Στις 16/5 ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες των εργασιών του συνεδρίου του Εργατικού Κέντρου Αθήνας. Ενός συνεδρίου στο οποίο για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια η παρουσία των εργασιακών σχημάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς ήταν αναβαθμισμένη ποσοτικά και ποιοτικά με αποτέλεσμα όχι μόνο να διεκδικεί με αξιώσεις εκπροσώπηση στη διοίκηση του τρίτου σε μέγεθος συνδικαλιστικού φορέα της χώρας, αλλά και να κατορθώσει παρά το μικρό της μέγεθος να θέσει μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα στο σώμα όπως των συμβασιούχων, της λιτότητας, της συνδικαλιστικής ανασύνταξης του κινήματος σε ταξική αγωνιστική κατεύθυνση με τέτοιο τρόπο ώστε μεγάλο μέρος της τελικής τοποθέτησης του απερχόμενου προέδρου (ΠΑΣΚΕ) να είναι μια απέλπιδα προσπάθεια απολογίας και απάντησης σε ένα πολιτικοσυνδικαλιστικό χώρο που δεν εκπροσωπείτο καν στη απερχόμενη διοίκηση.

Ωστόσο, παρά την θετική αυτή παρουσία, ο χώρος αυτός δεν κατόρθωσε να καταλήξει σε ένα σχήμα καθόδου στις εκλογές για τη νέα διοίκηση. Αφορμή για αυτό το ναυάγιο υπήρξε η εμμονή μερίδας συνέδρων που εκβιαστικά και ετσιθελικά επέμεναν να συμπεριληφθεί στο πλαίσιο και στο ψηφοδέλτιο του χώρου συγκεκριμένος σύνεδρος (Κ. Ευσταθίου) ο οποίος στο χώρο των τραπεζοϋπαλλήλων συνεργάζεται με φιλοεργοδοτικές και κυβερνητικές δυνάμεις,υιοθετώντας συγχρόνως πρακτικές άκρατου παραγοντισμού.

Το θέμα δεν θα ετίθετο με την ίδια ένταση, αν αναφερόμασταν σε συμμαχίες σε επιμέρους εργασιακούς χώρους, (π.χ είτε συνεργασία σε επίπεδο σωματείου είτε κοινή δράση σε επιμέρους θέματα, με άλλες πολιτικές δύναμεις). Η συμμαχία όμωςμε τμήματα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας στην ΟΤΟΕ, η οποία ανέλαβε εργολαβικά τα τελευταία χρόνια να περάσουν χωρίς τριβές στο τραπεζικό χώρο, οι πιο αντιδραστικές τομές του Σημιτικού νεοφιλελευθερισμού είναι καταδικαστέα. Δεν μπορεί να γίνεται αποδεκτή η συγκρότηση κοινού ψηφοδελτίου στην ΟΤΟΕ με εκπροσώπους της ΠΑΣΚΕ, οι οποίοι έχουν χάσει από καιρό τα όποια αγωνιστικά χαρακτηριστικά τους και η κύρια ενασχόληση τους είναι οι καρέκλες και τα «συνδικαλιστικά προνόμια» (απαλλαγές από την εργασία, προαγωγές, μισθοί σε επιτροπές, κλπ).

Χωρίς να ακυρώνουμε το αγωνιστικό παρελθόν του οποιοδήποτε, τέτοιες επιλογές ή «νταραβέρια» δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Δεν μπορεί να χρησιμοποιείται σαν άλλοθι το επιχείρημα του «μη αποκλεισμού», ώστε να μην υπάρχει ένα όριο δέσμευσης σε πολιτικό και συνδικαλιστικό επίπεδο. Αντίθετα το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο όταν οι συνεργαζόμενοι επικαλούνται ότι ανήκουν στην ριζοσπαστική Αριστερά, η οποία ασκεί αυστηρή κριτική στην υπόλοιπη Αριστερά. για ανάλογες πρακτικές υποχώρησης και συμβιβασμών.

Η εμμονή, ενός μικρού αριθμού συνέδρων φίλα προσκείμενων στο ΝΑΡ στην αποδοχή του συγκεκριμένου συνέδρου έγινε με εξοργιστικά εκβιαστικό τρόπο, συνοδευόμενη από την απόρριψη κάθε συμβιβαστικής πρότασης άρσης του αδιεξόδου (όπως να μην συμμετάσχουν οι σύνεδροι από τις τράπεζες που είχαν αιτιάσεις για τον συγκεκριμένο σύνεδρο). Οταν φθάνουν πολλαπλάσιοι σύνεδροι να αποσύρονται προκειμένου να αρθεί το αδιέξοδο, η άρνηση του Κ. Ευσταθίου (και των υποστηρικτών του) να αποσυρθεί και η δική του υποψηφιότητα του, δείχνει πόσο λαμβάνεται υπόψη η επιτυχία ενός κοινού εγχειρήματος. Αποδεικνύεται για μια ακόμη φορά ότι για ορισμένους ο παραγοντισμός και οι μικροηγεμονισμοί, είναι η κινητήρια δύναμη.

Εμείς αναγκαστήκαμε να επιλέξουμε τη στάση της αποχής από τις διαδικασίες αυτές καθώς δεν μπορούσαμε σε καμία περίπτωση να αποδεχθούμε τη νομιμοποίηση της διαπερατότητας του χώρου με πρακτικές εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.

Ακόμα, προειδοποιούμε όλους όσους μένουν δήθεν απαθείς και αμέτοχοι σε αυτό το συνδικαλιστικό πραξικόπημα ότι καλώς ή κακώς η στάση του καθενός κρίνεται εκ του αποτελέσματος.

Τέλος, λέμε ξεκάθαρα ότι για μας δεν τίθεται θέμα ούτε ανταγωνιστικής καταγραφής ούτε ακύρωσης της βασικής ενωτικής στρατηγικής που με συνέπεια ακολουθούμε στα πρωτοβάθμια σωματεία, στα ίδια τα σχήματα των εργασιακών χώρων, στη διαδικασία δικτύωσης και συντονισμού των παρεμβάσεων – κινήσεων – συσπειρώσεων του χώρου. Τουναντίον, το αίτημα μιας ενωτικής παρουσίας της ριζοσπαστικής αριστεράς στους εργασιακούς χώρους παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο και δυνατό.

Μ.ΚΑΥΚΑΛΑΣ, ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Γ.ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ, ALPHA BANK

ΣΤ. ΓΚΟΤΣΗΣ, ΣΥΜΒ. ΥΠΟΥΡΓ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Γ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ, ΣΥΜΒ. ΥΠΟΥΡΓ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΑΜ. ΤΣΙΤΟΥΡΗ, ΣΥΜΒ. ΥΠΟΥΡΓ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Ε. ΚΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΟΚΑΝΑ