στην τωρινή συγκυρία θα μας έφερνε σε πολύ καλύτερη αφετηρία. Είναι ανάγκη να υπάρξει πραγματική συλλογική αυτοκριτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για το λάθος χειρισμό του συγκεκριμένου θέματος.

Σίγουρα επίσης δημιούργησε προβλήματα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ο τρόπος της προεκλογικής εκστρατείας, παρά τα θετικά βήματα που έγιναν, η πολυφωνία στην εμφάνιση, οι αντιπαραθετικές τοποθετήσεις και χρωματισμοί, η έλλειψη συντονισμού. Γι’ αυτό και πολλές φορές αντί για τον άλλο δρόμο, κυριαρχούσε ο γενικόλογος αντικαπιταλισμός και η απογείωση

Για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ το αποτέλεσμα των εκλογών, ενώ ήταν μέσα σε πραγματικά όρια που είχαμε εκτιμήσει, δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητικό. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδειξε την αδυναμία να καταγράψει και να εκφράσει ένα ρεύμα δυναμικό, που αντιστοιχούσε στη δουλειά που έχει γίνει από τις δυνάμεις της στο κίνημα και στην Αριστερά τον τελευταίο χρόνο. Παρότι ήταν η μόνη δύναμη που είχε τη δυνατότητα να εκφράσει τον πολιτικό λόγο «Υπάρχει άλλος δρόμος – Διαγραφή του χρέους - Έξω από το ευρώ – Παραγωγική ανασυγκρότηση» δεν το έκανε, αλλά ρητά ή άρρητα ο λόγος της μετατοπίστηκε στην εκφορά του αντικαπιταλισμού, τον γενικευμένο οραματικό λόγο ή την αποθέωση των συγκρούσεων, των καταλήψεων και των απεργιών. Μεταξύ εμμονικής στρατηγικής εκφοράς και ακραίου κινηματισμού μαζί με το σύνθημα «οι αντικαπιταλιστές στη Βουλή» έλλειψε εκείνο το πολιτικό πρόγραμμα με σαφήνεια και καθαρότητα με το οποίο κατέβαινε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εκλογές. Η υπερφίαλη εκτίμηση για το εκλογικό αποτέλεσμα που συστηματικά καλλιεργήθηκε και που ενισχύθηκε από την αυξημένη αναγνωρισιμότητα και αποδοχή που είχε ο λόγος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον κόσμο οδηγεί αρκετό κομμάτι του δυναμικού της σε απογοήτευση και προβληματισμό για το εκλογικό αποτέλεσμα. Αυτά τα φαινόμενα πηγάζουν από μια αντίληψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως μέτωπο γύρω από το κόμμα, ως αυλή για το χτίσιμο και τη στρατολόγηση νέων μελών και την αντιμετώπιση των υπόλοιπων συνιστωσών όχι ως συντρόφων αλλά ως συμμάχων. Αυτή η λογική οδηγεί σε πριμοδότηση των κομματικών εντύπων και εκδηλώσεων έναντι των προεκλογικών υλικών στην παρέμβαση, στη διακίνηση πόρτα – πόρτα και χέρι – χέρι σταυρωμένων ψηφοδελτίων κλπ.

Ειδικά για την προβολή του στόχου του 3% θέλουμε να σημειώσουμε ότι παρότι το πανελλαδικό γραφείο της ΑΡΑΝ έγκαιρα είπε ότι το όριο είναι το 1% και επιτυχία σημαντική το 2%, ότι δεν υπήρξε έγκαιρα μια καθοδηγητική κατεύθυνση (και προς την ΑΡΑΝ αλλά και συνολικά μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ) που να λέει ότι πρέπει να είμαστε ψύχραιμοι, τα αποτελέσματα δεν είναι βέβαιο ότι θα είναι καλά. Ως προς αυτό πρέπει να κάνουμε την αυτοκριτική μας.

10. Οι μετεκλογικές εξελίξεις καθορίστηκαν από το γεγονός ότι το αποτέλεσμα των εκλογών δεν έδωσε σαφή κυβερνητική πλειοψηφία και από την ενίσχυση της Αριστεράς.

·Η γρήγορη και διεκπεραιωτική αντιμετώπιση της κυβερνητικής εντολής από το Σαμαρά αντανακλά το χαμηλό ποσοστό της ΝΔ και την αδυναμία να υπάρξει έστω και συμμαχική κυβέρνηση στην οποία να έχει την πρωτοκαθεδρία.

·Ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποίησε τη διερευνητική εντολή για να κατοχυρώσει την πολιτική του δυναμική, να ενισχύσει τη θέση του ενόψει νέων εκλογών και να πιέσει τους εν δυνάμει αποδέκτες της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ. Με αυτή την έννοια βγαίνει σαφώς κερδισμένος από την όλη διαδικασία.

·Το ΠΑΣΟΚ αναζητά τρόπους επιβίωσης σε όλη την γκάμα οικουμενικών κυβερνήσεων στις οποίες θέλει να διαχειριστεί τη λογική της «υπεύθυνης» αναδιαπραγμάτευσης δευτερευουσών πλευρών του μνημονίου.

·Η ΔΗΜΑΡ πιέστηκε σημαντικά (και με βάση τις εσωτερικές αντιφάσεις). Αυτό εξηγεί και τη στάση απέναντι σε τυχόν συγκυβέρνηση με ΠΑΣΟΚ και ΝΔ και απέναντι στην πρόταση της Αριστερής κυβέρνησης. Εν τέλει δείχνει να προκρίνει το να μην «καεί» τώρα μέσα από μια ανοιχτά μνημονιακή συγκυβέρνηση, να περιορίσει τις διαρροές προς ΣΥΡΙΖΑ και να μπορέσει να διαπραγματευτεί ως δεξιό άκρο μιας μετεκλογικής κυβέρνησης «προοδευτικής» και λελογισμένης «απαγκίστρωσης» από τα Μνημόνια με συμμετοχή και της Αριστεράς αλλά και το ΠΑΣΟΚ.

·Το ΚΚΕ παλεύει με κάθε τρόπο να υψώσει τείχη απέναντι στην πίεση που δέχεται μέσα από τη σκληρή πολεμική απέναντι σε κάθε εκδοχή αριστερής κυβέρνησης.

