Συντρόφισσες και σύντροφοι,
8 χρόνια μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης
5 χρόνια μετά από την είσοδο της Ελλάδας στη μέγγενη των μνημονίων αλλά και στην εποχή της πιο βαθιάς πολιτικής και κοινωνικής κρίσης από την εποχή της Κατοχής
5 μήνες μετά από μία μεγάλη πολιτική και εκλογική ανατροπή, αυτή της 25ης Γενάρη
όλα όσα βλέπουμε τριγύρω μας,
·με την κυβέρνηση να χρησιμοποιεί τη ρητορική της ρήξης απλώς ως διαπραγματευτικό χαρτί για μια νέα συμφωνία μνημονιακού προσανατολισμού,
·με το λαϊκό κίνημα να παραμένει σχεδόν παροπλισμένο και σε καμιά περίπτωση πρωταγωνιστικό,
·με τον κόσμο της Αριστεράς να ταλαντεύεται ανάμεσα στη λογική της ανοχής και της στήριξης σε μια κυβέρνηση που γρήγορα ξέχασε δεσμεύσεις και κόκκινες γραμμές και μια αδιέξοδη πολεμική και καταγγελία,
Όλα αυτά, απλώς αποδεικνύουν ότι το τοπίο της Αριστεράς, οι απόψεις και οι στάσεις που ηγεμονεύουν σε αυτό, οι συσχετισμοί που έχουν παγιωθεί παραμένουν εκρηκτικά αναντίστοιχοι και τραγικά ανακόλουθοι με τις ιστορικές δυνατότητες, με το πρωτοφανές παράθυρο ιστορικής ευκαιρίας που ο ίδιος ο λαϊκός παράγοντας άνοιξε με την εκρηκτική του είσοδο στο προσκήνιο, σε όλη την «Μεγάλη Πορεία» των μεγάλων αγώνων, από το κίνημα της νεολαίας στο 06-07, στον εκρηκτικό και προφητικό Δεκέμβρη του 08, στον εξεγερσιακό κύκλο του 10-12, στις σημερινές αντιστάσεις και διεκδικήσεις.
Η υποχωρητικότητα με την οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αντιμετωπίζει τους δανειστές δεν ανοίγει μόνο το δρόμο για συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής. Εμπεδώνει στις λαϊκές τάξεις την αντίληψη ότι ακόμη και με την Αριστερά στην κυβέρνηση τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει.
Αυτό θα ταυτίσει την Αριστερά με τη λιτότητα καιτις αντιλαϊκές επιλογές, θα φέρει αποκαρδίωση στο λαό και παλινόρθωση των συστημικών και μνημονιακών δυνάμεων, θα επιτρέψει την εκ νέου σταθεροποίηση του συσχετισμού δυνάμεων προς όφελος του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου, θα δώσει περιθώριο στους φασίστες να σηκώσουν ξανά κεφάλι.
Και ας μην νομίσει κανείς ότι απέναντι σε αυτή την εξέλιξη εμείς θα μείνουμε χωρίς επιπτώσεις. Την ήττα και τη διάψευση της ελπίδας θα την πληρώσουμε όλοι. Την πλάτη θα γυρίσει ο λαός και σε εμάς σε ένα ενδεχόμενο αποτυχίας.
Είναι σήμερα επιτακτικό, προτού παγιωθεί η αντίληψη ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει, να υπάρξει πολιτική και κινηματική απάντηση που να καταγγέλλει τους εκβιασμούς και την υποχωρητικότητα, και να υψώσει τοίχος αντίστασης και στον εκβιασμό των δανειστών και στην προοπτική νέας μνημονιακής συμφωνίας, αλλά και να λέει ότι μπορεί να υπάρξει σήμερα άλλος δρόμος
Γι’ αυτό και λέμε ότι σήμερα, σε αυτή τη συγκυρία, χρειάζεται να πούμε ένα δεν πάει άλλο!
Δεν πάει άλλο με τη λογική του ευρωπαϊσμού και της πλήρους αποδοχής της «νομιμότητας» εθνικής και ευρωπαϊκής, γιατί έτσι δεν ανοίγουν δρόμοι ρήξης και δεν προετοιμάζεται ο λαός για τις μεγάλες μάχες που απαιτούνται για να ξεφύγουμε από το μνημονιακό φαύλο κύκλο. Είναι αυτή η λογική που σήμερα οδηγεί στην εκρηκτική αντίφαση η κυβέρνηση να χρησιμοποιεί τη «χορογραφία» της ρήξης απλώς και μόνο ως μοχλό πίεσης για μια συμφωνία με μνημονιακό προσανατολισμό!
