1. Ζούμε μια ιστορικών διαστάσεων επίθεση των δυνάμεων του κεφαλαίου απέναντι στους εργαζομένους. Αντιμέτωπες με το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης επιδιώκουν τη βίαιη μεταφορά των βαρών της στις πλάτες των εργαζομένων. Δεν είναι απλώς εισπρακτικά μέτρα, ούτε αφορούν μόνο τα ελλείμματα. Οι κεφαλαιοκράτες δοκιμάζουν και διεθνώς και στον τόπο μας μια πραγματική ‘φυγή προς τα εμπρός’, για να επιβάλλουν συνθήκη ακόμη μεγαλύτερης εκμετάλλευσης και να αναιρέσουν κατακτήσεις των εργαζομένων. Μπορεί να μην έχουν μια συνολική στρατηγική εξόδου που να μπορεί να οδηγήσει και σε τομές στην παραγωγικότητα της εργασίας και στην ανάκαμψη του ποσοστού κέρδους, μπορεί να εξακολουθούν να μην μπορούν να ορίσουν μια εναλλακτική χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική πέραν από την τεχνητή διόγκωση και μετά σπάσιμο διαφόρων ‘φουσκών’, αλλά γνωρίζουν καλά ότι προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση είναι η ριζική τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης σε βάρος των εργαζομένων: συμπίεση του κόστους εργασίας, ελαστικοποίηση αγοράς εργασίας, αναίρεση των όποιων υπολειμμάτων αναδιανεμητικής πολιτικής είχαν μείνει, αξιοποίησης των μαζικών απολύσεων και της ανεργίας.

2. Η επίθεση δεν αφορά μόνο τις περικοπές μισθών και επιδομάτων και το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Έχουμε μια συνολική ατζέντα που περιλαμβάνει: α) Μεγάλες ανατροπές στο ασφαλιστικόσύστημα. Καταργείται ο αναδιανεμητικός χαρακτήρας Σπάει ο ενιαίος δημόσιος και κοινωνικός χαρακτήρας της ασφάλισης, εισάγεται η λογική της ανταποδοτικότητας και της κεφαλαιοποίησης, θα οδηγήσει και σε μειώσεις συντάξεων (αρκεί να αναλογιστούμε τι θα γίνει όταν οι σημερινοί εργαζόμενοι της εργασιακής περιπλάνησης και της συχνά υποασφαλισμένης εργασίας βρεθούν αντιμέτωποι με τον υπολογισμό σύνταξης στη βάση των συνολικών εισφορών που κατέβαλαν), ενώ θα ενισχυθούν και μορφές ιδιωτικής ασφάλισης. β) Σημαντικές αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση. Μέσα από την ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής οδηγίας και την εισαγωγή συστήματος κατάταξης επαγγελματικών δικαιωμάτων σε επίπεδα όχι μόνο νομιμοποιείται η ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και βαθαίνει ακόμη περισσότερο η αποσύνδεση πτυχίων και εργασιακών δικαιωμάτων και η υποβάθμιση / ρευστοποίηση / εξατομίκευση των επαγγελματικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο της περιβόητης ‘δια βίου μάθησης’. Ταυτόχρονα στο όνομα της ‘ψηφιακής τάξης’ μεθοδεύεται ο ριζικός περιορισμός του μορφωτικού ρόλου του σχολείου, η στροφή προς εργαλειακές γνώσεις και δεξιότητες, και η εμπέδωση μιας επιχειρηματικής κουλτούρας, ενώ η αποκέντρωση θα σημαίνει ευέλικτες και εξατομικευμένες εργασιακές σχέσεις. γ) Ακόμη μεγαλύτερη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, αφού στο όνομα της αύξησης της ανεργίας θα ενταθεί η επισφαλής και μερική απασχόληση ως δήθεν απάντηση.