·Ο διεθνής παράγοντας ήδη προσπαθεί να διαμορφώσει κλίμα εκβιασμών και μέσα από τις απειλές για έξοδο από την ευρωζώνη και με το κούρεμα της δόσης του δανείου και μέσα από τις διάφορες δηλώσεις. Εκτίμηση είναι ότι αυτό θα συνεχιστεί και στο επόμενο διάστημα.

11. Με βάση αυτά τα δεδομένα, και ιδίως με το δεδομένο ότι η ΔΗΜΑΡ δεν πάει εύκολα σε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΔΗΜΑΡ, το πιο πιθανό ενδεχόμενο είναι νέες εκλογές, πιθανώς στις 17 Ιουνίου.

·Ήδη η ΝΔ υψώνει τους τόνους αντιπαράθεσης προς την Αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμά ότι αυτή θα είναι η βασική πολιτική πόλωση των εκλογών. Παράλληλα θα προσπαθήσει – και εκείθα έχει και τη στήριξη των αστικών κέντρων εξουσίας – να μπορέσει να έχει μια μεγαλύτερη συσπείρωση κεντροδεξιών και δεξιών δυνάμεων και από τη μεριά του ΛΑΟΣ και από τη μεριά των νεοφιλελεύθερων. Βασικός τόνος η τρομοκρατία ιδεολογική για τυχόν έξοδο από το ευρώ, ενώ μπορεί κανείς να αναμένει και ύψωμα και των συντηρητικών τόνων σε σχέση με μεταναστευτικό, τάξη και ασφάλεια κ.λπ., όπως και αντι-αριστερή υστερία. Πιέζεται, όμως, και από την παρουσία Καμένου και την απήχηση του στόχου μιας «αντιμνημονιακής» δεξιάς»

·Ο ΣΥΡΙΖΑ πάει προς τις εκλογές έχοντας τη δυνατότητα να αυξήσει τη δύναμή του και να κερδίσει και άλλο κόσμο, αυτή τη φορά γύρω από το στόχο του να βγει πρώτο κόμμα και άρα να φέρει πιο κοντά το ενδεχόμενο της «αριστερής διακυβέρνησης». Ο κόσμος που στράφηκε προς αυτό λογικά δεν θα απομακρυνθεί, ενώ μπορεί να κερδίσει και άλλο κόσμο που πήγε προς άλλες παραλλαγές της Αριστεράς και προς εν διάφορες εκδοχές ψήφου διαμαρτυρίας. Επιπλέον, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, έχει μια ευρύτερη «παράσταση νίκης».

·Το ΠΑΣΟΚ, στο βαθμό που δεν έχει κάποιου τύπου τομή σε επίπεδο ηγεσίας, κατεύθυνσης, δύσκολα μπορεί να φύγει από τα σημερινά του όρια και θα πιεστεί ακόμη περισσότερο.

·Το ΚΚΕ θα βρεθεί περισσότερο πιεσμένο παρά ποτέ και ένα μέρος της εκλογικής του επιρροής θα στραφεί και προς το ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτό το φόντο θα δούμε και μια μεγαλύτερη όξυνση της πολιτικής και ιδεολογικής πολεμικής.

Τυχόν νέες εκλογές δεν είναι καθόλου δεδομένο ποια έκβαση θα έχουν. Σίγουρα θα δούμε ενισχυμένο το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό δεν σημαίνει αυτόματα πρώτη θέση και δυνατότητα «αριστερής κυβέρνησης». Ας μην ξεχνάμε ότι πλευρά των εκλογών είναι και ότι η «συνολική Δεξιά», έστω και τεμνόμενη από τη σύγκρουση «μνημόνιο – αντιμνημόνιο», είναι περίπου 45-46% και αυτό δίνει δυνατότητα σε σενάρια ανασύνθεσης της κεντροδεξιάς. Κομβικό ρόλο θα παίξει εδώ ο νεοφιλελεύθερος χώρος που θα μπορούσε να ενισχύσει μια εν δυνάμει κεντροδεξιά κυβερνητική λύση, που δεν θα είναι μόνο κοινωνικά επιθετική αλλά και βαθιά αυταρχική, ενσωματώνοντας και σημαντικές πλευρές της ατζέντας της ακροδεξιάς. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο θα παίξει και το προεκλογικό κλίμα. Ήδη από τα καθεστωτικά ΜΜΕ γίνεται προσπάθεια να τονιστεί η κομβικότητα του ευρώ και της ΕΕ και η ανάγκη να μη διακυβευτεί. Άλλωστε, πάνω σε αυτό το ζήτημα είναι που τα κέντρα εξουσίας θα ζητήσουν και από το ΣΥΡΙΖΑ, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, και τα απαραίτητα εχέγγυα για να μπορέσουν να χειριστούν και τυχόν όντως κυβέρνηση Αριστεράς Άρα θα είναι μια σκληρή προεκλογική αντιπαράθεση, με τη συζήτηση να μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο και προς ζητήματα που θα αφορούν τον πυρήνα της ασκούμενης πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων και όλων των ερωτημάτων σχετικά με το ευρώ και την ΕΕ.

12. Ο χώρος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει απέναντι στις νέες μεγάλες μάχες που ανοίγονται να σταθεί αποφασιστικά και αυτοκριτικά. Να βγάλει τα συμπεράσματα από τη μεγάλη μάχη και να δει τι πρέπει να γίνει για να παραμείνει δύναμη ανατρεπτικής ανασύνθεσης του τοπίου της Αριστεράς. Αυτό περνάει καταρχάς μέσα από το βάθεμα, τον εμπλουτισμό και την αποσαφήνιση της κεντρικής πολιτικής γραμμής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Συνολικά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν πρέπει να αποκοπεί από το κλίμα της ελπίδας και της λαϊκής δυναμικής που γέννησε το αποτέλεσμα των εκλογών και η ελπίδα για νίκη της Αριστεράς και για αριστερή κυβέρνηση. Πρέπει να παρέμβει πολιτικά σε αυτή τη δυναμική, να τη μετασχηματίσει, να δει τους όρους με τους οποίους μπορεί να αποτελέσει τμήμα μιας ιστορικά πρωτότυπης επαναστατικής διαδικασίας, αλλά και ταυτόχρονα να μην ταυτιστεί με λογικές που μπορούν να οδηγήσουν στην ήττα της λαϊκής δυναμικής και στη φαλκίδευση της ελπίδας. Είναι μια περίοδος πλούσια σε ενδεχόμενα στην οποία περισσότερο παρά ποτέ αποκτά σημασία το πάντρεμα της στρατηγικής με τη γραμμή μαζών. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ πιάνει το ερώτημα της εξουσίας, το «εμείς ή αυτοί», χρειάζεται εκείνη η Αριστερά που να βάζει ότι το ζήτημα της εξουσίας πρέπει να έχει και περιεχόμενο και μορφή, και στόχους ανατροπής και ρήξης με τον «υπαρκτό καπιταλισμό» και τον «υπαρκτό ιμπεριαλισμό» της ΕΕ, και μορφές οργάνωσης του λαού σε συλλογικό υποκείμενο. Αυτό είναι που καθιστά σήμερα αναντικατάστατη την πολιτική αυτοτέλεια μιας μετωπικής αριστεράς, με αντικαπιταλιστικό και αντι-ΕΕ προσανατολισμό.

12. Μέσα στο κοινωνικό και πολιτικό τοπίο που διαμορφώνεται, μέσα στις εξελίξεις και τις δυναμικές που αναπτύσσονται, μέσα στην τρέχουσα φάση του παλλαϊκού ξεσηκωμού, αυτό που χρειαζόμαστε δεν μόνο είναι μια τακτική για την διακυβέρνηση, αλλά μια στρατηγική για τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου ιστορικού μπλοκ, της συνάρθρωσης δηλαδή ανάμεσα σε μια κοινωνική συμμαχία, ένα αριστερό μέτωπο και μια πολιτική στρατηγική για τον κοινωνικό μετασχηματισμό και την εξουσία. Αυτό σημαίνει και βάθεμα των μορφών συγκρότησης της κοινωνική συμμαχίας, και εκτεταμένους θεσμούς της εργατικής αντι-ηγεμονίας και τροποποίηση του κοινού και πολύ πιο επεξεργασμένο πρόγραμμα όχι απλώς για τις αναγκαίες πολιτικές ρήξεις αλλά και για το περιεχόμενο μιας μη καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνικής παραγωγής και αναπαραγωγής και τοποθέτηση για το διεθνή προσανατολισμό και την άρα τη ρήξη με τον ιμπεριαλισμό, βεβαίως ανώτερη συγκρότηση ενός αριστερού μετώπου υπό την ηγεμονία ενός σύγχρονα κομμουνιστικού ρεύματος. Αυτό είναι το στρατηγικό ερώτημα που πρέπει να σφραγίζει τις τακτικές επιλογές μας. Με ποιο τρόπο θα συμβάλουμε σε αυτό το «ιστορικό μπλοκ», χωρίς να χάσουμε τα «παράθυρα ευκαιρίας» που ανοίγει νέα φάση και της πολιτικής κρίσης και της αναβαθμισμένης πολιτικής αυτοπεποίθησης των λαϊκών μαζών – αλλά και των κινδύνων από τυχόν ανασυγκρότηση του μνημονιακού μπλοκ με άξονα την ανασύνθεση της «κεντροδεξιάς» - αλλά και χωρίς τον υποτίμηση των στρατηγικών απαιτήσεων που ορίζουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην τακτική τόλμη και τον οππορτουνισμό.

Αυτό βάζει συγκεκριμένες προτεραιότητες:

Πρώτον, χρειάζεται ακόμη μεγαλύτερη αποσαφήνιση της πολιτικής γραμμής της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με βάση τις νέες ιστορικές προκλήσεις που τίθενται. Χρειάζεται βάθεμα στην επεξεργασία της στρατηγικής του άλλου δρόμου, με έμφαση όχι μόνο στην αναγκαία διαγραφή του χρέους, την έξοδο από ευρώ και ΕΕ, αλλά και στο εναλλακτικό παραγωγικό πρότυπο και το αίτημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Παράλληλα, απαιτείται σαφής τοποθέτηση για το θέμα της εξουσίας και αναμέτρηση πραγματική με το ερώτημα μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής. Αντί για «εύκολη» φραστική απόρριψη της θέσης για κυβέρνηση της Αριστεράς, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να έχει σοβαρή και συγκροτημένη τοποθέτηση για το περιεχόμενο αυτής της κυβέρνησης, για τις αναγκαίες τομές που πρέπει να κάνει (καταγγελία δανειακής σύμβασης, διαγραφή χρέους, άμεση έξοδος από ευρώ, εθνικοποιήσεις, ριζική αναδιανομή εισοδήματος), για το πώς πρέπει να στηρίζεται σε ένα ρωμαλέο λαϊκό κίνημα, με το συσχετισμό «από τα κάτω» να είναι παραπάνω από κρίσιμος, για το πώς μπορεί να αποτελέσει μια τέτοια διεργασία αφετηρία όχι μόνο για την επιβίωση της κοινωνίας αλλά και για την εκκίνηση ιστορικά πρωτότυπων μορφών κοινωνικού μετασχηματισμού και ανατροπής. Η απλή καταγγελία του κινδύνου των κοινοβουλευτικών αυταπατών δεν αρκεί, ούτε πρέπει να συντονιστούμε με τη λογική του ΚΚΕ που λέει ό,τι και να γίνει θα νικήσουν οι μνημονιακοί οπότε «ψήφισε αντιπολίτευση». Το βάθεμα της επεξεργασίας και της τοποθέτησης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει να συνδυαστεί με έναν προς τα έξω λόγο πιο σαφή, πιο συγκεκριμένο, πιο προσανατολισμένο στα ερωτήματα του κόσμου, περισσότερο λαϊκό, χωρίς περιττούς βερμπαλισμούς.

Δεύτερον, χρειάζεται εμμονή στο στόχο του Αγωνιστικού Μετώπου Ρήξης και Ανατροπής, στο περιεχόμενο και τις μορφές οργάνωσης που πρέπει να έχει, στην πλατιά συζήτηση και την κοινή δράση του κόσμου της Αριστεράς και του Αγώνα. Το Αγωνιστικό Μέτωπο Ρήξης και Ανατροπής, σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, ορίζει εκείνη την ανώτερη μορφή συγκρότησης και πολιτικοποίησης του αγωνιζόμενου λαού, που είναι αναγκαία είτε σε περίπτωση «αριστερής κυβέρνησης» είτε σε περίπτωση κυβέρνησης μνημονιακού ολέθρου. Πέραν, όμως, από την αντίληψη της κοινής δράσης στο κίνημα, σήμερα περισσότερο παρά ποτέ πρέπει να προχωρήσουν οι πρακτικές και οι μορφές της λαϊκής οργάνωσης και αυτοοργάνωσης ως προσπάθεια όντως για εργατική αντι-ηγεμονία: με πρωτοβουλίες τώρα για λαϊκές συνελεύσεις, για έμπρακτη στήριξη δικτύων αλληλεγγύης, για εναλλακτικά μη εμπορευματικά δίκτυα διανομής, για σπάσιμο των συνθηκών ανασφάλειας. Αυτό απαιτεί και μια τομή στους δικούς μας όρους πολιτικοποίησης και στράτευσης, πέρα από το απλό δίπολο συνδικαλιστική δράση – πολιτικής παρέμβασης. Συνολικά, απαιτείται απέναντι σε όλες τις προκλήσεις, από τους εκβιασμούς των μνημονιακών δυνάμεων έως τις επιθέσεις των φασιστών, αναβαθμισμένοεπίπεδο οργανωτικής συγκρότησης, στράτευσης, περιφρούρησης, επαγρύπνησης από τη μεριά του λαϊκού κινήματος

Τρίτον, απαιτείται πολιτική πρόταση για το πώς θα μπορούσε σήμερα να υπάρχει αριστερό μέτωπο, καθώς η όλη συγκυρία αντικειμενικά ανοίγει ακόμη περισσότερο τη συζήτηση για την Αριστερά, την ενότητά και το περιεχόμενο αυτής. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να παρέμβει σε αυτή τη συζήτηση, να προβάλει τη δική της θέση για το πώς μπορεί η Αριστερά να είναι και ενωτική και μετωπική και ριζοσπαστική. Σε αυτό το πλαίσιο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να έχει μια τοποθέτηση για το τι ορίζει ένα σύγχρονο αριστερό μέτωπο ανατροπής, την αναγκαία ραχοκοκαλιά του νικηφόρου λαϊκού ξεσηκωμού και της εκκίνησης διαδικασιών μετασχηματισμού..

Τέταρτον, χρειάζεται να δοθείμια κατεύθυνση αξιοποίησης της εκλογικής δυναμικής της Αριστεράς ως κοινωνικής και πολιτικής δυναμικής, σε κάθε επίπεδο, στα συνδικάτα, στις πλατείες, στο εργατικό και νεολαΐστικο κίνημα, στην αντιφασιστική πάλη. Το να δείξουμε τη δύναμή μας με ακόμη μεγαλύτερη απειθαρχία και ανυπακοή στην κυρίαρχη πολιτική, είναι ένα στίγμα που πρέπει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να το περιγράψει και εκεί να καλέσει τώρα σε κοινή δράση και την υπόλοιπη Αριστερά. Σήμερα είναι που αντί για τη στάση αναμονής και παρακολούθησης των εξελίξεων είναι που χρειάζεται να βάλουμε την κατεύθυνση «όλοι στους δρόμους». Αυτό είναι και ο δρόμος και για να μπορέσουμε να έχουμε έστω και μικρές νίκες αλλά και για να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε τους κοινωνικούς όρους που θα δώσουν κοινωνική γείωση στις πολιτικές δυναμικές που αναπτύσσονται.Τώρα, καλούμε το λαό στο δρόμο, σε κινητοποίηση για την ακύρωση των αντιλαϊκών μέτρων και την κατοχύρωση της απλής αναλογικής. Ιδίως σε περίπτωση συγκρότησης μνημονιακής κυβέρνησης το άμεσο κάλεσμα του λαού στο δρόμο για την ανατροπή της είναι επικτακτική ανάγκη.

Πέμπτον, χρειάζεται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκροτημένα και σε συντονισμό με την υπόλοιπη Αριστερά να δει πώς μπορεί να υπάρξει αποτελεσματική απάντηση απέναντι στους φασίστες. Όχι μόνο με τη μορφή της αυτοάμυνας απέναντι στις κάθε λογής προκλήσεις, αλλά και ως προσπάθεια να μπορέσουμε να ξανακερδίσουμε ανθρώπους που στράφηκαν προς τα εκεί θεωρώντας τους φασίστες αντισυστημική επιλογή. Σε κάθε περίπτωση χρειαζόμαστε και μια μάχιμη γραμμή για το μεταναστευτικό που να απαντάει στο ρατσισμό, χωρίς να μένει σε μια γενικόλογη κατεύθυνση αλληλεγγύης.

Έκτον, η συζήτηση στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να ανοίξει με τον πιο πλατύ και δημοκρατικό τρόπο. Σε αντίθεση με προηγούμενες φάσεις, όπου ο κύριος όγκος της συζήτησης έγινε στην ΚΣΕ, τώρα πρέπει να ανοίξει μέσα στη βάση, μέσα στις συνελεύσεις, μέσα στο πανελλαδικό συντονιστικό.

13. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει η εκλογική τακτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να αρθρωθεί ως εξής

·Χρειαζόμαστε μια ανοιχτή και δημόσια πρόταση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ προς όλες τις δυνάμεις της Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΜΑΑ) που να λέει ότι μπροστά στις προκλήσεις που υπάρχουν, μπροστά τη νέα δυναμική εμφάνιση του λαϊκού παράγοντα, τη στροφή προς την Αριστερά, τους εκβιασμούς των δυνάμεων του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού και το ανοιχτό ερώτημα μιας εν δυνάμει κυβερνητικής πλειοψηφίας των δυνάμεων της Αριστεράς στις επόμενες εκλογές, απαιτείται κοινή εκλογική κάθοδος και διαμόρφωση Αριστερού Μετώπου Ανατροπής που να α) Διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία σε μια κατεύθυνση σωτηρίας του λαού και ρήξης με τις πολιτικές των μνημονίων και της Τρόικα, β) κεντρικούς στόχους την ακύρωση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, τη παύση πληρωμών και τη διαγραφή του χρέους, την έξοδο από το ευρώ και τη ρήξη με την ΕΕ και την παραγωγική ανασυγκρότηση γ) έμφαση στην οργάνωση και συγκρότηση του λαού από τα κάτω (συνελεύσεις, κινήματα ανυπακοή, σπάσιμο στην πράξη των αντιλαϊκών ρυθμίσεων, μαχητική υπεράσπιση κατακτήσεων, αλληλεγγύη, αυτοάμυνα). Αυτή η πρόταση πρέπει να διατυπωθεί όχι μόνο στις ηγεσίες της Αριστεράς, αλλά και προς τον κόσμο της Αριστεράς, μέσα από ανοιχτές λαϊκές συνελεύσεις σε όλη την Ελλάδα. Μια τέτοια πρόταση ακόμη και εάν δεν γίνει δεχτή, κατοχυρώνει πολιτικά την παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ως μια τοποθέτηση για το σύνολο της Αριστεράς.

·Μια τέτοια κατεύθυνση, ακόμη και εάν δεν εισακουστεί, ανοίγει με καλύτερους όρους και το ζήτημα της εκλογικής συνέργασίας σε αντι-ευρώ και αντι-ΕΕ βάση με τις δυνάμεις του ΜΑΑ και άλλους αγωνιστές. Ηπρόταση πρέπει να είναι για εκλογική συνεργασία, με τον τρόπο που το είχαμε θέσει ως ΑΡΑΝ και προεκλογικά: να αποτυπώνεται στον τίτλο, να διατηρείται η αυτοτέλεια, να μην μπουν τυπικά ή άτυπα «βέτο» για ρεύματα ή πρόσωπα. Τυχόν τέτοια εξέλιξη θα σημαίνει και μια κρίσιμη ενίσχυση και καλύτερη αφετηρία για το μετεκλογικό σκηνικό και την προσπάθεια ανασύνθεσης μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής Αριστεράς. Γι’ αυτό και πρέπει να δοθεί μεγάλη μάχη μέσα κι έξω από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ώστε να προχωρήσει αυτό το ενδεχόμενο, ξεκινώντας από τη μάχη στο Πανελλαδικό Συντονιστικό της Κυριακής.

·Σε κάθε περίπτωση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα συμμετέχει στην εκλογική μάχη. Για να μπορέσει να παρέμβει στην πολιτική συζήτηση, για να ανοιχτεί σε ένα κρίσιμο δυναμικό, για να προβάλλει κρίσιμες θέσεις για την Αριστερά, την εξουσία και τον άλλο δρόμο. Απουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ από την εκλογική μάχη θα είναι μεγάλη υποχώρηση. Η επίγνωση της πίεσης που θα δεχτούμε ως προς τα εκλογικά αποτελέσματα, δεν πρέπει να μας κάνει να παραβλέψουμε τη σημασία και την αυτοτέλεια που έχει η πολιτική γραμμή που πρεσβεύουμε και την ανάγκη αυτές οι πολιτικές και ιδεολογικές οριοθετήσεις να δουλευτούν μέσα στον κόσμο περισσότερο. Συμμετοχή στις εκλογές, όμως, δεν σημαίνει και ΑΝΤΑΡΣΥΑ που παραμένει στον ίδιο λόγο και τον ίδιο τόνο. Απαιτούνται τομές και ρήξη και με το γενικόλογο αντικαπιταλισμό και με την απογείωση προς τη στρατηγική.

·Ο πολιτικός λόγος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της μετωπικής εκλογικής της συνεργασίας, θα πρέπει να είναι πολύ πιο απλός μάχιμος και κατανοητός, να επιμένει στην κεντρικότητα των αιχμών που βάζουμε, να προβάλει τη θέση ότι για να νικήσει ο λαϊκός ξεσηκωμός δεν χρειάζεται μόνο η κοινοβουλευτική δυνατότητα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, αλλά και η ύπαρξη μιας αριστεράς που να μπορεί να αποτελέσει πολιτική ραχοκοκαλιά ενός οργανωμένου λαού και αυτό σημαίνει ισχυρή παρουσία των ενωτικών, μαχητικών, αντι-ΕΕ δυνάμεων. Η έμφαση πρέπει να είναι στο λαϊκό τόνο, στο πώς μπορούν να είναι νικηφόρες οι σημερινές δυναμικές, στο πώς μπορεί να έρθει η ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ, και όχι σε ένα γενικόλογο αντικαπιταλισμό.

14. Παρότι στο ενδεχόμενο νέων εκλογών και την πόλωση που θα υπάρξει ως προς το ποιος πολιτικός χώρος θα πάρει την πρωτιά, θα έχουμε σημαντικό ρεύμα και υπέρ του ΣΥΡΙΖΑδιαφωνούμε με την θέσει ότι δεν θα έπρεπε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να κατέβει σε αυτές τις εκλογές και να δώσει κριτική ψήφο στήριξης προς το ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμούμε ότι μια τέτοια τακτική θα ήταν λανθασμένη και στην πραγματικότητα θα ενίσχυε τη δεξιόστροφη φορά του ΣΥΡΙΖΑ και θα απέσυρε από την προεκλογική συζήτηση και τη δημόσια σφαίρα όλο τον πλούτο του αναγκαίου προγράμματος για τον άλλο δρόμο. Ιδίως για το θέμα του ευρώ θα αφήναμε όλο το περιθώριο στις δεξιές φωνές που λένε είτε ότι η έξοδος από το ευρώ είναι καταστροφή είτε ότι η ευρώ ή δραχμή είναι ψευδοδίλημμα, αναιρώντας τη δουλειά που έχει γίνει.Άρα, η ύπαρξη και αυτοτέλεια μιας πραγματικά μαχόμενης αριστεράς που θα επιμένει και στους κρίσιμους στόχους και στην οργάνωση του λαού θα είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαία.

Διαφωνούμε επίσης με την πρόταση η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να συνεργαστεί με το ΣΥΡΙΖΑ, διατηρώντας την αυτοτέλειά της, προβάλλοντας τις δικές της θέσεις. ωΚαι σε αυτην περίπτωση θα είχαμε ηγεμόνευση από μια δεξιά γραμμή.

Άρα λοιπόν με επίγνωση της πίεσης που θα δεχτούμε δεν μπορούμε σε αυτή την κρίσιμη μάχη να απεμπολήσουμε την αυτοτελή πολιτική και εκλογική παρουσία κρίσιμων πολιτικών και ιδεολογικών οριοθετήσεων όπως η ρήξη με ευρώ και ΕΕ, ο άλλος δρόμος, η σύνδεση της κυβερνητικής εξουσίας με το ερώτημα της επαναστατικής στρατηγικής, η διεκδίκηση του αριστερού μετώπου ανατροπής, το ερώτημα μιας συνάντησης των δυνάμεων και των ρευμάτων που διεκδικούν την επαναστατική ανανέωση της κομμουνιστικής στρατηγικής. Ιδίως σε μια περίοδο που η συζήτηση ανοίγει και που θα έχουμε διάφορες ανακατατάξεις μέσα και στο τοπίο της Αριστεράς (πολώσεις μέσα στο ΚΚΕ, όλες οι εσωτερικές αντιφάσεις του ΚΚΕ κ.λπ.). Οι εκλογές είναι και πολιτική παρέμβαση. Σίγουρα, το ενδεχόμενο για μικρότερο ποσοστό είναι πρόβλημα, αλλά η απουσία από την πολιτική μάχη θα έχει περισσότερο αποδιαρθρωτικά ή ακόμη και διαλυτικά αποτελέσματα.

15. Ούτε μπορούμε, ούτε πρόκειται ως ΑΡΑΝ να «απεμπλακούμε» από τη διαδικασία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πρέπει να καταλάβουμε ότι λόγω της θέσης μας μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του ρόλου που παίζουμε, της ευθύνης που έχουμε αναλάβει, ως ΑΡΑΝ, δεν μπορούμε παρά να σκεπτόμαστε με όρους τι θα κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και όχι τι θα κάνει η ΑΡΑΝ. Μια ΑΡΑΝ που δεν μπορεί όχι απλώς να ανήκει στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και να μπορεί να καθορίζει κρίσιμες πλευρές της πολιτικής της κατεύθυνσης είναι μια ΑΡΑΝ με μικρότερη εμβέλεια και πολιτική αποτελεσματικότητα. Ταυτόχρονα, όμως, θα δώσουμε και με τον πιο αποφασιστικό τρόπο τη μάχη για να αλλάξει η φυσιογνωμία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Θα δώσουμε μάχες μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προφανώς και δεν δεχόμαστε λογικές εμφανώς ηττημένες και λανθασμένες, αλλά έχουμε εμπιστοσύνη ότι μπορούμε να πάμε να παλέψουμε τη γραμμή, αυτή να κερδίσει τους χιλιάδες αγωνιστές μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να έχει μάχιμη κατεύθυνση. Θα κάνουμε προτάσεις, θα τις παλέψουμε, θα αντιπαλέψουμε εκβιασμούς και τυχόν βέτο, θα διαμορφώσουμε συσχετισμούς, θα αξιοποιήσουμε τις δημοκρατικές διαδικασίες, εάν χρειαστεί θα χαράξουμε διαχωριστικές γραμμές πίσω από τις οποίες δεν θα πηγαίνουμε, έχοντας όμως εμπιστοσύνη ότι είναι ένα πολιτικό σύνολο που μπορεί να πάρει μάχιμες αποφάσεις. Αυτή είναι η κρίσιμη μάχη των επόμενων ημερών.

16. Ως Αριστερή Ανασύνθεση πρέπει το επόμενο διάστημα και αυτοτελώς να δουλέψουμε πλευρές της στρατηγικής μας για την ανασύνθεση της σύγχρονης ριζοσπαστικής Αριστεράς

·Πρέπει να δούμε, με τον πιο μάχιμο και ουσιαστικό τρόπο και το ζήτημα της σύνδεσης ανάμεσα στο αναγκαίο αριστερό μέτωπο ανατροπής και συνολικά τις διαδικασίες μετωπικής συγκρότησης και το αίτημα της επαναστατικής ανανέωσης της κομμουνιστικής στρατηγικής. Δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα νικηφόρα Αριστερά, ικανή να ηγηθεί μιας ευρύτερης συσπείρωσης κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, σε μια ιστορικά πρωτόγνωρη δυναμική ανατροπών και ρήξεων, χωρίς και ένα επαναστατικά ανανεωμένο κομμουνιστικό ρεύμα, ιδίως με δεδομένη την οριακή στρατηγική κρίση του ΚΚΕ. Οι δυνάμεις που αναφέρονται σε αυτό το στόχο, δεν έχουν την πολυτέλεια ούτε να τον προσπερνούν ούτε να αυταπατώνται ότι θα τον απαντήσουν με αυτόκεντρες και αυτοαναφορικές διεργασίες. Γι’ αυτό το λόγο και χρειάζεται, τώρα δημόσια τοποθέτηση και άνοιγμα της συζήτησης για τον κομμουνιστικό φορέα σε σχέση με τις προκλήσεις της συγκυρίας. Ας μην ξεχνάμε ότι σε μια τέτοια κατεύθυνση μπορούμε να παρέμβουμε και προς τη συζήτηση που ανοίγει σε σχέση με τις αντιθέσεις στο εσωτερικό του ΚΚΕ, και προς την εσωτερική συζήτηση του ΝΑΡ, και προς τις εξελίξεις σε κομμάτια που ήταν/είναι στα όρια του ΣΥΡΙΖΑ (π.χ. σύντροφοι από την «Παρέμβαση») και προς ανένταχτο δυναμικό. Πάνω σε αυτό το πανελλαδικό γραφείο πρέπει να επεξεργαστεί συγκεκριμένη μεθοδολογία για την προώθηση αυτής της κατεύθυνσης.

·Χρειάζεται να βγει μπροστά αυτό που λέμε «οριζόντια συμφωνία» γύρω από το στόχο της ρήξης με το ευρώ και ΕΕ και του εναλλακτικού παραγωγικού προτύπου σε συνδυασμό με την αντίληψή μας για την εξουσία. Π.χ. ένα κείμενο, προσεκτικά γραμμένο ώστε να παρεμβαίνει στην πολιτική συζήτηση πριν τις εκλογές χωρίς να φαίνεται ότι παίρνει προεκλογική θέση, το οποίο θα είχε αυτή την ατζέντα, υπογραμμένο από στελέχη και αγωνιστές διαφορετικών χώρων, θα μπορούσε να είναι μια παρέμβαση μέσα και στην προεκλογική περίοδο.

·Ως ΑΡΑΝ σε όλη την προεκλογική μάχη θα επιμείνουμε και η γραμμή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να είναι πιο μάχιμη, αλλά και σε κάθε περίπτωση με το δικό μας αυτοτελές υλικό και λόγο θα προβάλουμε αναγκαίες θέσεις και οριοθετήσεις. Απέναντι στο δίπολο αυθόρμητη συσπείρωση προς το ΣΥΡΙΖΑ ή εύκολη και ανέξοδη γενική καταγγελία, πρέπει να ακουστεί μια μάχιμη πρόταση για το τι θα σήμαινε όντως ένα σύγχρονο αριστερό μέτωπο, σε κατεύθυνση ρήξης με κεφάλαιο και ΕΕ, που θα μπορούσε να ηγηθεί του «έθνους των εργαζομένων» και να διεκδικήσει την εξουσία. Σε κάθε περίπτωση θα δώσουμε τη μάχη της φυσιογνωμίας και της μάχιμης κατεύθυνσης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ Δεν θα αφήσουμε ένα ελπιδοφόρο εγχείρημα αλλαγής συσχετισμών στην Αριστερά να γίνει μια απλή αυτοαναφορική αριστερή διαμαρτυρία, μια εκδοχή παλαιότερων μετώπων της άκρας αριστεράς. Σήμερα περισσότερο παρά ποτέ χρειάζεται μια άλλη ηγεμονία μέσα στην Ανταρσυα.

18. Σε αυτό το φόντο είναι πολύ σημαντική η συνεδρίαση του Πανελλαδικού Συντονιστικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Εκεί πρέπει να πάμε και να καταθέσουμε συγκεκριμένες προτάσεις, τις παλεύουμε, βάζουμε θέμα ψηφοφορίας, διαμορφώνουμε – καταγράφουμε συσχετισμό γύρω από αυτές

·Ανάγκη τοποθέτησης - πρότασης ΑΝΤΑΡΣΥΑ για αριστερή κυβέρνηση και αριστερό μέτωπο

·Επιμονή στην κατεύθυνση μετωπικών εκλογικών συνεργασιών

·Πολιτικό τόνο που να μην είναι ούτε «αριστερή αντιπολίτευση» ούτε αυτοαναφορικός αντικαπιταλιστικός βερμπαλισμός.

·Άνοιγμα της κουβέντας και της προγραμματικής επεξεργασίας για το «μετά το ευρώ τι;»

·Ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών για την οργάνωση

·Δημοκρατικό άνοιγμα της συζήτησης σε όλη την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

·Εδώ και τώρα να γίνουν συνελεύσεις σε όλες τις τοπικές, ολομέλειες στις πόλεις και πανελλαδικό σώμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που να συζητήσει και αποφασίσει φυσιογνωμία και τακτική της εκλογικής μάχης.

Εμείς σε κάθε περίπτωση, την αναγκαία γραμμή την παλεύουμε και την προβάλλουμε σε κάθε επίπεδο, εντός και εκτός ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Παλεύουμε τη γραμμή μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δίνουμε μέχρι τέλος τη μάχη της μάχιμης φυσιογνωμίας, αυτοτελώς και μέσα στην προεκλογική εκστρατεία παρεμβαίνουμε με αυτό τον τόνο, έστω και σε σύγκρουση με τον όποιο «μέσο όρο» της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Κοιτάζουμε το συσχετισμό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά θέλουμε να συναντηθούμε και με αναζητήσεις αριστερές ευρύτερες που θέλουν μια μάχιμη Αριστερά, αντι-ΕΕ, ριζοσπαστική αλλά και λαϊκή και νικηφόρα.

19. Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει την ευθύνη με το λόγο, τις μετωπικές πρωτοβουλίες, την πολιτική της συγκρότηση να συμβάλει στο να υπάρξει εκείνη η Αριστερά που με το πρόγραμμα, την επιμονή της στο δρόμο της ρήξης, τη συμβολή της στη λαϊκή αυτοοργάνωση θα μπορέσει να λειτουργήσει ως η ραχοκοκαλιά του νικηφόρου λαϊκού ξεσηκωμού. Επιμένοντας στον άλλο δρόμο της ρήξης με χρέος, ευρώ και ΕΕ, μιλώντας για το τι σημαίνει πραγματικά να έρθει ο λαός στην εξουσία, στηρίζοντας την οργάνωση του λαού σε συλλογικό υποκείμενο της δικής του χειραφέτησης. Για να μη διαψευστεί η ελπίδα, για να ανοίξουν πρωτόγνωροι δρόμοι χειραφέτησης και μετασχηματισμού. Η θέση μας πρέπει να είναι: Σήμερα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να προχωρήσει μπροστά! Με αναβαθμισμένη συντροφικότητα, βαθύτερη δημοκρατία, κριτική και αυτοκριτική. Αφήνοντας πίσω και τη λογική της «αριστερής αντιπολίτευσης» και την υποκατάσταση της πολιτικής από την αυτοαναφορική προβολή ενός ιδεολογικού στίγματος. Βαθαίνοντας τα πολιτικά και προγραμματικά στοιχεία, επιμένοντας σε μια μετωπική και ενωτική κουλτούρα, παίρνοντας τολμηρές πρωτοβουλίες για τη συνάντηση με ρεύματα, τάσεις και συλλογικότητες που αναζητούνδρόμους ρήξης με το χρέος, την ΕΕ και τις πολιτικές του κεφαλαίου, μπορούμε να γίνουμε καταλύτης για την Αριστερά της νικηφόρας ανατροπής.Εγχείρημα «μιας χρήσης» δεν ήταν ούτε και θα γίνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ!

