ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΚΙΝΗΣΗ – ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ

Απόφαση της συνεδρίασης του Κεντρικού Συντονιστικού

05/10/2003

1. Βασικός πολιτικός σχεδιασμός

Αν θέλουμε πραγματικά να συνεισφέρουμε πραγματικά σε μια διαδικασία ανασύνθεσης της ριζοσπαστικής αριστεράς, και αν αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό δεν είναι μια διαδικασία εκτός τόπου και χρόνου, θα πρέπει να ξεφύγουμε από μια διάχυτη αίσθηση ότι η πολιτική μας συλλογικότητα δεν έχει πρόταση ή θέση, επειδή δεν καταλήξαμε στη πρώτη συνδιάσκεψη πάνω στο ερώτημα των εκλογών. Αυτό δεν είναι μόνο μια μηχανιστική αντίληψη της διαδικασίας της ανασύνθεσης (έμμεσα την ταυτίζει με τις εκλογές) είναι ταυτόχρονα και μια υποτίμηση της δικιάς παρέμβασης αλλά και του πλούτου των συζητήσεών μας.

Με αυτό εννοούμε ότι σε μεγάλο βαθμό ο τρόπος με τον οποίο κινηθήκαμε το προηγούμενο διάστημα, με τη δημοσιοποίηση της άποψής μας, με τις περσινές εκδηλώσεις, με την προβολή της λογικής της αναγκαίας μεθοδολογίας για τον πόλο, έχουμε και εμείς συμβάλει στην διαμόρφωση των τωρινών όρων συζήτησης του ζητήματος του πόλου της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ας μην ξεχνάμε ότι σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία της Πρωτοβουλίας, ο τρόπος που μπόρεσε να είναι ένα πραγματικά μαζικό εγχείρημα (σε αντίθεση με εγχειρήματα τύπου ΜΕΡΑ που παρέμειναν μέτωπα κορυφής) αντιστοιχεί σε όψεις της δικής μας γραμμής.

Με αυτή την έννοια βασικό στοιχείο του σχεδιασμού μας θα πρέπει να είναι η μεθόδευση της συζήτησης πάνω στη λογική της πρότασής μας. Ακριβώς σε μια χρονιά προεκλογική είναι που πρέπει εμείς να προβάλλουμε την άρνηση του ευκαιριακού και του βιαστικού και την ανάγκη πρωτοβουλιών που να μπορούν να βλέπουν σε βάθος κόσμου.

Άλλωστε οφείλουμε να αντιληφθούμε δύο πράγματα:

α. Εάν δεν ανοίξουμε εμείς τη συζήτηση, τότε τη συζήτηση θα την ανοίξουν άλλοι χώροι, οι οποίοι προφανώς και θα αναπαράγουν τη δική τους λογική ενώ παράλληλα προφανώς και θα έχουν και έντονα προεκλογικά στοιχεία

β. Ότι υπάρχει ένα ευρύτερο πολιτικό δυναμικό το οποίο είναι σχετικά δύσπιστο απέναντι σε άλλες προτάσεις, που τις χαρακτηρίζει η ευκολία και αντίθετα επιδιώκει να ακούσει μια λογική για την ανασύνθεση που να δίνει πραγματικά μια αίσθηση προοπτικής

Βέβαια θα ήταν λάθος να πούμε ότι όλα εξαρτώνται από το εάν και κατά πόσο θα υπάρξει μια «εκφορά» της πρότασής μας. Άλλωστε πολλές φορές έχουμε ασκήσει κριτική σε τέτοιες απόψεις και πρακτικές. Και αυτό σημαίνει ότι εκτός των άλλων κάθε αποτίμηση της πραγματικής προόδου σε ό,τι αφορά το θέμα αυτό σημαίνει να εξετάσουμε και το κατά πόσο και η δική μας συλλογικότητα προώθησε κρίσιμα ζητήματα και προϋποθέσεις της συζήτησης για τον πόλο, όπως είναι το θέμα της πανελλαδικής συσπείρωσης σχημάτων ή της επανίδρυσης των ΕΑΑΚ.

Σε αυτά τα πλαίσια θα πρέπει κατ’ αρχήν να δούμε ποιο είναι το τοπίο που διαμορφώνεται στη ριζοσπαστική αριστερά αυτή τη στιγμή και να σταθούμε έστω και αποσπασματικά σε κάποιες ‘στιγμές’:

Στην πιθανότητα εκλογικής καθόδου μέρος των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς που ανήκαν στο Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ σε ένα εκλογικό σχήμα του Συνασπισμού. Τον τρόπο με τον οποίο τάσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς διαμορφώνουν πολιτικές προτάσεις με βασικό επίδικο αντικείμενο και στοιχείο πολιτικής αισθητικής την αναφορά στην ενότητα όλης της αριστεράς (ΚΟΕ).

Στην αποχώρηση του ΜΛ-ΚΚΕ από την Πρωτοβουλία, κίνηση που ολοκλήρωσε μεν μια στάση που είχε διαφανεί από την άνοιξη, όμως βοηθήθηκε σημαντικά και από πρακτικές εξώθησης όπως το δημοσίευμα του ΠΡΙΝ για τον Θ.Τσ. Αυτό το γεγονός αντικειμενικά μειώνει το εύρος των δυνάμεων της Πρωτοβουλίας και κυρίως την προς τα έξω (αλλά και μέσα) εικόνα ότι μπορεί να υπάρξει πραγματική συνύπαρξη και σύνθεση απόψεων.

Στον τρόπο με τον οποίο το ΝΑΡ επιλέγει να κινηθεί σε χώρους όπως οι μηχανικοί, με μια κίνηση που συνδυάζει το σεχταρισμό, την υποτίμηση των μαζικών σχημάτων, την λιποταξία απέναντι στη δυνατότητα να διεκδικηθεί μια αριστερή στροφή στη ΣΑΜ, τη λογική ότι σε κάθε επίπεδο, σε κάθε σχήμα θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη ομοθυμία, κίνηση που αντικειμενικά αποστεώνει τα σχήματα των κοινωνικών χώρων. Τον τρόπο με τον οποίο θεωρεί ότι έχει ‘δεδομένο’ στην κίνησή του το σύνολο των τάσεων της Πρωτοβουλίας (χαρακτηριστική η στάση απέναντι μας με τη διαστρέβλωση των όσων ειπώθηκαν στην εκδήλωσή του για τους μηχανικούς). Την όξυνση ταυτόχρονα της εσωτερικής του συζήτησης και το ξεδίπλωμα όλων των τάσεων.

Στην διατήρηση όλων των προβλημάτων πολιτικοποίησης που είχαμε διαπιστώσει και στο εσωτερικό της Πρωτοβουλίας: ‘οραματική’ εμμονή σε στόχους συνειδητά μειοψηφικής απεύθυνσης, αντίληψη της αριστερής πολιτικής ως διαρκούς αντιπαράθεσης με «κόκκινες ζώνες», λογικές αυτονομίας.

Στην προσπάθεια από κομμάτια της ριζοσπαστικής αριστεράς να προβληθεί μια αντίληψη ότι σήμερα το όριο της διάκρισης ανάμεσα σε ‘καθεστωτική’ και ‘μη καθεστωτική’ αριστερά είναι η στάση απέναντι στην 17Ν: προσοχή δεν μιλάμε για τη στάση απέναντι στις αυταρχικές ρυθμίσεις ή τις δικαστικές εκτροπές, αλλά τη στάση απέναντι στην ίδια την οργάνωση. Η προσπάθεια αυτή συμπυκνώνει κατεξοχήν μειοψηφικές λογικές υποτίμησης του μαζικού χώρους, ελιτίστικης θεώρησης της πολιτικής, υποτίμησης της ίδιας της μαζικής δράσης και της ιστορίας της μεταπολιτευτικής επαναστατικής αριστεράς.

Σε αυτό το τοπίο, όπως έχουμε πει πολλές φορές, αντικειμενικά διακυβεύεται η ίδια η έννοια ενός διακριτού μαζικού, μάχιμου πολιτικού χώρου της ριζοσπαστικής – επαναστατικής αριστεράς. Αυτό εκ των πραγμάτων ορίζει την πρόκληση της ανασύνθεσης. Μόνο που θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι όλη η προβληματική μας για την ανασύνθεση προέρχεται απλώς από την ανάγκη να απαντηθούν τα προβλήματα της ριζοσπαστικής αριστεράς. Προέρχεται ταυτόχρονα, με τρόπο θετικό αυτή τη φορά, από όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία έχουμε εντοπίσει στη συγκυρία (μεγάλες κινητοποιήσεις, διεκδικητισμός, ιδεολογικά ρήγματα) τα οποία δίνουν νέες δυνατότητες για την απήχηση μιας αριστερής ριζοσπαστικής πολιτικοποίησης.