3. Η ‘πίεση’ προς την Ελλάδα να λάβει μέτρα, η λογική της επιτήρησης, οι ‘τιμωρίες’ από τις αγορές, η ‘τριπλή κατοχή’ από ΕΕ – ΕΚΤ – ΔΝΤ δεν είναι αποτέλεσμα μόνο των δημοσιονομικών προβλημάτων. Η Ελλάδα είναι ‘αδύναμος κρίκος’ και γιατί το προηγούμενο διάστημα είχε μεγάλες κοινωνικές εκρήξεις και κινήματα. Υπάρχει ο φόβος ότι μπορεί να γεννήσει και νέους ‘Δεκέμβρηδες’ που να οδηγήσουν σε συνολικότερη διακύβευση της αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ και συνολικά της στρατηγικής του κεφαλαίου. Η Ελλάδα γίνεται ‘πεδίο δοκιμών’ και ‘πειραματόζωο’ για μια συνολικότερη στρατηγική ριζικής τροποποίησης του συσχετισμού δύναμης σε βάρος των εργαζομένων. Τα μέτρα δεν αποτελούν μόνο έξωθεν επιβολές αλλά και στρατηγικές επιδιώξεις του ελληνικού κεφαλαίου. Για το κεφάλαιο δεν υπάρχει πρόβλημα απεμπόλησης πλευρώντης εθνικής κυριαρχίας όταν αυτό διευκολύνει τα συμφέροντά του. Δεν είναι αναγκαστικές ή πρόσκαιρες προσαρμογές, αλλά μια συνολική επιθετική αστική ατζέντα, την οποία σήμερα εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ με τη συναίνεση της ΝΔ και του ΛΑΟΣ και την ιδεολογική τρομοκρατία των ΜΜΕ. Η στρατηγική κρίση της ρεφορμιστικής Αριστεράς, είτε στην εκδοχή των ταλαντεύσεων του αριστερού κυβερνητισμού και ‘ευρωπαϊσμού’ στο ΣΥΡΙΖΑ, είτε στην εκδοχή του συνδυασμού σεχταρισμού και ηττοπάθειας του ΚΚΕ, αντικειμενικά ενισχύει τη θέση των δυνάμεων του κεφαλαίου.

4. Σε αυτό το πλαίσιο είναι κομβικό η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συνολικά η ριζοσπαστική αριστερά:

·Να προβάλλει το στόχο της συνολικής ανατροπής του προγράμματος σταθερότητας, και της ανυπακοής στις επιταγές της ΟΝΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ και να καλέσει σε ένα συνολικό, γενικευμένο, παρατεταμένο πανεργατικό και παλλαϊκό ξεσηκωμό για την ανατροπή της επίθεσης.

·Να πρωτοστατήσει την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων, στηρίζοντας την πρωτοπόρα δράση των εργατικών, νεολαΐστικων και τοπικών αριστερών σχημάτων και στηρίζοντας ενεργά προτάσεις για ενωτικό ταξικό αγωνιστικό συντονισμό των ίδιων των σωματείων και των ομοσπονδιών. Συνολικά, να κάνει πράξη (και όχι απλά διακήρυξη…) μια κατεύθυνση αγωνιστικής ταξικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος.

·Να προτάξει ως κρίσιμο πολιτικό στόχο, μέσα στη συνθήκη της κρίσης και της επιτήρησης – εποπτείας από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, την άμεση έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη, την ΟΝΕ και το ευρώ. Η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, ο έλεγχος – περιορισμός των κινήσεων κεφαλαίου, η εθνικοποίηση των Τραπεζών, ο δημόσιος έλεγχος στρατηγικών τομέων της οικονομίας, η στάση πληρωμών στο ληστρικό εξωτερικό χρέος αποτελούν σήμερα έναν ελάχιστο μηχανισμό προστασίας απέναντι στη συστημική βία του διεθνοποιημένου κεφαλαίου και την προσπάθεια να τσακιστούν όσες κοινωνικές κατακτήσεις έχουν απομείνει.