20. Η ΑΡΑΝ σε αυτή τη μάχη πρέπει να δώσει πρωτοπόρο προσανατολισμό. Να ανακόψει το κλίμα απογοήτευσης, να συμβάλει στην επανασύνδεση τακτικής και στρατηγικής, να βοηθήσει στην ουσιαστική πολιτικοποίηση και της συζήτησης και της παρέμβασης. Με αναβαθμισμένη ενότητα, κατοχυρωμένη συντροφικότητα, πολιτική ενοποίηση γύρω από την κεντρική γραμμή της οργάνωσης, στράτευση στην ολόψυχη υλοποίησή της. Με επίγνωση ότι είναι μια οργάνωση στρατευμένη στην υπόθεση της επαναστατικής ανανέωσης της κομμουνιστικής στρατηγικής και του σύγχρονου επαναστατικού δρόμου. Με επίγνωση ότι σήμερα η πολιτική συγκρότηση και στράτευση, η επίγνωση της αναφοράς σε μια στρατηγική στρατηγική και μια πολιτική στόχευση συνολική, μπορεί να στηρίξει έναν κόσμο σε μια περίοδο πλούσια σε αντιφάσεις, με ευκαιρίες αλλά και κινδύνους, με εξάρσεις αλλά και κλυδωνισμούς.

Ως Αριστερή Ανασύνθεση πρέπει πολύ πιο αποφασιστικά να μπούμε στη συζήτηση και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της Αριστεράς συνολικά, να βαθύνουμε και την επεξεργασία και την άποψή μας για τον άλλο δρόμο και το αριστερό μέτωπο, τη σύγχρονη επαναστατική στρατηγική και την επαναστατική ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος, να προσπαθήσουμε να παρέμβουμε στις διεργασίες που θα ανοίξουν. Ταυτόχρονα, να συμβάλουμε και στην ακόμη μεγαλύτερη κοινωνική γείωση και οικοδόμηση δεσμών εκπροσώπησης και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνολικά αλλά και στη διεύρυνση της ιδιαίτερης απήχησης της ΑΡΑΝ μέσα και από την αξιοποίηση όλων τωνβημάτων. Μέσα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να είμαστε πρωτοπόροι στο άνοιγμα της πολιτικής συζήτησης, στην οργανωτική συγκρότηση, στη δημοκρατική διαδικασία, στο άνοιγμα σε κόσμο και ταυτόχρονα και στην προετοιμασία για τις δύσκολες επόμενες εκλογές. Χρειάζεται, όμως, να είμαστε και περισσότερο αποφασιστικοί στο πώς διεκδικούμε να διορθωθούν κρίσιμες πλευρές της πολιτικής παρέμβασης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Επιπλέον κρίσιμες πολιτικές μας θέσεις και στρατηγικές τοποθετήσεις, όπως η θέση για τον νέο κομμουνιστικό φορέα πρέπει να προβληθούν σήμερα ακόμη πιο αποφασιστικό ως κομμάτι μιας συνολικότερης διαδικασίας ανασύνθεσης. Αντίστοιχα, αυτό απαιτεί και δικό μας βάθεμα ως προς την επεξεργασία του άλλου δρόμου, του εναλλακτικού παραγωγικού προτύπου, του αναγκαίου συνδυασμού ανάμεσα σε κυβερνητική εξουσία και λαϊκή αντιεξουσία. Παράλληλα, πρέπει να συνεχιστούν όλες οι πρακτικές διαλόγου και «οριζόντιας» ανάδειξης κοινών προγραμματικών συγκλίσεων μέσα στο τοπίο της Αριστεράς. Συνολικά, χρειάζεται αναβάθμιση του στρατηγικού και ιδεολογικού χαρακτήρα της συγκρότησής μας και αναβάθμιση των πολιτικών χαρακτηριστικών της στράτευσής μας.

21.Πρέπει να σκεφτόμαστε ότι είμαστε μέσα στον ιστορικό κύκλο, μέσα στη δυναμική των πραγμάτων, με βάση και τις εκτιμήσεις και τη στρατηγική μας. Όποιο και εάν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, θα υπάρξουν μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές δυναμικές που θα απαιτούν την παρέμβαση με μια γραμμή όπως αυτή που προτείνουμε εμείς. Να το πούμε απλά: το πολιτικό τοπίο θα παραμείνει εξαιρετικά πλούσιο σε ενδεχόμενα και δυναμικές.

·Στην περίπτωση που κατορθωθεί να πάρει η ΝΔ την πρώτη θέση, με κάποια ενίσχυση και διαμορφωθεί μνημονιακή πλειοψηφία οριακή, είναι σαφές ότι με δεδομένη την παραπέρα ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ, ούτως ή άλλως, και τη διαίρεση του εκλογικού σώματος, θα ανοίξει νέος κύκλος μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων όπου η τοποθέτηση για τον άλλο δρόμο, τη ρήξη με ευρώ και ΕΕ, το αριστερό μέτωπο και το αγωνιστικό μέτωπο, θα μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά.

·Σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ πάρει την πρώτη θέση και βρεθεί οριακά στη δυνατότητα για κυβέρνηση, είναι σαφές ότι με δεδομένη την αντιφατικότητα της γραμμής του αλλά και την τεράστια πίεση και τους εκβιασμούς που θα υπάρξουν από τον ιμπεριαλισμό, ενδεχόμενες άτακτες χρεοκοπίες, το ερώτημα του πως θα υπάρξει μια λαϊκή δυναμική που θα κάνει την εκλογική νίκη δρόμο ανατροπής και ρήξης, θα απαιτεί ακριβώς την παρέμβαση μιας Αριστεράς με μάχιμη γραμμή που θα επικεντρώνει στο ζήτημα της ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ

Αυτό σημαίνει ότι περισσότερο παρά ποτέ χρειαζόμαστε να συνταιριάξουμε την επίγνωση των προβλημάτων και των αντιφάσεων, με την αισιοδοξία από τις τάσεις τις συγκυρίες και την εμπιστοσύνη ότι εάν η γραμμή, οι στόχοι, τα αιτήματα που βάζουμε είναι πραγματικά, απαντούν στα ερωτήματα που βάζει η ζωή, τότε όχι μόνο θα μπορούμε να παρεμβαίνουμε πολιτικά, αλλά θα είναι πολύ μεγαλύτερη και η δυνατότητα και η ευθύνη μας να το κάνουμε.