Στην πραγματικότητα, η μακρόχρονη ρεφορμιστική ηγεμονία στον ιστορικό κορμό της Αριστεράς, είτε στη μορφή του «σοβιετικού μαρξισμού» είτε στην εκδοχή του δεξιού ευρωκομμουνισμού και η συνακόλουθη απουσία του πυρήνα μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής δεν επιτρέπει την όξυνση των αντιφάσεων, δεν αντιπαλεύει την αποτυπωμένη στο κράτος στρατηγική, δεν αμφισβητεί το μακροπρόθεσμο καπιταλιστικό συμφέρον και έτσι αδυνατεί να δώσει προοπτική στη λαϊκή δυναμική που ήρθε στο προσκήνιο με τον εξεγερσιακό κύκλο της περιόδου 2010-12.
Αλλά και δεν πάει άλλο με έναν αυτάρεσκο αριστερισμό που απλώς επικαλείται έναν φαντασιακό «Οκτώβρη» ως άλλοθι για να μην σκεφτεί τι σημαίνει σήμερα πραγματικά επαναστατική στρατηγική που να εκμεταλλεύεται τα ρήγματα που υπάρχουν, και δεν στοχάζεται τους όρους για μια στρατηγική που με πυρήνα τομεταβατικό πρόγραμμα και τη ρήξη με χρέος, ευρώ και ΕΕ θα μπορούσε να συνδυάζει την κυβέρνηση των εργαζομένων με ένα ρωμαλέο ταξικό λαϊκό κίνημα και τον πειραματισμό με σύγχρονες μορφές αυτοδιαχείρισης σε μια σύγχρονη εκδοχή δυαδικής εξουσίας που θα άνοιγε ιστορικά πρωτότυπες διαδικασίες σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Είναι αυτός ο συντηρητικός αριστερισμός που οδηγεί σε μια κριτική απέναντι στα αδιέξοδα της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ που γίνεται απλώς με όρους «αποκάλυψης», ώστε «να μην έχει αυταπάτες ο λαός» ή που μένει απλώς στο επίπεδο του «εμείς τα λέγαμε, αλλά δεν μας ακούγατε», όπως διαλέγουν το ΚΚΕ και αλλά και αρκετοί σύντροφοί μας της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς.
Η κριτική και η καταγγελία πρέπει να γίνουν από την σκοπιά του «παράθυρου ιστορικής ευκαιρίας» που άνοιξε ο εργατικός και λαϊκός ξεσηκωμός των προηγούμενων ετών, της αναγκαιότητας αλλά και της δυνατότητας να ανοίξει ένας άλλος δρόμος σε ρήξη με χρέος και ευρώ, της ελπίδας των εργατικών και λαϊκών μαζών που δεν πρέπει να διαψευστεί.
Η ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά στον τόπο μας συμμετείχε με αυταπάρνηση στον μεγάλο λαϊκό ξεσηκωμό και έβαλε πλάτη σε όλες τις μεγάλες αντιστάσεις και κινήματα που αναπτύχθηκαν. Όμως, ήρθε η ώρα να κάνει την αποτίμηση και την αυτοκριτική της.
Στις βουλευτικές εκλογές του 2009 η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πήρε 0,36% και ο ΣΥΡΙΖΑ 4,6%. Στις εκλογές του 2015, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε συνεργασία με τη ΜΑΡΣ πήρε 0,63% και ο ΣΥΡΙΖΑ 36,35%. Ενδιαμέσως, για 5 χρόνια, είχαμε την πιο βαθιά οικονομική και κοινωνικά κρίση μετά τη δεκαετία του 1930, τη μεγαλύτερη ακολουθία κοινωνικών και πολιτικών κινητοποιήσεων μετά τον Εμφύλιο, και το κοντινότερο που έφτασε μια Δυτικοευρωπαϊκή χώρα μετά την «Κρίση των δικτατοριών» σε κρίση ηγεμονίας, και τη μεγαλύτερη απονομιμοποίηση του «ευρωπαϊκού δρόμου» μετά την μεταπολίτευση. Το να πούμε ότι το βασικό συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι δεν ήμασταν όσο «συνεπείς» έπρεπε και δεν προβάλλαμε το «επαναστατικό πρόγραμμα» ή ότι κατά βάση φταίει ο λαός που παραμένει υπό την επίδραση της κυρίαρχης ιδεολογίας και προτίμησε τον «εύκολο δρόμο» που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί ασυγχώρητη εθελοτυφλία.
Δεν είναι δυνατόν να έχει γίνει ό,τι έγινε, η αντικαπιταλιστική Αριστερά, παρ’ όλη την αναμφίβολη αγωνιστική της στράτευση και τη συμμετοχή της σε όλα τα μεγάλα κινήματα που αναπτύχθηκαν, να έχει αντικειμενικά αποτύχει να εκπροσωπήσει πολιτικά τη λαϊκή εξέγερση, να μην έχει μπορέσει να εκμεταλλευτεί την πιο ευνοϊκή γι’ αυτήν συγκυρία από τη Μεταπολίτευση και μετά και παρ’ όλα αυτά η λέξη «αυτοκριτική» να παραμένει άγνωστη λέξη στην πολιτική της συζήτηση. Ούτε βέβαια αποτελεί απάντηση το να πούμε στο λαό «να μην έχει αυταπάτες» για τον ΣΥΡΙΖΑ, λες και έχουμε να κάνουμε με «πεπλανημένες ψυχές» και όχι με μια καθημαγμένη κοινωνία στην οποία κανείς δεν έχει προτείνει μια συγκεκριμένη «τεχνική της ρήξης»
Και όμως, σήμερα, μεγάλο μέρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς συμπεριφέρεται ως εάν να αναμένει πότε η κατάσταση θα της επιτρέψει να κραυγάσει «κάτω η αστική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ», όχι για να δοκιμάσει να προτείνει μια ριζική αλλαγή πορείας, αλλά απλώς για να πει, προς τα έξω αλλά - και κυρίως - προς τον εαυτό της: «ε, δεν μπορούσαν να γίνουν και πολλά, εφόσον λείπει ο επαναστατικός, φορέας, μέτωπο κ.λπ.».
Είναι ως το μόνο που μας νοιάζει είναι να γυρίσουμε σε αυτά που ξέρουμε να κάνουμε και δεν μας βγάζουν από το βόλεμα μερικών δεκαετιών: επικέντρωση σε ιδεολογικές εμμονές, κομματική «οικοδόμηση», τεχνητές «εντάσεις» ώστε να γίνουν μερικές στρατολογήσεις παραπάνω, διαρκής ανταγωνισμός με τους εκάστοτε «δεξιούς» και όλα αυτά πάντα με τον απαραίτητο συνδυασμό αλαζονικής αυταρέσκειας και θεωρητικής οκνηρίας. Αν η πραγματικότητα δεν ταιριάζει με τις εμμονές μας, τόσο το χειρότερο γι’ αυτήν...
Μόνο που πια όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι σήμερα η ριζοσπαστική Αριστερά δεν μπορεί να συνεχίσει να μετρά το πολιτικό της μπόι σε στρατολογήσεις φοιτητών, σε ψήφους σε σωματεία ή σε εισιτήρια σε φεστιβάλ, αλλά στο εάν και σε ποιο βαθμό ανταποκρίνεται στις ιστορικές προκλήσεις που της τίθενται.
Γιατί πρέπει να πούμε ότι η ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά:
Δεν μπόρεσε να δει ότι η συγκυρία των μνημονίων και του λαϊκού ξεσηκωμού αλλά και η κεντρικότητα του ζητήματος του χρέους και του ευρώ άνοιγε δρόμους για νέες διαιρέσεις αλλά και νέες ενότητες μέσα στην Αριστερά και έδινε ξεχωριστή επικαιρότητα στο αναγκαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο. Ναι, αυτό ήταν δύσκολο και απαιτούσε μεγάλες και τολμηρές και διασπάσεις και υπερβάσεις. Ναι, ατολμία έδειξαν και άλλες τάσεις, οι ίδιες που σήμερα αδυνατούν και πάλι να κάνουν ρήξη απέναντι στη δεξιά στροφή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτό δεν μειώνει την ιστορική αναγκαιότητα μιας τέτοιας κατεύθυνσης και την ιστορική ευθύνη της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς να μη δουλέψει σε αυτή την κατεύθυνση. Αντί γι’ αυτό σπαταλήθηκε και σπαταλιέται πολύτιμος χρόνος και κόπος σε ατέρμονες αποδείξεις του πόσο «ρεφορμιστές», «δεξιοί», «κεϋνσιανοί» ήταν όλοι οι εν δυνάμει σύμμαχοί της.