Αυτή την αναγκαιότητα εκφράζει η συνολική μας πρόταση για τη δυνατότητα διαμόρφωσης ενός αριστερού ριζοσπαστικού πολιτικού χώρου και στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο, ξεκινώντας από το πρώτο βήμα μιας μετωπικής ενότητας των δυνάμεων της ριζοσπαστικής - επαναστατικής αριστεράς. Μια τέτοια πολιτική συγκρότηση θα επιτρέψει την παρέμβαση στα όποια στοιχεία αριστερής πολιτικοποίησης έρχονται στο προσκήνιο, θα αντιστρέψει αποδιαρθρωτικές τάσεις στη ριζοσπαστική αριστερά, θα απαντήσει έμπρακτα στην κίνηση πλαγιοκόπησης από σχήματα όπως το Φόρουμ.

Ταυτόχρονα οφείλουμε, σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, να δούμε εκείνα τα στοιχεία πολιτικής μεθοδολογίας και βηματισμού που θα κάνουν ένα τέτοιο εγχείρημα να είναι διαφορετικό από προηγούμενες απόπειρες που ήταν ευκαιριακές και χωρίς κοινωνικό και πολιτικό βάθος.

Εδώ ακριβώς είναι που μπαίνει ο προβληματισμός για τις κοινωνικές και πολιτικές συσσωρεύσεις. Θα ήταν λάθος να τον δούμε ως υπεκφυγή, ή ως αποφυγή τοποθέτησης απέναντι στο πραγματικό ερώτημα. Αντίθετα, θα πρέπει να τον δούμε ως οργανικό στοιχείο μιας πολιτικής στρατηγικής, μιας συνολικής κίνησης που προσπαθεί όχι απλά να ‘συγκολλήσει’ μερικές τάσεις, αλλά να διαμορφώσει ένα πολιτικό ρεύμα που να στηρίζεται σε ένα πλέγμα κοινωνικών γειώσεων, πολιτικών παρεμβάσεων, οργανωτικών μορφών και διαδικασιών.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι σήμερα η πολιτική μας πρόταση εξαντλείται στην απαίτηση των κοινωνικών και πολιτικών συσσωρεύσεων που έχουμε περιγράψει στην απόφαση της συνδιάσκεψης (σχήματα εργαζομένων, ΕΑΑΚ, Πρωτοβουλία) ως όρων. Αντίθετα και τότε και τώρα οφείλουμε να ανοίξουμε και την άλλη συζήτηση, τη συζήτηση για το μέτωπο, να την ανοίξουμε εμείς και με τους δικούς μας όρους.

Άλλωστε η πρότασή μας από την αρχή επέμεινε στην ανάγκη η όποια συζήτηση να μην εγκλωβιστεί στις εκλογές, αλλά να έχει βάθος χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και με ανοιχτό (αυτό οφείλουμε να το παραδεχτούμε) το ερώτημα για τη συγκεκριμένη εκλογική μας στάση μπορούμε να ανοίξουμε τη συζήτηση για τον πόλο και την ανασύνθεση της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Το άνοιγμα της δικής μας πρότασης σημαίνει να ξεκινήσουμε μια συνολική και συντονισμένη κίνηση η οποία να περιλαμβάνει παράλληλα δύο κινήσεις. Την προσπάθειά μας για τις κοινωνικές συσσωρεύσεις μαζί με το άνοιγμα της κεντρικής συζήτησης. Σε αυτά τα πλαίσια μπορούμε να δούμε τα εξής:

α) Σε σχέση με την κεντρική μας πολιτική πρόταση μπορούμε να προχωρήσουμε στις ακόλουθες κινήσεις

Να προχωρήσουμε στην δημοσιοποίηση της πολιτικής κατεύθυνσης της συνδιάσκεψης με τη μορφή κειμένου πολιτικής πρότασης. Σε αυτά τα πλαίσια κατατίθεται και το προσχέδιο το οποίο περιλαμβάνει τα βασικά σημεία της πολιτικής απόφασης μαζί με την προσθήκη στοιχείων πολιτικής γραμμής και στοιχείων αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Στόχος είναι να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε η πολιτική μας πρόταση να αποτελέσει ένα πραγματικό πολιτικό γεγονός.

Ένα τέτοιο κείμενο θα πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να φτάσει και να συζητηθεί με το μεγαλύτερο δυνατό εύρος δυνάμεων τόσο οργανωμένων (κύκλος επαφών (το σύνολο των τάσεων της ριζοσπαστικής αριστεράς) όσο και με ανεξάρτητους αγωνιστές. Αυτό σημαίνει οργάνωση συναντήσεων, προγραμματισμός επαφών, χαρτογράφηση όλου του δυναμικού στο οποίο θέλουμε να φτάσουμε

Με βάση αυτό το κείμενο προτείνουμε σε όποιον άλλον θέλει να προχωρήσουμε στη συνδιοργάνωση μιας ανοιχτής συζήτησης πάνω σε αυτό το θέμα, ακριβώς ώστε να μπορέσουν να ξεδιπλωθούν όλες οι απόψεις και οι αντιπαραθέσεις και να καταγραφούν διαθέσεις και διαθεσιμότητες πάνω στο θέμα του πόλου. Τέτοιες συζητήσεις μπορούν να οργανωθούν και κεντρικά και τοπικά (και φυσικά με μια αναγκαία ευελιξία ως προς τη διοργάνωση π.χ. μέσω εντύπων)

Στόχος είναι ακριβώς να οριοθετηθεί η δική μας λογική για μια πρωτοβουλία μακράς πνοής από λογικές στενά προεκλογικών εγχειρημάτων, αλλά και να διαμορφώσουμε και έναν ορισμένο συσχετισμό υπέρ της δικής μας λογικής. Σε αυτά τα πλαίσια μπορούμε να έχουμε ως ανοιχτό ενδεχόμενο το ζήτημα αυτού που ορίζαμε ως ‘ανοιχτή πρωτοβουλία διαλόγου’.

β) Σε σχέση με τις αναγκαίες πολιτικές και κοινωνικές συσσωρεύσεις θα πρέπει να δούμε τα εξής κρίσιμα στοιχεία:

Να ξεμπλοκάρουμε την υπόθεση της πανελλαδικής συσπείρωσης των σχημάτων εργαζομένων από το στάδιο της γενικής επίκλησης και συμφωνίας. Αυτό μπορεί να γίνει με το να υπάρξει άμεσα πρόταση κάλεσμα που να στηρίζεται από το σύνολο των σχημάτων ή των χώρων όπου μπορούμε να παρέμβουμε (ΑΡΣΙ, Σχήμα Μισθωτών Μηχανικών, το ‘εργατικό’ της Πρωτοβουλίας στη Θεσσαλονίκη, την εκπαιδευτική Παρέμβαση στην Αχαΐα, τα ‘μικρά’ σχήματα του ιδιωτικού τομέα στην Αθήνα) παράλληλα με την πίεση προς τα μεγάλα σχήματα – ‘πυλώνες’ (Παρεμβάσεις πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας, ΟΤΑ). Ειδική προσπάθεια πρέπει να γίνει ώστε να μπει στη συζήτηση αρχής εξ αρχής και το ΜΛ –ΚΚΕ (που είχε τοποθετηθεί άλλωστε θετικά). Το κλειδί είναι να μπορέσει να κληθεί η πρώτη πανελλαδική συνάντηση και εκεί να υπάρχει μια καλή προεργασία: πρώτον, ως προς τις παρεμβάσεις που θα γίνουν στη συζήτηση (χρειάζεται μια ποιότητα ανάλογη με την εργατική ημερίδα της Πρωτοβουλίας), όσο και σε σχέση και με την καλύτερη δυνατή προεργασία πάνω σε ένα κείμενο ιδρυτικής διακήρυξης ή καλέσματος.

Να μπορέσουμε να πάμε σε βήματα επανίδρυσης των ΕΑΑΚ: αποσαφήνιση πολιτικής γραμμής και συγκρότηση πολιτικού σχεδίου για μια νέα κινηματική ανάταση στο Πανεπιστήμιο, διαμόρφωση σύγχρονου μαζικού στυλ δουλειάς, διεύρυνση με άλλα σχήματα, ανάκτηση ηγεμονίας στη φοιτητική αριστερά.

Να μπορέσουμε να συμβάλουμε ώστε η Πρωτοβουλία να παραμείνει όντως ένα πρωτότυπο πείραμα πολιτικής σύνθεσης και κινηματικής δράσης. Αυτό σήμερα περνά μέσα από μια σειρά κρίσιμες προκλήσεις:

Να δώσουμε τη μάχη της διεύρυνσης με άλλα σχήματα ή συντρόφους με βασικό όχημα το κείμενο – κάλεσμα της Πρωτοβουλίας προς τα σχήματα και τις συσπειρώσεις. Να επιμείνουμε σε κρίσιμες μάχες όπως είναι αυτή της παραμονής των παρεμβάσεων της δευτεροβάθμιας στην Πρωτοβουλία.