·Να επιμείνει να προβάλλει ως μάχιμο και αναγκαίο πολιτικό στόχο για το εργατικό και λαϊκό κίνημα η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρέπει να μπορούμε να προβάλλουμε απλά και ξεκάθαρα το «εμπρός λαέ – έξω από την ΕΕ» ως εφικτό και συγκεκριμένο στόχο και να μην τον μεταφέρουμε στο αβέβαιο μέλλον της… επανάστασης. Για πρώτη φορά ενισχύεται ξανά ένας λαϊκός αντιευρωπαϊσμός – την ίδια ώρα που καμιά αστική δύναμη δεν τολμά να αμφισβητήσει τον «ευρωπαϊκό προσανατολισμό» – και πρέπει να του δώσουμε προοπτική.

·Να αντιπροτείνει τη λογική των εργατικών και λαϊκών αναγκών στη λογική του κέρδους, της αγοράς, των ‘οικονομικών δεικτών’ και σε αυτή τη βάση να επεξεργαστεί και να προβάλλει προς τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα πλευρές ενός μάχιμού αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης που να κάνει απτή και συγκεκριμένη τη ρήξη με την κυρίαρχη πολιτική.

·Να ανοίξει το θέμα της πάλης και στις γειτονιές, με πολύμορφες αγωνιστικές δράσεις και παρεμβάσεις και συγκρότηση ενωτικών πρωτοβουλιών αγώνα, κύρια γύρω από σωματεία.

·Να απευθύνει ανοιχτή και δημόσια πρόταση προς τις άλλες δυνάμεις της Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, άλλες τάσεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς) για μια πλατιά συσπείρωση αγώνα και ανατροπής ενάντια στο πρόγραμμα σταθερότητας και την επίθεση του κεφαλαίου, που να έχει κεντρικό άξονα την πάλη για την ανατροπή στο πρόγραμμα σταθερότητας και την ανυπακοή σε ΟΝΕ και ΕΕ, να περιλαμβάνει ένα μάχιμο διεκδικητικό πλαίσιο, να καλεί σε συστράτευση μέσα στο μαζικό κίνημα σε ρήξη και με τον ακολουθητισμό προς τη γραφειοκρατία αλλά και εγκαταλείποντας αδιέξοδους δρόμους διάσπασης του αγωνιστικού μπλοκ, να βάζει το στόχο της κλιμάκωσης των κινητοποιήσεων, να προτείνει πολύμορφες κοινής δράσης και κεντρικά και στις γειτονιές. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να εκδώσει σχετικό δημόσιο κείμενο – πρότασης για τη κοινή δράση, το πεδίο, τις μορφές και το περιεχόμενο και να ασκήσει με αυτό τη μέγιστη πίεση προς την υπόλοιπη Αριστερά.

5. Σε κάθε περίπτωση προκύπτουν νέες δυνατότητες για την παρέμβαση μιας αριστεράς με σαφή αντικαπιταλιστικό προσανατολισμό. Σήμερα αντιμέτωπες με την όξυνση των αντιφάσεων στην καρδιά του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής οι αστικές τάξεις επιλέγουν μια φυγή προς τα εμπρός, επιδιώκοντας μεγάλες τομές στο βαθμό εκμετάλλευσης και πλήρη αποσάθρωση των όποιων κατακτήσεων είχαν μείνει. Αυτού του είδους οι ‘θεραπείες – σοκ’, που δοκιμάζονται ιδίως σε σχηματισμούς όπως η Ελλάδα, έχουν ως σχεδιασμό την βίαιη αναίρεση δικαιωμάτων και προσδοκιών και άρα τη συνολική τροποποίηση του συσχετισμού δύναμης, ενέχουν, όμως, και τον κίνδυνο μεγάλων ρηγμάτων στις σχέσεις εκπροσώπησης, ριζικής απονομιμοποίησης της κυρίαρχης πολιτικής, ριζοσπαστικοποίησης. Βάζουν πολύ ψηλά τον πήχη των διακυβευμάτων και τυχόν αποτυχία τέτοιων επιθετικών πολιτικών μπορεί να συμπαρασύρει συνολικότερες πλευρές της αστικής ηγεμονίας. Ακριβώς γι’ αυτό είναι περισσότερο επιτακτική παρά ποτέ η επεξεργασία, προβολή και μαζικοποίησης εκείνης της αριστερής στρατηγικής που θα ξαναπιάνει το νήμα από την αντίσταση στην ανατροπή. Δεν υπαινισσόμαστε ότι θα βρεθούμε σε προεπαναστατική κατάσταση, γιατί κάτι τέτοιο θα παρέβλεπε τη βαρύτητα των συσσωρευμένων ηττών και υποχωρήσεωνκαι του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς. Επιμένουμε, όμως, ότι ανοίγονται δρόμοι για μια άλλης κλίμακας αναφορά λαϊκών μαζών σε μια κομμουνιστική πολιτική κατεύθυνση. Επιπλέον, αυτού του είδους η προσπάθεια εκ νέου πολιτικοποίησης των κοινωνικών εκρήξεων είναι η βασική προϋπόθεση για ξεσπούν κοινωνικά κινήματα με στόχο, διάρκεια και αποτελεσματικότητα. Η κουβέντα για την ανασύνθεση μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής αριστεράς δεν είναι ‘εσωτερική’ συζήτηση ενός πολιτικοποιημένου δυναμικού· διαπλέκεται διαλεκτικά με τη διαμόρφωση του συνολικού ταξικού συσχετισμού δύναμης.