Δεν συνειδητοποίησε ότι οι μεγάλες κοινωνικές δυναμικές που βγήκαν στο προσκήνιο, από τις απεργίες μέχρι τις Πλατείες, έθεταν θέμα μιας νέας «συντακτικής διαδικασίας» για την Αριστερά της νέας εποχής, μιας νέας και ιστορικά πρωτότυπης συνάντησης ανάμεσα σε λαϊκό ριζοσπαστισμό και αριστερή πολιτικοποίηση, μιας νέας και ανώτερης ανοιχτής και δημοκρατικής οργάνωσης στη διαλεκτική κίνημα, μέτωπο, κόμμα, απέναντι στην οργανωτική αρτηριοσκλήρυνση και τη λογική των μηχανισμών που χαρακτηρίζει όλα τα μέτωπα και τις οργανώσεις της Αριστεράς σήμερα.
Δεν αναμετρήθηκε με το ερώτημα της εξουσίας και παρέμεινε αριστερά της αντίστασης και της διαμαρτυρίας και όχι της εξουσίας και της ηγεμονίας. Δεν συνειδητοποίησε ότι το ζήτημα της κυβέρνησης ήταν πραγματικό και απαιτούσε στρατηγική τοποθέτηση και όχι απλό ξόρκισμα. Έμεινε στις αφετηρίες του μεταβατικού προγράμματος χωρίς να το κάνει πραγματική εναλλακτική αφήγηση για την κοινωνία. Υποτίμησε για πολύ καιρό την κεντρικότητα του θέματος της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας ως επίδικο της ταξικής πάλης.
Δεν είχε ούτε αυτή, ούτε οι αριστερές τάσεις μέσα στα ρεφορμιστικά κόμματα, ιδίως μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, την ετοιμότητα έγκαιρα να συμβάλουν από κοινού σε ένα άλλο τοπίο στην Αριστερά, αφήνοντας στον κόσμο του αγώνα την επιλογή ανάμεσα στον δεξιό κυβερνητισμό και το φοβικό αριστερισμό.
Η θεωρητική οκνηρία, η αυταρέσκεια και η διαρκής προσπάθεια αυτοδικαίωσης μιας γραμμής που δεν επικοινωνεί με την πραγματικότητα δεν είναι απόδειξη επαναστατικής συνέπειας, αλλά σύμπτωμα βαθιάς πολιτικής κρίσης ενός ολόκληρου ρεύματος. Το να μην μαθαίνεις, το να μη διδάσκεσαι, το να μην αλλάζεις από όσα συμβαίνουν γύρω σου, από τις Πλατείες μέχρι τις λαϊκές συνελεύσεις και από τα κοινωνικά ιατρεία μέχρι το πείραμα αυτοδιαχείρισης της ΒΙΟΜΕ, το να μην αντιλαμβάνεσαι ότι γύρω σου ξεδιπλώνεται η ίδια η συλλογική επινοητικότητα ενός αγωνιζόμενου λαού, είναι ένδειξη και ιδεολογικής σκλήρυνσης και αδυναμίας επεξεργασίας μια σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής.
Όπως επίσης μόνο ανησυχία μπορεί να μας δημιουργήσει, το γεγονός ότι σήμερα περνούν κρίση οι μεγάλοι κινηματικοί πνεύμονες της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ότι σε σχήματα που αποτελούν την κοινωνική ραχοκοκαλιά της όπως είναι τα ΕΑΑΚ και οι Παρεμβάσεις - Συσπειρώσεις - Κινήσεις αναπτύσσονται κρισιακές τάσεις και κυριαρχεί η αμηχανία και αδυναμία χάραξης μιας μάχιμης γραμμής, ότι πρυτανεύει η αναζήτηση των δήθεν «δεξιών» από την αναμέτρηση με τις προκλήσεις της περιόδου, ότι υψώνονται απαράδεκτα και αντισυντροφικά εμπόδια σε πραγματικές δυνατότητες διεύρυνσης που αναπτύσσονται.