Να διατηρηθεί το μάχιμο αντιιμπεριαλιστικό πλαίσιο με το οποίο η Πρωτοβουλία παρεμβαίνει μέχρι τώρα στο αντιπολεμικό κίνημα και να μη διολισθήσουμε σε σχήματα υπερκαπιταλισμού, υπεριμπεριαλισμού και γραμμικού αντιεθνικισμού.

Να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο δράσης για τη σημαντική πρόκληση που είναι το Πολυτεχνείο με κεντρικά στοιχεία: Ένα καλά προετοιμασμένο κύκλο εκδηλώσεων με αντικείμενο τα μεγάλα ερωτήματα για τη ριζοσπαστική αριστερά (το ερώτημα της ανασύνθεσης, το περιεχόμενο της παρέμβασης σε κρίσιμα μέτωπα), παράλληλα με την διεκδίκηση της ειδικής σχέσης ανάμεσα σε Πολυτεχνείο και ριζοσπαστική αριστεράς (σε αντίθεση με τις ‘αμαρτίες’ της επίσης αριστεράς). 30 χρόνια από το Πολυτεχνείο – 30 χρόνια πάλης για μιαν άλλη αριστερά – Η ιστορία δεν τελείωσε! αυτό θα μπορούσε να είναι το σύνθημα Μια μαζική ενωτική παρουσία της Πρωτοβουλίας μέσα στον εορτασμό. Την προετοιμασία ενός ιδιαίτερα μαζικού ενωτικού μπλοκ στην πορεία. Να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε το ‘με την Πρωτοβουλία στο Πολυτεχνείο’ να αποτελέσει σημείο αναφοράς ενός ευρύτερου δυναμικού .

Να συμβάλουμε ώστε να υπάρξει μια μάχιμη γραμμή στην παρέμβαση στην Ολυμπιάδα, σημείο στο οποίο πρέπει να κάνουμε την αυτοκριτική μας ότι δεν το έχουμε ανοίξει στην κλίμακα που πρέπει, ούτε το έχουμε συζητήσει όπως του αναλογεί. Εδώ οι κρίσιμες οριοθετήσεις είναι οι εξής: Να αποφύγουμε μια λογική που βλέπει μόνο ‘κόκκινες ζώνες’ και ποντάρει μόνο σε μια τελική σύγκρουση τις ημέρες των αγώνων. Να βρούμε τρόπους παρέμβασης σε όλη τη διάρκεια εκτιμώντας ότι εκεί μπορεί να έχει καλύτερα αποτελέσματα. Να μπορέσει η όποια πρωτοβουλία ενάντια στην ολυμπιάδα να έχει πλατύτερα χαρακτηριστικά από αυτά της Πρωτοβουλίας. Να υπάρξει αποσύνδεση διαφόρων σκέψεων (όπως το διεθνές κάμπινγκ) από το θέμα της Ολυμπιάδας και να εξεταστεί διακριτά εάν κάτι τέτοιο είναι εφικτό, αναγκαίο κλπ.

Να διατηρήσουμε και να διευρύνουμε το τοπικό δίκτυο της Πρωτοβουλίας να δώσουμε τη μάχη ώστε να υπάρχει ένα κρίσιμο ανεξάρτητο δυναμικό το οποίο στηρίζει την Πρωτοβουλία.

Να κάνουμε ό,τι μπορούμε ώστε η Πανελλαδική Συνέλευση της Πρωτοβουλίας (12/10) να είναι μαζική, αντιπροσωπευτική, και με ουσιαστικό άνοιγμα της συζήτησης

Ειδικά για το θέμα της καταστολής και της υπεράσπισης των δημοκρατικών ελευθεριών θεωρούμε αναγκαίο να πάρει η Πρωτοβουλία Αγώνα τις αναγκαίες πρωτοβουλίες: ανοιχτή συζήτηση, δημόσιες τοποθετήσεις και παρεμβάσεις για το θέμα της καταστολής τόσο συνολικά όσο και πιο ειδικά σε σχέση με τον τρόπο που το θέμα αναδείχτηκε σε σχέση με τη δίκη της 17Ν. Σε σχέση με την πορεία στις 16/10 θεωρούμε ότι το πλαίσιο δεν καλύπτει αναγκαίες πολιτικές οριοθετήσεις και γι’ αυτό δεν θα συμμετέχουμε. Θεωρούμε όμως και λάθος ότι υπήρξε δημόσια τοποθέτηση του υπευθύνου του ΚΣγια το θέμα χωρίς προηγούμενη συζήτηση του γραφείου γεγονός που φανέρωσε υπολειτουργία του γραφείου.

Σε αυτά τα πλαίσια μπορούμε να αποτιμήσουμε και την πρόταση που μας έγινε από το ΝΑΡ για την συνυπογραφή (σε επίπεδο προσώπων) ενός κειμένου καλέσματος για μια ανοιχτή Πρωτοβουλία για τον πόλο. Θα ήταν λάθος να δούμε σε αυτό το κείμενο μόνο την αναπαραγωγή των αντιφάσεων του ΝΑΡ: τη γραμμική λογική ότι το μόνο που περιμένει ο όποιος αναδυόμενος ριζοσπαστισμός είναι ένας πολιτικός λόγος, την απουσία συγκεκριμένης μεθοδολογίας για την ανασύνθεση και τις αναγκαίες πολιτικές και κοινωνικές συσσωρεύσεις, την απουσία αυτοκριτικής για προηγούμενα εγχειρήματα. Θα πρέπει ταυτόχρονα να δούμε :το προσεκτικό ύφος και την απουσία ορισμένων πλευρών του πολιτικού υποκειμενισμού του ΝΑΡ, την αποφυγή ρητά προεκλογικών αναφορών, την εμμονή σε μια ανοιχτή διαδικασία, την αποδοχή της Πρωτοβουλίας ως κρίσιμης αναφοράς, την απουσία αναφοράς το ΜΕΡΑ.

Προφανώς και στο ορίζοντά της δεν παύει να είναι μια προεκλογική πρόταση, άλλωστε είναι οργανικό στοιχείο της γραμμής του ΝΑΡ η λογική ότι εκλογές είναι πεδίο συγκρότησης πολιτικών προτάσεων. Ταυτόχρονα όμως δείχνει ότι η πολιτική μας παρέμβαση, ο τρόπος με τον οποίο επίμονα από πέρσι προχωρήσαμε σε μια διατύπωση πολιτικών προτάσεων, η ανάδειξη στοιχείων αναγκαίας πολιτικής λογικής και μεθοδολογίας, έχουν οδηγήσει σε μετατοπίσεις, έχουν διαμορφώσει ένα ορισμένο πεδίο συζήτησης. Αυτό δείχνει ότι μπορούμε να έχουμε πολιτικά αποτελέσματα.

Προφανώς και δεν μπορούμε να μπούμε τώρα σε μια λογική συνυπογραφής τέτοιων κειμένων, ακριβώς γιατί αυτό ουσιαστικά θα εκληφθεί ως προεξαγγελία και εκλογικών ή άλλων συμπράξεων και έτσι αυτό θα δέσμευε την πολιτική μας κίνηση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα πάμε σε μια αμυντική απάντηση, οχύρωση ή άρνηση. Η καλύτερη τοποθέτησή μας (όχι μόνο απέναντι στο ΝΑΡ, συνολικά απέναντι στη ριζοσπαστική αριστερά) είναι ακριβώς η προβολή της δικιάς μας λογικής, η προβολή της δικής μας πρότασης, η πρό(σ)κληση προς τους άλλους να τοποθετηθούν επί της δικιάς μας αντίληψης. Σε αυτά τα πλαίσια οφείλουμε, εκτός των άλλων, να προτείνουμε επιθετικά πρακτικές ανοίγματος της συζήτησης από κοινού (π.χ. να διοργανωθεί μια ανοιχτή συζήτηση για το ζήτημα του ‘πόλου’, με ‘φορέα’ διοργάνωσης έντυπα της ριζοσπαστικής αριστεράς όχι μόνο όσων μπαίνουν στη συζήτηση, αλλά και όσων διαφωνούν).