6. Όμως, για να μπορέσουν να ανατραπούν τα μέτρα και η επίθεση, όρος απαραίτητος για να συζητάμε για την ανασύνθεση της αριστεράς ως πραγματικού κινήματος ανατροπής, απαιτείται η μέγιστη δυνατή συγκέντρωση δυνάμεων μέσα στο κίνημα. Η κοινή δράση της Αριστεράς, η προσπάθεια για μια συσπείρωση αγώνα και ανατροπής, αφορά πρώτα και κύρια το πεδίο του μαζικού κινήματος, την προσπάθεια για κλιμάκωση των κινητοποιήσεων, το συντονισμό της συνδικαλιστικής αριστεράς, την προσπάθεια να υπάρξουν πολύμορφες κινητοποιήσεις και κεντρικά και τοπικά (απογευματινές διαδηλώσεις, ακτιβισμοί, αποκλεισμοί δρόμων, καταλήψεις δημόσιων κτιρίων, διαμόρφωση επιτροπών αγώνα ή συντονισμών σωματείων και συνδικαλιστών). Είναι μια κατεύθυνση που θα πρέπει να δουλευτεί και κεντρικά και τοπικά, παράλληλα με την πλήρη ενεργοποίηση του δυναμικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν είναι πρόταση κεντρικής πολιτικής συμπόρευσης, βασική μας κατεύθυνση παραμένει η πολιτική αυτοτέλεια της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που θεωρούμε ότι στις σημερινές συνθήκες όχι μόνο επιβάλλεται αλλά μπορεί και να συναντηθεί με ευρύτερες μαζικές διεργασίες.

Έχουμε τη δυνατότητα σήμερα να απευθυνθούμε κινηματικά και πολιτικά σε ένα ευρύτερο δυναμικό παρά ποτέ. Γι’ αυτό και δεν μας αναλογεί ούτε να ερωτοτροπούμε με λογικές ‘μικρού ΠΑΜΕ’ ή συντονισμού μόνο των «δικών μας» σωματείων ούτε με την άρνηση της κοινής δράσης στο όνομα της ‘απευθείας’ απόσπασης μαζών από το ΠΑΣΟΚ. Σήμερα η πρόταση για κοινή δράση όλης της Αριστεράς μέσα στο κίνημα, η πίεση και προς το ΣΥΡΙΖΑ και προς το ΚΚΕ, η συντονισμένη παρέμβαση της συνδικαλιστικής αριστεράς είναι αναγκαίες συνθήκες και για να υπάρξουν κινητοποιήσεις αποτελεσματικές και νικηφόρες και για να συναντηθούμε με ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια και για να οξύνουμε τις αντιφάσεις της ρεφορμιστικής αριστεράς και να αποσπάσουμε δυνάμεις.