Ούτε μπορεί να πάει μπροστά μια Αριστερά που δεν αντιλαμβάνεται ότι η αναγκαία προσπάθεια να κάνει π.χ. αριστερή αντιπολίτευση στην δεξιά διαχειριστική πολιτική της Περιφέρειας Αττικής ή αρκετών δημάρχων του ΣΥΡΙΖΑ, απαιτεί και το πλήρες αγκάλιασμα των εγχειρημάτων αριστερής αυτοδιοίκησης στο Χαλάνδρι ή το Κερατσίνι.
Ο πολιτικός χρόνος δεν είναι απεριόριστος και εάν η σημερινή κατάσταση συνεχιστεί στο τέλος απλώς θα κάνουμε απολογισμούς για ήττες και για χαμένες ευκαιρίες.
Εμείς είμαστε εδώ γιατί θέλουμε να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί για όλα αυτά. Ξέρουμε ότι και εμείς ως Αριστερή Ανασύνθεση υπήρξαμε μέρος του προβλήματος. Τις αντιφάσεις που περιγράψαμε τις βλέπουμε πρώτα και κύρια στη δική μας πρακτική και στράτευση. Αλλά θέλουμε να αναμετρηθούμε με την πρόκληση.
Θέλουμε να δοκιμάσουμε να πάμε κόντρα σε αυτή την κατάσταση που μας κάνει όλους μέρος του προβλήματος και τμήμα της συνθήκης που απειλεί να οδηγήσει στο να χαθεί μια σημαντική ιστορική ευκαιρία.
Και θέλουμε να συναντηθούμε και με όσους μοιράζονται αυτή την αγωνία.
Θέλουμε να συζητήσουμε πάνω από όλα για το πώς θα υπάρξει στον τόπο μας εκείνη η Αριστερά του άλλου δρόμου που πραγματικά θα μπορεί να τροφοδοτήσει, μπολιάσει αλλά και εκπροσωπήσει τις δυναμικές που η ίδια η συγκυρία της κρίσης και ο λαϊκός ξεσηκωμός έβγαλαν στο προσκήνιο.
Θέλουμε να συζητήσουμε κριτικά και αυτοκριτικά, να πειραματιστούμε με πολιτικές και κινηματικές πρακτικές, να βάλουμε πλάτη για μια άλλη κατάσταση μέσα στην Αριστερά, να δοκιμάσουμε νέα πολιτικά σχέδια που να επικοινωνούν πραγματικά με τις δυναμικές της περιόδου.
Είναι σαφές ότι χρειαζόμαστε άλλη μετωπική πολιτική και άλλο συσχετισμό δύναμης μέσα στην Αριστερά.
Χρειαζόμαστε το πλατύ και ανοιχτόκαρδο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο όπου θα συναντηθούν όλες οι τάσεις και οι αναζητήσεις που σήμερα θέλουν τη ρήξη με χρέος και ευρώ.
Μέτωπο του άλλου δρόμου και όχι απλώς του ιστορικού χώρου της επαναστατικής Αριστεράς. Δεν πάει άλλο με την αμυντική και συντηρητική λογική του μετώπου των «συνεπών», των μετώπων γύρω από «ταυτότητες» και όχι «επίδικα», των μετώπων που απλώς εξασφαλίζουν την «μικρο-αναπαραγωγή» ιστορικών ρευμάτων αλλά την ίδια στιγμή διαρκώς παραχωρούν πολιτικό και ιδεολογικό χώρο στις ρεφορμιστικές και αστικές δυνάμεις.
Μέτωπο της αναμέτρησης με το ερώτημα του προγράμματος και της στρατηγικής και όχι του εγκεφαλικού αριστερισμού και του αντικαπιταλιστικού βερμπαλισμού.
Μέτωπο που να ξεκινά από τον αυτονόητο μετασχηματισμό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ - ΜΑΡΣ από πολιτική συνεργασία σε ενιαία δημοκρατική μετωπική μορφή αλλά και να προσπαθήσει να συναντηθεί με τις δυνάμεις και τους αγωνιστές που θα απελευθερώσει τόσο η δεξιά στροφή του ΣΥΡΙΖΑ όσο και ο αδιέξοδος σεχταρισμός της ηγεσίας του ΚΚΕ.