Σε κάθε περίπτωση οφείλουμε όλοι να καταλάβουμε ότι η νέα συλλογικότητα έχει πολύ μεγαλύτερο πλούτο απόψεων και αποτελεσματικότητα παρεμβάσεων από αυτό που νομίζουμε, ότι έχει τη δυνατότητα να διαμορφώνει αυτή τα πεδία της συζήτησης, ότι το εύρος των δυνάμεων και των πρακτικών της αντικειμενικά σημαίνει ότι ‘πιέζεται’ λιγότερο από πολιτικές προτάσεις άλλων, ότι αυτό που πρέπει να καθοδηγεί τη σκέψη και τη δράση μας δεν πρέπει να είναι η‘απάντηση’ σε κινήσεις άλλων, αλλά με ποιες πρωτοβουλίες θα μπορέσουμε πραγματικά να συμβάλουμε στην υπόθεση της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Οργανωτικές αποφάσεις

1. Η ομάδα του περιοδικού ανέλαβε ύστερα και από τη συζήτηση που έγινε στο ΚΣ να διατυπώσει την τελική μορφή της εισήγησης για το νέο έντυπο καθώς και οργανώσει την έκδοση, σε συνεργασία με το γραφείο, του τελευταίου τεύχους των Κακώς Κειμένων

2. Η επιτροπή θέσεων δεσμεύτηκε να φέρει μέχρι τέλους Οκτώβρη το προσχέδιο θέσεων

3. Συγκροτήθηκε η ομάδα που θα έχει την ευθύνη της παρακολούθησης της Πρωτοβουλίας και εγκρίθηκε ο κατ’ αρχήν σχεδιασμός τους.

4. Εγκρίθηκε η συγκρότηση ενιαίου πυρήνα Η/Υ – Ηλεκτρολόγων – ΤΕΙ στην Πάτρα

5. Αποφασίστηκε άμεση συνεδρίαση του συντονιστικού του τομέα εργαζομένων καθώς και προετοιμασία ολομέλειας των εργαζόμενων μέσα στις επόμενες εβδομάδες.

6. Επόμενη συνεδρίαση του ΚΣ στις 2 ή τις 9 Νοέμβρη ανάλογα με την ημερομηνία του διημέρου των ΕΑΑΚ.

7. Εγκρίθηκε με τις αναγκαίες διορθώσεις το κείμενο ανοιχτής πολιτικής πρότασης που ακολουθεί

8. Με αφορμή τη διαστρέβλωση της τοποθέτησής μας για τους μηχανικούς σε δημοσίευμα του ΠΡΙΝ αποφασίστηκε να υπάρξει με ευθύνη του γραφείου κείμενο απάντησης προς την εφημερίδα το οποίο εκτός των άλλων να αναδείξει το ευρύτερο πρόβλημα των πρακτικών εξώθησης μέσω ‘δημοσιευμάτων’ τέτοιου τύπου.


Αναζητώντας τους σεισμούς του μέλλοντος

για τη ριζοσπαστική αριστερά και το στοίχημα της ανασύνθεσης

Ζούμε σε καιρούς μεγάλων αλλαγών και σημαντικών προκλήσεων, μεγάλων τραγωδιών αλλά και μεγάλων ελπίδων, σε καιρούς που αποδεικνύουν ότι η ιστορία όχι μόνο δεν τελειώνει ποτέ, αλλά και παραμένει εκνευριστικά πλούσια σε αντιφάσεις. Κι αυτό γιατί

Την πραγματικότητα γύρω μας δεν τη σφραγίζει μόνο η αγριότητα του σύγχρονου καπιταλισμού:

Η επιτάχυνση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων σε όλους τους τομείς της παραγωγής και της αναπαραγωγής, η ένταση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου και συγκρότησης ιμπεριαλιστικών καπιταλιστικών ολοκληρώσεων, η μετάλλαξη των κρατικών μηχανισμών σε μια κατεύθυνση θωράκισης απέναντι στα λαϊκά συμφέροντα και διεκδικήσεις, η ριζική κλιμάκωση της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας με βάρβαρες κατακτητικές επεμβάσεις, η ένοπλη εξαγωγή «δημοκρατίας και αγοράς» και ο ‘διαρκής πόλεμος’ ενάντια σε όλους όσους επιμένουν να αντιστέκονται...

Την σφραγίζουν όλο και περισσότερο και οι αντίρροπες τάσεις της αντίστασης και της διεκδίκησης

Αναπτύχθηκε ένα μαζικό, δυναμικό, άμεσο στην απάντησή του και παγκόσμιο στην κλίμακά του αντιπολεμικό κίνημα. Η συνεχιζόμενη αντίσταση του ιρακινού λαού διαψεύδει τις ιμπεριαλιστικές εκτιμήσεις, την ίδια στιγμή που η Παλαιστινιακή Ιντιφάντα συνεχίζει να δίνει μηνύματα αντίστασης.

Μεγαλώνει η αίγλη και η απήχηση των κινημάτων κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης συμπυκνώνοντας τάσεις αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής. Διατηρούνται και αντέχουν μεγάλα μαζικά κινήματα εθνικής και κοινωνικής χειραφέτησης σε διάφορες γωνιές του πλανήτη. Η άρνηση της καπιταλιστική εκμετάλλευσης, το «όχι στον καπιταλισμό» ακόμη και σαν ασαφές και αντιφατικό σύνθημα κερδίζει ξανά απήχηση, παύει να είναι περιθωριακό.

Πληθαίνουν οι μορφές και οι εκφράσεις ενός αυξανόμενου κοινωνικού και ταξικού διεκδικητισμού με επάλληλους γύρους κοινωνικών συγκρούσεων σε διαφορετικές χώρες. Η σύγχρονη εργατική δύναμη δεν είναι μόνο κατακερματισμένη, εντατικοποιημένη, ανασφαλής, διασκορπισμένη. Είναι ταυτόχρονα και πιο μορφωμένη, με αυξημένες δεξιότητες, πολυλειτουργική. Δεν εμπεριέχει μόνο τη δυνατότητα της παραγωγικότητας αλλά και του εργατικού ελέγχου και της συλλογικής επανιδιοποίησης του κοινωνικού πλούτου.

Η επιιθετική προβολή της απάθειας, της εξατομίκευσης, του ατομικού ανταγωνισμού και των μηδενικών προσδοκιών έχει φτάσει σε ένα όριο και αδυνατεί να παίξει ένα ρόλο πραγματικής ιδεολογικής ηγεμονίας. Νέες πρωτότυπες μορφές αγωνιστικού συντονισμού, αυτοοργάνωσης δικτύωσης και αλληλεγγύης έρχονται διαρκώς στο προσκήνιο.

Γι’ αυτό και σήμερα αντικειμενικά καλούμαστε να θέσουμε ξανά το ερώτημα για την αριστερά

Ύστερα από αρκετά χρόνια όπου την πρωτοβουλία των κινήσεων την είχε ο ταξικός αντίπαλος η πραγματικότητα δείχνει να ξαναγίνεται αντιφατική δηλαδή πλούσια και ενδιαφέρουσα. Ακριβώς σε αυτή την αντίφαση είναι που καταγράφεται ένα κρίσιμο κενό αριστεράς, το κρίσιμο κενό εκείνης της πολιτικής και κοινωνικής δυναμικής που θα μπορέσει να τροφοδοτήσει το ξεδίπλωμα νικηφόρων αντιστάσεων, να διευρύνει τις όποιες ρωγμές σήμερα ανοίγονται, να διεκδικήσει την αναγκαιότητα αλλά και την επικαιρότητα της κοινωνικής ανατροπής

Αυτό γίνεται ακόμη πιο έντονο αν κοιτάξει τις εξελίξεις και στην ελληνική κοινωνία. Γιατί παρά τις μεγάλες αναδιαρθρώσεις που έχουν ήδη συντελεστεί, παρά τις όποιες επιτυχίες του ‘εκσυγχρονισμού’, εντούτοις και αντιστάσεις αναπαράγονται και κινήματα ξεσπούν και ταξικά προσκόμματα αναπαράγονται και συλλογικές διεκδικήσεις και απαιτήσεις διατηρούνται.

Μόνο που η πραγματική αντίσταση στην κυρίαρχη αστική πολιτική, η πραγματική διεκδίκηση των συμφερόντων και των δικαιωμάτων της εργαζόμενης πλειοψηφίας απέναντι στο όραμα της Ελλάδας του εκσυγχρονισμού, της ΟΝΕ και της Ολυμπιάδας που μοιράζονται ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, απαιτεί την ύπαρξη εκείνων των όρων που θα επιτρέπουν –έστω και προοπτικά- την αυτοτελή πολιτική έκφραση των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων. Για να σταματήσει το κοινωνικό πρόβλημα να ακολουθεί τεθλασμένες πολιτικές διαδρομές, για να πάψει ο ταξικός διεκδικητισμός να έρχεται στο προσκήνιο, έμμεσα, υπόγεια, ή ατελέσφορα, για να μην εγκλωβίζεται σε ‘κοινωνικά πακέτα’ νομιμοποίησης ακόμη πιο επιθετικών αναδιαρθρώσεων ή σε κάθε είδους ‘ψήφους διαμαρτυρίας’, αλλά να μετατρέπεται σε πραγματική αυτόνομη κοινωνική και πολιτική δύναμη.