7. Το επόμενο διάστημα, όμως, θα κληθούμε να δώσουμε μια μεγάλη μάχη και ενάντια στο σχέδιο Καλλικράτης, που αποτελεί για εμάς μια μεγάλη και σημαντική αντιδραστική τομή, μια κρίσιμη αναδιάρθρωση του κρατικού μηχανισμού. Το σχέδιο Καλλικράτης προωθεί την αναδιάρθρωση του κρατικού μηχανισμού σε αναλογία με τη συνολικότερη προσπάθεια της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Συνδέεται με τη λογική της ‘Ευρώπης των Περιφερειών’ και την διαμόρφωση τοπικών στρατηγείων προώθησης της πολιτικής του κεφαλαίου. Επιτείνει τις τάσεις ιδιωτικοποίησης και ανταποδοτικότητας. Θωρακίζει αυταρχικά απέναντι στα λαϊκά συμφέροντα. Αναδιατάσσει τις κοινωνικές συμμαχίες. Θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη εγκατάλειψη της υπαίθρου και σε ένταση των στοιχείων ανισόμετρης ανάπτυξης. Ασκεί πίεση και προς λαϊκά στρώματα αλλά και προς μικροαστικά και αστικά στρώματα για να δεχτούν συνθήκη μεγαλύτερης παραγωγικότητας. Προσπαθεί να περιορίσει τη δυνατότητα δράσης και παρέμβασης των τοπικών κινημάτων και διεκδικήσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι σαφές ότι το σχέδιο Καλλικράτης αποτελεί από μόνο του ένα κρίσιμο μέτωπο. Η μόνη θέση που μπορεί κανείς να πάρει είναι η συνολική εναντίωση. Αυτή είναι η μόνη συνεκτική αριστερή τοποθέτηση σε αντιδιαστολή με θέσεις που διατυπώνονται π.χ. από τη μεριά τμημάτων του ΣΥΝ υπέρ της περιφερειακής αυτοδιοίκησης. Σε αυτό το πλαίσιο είναι ανάγκη η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να βγάλει τοποθέτηση ενάντια στο σχέδιο Καλλικράτη, να κυκλοφορήσει σχετική αφίσα και προκήρυξη, να απευθυνθεί προς την υπόλοιπη Αριστερά προτείνοντας κοινή δράση, να απευθυνθεί και σε τοπικά κινήματα, προτείνοντας κινηματική απάντηση. Επιπλέον, η προσπάθεια θωράκισης και στεγανοποίησης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έναντι του λαϊκού παράγοντα καταδεικνύει τη σημασία που έχει μια γραμμή αυτόνομων τοπικών κινημάτων και κινήσεων κατοίκων απέναντι στις κυρίαρχες επιλογές.

8. Παράλληλα μεγάλη μάχη θα είναι και οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές. Η βασική κατεύθυνση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει να είναι:

·Ενίσχυση της δράσης, της πρωτοβουλίας, της παρέμβασης, του συντονισμού των μαζικών ριζοσπαστικών αυτοδιοικητικών σχημάτων που σήμερα παρεμβαίνουν. Αποτελούν κρίσιμη μαγιά για την τοπική παρέμβαση. Σεβασμός, παράλληλα, στην αυτοτέλειά τους.

·Συντονισμένη κίνηση του συνόλου του δυναμικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης μάχιμων αριστερών αυτοδιοικητικών σχημάτων σε όσο το δυνατό περισσότερους δήμους, με αφετηρία και κορμότα υπαρκτά σχήματα, όπου αυτά υπάρχουν. Άνοιγμα σε ένα ευρύτερο αγωνιστικό, αριστερό, ριζοσπαστικό δυναμικό.

·Παρέμβαση στους μεγάλους δήμους με την ξεχωριστή πολιτική βαρύτητα (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς) με διαμόρφωση αριστερών αντικαπιταλιστικών δημοτικών σχημάτων που να στηρίζονται και στις υπαρκτή γείωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις γειτονιές αλλά και απεύθυνση σε άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς για συνεργασία.