Η λογική των «κινεζικών κουτιών» όπου πρώτα θα έχουμε «μέτωπο των επαναστατικών δυνάμεων», μετά θα έχουμε «μετωπική συμπόρευση» με όσους θα θεωρούμε αριστερούς αλλά όχι όσο πρέπει, μετά θα έχουμε «αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής» με τους ημιρεφορμιστές και τέλος «κοινή δράση» και με τους ρεφορμιστές είναι μια καρικατούρα μετωπικής πολιτικής που απλώς ανοίγει το δρόμο για εναλλαγές σεχταρισμού και οπορτουνισμού.
Και επειδή γίνεται πολύ συζήτηση εμείς θέλουμε να είμαστε σαφείς. Ναι υπερασπιζόμαστε το «κεκτημένο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ», αλλά ποιο κεκτημένο; Το κεκτημένο της υπέρβασης διαχωρισμών, της τόλμης, της συνάντησης διαφορετικών ρευμάτων. Όχι του συντηρητικού και φοβικού αριστερισμού.
Σήμερα η δικαίωση του στοιχήματος ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η αναγκαία υπέρβασή της στο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο του άλλου δρόμου, όχι η αναπαραγωγή της ως κούγκι που στο τέλος δεν θα εμπνέει κανέναν.
Σήμερα μια τέτοια νέα μετωπική κατεύθυνση μπορεί να πάρει σάρκα και οστά, μπορεί να δοκιμαστεί, όχι σε γενικές διακηρύξεις ή εκκλήσεις αλλά σε πραγματικά βήματα και πρακτικές:
- Στις κινητοποιήσεις ενάντια στη νέα συμφωνία και τη μνημονιακή στροφή της κυβέρνησης που πρέπει να γίνουν κοινή υπόθεση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ, της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων ριζοσπαστικών τάσεων. Και εδώ το ξαναλέμε περισσότερο παρά ποτέ δεν αρκεί η γενική καταγγελία αλλά χρειάζεται συγκεκριμένη τοποθέτηση για το ποια μπορεί να είναι η «τεχνική της ρήξης»: με διακοπή των διαπραγματεύσεων, με παύση πληρωμών στο χρέος, με δημόσιο έλεγχο της κεντρικής τράπεζας και του τραπεζικού συστήματος, με συνεχείς «μονομερείς ενέργειες» υπέρ των λαϊκών συμφερόντων (κατάργηση ιδιωτικοποιήσεων, πλήρης αποκατάσταση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αύξηση δημόσιων δαπανών, προσλήψεις), χωρίς κανένα φόβο για την αναπόφευκτη έξοδο από τον ευρώ και συνολικά το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ. Η ταπείνωση δεν είναι μονόδρομος. Η ρήξη είναι ακόμη εφικτή!
- Στην Κίνηση για τη διαγραφή του Χρέους ως πανελλαδική ενωτική πρωτοβουλία πάνω στο πιο κρίσιμο άμεσο ζήτημα για το λαϊκό κίνημα, κίνηση που, όμως, την ίδια ώρα που στις εκδηλώσεις της σε όλη την Ελλάδα συσπειρώνει όλο το δυναμικό που αναζητά αριστερή διέξοδο, διαρκώς συναντά τρικλοποδιές από τους πολιτικούς χώρους που θα έπρεπε κατεξοχήν να τη στηρίζουν!
- το αντι-ΕΕ Φόρουμ στις 26-28 Ιούνη ως αφετηρία ενωτικής καμπάνια για την άμεση έξοδο της Ελλάδας από ευρώ και την ανυπακοή στις συνθήκες της ΕΕ, ως αφετηρία της αναγκαίας περισσότερο παρά ποτέ προσπάθειας να προπαγανδιστεί, να ζυμωθεί να εμπεδωθεί στον κόσμο του αγώνα η λογική που λέει ότι το Grexitδεν είναι κίνδυνος αλλά ευκαιρία!
Χρειαζόμαστε, όμως, και μια άλλη κομμουνιστική Αριστερά. Η ιστορική κρίση του κομμουνιστικού κινήματος σε όλες τις παραλλαγές της ρίχνει βαριά της σκιά της στην προσπάθειανα διαμορφωθεί η αναγκαία Αριστερά του άλλου δρόμου. Και φυσικά δεν μπορούμε να αφήνουμε τον σφετερισμό της κομμουνιστικής ταυτότητας από το πολιτικό ιερατείο του Περισσού, γιατί δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι ο σημερινός εγκεφαλικός αριστερισμός της ηγετικής ομάδας που διαγράφει την εμπειρία του ΕΑΜ, που προσπερνά τους στόχους εθνικής ανεξαρτησίας, που αρνείται την έννοια του μεταβατικού προγράμματος, στην πραγματικότητα είναι ένας συντηρητισμός που δεν αμφισβητεί στην πραγματικότητα τον ταξικό αντίπαλο, είναι η συνέχεια του ρεφορμισμού και του κυβερνητισμού που αφόπλισαν την Αριστερά της μεταπολίτευσης.
Χρειαζόμαστε μια πραγματική επανίδρυση της κομμουνιστικής αναφοράς, γιατί μόνο αυτή μπορεί να αποτελέσει την αναγκαία πολιτική και προγραμματική ραχοκοκαλιά του μετώπου της Αριστεράς του άλλου δρόμου. Και χρειάζεται να βρεθούν πολιτικά και οργανωτικά μαζί όσες και όσοι αναφέρονται σε αυτή την πρόκληση.
Χρειαζόμαστε να πειραματιστούμε με νέες συσπειρώσεις, σχήματα και οργανώσεις που με επίγνωση της μεταβατικότητάς τους να στηρίζονται:
- στο μαχόμενο μαρξισμό και στη διαρκή επαναστατική ανανέωσή του, στη κριτική οικειοποίηση και προχώρημα της λενινιστικής τομής, στην αναμέτρηση με τα ερωτήματα της ηγεμονίας, του ιστορικού μπλοκ, της πολιτιστικής επανάστασης, της περισσότερο παρά ποτέ αναγκαίας νέας πρακτικής της πολιτικής.
- στην επιμονή στον επαναστατικό δρόμο, την ανάγκη μιας διαδικασίας σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, την αναμέτρηση με τα ερωτήματα μιας σύγχρονης επαναστατικής στρατηγικής για την εξουσία και την ηγεμονία, το βάθεμα του μεταβατικού προγράμματος με βάση την εμπειρία, τους αγώνες και τη συλλογική επινοητικότητα των λαϊκών μαζών.
- στην υπεράσπιση της ιστορίας των αγώνων του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και την αυτοκριτική αναμέτρηση με τους λόγους της ήττας, αυταρχικής και εκμεταλλευτικής μετάλλαξης και τελικά κατάρρευσης των πρώτων «αλμάτων στον ουρανό».
- στο σύγχρονο αντιιμπεριαλισμό, με έμφαση στην άνιση ανάπτυξη των αντιθέσεων στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, στη διαμόρφωση «αδύναμων κρίκων», στη σημασία των στόχων εθνικής ανεξαρτησίας ως πλευρά ενός ταξικού σχεδίου των δυνάμεων της εργασίας.
- στη γραμμή μαζών και την πλειοψηφική απεύθυνση, με εργατικό και λαϊκό προσανατολισμό, συστηματική δουλειά στο μαζικό κίνημα, κοινωνική γείωση και εκπροσώπηση, συνδυασμό της κεντρικότητας της εργατικής δουλειά, με τη δουλειά στη νεολαία, τη γειτονιά και τα οικολογικά κινήματα, την αντιφασιστική πάλη, την πάλη ενάντια στο σεξισμό και την πατριαρχία.
- στη δημοκρατική λειτουργία και νέα συντροφικότητα, με έμφαση στο σπάσιμο ιεραρχιών και διαχωρισμών, με ζωντανή μορφωτική λειτουργία και διαρκή πειραματισμό, με οργανώσεις και συλλογικότητες που να είναι εργαστήρια πολιτικοποίησης έξω και πέρα από όλες τις τελετουργίες και τους ψυχαναγκασμούς του πολιτικού μας μικρόκοσμου.
Η Αριστερά της ανατροπής δεν μπορεί παρά να είναι η Αριστερά που θα δείξει ότι μπορεί να μαθαίνει και να αλλάζει τον εαυτό της πρώτα και κύρια. Παραδεχόμενοι τα λάθη μας. Με εμπιστοσύνη στο λαό και επιμονή στη στρατηγική της ρήξης. Με τόλμη και αμφισβήτηση απέναντι σε συνήθειες, πρακτικές, κουλτούρες που μας εγκλωβίζουν. Με νέες σκέψεις, νέες πρακτικές, νέα σχήματα, νέα μέτωπα, νέες οργανώσεις.
Η επαναστατική πολιτική είναι πάντα πορεία σε αχαρτογράφητες θάλασσες και όχι σε πατημένα μονοπάτια...