Γι’ αυτό και λέμε ότι σήμερα τίθεται ξανά το ερώτημα για την αριστερά, το ερώτημα για εκείνη την πολιτική και κοινωνική δυναμική που θα συγκρουστεί με τις σημερινές κοινωνικές συνθήκες. Ζούμε σε μέρες στις οποίες αναπροσαρμόζεται το σύνολο των πολιτικών σχεδίων για την αριστερά: Φαίνεται αυτό στον τρόπο που λειτουργούν τα εργαστήρια διαμόρφωσης μιας νέας σοσιαλδημοκρατίας είτε στην κεντροαριστερή εκδοχή ενός νεοφιλελευθερισμού με ανθρώπινο πρόσωπο, είτε στην πιο ‘αριστερή’ εκδοχή αξιοποίησης των κινημάτων ως μοχλό νέων κυβερνητικών πλειοψηφιών. Φαίνεται όμως και σε όλη αυτή την αντιφατική καταγραφή μιας νέας αναγνωρισιμότητας και αποδοχής μιας αντικαπιταλιστικής τοποθέτησης και όλο το πλούτο των εμπειριών που αρχίζουν να καταγράφονται ξανά.

Έτσι σήμερα η διεκδίκηση μιας άλλης ριζοσπαστικής και επαναστατικής αριστεράς δεν αποτελεί απλώς έναν ευσεβή πόθο. Αποτελεί μια πραγματική αναγκαιότητα εάν θέλουμε αυτή η κοινωνική και πολιτική δυναμική που αναδύεται να μπορεί να πάρει πιο μόνιμα χαρακτηριστικά και να μην ενσωματωθεί. Αποτελεί ταυτόχρονα μια πραγματική πολιτική ευκαιρία οποιαδήποτε εγχείρημα αριστερής επανίδρυσης να μπορεί να συναντηθεί με μια πραγματική κοινωνική δυναμική, να μπολιαστεί μαζί της αλλά και να την τροφοδοτήσει μετασχηματίζοντας την σε μια πολιτική δύναμη ρήξης και ανατροπής.

Εάν η στρατηγική στοχοθεσία μας είναι ηανασύνθεση ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος ικανού να θέσει ξανά το ζήτημα της εξουσίας αυτό προφανώς και δεν μπορεί να υλοποιηθεί απλώς και μόνο με την απλή εκφορά του.

Προϋπόθεση του είναι όλα εκείνα τα βήματα που θα οδηγήσουν σε έναν πόλο της επαναστατικής αριστεράς με κοινωνική γείωση και πραγματική παρέμβαση στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο.

Αυτό περνάει σήμερα μέσα από την ανασύνθεση της ριζοσπαστικής αριστεράς, μια δημοκρατική μετωπική ενότητά της.

Συστατικά στοιχεία ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι και όλο το φάσμα εκείνων των μαζικών πολιτικών μορφών σε κοινωνικών χώρους (ανεξάρτητα αριστερά σχήματα) που αποτέλεσαν την ραχοκοκαλιά της κοινωνικής απήχησης της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Κρίσιμο σημείο παραμένει πάνω από όλα η κοινωνική γείωση, η αξιολόγηση των νικηφόρων πολιτικών γραμμών με το κριτήριο της δράσης πραγματικών μαζών, το πάντρεμα της όποιας αριστερής ριζοσπαστικής πολιτικής ανασύνθεσης με μια νικηφόρα κοινωνική δυναμική αντίστασης και ανατροπής των συντελούμενων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων

Επιμένουμε ότι ένα τέτοιο σχέδιο ανασύνθεσης της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν μπορεί να ξεκινήσει παρά μόνο σε οριοθέτηση από την επίσημη αριστερά:

Γιατί ο αριστερός κυβερνητισμός και η αναζήτηση μιας νέας κεντροαριστεράς και ενός ‘προοδευτικού εκσυγχρονισμού’ δεν είναι αποκλειστικότητα της ανεκδιήγητης ΑΕΚΑ, αλλά και όλων όσων βλέπουν την αριστερά ως απλή ευαισθησία και αισθητική και όχι ως υλική δύναμη και αυτό δεν μπορεί να το συγκαλύψει καμιά προεκλογική αναβάπτιση του ΣΥΝ στα νάματα της «αντιπαγκοσμιοποίησης» και των ‘κινημάτων’. Ούτε όμως μπορεί σήμερα να αποτελέσει ο χώρος του ΚΚΕ την αφετηρία μιας άλλης κατεύθυνσης για την αριστερά: η αριστερή ρητορεία δύσκολα μπορεί να κρύψει το υπόβαθρο του παραγωγισμού και του οικονομισμού και την στο βάθος εμμονή σε μια πρόταση πολιτικής και κοινωνικής προκοπής, ενώ η σεχταριστική άμυνα απέναντι στην όξυνση των αντιφάσεων αναιρεί οποιαδήποτε δυνατότητα αγωνιστικής δράσης πέραν των κομματικών παρελάσεων.

Να μιλήσουμε ξανά για την ριζοσπαστική αριστερά

Μιλάμε για τη ριζοσπαστική αριστερά, τόσο για τις πολιτικές της τάσεις και τις οργανώσεις και τις ομάδες της, όσο όμως και όλο εκείνο το γαλαξία από σχήματα, κινήσεις και παρεμβάσεις που αποτέλεσαν την ραχοκοκαλιά της παρέμβασής της σε κοινωνικούς χώρους, για όλο εκείνο το δυναμικό, οργανωμένο και ανεξάρτητο που με αυτοπεποίθηση και κόντρα στις σειρήνες της παραίτησης και της ενσωμάτωσης έδωσε μεγάλες μάχες όλο το προηγούμενο διάστημα και πρωταγωνίστησε σε μερικές από τις μεγαλύτερες κοινωνικές συγκρούσεις των προηγούμενων χρόνων.

Μιλάμε για τη ριζοσπαστική αριστερά γιατί λίγους μήνες στα μεγάλα αντιπολεμικά συλλαλητήρια στις κινητοποιήσεις ενάντια στην Ελληνική Προεδρία στην Ε.Ε. και πάνω από όλα στη μεγάλη μάχη της Θεσσαλονίκης φάνηκε καθαρά ότι υπάρχει ένα ευρύτερο δυναμικό που αναζητά μια άλλη αριστερή αντικαπιταλιστική φωνή, απαιτεί έναν άλλο ενωτικό βηματισμό στην ριζοσπαστική αριστερά, διεκδικεί και στηρίζει πολιτικές μορφές και πρακτικές που στηρίζονται στην δημοκρατική λειτουργία, την αποκεντρωμένη οργάνωση, την ισοτιμία ανάμεσα στις οργανωμένες τάσεις και το ανεξάρτητο δυναμικό, την συνεχή επικοινωνία με τη δράση των σχημάτων στους κοινωνικούς χώρους. Για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια φάνηκε ότι μπορεί μια πολιτική πρωτοβουλία της ριζοσπαστικής αριστεράς να έχει και μαζική απήχηση και πολιτική αποτελεσματικότητα και κυρίως βήμα το βήμα να κερδίζει και να μη χάνει την εμπιστοσύνη ενός ευρύτερου δυναμικού εργαζόμενων και νέων

Μιλάμε για τη ριζοσπαστική αριστερά χωρίς να ξεχνούμε, όμως, και όλα τα προβλήματα και τις αντιφάσεις που τη διαπερνούν, όλα εκείνες τις εμμονές και τις καθυστερήσεις που χρόνια τώρα χαντακώνουν κάθε απόπειρα κοινωνικού και πολιτικού ανοίγματός της: Τη δορυφοριοποίηση γύρω από την ρεφορμιστική αριστερά, τη μικρομέγαλη λογική ότι μπορεί η ριζοσπαστική αριστερά να σφραγίσει την ανασύνθεση της ενιαίας αριστεράς, την άρνηση της διάκρισης ρεφορμισμού και επαναστατικής αριστεράς. Την υποτίμηση της γραμμής μαζών, τη σύγχυση πολιτικής πρωτοπορίας και μαζικού κινήματος, την αυτοαναγόρευση μειοψηφικών επιλογών σε κίνημα, την οραματική απογείωση από την πραγματικότητα της πάλης των τάξεων. Την εγκεφαλική σύλληψη της πολιτικής που θεωρεί ότι οι εργατικές και λαϊκές μάζες το μόνο που περιμένουν είναι απλώς ένας άλλος πολιτικός λόγος, τον οποίο και θα ‘ακολουθήσουν’. Τον εγκλεισμό σε ιστορικές ιδεολογικές οριοθετήσεις και την αδυναμία συνύπαρξης με άλλα ρεύματα και οριοθετήσεις. Την υποτίμηση της αντιφατικότητας της συγκυρίας που οδηγεί είτε στην τεχνητή μεγέθυνση του αντιπάλου (ενός υπερκαπιταλισμού και υπεριμπεριαλισμού), είτε σε έναν εξίσου γραμμικό καταστροφισμό που θεωρεί ότι νομοτελειακά θα καταρρεύσει ο καπιταλισμός.