·Διαμόρφωση αντικαπιταλιστικών ψηφοδελτίων σε όλες τις περιφέρειες. Προσπάθεια ώστε αυτά να μην περιλαμβάνουν μόνο την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και άλλες τάσεις και αγωνιστές της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Σε κάθε περίπτωση είναι μια μεγάλη πολιτική μάχη σε μια κρίσιμη συγκυρία. Χρειαζόμαστε μια συνολική εμφάνιση του ρεύματος της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που να της δώσει μια άλλη αναγνωρισιμότητα πολιτική και την καταγράψει ως ένα υπαρκτό πολιτικό ρεύμα σε εθνική κλίμακα.

9. Τα βήματα που γίνονται ως προς το οργανωτικό πλαίσιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σημαντικά, καθώς κατοχυρώνουν την ιδιότητα του μέλους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εισάγουν τα αιρετά οργάνων, επιτρέπουν οριακά την έξοδο από τη λογικής ομοφωνίας. Σίγουρα αποτελούν προχώρημα, εάν συγκριθούν και με την κατάσταση σε άλλα μετωπικά σχήματα. Δείχνουν ότι στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ οι ανένταχτοι αγωνιστές και αγωνίστριες δεν αντιμετωπίζονται ως απλοί αφισοκολλητές. Χρειάζεται, όμως, να πάμε πιο τολμηρά, όχι μόνο στις διακηρύξεις αλλά και στην πράξη. Για εμάς η δημοκρατική λειτουργία δεν είναι ούτε θέμα συσχετισμών, ούτε διαδικαστικό ερώτημα. Αντίθετα, αφορά το πώς βλέπουμε την ανασύνθεση μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής αριστεράς. Για εμάς απαιτούνται νέες συνθέσεις απέναντι στις προκλήσεις της εποχής, άνοιγμα της συζήτησης για την επαναστατική στρατηγική και υπέρβαση των σημερινών οργανωτικών μορφών και του κατακερματισμού που αντανακλά μια προηγούμενη περίοδο κρίσης και αποδιοργάνωσης της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Εμείς θέλουμε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μετεξελιχθεί σε έναν ιστορικά πρωτότυπο σύγχρονο πολυτασικό αντικαπιταλιστικό πολιτικό σχηματισμό, στον πολιτικό φορέα μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής, αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης και πρότασης για την Αριστερά που θα συσπειρώνει τα συστατικά στοιχεία του «κόμματος σε διάχυτη μορφή» και θα επιτρέπει το πέρασμα σε ανώτερες μορφές πολιτικής συγκρότησης. Από την άλλη πλευρά στο εσωτερικό αυτής της διαδικασίας να τεθεί το ζήτημα της ηγεμονίας μιας σύγχρονης κομμουνιστικής προοπτικής, μέσα από την υπέρβαση των σημερινών μορφών και οργανωτικών διαχωρισμών όσων ρευμάτων επιμένουν στην επαναστατική ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος.

10. Σε αυτό το πλαίσιο και στη βάση του οργανωτικού πλαισίου που προτείνεται εμείς θεωρούμε σημαντικό:

·Να ενεργοποιηθεί το ταχύτερο δυνατό η διαδικασία εγγραφής μελών στις τοπικές επιτροπές και η εκλογή των συντονιστικών.

·Να κατοχυρωθεί ότι στις τοπικές επιτροπές γίνεται πολιτική συζήτηση, ανοιχτή και συντροφική. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να βλέπουμε τις τοπικές μόνο ως πεδίο όπου συνεννοούμαστε τα πρακτικά ζητήματα.

·Να προγραμματιστούν από τώρα οι κοινές συνεδριάσεις του συντονιστικού με τους εκπροσώπους από τις τοπικές επιτροπές.

·Να προγραμματιστεί έγκαιρα η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη με εκλεγμένους αντιπροσώπους από τις τοπικές και εκεί να εκλεγεί δημοκρατικά πανελλαδικό συντονιστικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

·Να μπει μπροστά η έκδοση εντύπου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η πρόταση για εσωτερικό δελτίο είναι θετική, αλλά δεν αρκεί. Γνώμη μας είναι ότι στο πιο προχωρημένο μετωπικό δημοκρατικό εγχείρημα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς αναλογεί και ένα μαζικό έντυπο που να συγκεφαλαιώνει την πολιτική γραμμή και τη μαζική απεύθυνση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.