Γι’ αυτό και λέμε ότι ήρθε η ώρα, προσπαθώντας να αντλήσουμε πραγματικά διδάγματα από τη μέχρι τώρα εμπειρία να αλλάξουμε σελίδα στη ριζοσπαστική αριστερά!


Επτά παραδοχές για μια νέα σελίδα στη ριζοσπαστική αριστερά

Η πρώτη παραδοχή που πρέπει να κάνουμε είναι ότι αυτή η νέα σελίδα δεν μπορεί να γίνει σε ένα κοινωνικό κενό.

Γιατί δεν ξεχνούμε ότι σήμερα πλάι στην επιστροφή στοιχείων μιας αριστερής πολιτικοποίησης υπάρχει το συσσωρευμένο βάρος των αναδιαρθρώσεων και των ηττών που αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την αριστερή ανασύνθεση. Οποιαδήποτε προσπάθεια καταγραφής μιας άλλης αριστερής δυναμικής προϋποθέτει πραγματικές τροποποιήσεις του συσχετισμού δύναμης. Μόνο με την παρέμβαση στις ίδιες τις υλικές συνθήκες ύπαρξης των μαζών μπορούν να οικοδομηθούν και δεσμοί μαζί τους.

Και αυτό σημαίνει εκτός των άλλων: γραμμή μαζών και ενωτική δράση, σεβασμό της ιδιαιτερότητας των μαζικών χώρων, διαλεκτική ανάμεσα στον αναγκαίο πολιτικό διαχωρισμό από τις αστικές και ρεφορμιστικές δυνάμεις και την απαίτηση να είμαστε σε διαρκή επαφή με τα ίδια τα μαζικά κινήματα, τους αγώνες των εργαζόμενων και της νεολαίας.

Γι’ αυτό τα ανεξάρτητα αριστερά σχήματα στους κοινωνικούς χώρους αποτελούν ένα εξαιρετικά κρίσιμο στοιχείο οποιασδήποτε διαδικασίας ανασύνθεσης. Συγκροτούν ένα χώρο κοινωνικών και πολιτικών πρακτικών της ριζοσπαστικής αριστεράς ευρύτερο του πολιτικού δυναμικού της και στον οποίο χρωστάει τον όποιο πολιτικό και κινηματικό δυναμισμό της

Η δεύτερη παραδοχή είναι ότι απαιτείται μια διαδικασία που να οδηγεί σε μάχιμες πολιτικές συνθέσεις.

Οι πρακτικές μέσου όρου δεν αρκούν. Η λογική των οργανωτικών συσχετισμών αργά ή γρήγορα σημαίνει αποβολή τάσεων ή απόψεων. Πρέπει να επιλέξουμε τέτοιους δρόμους και τρόπους δημοκρατικής συζήτησης και συντονισμού που εκ των πραγμάτων θα επιτρέπουν να ξεχωρίζουν οι ορθές επιλογές, θα επιτρέπουν διορθώσεις απόψεων, θα οξύνουν αντιθέσεις με τρόπο διαλεκτικό αλλά και θα επιτρέπουν μάχιμες συνθέσεις.

Είναι η Πρωτοβουλία Αγώνα αυτή που μας κάνει να μιλάμε με άλλους όρους γιατί προσέφερε:

§Ένα επίπεδο πολιτικής συνεννόησης σπάνιο για τα δεδομένα της ριζοσπαστικής αριστεράς.

§Το συνδυασμό ανάμεσα στην κεντρική πολιτική αναφορά και μαζική κοινωνική δράση και παρέμβαση

§Την συνύπαρξη ανάμεσα σε διαφορετικές πολιτικές τάσεις και ρεύματα μαζί με μια γείωση με σχήματα κοινωνικών χώρων, τοπικές κινήσεις και σχήματα νεολαίας

§Την δημοκρατική λειτουργία και τον αποκεντρωμένο πανελλαδικό χαρακτήρα

§Μαζική απήχηση και δυναμισμό

Αυτά τα στοιχεία εξηγούν και γιατί όλοι έχουμε αυτή την αίσθηση ενός όχι μόνο σημαντικού, αλλά και πρωτότυπου εγχειρήματος, ενός προχωρημένου εργαστηρίου πολιτικής σύνθεσης και δράσης.

Η συνέχεια της Πρωτοβουλίας απαιτεί την αποσαφήνιση της φυσιογνωμίας της. Η συμβολή της θα κριθεί σήμερα από την εμπλοκή σχημάτων και αγωνιστών, από το βάθεμα της δημοκρατικής λειτουργίας αλλά και από τις συγκεκριμένες μάχες που θα δώσει:

·Για να ενισχυθεί η δράση των σχημάτων, ειδικά σε εργασιακούς χώρους

·Για την συνέχεια της αντιιμπεριαλιστικής αντιπολεμικής και αντιΕΕ πάλης

·Για να γίνει ο χώρος όπου θα ξεκινήσει με τρόπο πλατύ και ανοιχτό ένας πιο βαθύς πολιτικοθεωρητικός διάλογος για τα μεγάλα ερωτήματα μιας σύγχρονης αριστεράς

·Για το συντονισμό πρωτοβουλιών ενάντια στην Ολυμπιάδα.

Η τρίτη παραδοχή είναι ότι μια διαδικασία ανασύνθεσης της ριζοσπαστικής αριστεράς απαιτεί και πολύ συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές συσσωρεύσεις. Χωρίς αυτές κάθε βήμα προς ένα μέτωπο της ριζοσπαστικής αριστεράς θα παραμένει μετέωρο, χωρίς κοινωνική γείωση και πολιτική δυναμική

·Πρώτον η προώθηση της υπόθεσης της πανελλαδικής συσπείρωσης των σχημάτων εργαζόμενων πράγμα που θα δείχνει ότι όντως υπάρχει βούληση για συνάρθρωση του αντικαπιταλιστικού προγράμματος πάλης με τη γραμμή μαζών και υπέρβαση μιας λογικής πολιτικών μετώπων χωρίς κοινωνική αναφορά.

·Δεύτερον, η προώθηση μιας διαδικασίας επανίδρυσης των ΕΑΑΚ και μιας συνολικότερης ριζοσπαστικής παρέμβασης στη νεολαία, πράγμα που θα κατοχυρώνει έμπρακτα ότι επιδιώκουμε να υπερβούμε μια γενικόλογη υπερπολιτικοποίηση και ότι όντως στρεφόμαστε προς μια προσπάθεια οικοδόμησης πραγματικών κινηματικών πρακτικών.

·Τρίτον, η συνέχεια της Πρωτοβουλίας Αγώνα και την διατήρηση του συνδυασμού ανάμεσα στην πολιτική οριοθέτηση και μια πραγματικά δημοκρατική λειτουργία και συνεχιζόμενο πείραμα διαλόγου και κοινής δράσης, το οποίο να αποτυπώνει μια διαλεκτική ανάμεσα στην αριστερή αναζήτηση, την επικαιρότητα της κομμουνιστικής αναφοράς και μια σύγχρονη εργατική λαϊκότητα.

Τέτοιες κοινωνικές και πολιτικές συσσωρεύσεις επιτρέπουν να ανοίξει πραγματικά η συζήτηση για μια δημοκρατική μετωπική ενότητα της ριζοσπαστικής και επαναστατικής αριστεράς, με ισότιμη συμμετοχή των ανεξάρτητων αγωνιστών, και αλληλοτροφοδότηση με τα σχήματα (σεβόμενη ωστόσο την αυτοτέλειά τους).

Γιατί επιμένουμε ότι μια μετωπική ενότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς αν συσπειρώσει όχι μόνο ένα πολιτικό δυναμικό αλλά και σημαντικό μέρος της κοινωνικής γείωσης της ριζοσπαστικής αριστεράς θα έχει σημαντικά πολιτικά αποτελέσματα, θα απευθυνθεί ένα κοινωνικό και πολιτικό δυναμικό που αποστρέφεται την εικόνα κατακερματισμένου μικρόκοσμου της ριζοσπαστικής αριστεράς, θα οξύνει τις αντιφάσεις της ευρύτερης αριστεράς, θα οικοδομήσει πολιτικές και κοινωνικές συμμαχίες, θα έχει προοπτικά καταλυτικό ρόλο στη διαδικασία αναδιαπραγμάτευσης όρων και συσχετισμών στην αριστερά.

Η τέταρτη παραδοχή είναι ότι για να κάνει η ριζοσπαστική αριστερά ένα βήμα προς τα εμπρός θα πρέπει να δει με τρόπο αυτοκριτικό τη μέχρι τώρα πορεία της και να αποτιμήσει τα όρια και τις αντιφάσεις προηγούμενων μετωπικών εγχειρημάτων τα οποία:

·Δεν υπερέβησαν τον χαρακτήρα μετώπων πολιτικών επιτελείων και δεν απέκτησαν μια κοινωνική γείωση και δυναμική.

·Δεν είχαν μια πραγματική δημοκρατική λειτουργία τέτοια που να σημαίνει το ξεδίπλωμα ενός πολιτικοθεωρητικού διαλόγου και μιας διαλεκτικής «όξυνσης – μετατόπισης – διόρθωσης»

·Δεν μπόρεσαν να αναιρέσουν το χαρακτήρα των προεκλογικών συμπράξεων.

Η ριζοσπαστική αριστερά θα πρέπει να κάνει έναν πραγματικά κριτικό απολογισμό της πορείας της τα τελευταία χρόνια. Να αποτιμήσει τις επιτυχίες, τις στιγμές που η ενωτική δράση και η μάχιμη πολιτική άποψη τροφοδότησαν μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές συγκρούσεις, αλλά και τις αποτυχίες, όλες τις περιπτώσεις που ο σεχταρισμός, ο υποκειμενισμός, η λογική του μικρόκοσμου, αναπαρήγαγαν την απομόνωση από τις μάζες, την απογοήτευση και την αποστράτευση

Η πέμπτη παραδοχή είναι μια τέτοια προσπάθεια θα πρέπει να τροφοδοτείται και από στοιχεία μιας μάχιμης πολιτικής γραμμής. Εμείς λέμε ότι αυτά θα πρέπει να είναι

Μαζικοί ανυποχώρητοι αγώνες και όχι προεκλογικές αυταπάτες

Η ελπίδα για τους εργαζόμενους, η δυνατότητα υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντωνδεν θα έρθει μέσα από τις εκλογές και τις εναλλαγές του δικομματισμού, αλλά μέσα από το ξεδίπλωμα μαζικών αγώνων ενάντια στις αντιλαϊκές πολιτικές. Αγώνας ενάντια στην ηττοπάθεια, την παθητικότητα, τη λογική «τίποτα δεν γίνεται». Υπεράσπιση της δυνατότητας των αγώνων να κερδίζουν, να ανατρέπουν πολιτικές. Ταξική αλληλεγγύη ενάντια στην απομόνωση, την αποσπασματικότητα, τον κατακερματισμό, τον ατομικισμό.

Υπεράσπιση των συμφερόντων, διεύρυνση των δικαιωμάτων, προβολή των αναγκών της εργαζόμενης πλειοψηφίας σήμερα

  • Ριζική αύξηση της αμοιβής της μισθωτής εργασίας. Να μπορούμε να ζούμε με αξιοπρέπεια κάνοντας μόνο μία δουλειά.
  • Ριζική μείωση του εργάσιμου χρόνου και ως απαίτηση για αύξηση των θέσεων εργασίας και ως προοπτική διεύρυνσης του ελεύθερου δημιουργικού χρόνου των εργαζομένων.
  • Πάλη για σταθερή δουλειά για όλους. Άρνηση όλων των μορφών ελαστικής απασχόλησης.
  • Κατοχύρωση και διεύρυνση των συλλογικών εργατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.Όχι στους τρομονόμους και κάθε είδους έκτακτη νομοθεσία περιορισμού των δημοκρατικών ελευθεριών.
  • Εξασφάλιση του κοινωνικού δημόσιου χαρακτήρα όλων των κοινωφελών υπηρεσιών (υγεία, πρόνοια, παιδεία, μεταφορές, ενέργεια, τηλεπικοινωνία), κάτω από δημοκρατικό λαϊκό έλεγχο, αποτροπή κάθε διαδικασίας ιδιωτικοποίησής τους και εκμετάλλευσής τους από ιδιωτικές κερδοσκοπικές επιχειρήσεις.
  • Δημόσια, δωρεάν, εκπαίδευση για όλα τα παιδιά. Υποχρεωτικό 12χρονο σχολείο. Κατάργηση όλων των εξεταστικών φραγμών – ελεύθερη πρόσβαση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Καμιά αξιολόγηση σχολείων, εκπαιδευτικών και σχολών. Όχι υπαγωγή της έρευνας στο κεφάλαιο. Ενιαία πτυχία ανά γνωστικό κλάδο – όλα τα εργασιακά δικαιώματα στο πτυχίο.
  • Επανακατάκτηση του δημόσιου κοινωνικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος των εργαζομένων, κατάργηση όλων των αντιασφαλιστικών ρυθμίσεων. Ριζική μείωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Να απαγορευτεί η δραστηριότητα του ιδιωτικού κεφαλαίου στους χώρους υγείας, πρόνοιας, ασφάλισης. Πλήρης, δημόσια, δωρεάν, υψηλής στάθμης νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική κάλυψη για όλους.
  • Πλήρη κατοχύρωση όλων ανεξαίρετα των εργασιακών κοινωνικών δικαιωμάτων των ξένων οικονομικών μεταναστών που απασχολούνται σ' οποιοδήποτε τομέα της ελληνικής οικονομίας.
  • Διεύρυνση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στις επιχειρήσεις της καπιταλιστικής παραγωγής στην κατεύθυνση κατάκτησης εξουσιών εργατικών ελέγχου:
  • Κατοχύρωση όλων των δικαιωμάτων σε ένα ποιοτικό φυσικό και οικιστικό περιβάλλον. Όχι στην εμπορευματοποίηση του φυσικού περιβάλλοντος.

Αντίσταση στους μονόδρομους της καπιταλιστικής διεθνοποίησης και την ευρωπαϊκή ενοποίηση

  • Όχι στις πολιτικές της Ε.Ε., άρνηση των συμφώνων σταθερότητας, του ευρώ και της διεύρυνσης. Πάλη για την έξοδο της Ελλάδας από την Ε.Ε., αναγκαία προϋπόθεση για οποιαδήποτε προσπάθεια πραγματικής κατοχύρωσης των λαϊκών συμφερόντων.
  • Όχι στις προσταγές του ΠΟΕ και του ΔΝΤ, όχι στην απελευθέρωση του εμπορίου, αντίσταση στο σάρωμα των κατακτήσεων στο όνομα της «ανταγωνιστικότητας»
  • Συντονισμός και κοινή δράση με όσους παλεύουν για μια αριστερή στροφή στα κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης, ώστε να είναι κινήματα διεκδίκησης της ανατροπής και όχι του εξωραϊσμού του σύγχρονου καπιταλισμού.
  • Υπεράσπιση του δικαιώματος στην εθνική ανεξαρτησία και την ανυπακοή στις προσταγές της καπιταλιστικής διεθνοποίησης και του ιμπεριαλισμού. Για τους εργαζόμενους δεν υπάρχουν μονόδρομοι!

Πάλη ενάντια στη βαρβαρότητα του σύγχρονου ιμπεριαλισμού

  • Αντίσταση στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις – μαζική αντιπολεμική δράση: να κλείσουν τώρα όλες οι βάσεις των ΗΠΑ, να γυρίσουν όλοι οι έλληνες φαντάροι από το εξωτερικό, να αποχωρήσει η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ. Καμιά συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές εκστρατείες ακόμη και υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Κύπρος ενιαία, ανεξάρτητη, χωρίς ξένους στρατούς κατοχής. Καμιά συμμετοχή στις πολλαπλές εκδοχές (πολιτικές, στρατιωτικές, αστυνομικές, ιδεολογικές) της ιμπεριαλιστικής εκστρατείας κατά της ‘τρομοκρατίας’.
  • Αλληλεγγύη σε όλους τους αγωνιζόμενους λαούς και τα κινήματα, μαχόμενος διεθνισμός και υπεράσπιση του δικαιώματος των εργατικών τάξεων και των λαϊκών κινημάτων σε μια ελεύθερη πατρίδα και μια άλλη κοινωνική οργάνωση

Υπεράσπιση της σημασίας της αριστεράς ως κοινωνικής και πολιτικής δύναμης που ανατρέπει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων – Πάλη για μια άλλη αριστερά, ανεξάρτητη και ριζοσπαστική

Ενάντια στην επιχείρηση ιδεολογικής αποσιώπησης του περιεχομένου και της σημασίας μιας πραγματικής αριστεράς εμείς επιμένουμε ότι:

  • Η πραγματική υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων και της νεολαίας απαιτεί την ύπαρξη ενός ανεξάρτητου πολιτικού ρεύματος που να εκφράζει ακριβώς αυτά τα συμφέροντα τόσο απέναντι σε όλες τις παραλλαγές των αστικών πολιτικών.
  • Ένα τέτοιο ρεύμα θα μπορέσει αναδείξει ξανά τη σημασία και την αναγκαιότητα της αριστεράς ως πάνω από όλα εκείνης της κοινωνικής και πολιτικής δύναμης που ανατρέπει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων
  • Οι επίσημοι φορείς της αριστεράς δεν μπορούν να παίξουν αυτό το ρόλο εγκλωβισμένοι είτε στον ευρωπαϊσμό και το αλληθώρισμα προς τον εκσυγχρονισμό (ΣΥΝ), είτε στον οικονομισμό, το συντηρητισμό και το σεχταρισμό τους (ΚΚΕ).
  • Απαιτείται, περισσότερο παρά ποτέ μια άλλη αριστερά: Μια αριστερά ανεξάρτητη από το κράτος και την επίσημη πολιτική. Μια αριστερή που αναπνέει μέσα στους αγώνες, ναμοιράζεται την αγωνία και τους αγώνες των εργαζομένων, να μπολιάζεται από τη δημιουργικότητα και τη φαντασία των ίδιων των μαχόμενων εργαζόμενων και νέων. Μια αριστερά αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική που να επιμένει να βλέπει στις αντιθέσεις του σήμερα τις ρήξεις και τις ανατροπές του αύριο, που θα επιμένει ότι ο κομμουνισμός, το όραμα μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση δεν είναι φαντασίωση, ούτε ευχολόγιο, αλλά ο πραγματικός ορίζοντας των σημερινών αγώνων.

Η έκτη παραδοχή είναι να δούμε όλοι μαζί, με ρεαλισμό και ειλικρίνεια, τις πραγματικές προϋποθέσεις ενός αποφασιστικού βήματος για μια ποιοτικά διαφορετική μετωπική ενότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς.

·Η προσπάθεια αυτό το εγχείρημα να μπορεί να συμπεριλάβει ένα ευρύτερο φάσμα από τα υπαρκτά ρεύματα της ριζοσπαστικής αριστεράς.

  • Η ισότιμη συμμετοχή ανεξάρτητων αγωνιστών και η ύπαρξη πραγματικού πολιτικού χώρου ώστε να δράσουν και να εκφραστούν. Η αναγνώριση από ένα ευρύτερο δυναμικό των μαζικών σχημάτων των κοινωνικών χώρων της σημασίας αυτού του εγχειρήματος και η στράτευση σε αυτό.
  • Ένας πραγματικά δημοκρατικός, αποκεντρωμένος χαρακτήρας που να στηρίζεται στην ύπαρξη πραγματικών διαδικασιών βάσης (σε τοπικό και κοινωνικό επίπεδο) και όχι μόνο στις επιμέρους οργανώσεις και τάσεις και μια δημοκρατική διαδικασία λήψης αποφάσεων που να στηρίζεται τόσο στην ισοτιμία των τάσεων όσο και στον πραγματικό συσχετισμό σε επίπεδο βάσης. Με πραγματική λειτουργία αυτοτελών πολιτικών μορφών και κεντρικά (πανελλαδικές συναντήσεις – συνελεύσεις – συντονιστικά) και τοπικά (συνελεύσεις – ολομέλειες) και αποφυγή της υποκατάστασής τους από διαβούλια εκπροσώπων τάσεων. Η έμφαση στη σύνθεση, στην αποφυγή αποκλεισμών, στην λήψη αποφάσεων με πλατιά συναίνεση.
  • Η ανάπτυξη πολύμορφων πρακτικών πολιτικής παρέμβασης και δράσης και η δυνατότητα μορφών πολιτικοοργανωτικού πειραματισμού. Η έμφαση σε πρακτικές αυτοοργάνωσης και πρωτοβουλίας βάσης.
  • Το ξεδίπλωμα με τρόπο συγκροτημένο ενός πλούσιου πολιτικοθεωρητικού διαλόγου. Με οργανωμένες δημόσιες συζητήσεις, με έντυπο διάλογο, με συγκρότηση ομάδων εργασίας.
  • Η κατοχύρωση μιας τέτοιας μετωπικής ενότητας πρώτα και κύρια μέσα σε μεγάλες κινηματικές και πολιτικές συγκρούσεις και όχι σε εκλογικές μάχες, που είναι ούτως ή άλλως το πιο ναρκοθετημένο έδαφος.
  • Η αποφυγή πρακτικών ηγεμονισμού και η συνειδητοποίηση ότι εντός μιας μάχιμης αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης από την προβολή του όποιου υποκειμενισμού είναι πολύ πιο σημαντική μια δυναμική ανάδειξης της πολιτικής σύνθεσης.
  • Η διαμόρφωση μιας μάχιμης αρχικής πολιτικής σύνθεσης που να αναδεικνύει τα βασικά μέτωπα της περιόδου και να επιτρέπει να αναγνωρίζεται σε αυτό το εγχείρημα ένα ευρύτερο φάσμα τάσεων και αποχρώσεων της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Η έβδομη παραδοχή είναι ότι θα πρέπει να δούμε την διαδικασία με τρόπο που να αποφεύγει βιασύνες και ευκολίες.

Χρειαζόμαστε μια διαδικασία που να προσπαθεί να αποφύγει τον κίνδυνο μιας απλής συνύπαρξης εκπροσώπων γύρω από ένα τραπέζι και της κοπτοραπτικής συνθημάτων. Κάτι τέτοιο αφενός δεν θα είχε καμιά κοινωνική δυναμική, αφετέρου (και ακριβώς επειδή δεν θα την τροφοδοτούσε καμία δυναμική) δεν θα έδινε καμία δυνατότητα να ξεδιπλώνεται μια διαλεκτική υπέρβασης των πολιτικών και ιδεολογικών αντιθέσεων και ως μόνο ενδεχόμενο θα έμενε είτε το μπλοκάρισμα της διαδικασίας είτε η ευκαιριακή συγκόλληση..

  • Ήρθε η ώρα για μια κίνηση μακράς πνοής με πραγματικό βάθος χρόνου. Αυτό σημαίνει ότι μια τέτοια προσπάθεια ή πρωτοβουλία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αντιμετωπιστεί με την κοντόθωρη λογική του προεκλογικού εγχειρήματος. Οι εκλογές μπορούν να αποτελέσουν πεδίο παρέμβασης. Απαιτούν όμως να διαμορφωθούν πρώτα συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές στο χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να αποτελέσουν ούτε αφετηρία ούτε βασικό άξονα ενός τέτοιου εγχειρήματος.
  • Ήρθε η μια προσπάθεια η οποία να βάζει την έμφαση πρώτα από όλα στην ίδια την διαδικασία, στο άνοιγμα και όχι στο κλείσιμο του διαλόγου, στην διεύρυνση του κύκλου συμμετεχόντων και όχι απλώς στην απλή συγκρότηση ενός ακόμη μετώπου κορυφής. Και εδώ είναι η σημασία του να περιλαμβάνει με πραγματικούς όρους ισοτιμίας τόσο συσπειρωσιακά σχήματα όσο και ανεξάρτητους αγωνιστές
  • Ήρθε η ώρα για μια ευρύτερη πρωτοβουλία πολιτικού διαλόγου και κοινής δράσης για την ανασύνθεση του πόλου της ριζοσπαστικής αριστεράς. Λέμε πρωτοβουλία διαλόγου και κοινής δράσης και όχι «συγκρότησης» ακριβώς για να τονίσουμε τον ανοιχτό και δυναμικό χαρακτήρα που πρέπει να έχει μια τέτοια κίνηση. Η μεθοδολογία της θα μπορούσε να είναι η συγκρότηση μέσα από έναν κύκλο μαζικών δημόσιων συγκεντρώσεων και συζητήσεων κεντρικών αλλά και τοπικών «επιτροπών πρωτοβουλίας» που να συνδυάζουν ένα ευρύ φάσμα τάσεων και ρευμάτων μαζί με την ισότιμη παρουσία ανεξάρτητων συντρόφων, να εξασφαλίζουν τη συνύπαρξη τάσεων και σχημάτων, όρους για μια ανοιχτή και δημοκρατική λειτουργία, καθώς και την πανελλαδική διάσταση της και την άρθρωση του διαλόγου της από ένα αντίστοιχης έκτασης έντυπο.

Σεμια τέτοια πρωτοβουλία διαλόγου, συντονισμού και διαμόρφωσης όρων για έναν πραγματικό πόλο της ριζοσπαστικής αριστεράς καλούμε όλους εκείνους που μοιράζονται αυτές τις αγωνίες. Για μια ριζοσπαστική αριστερά που στο μαύρο της καπιταλιστικής επίθεσης δεν θα αντιπαραθέτει το γκρίζο της αποσπασματικότητας και του μικρόκοσμου, αλλά το κόκκινο της ανατροπής επό