ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΚΙΝΗΣΗ – ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΟΥ

ΚΥΡΙΑΚΗ 07/09/2003

Κείμενο εκτιμήσεων και αποφάσεων

Πολιτική συγκυρία

1. Διεθνής συγκυρία: Πολύ μεγάλη θα αποδειχθεί μακροπρόθεσμα η σημασία της διαφαινόμενης αποτυχίας της αμερικανοβρετανικής συμμαχίας να προσφέρει ό,τι υποσχέθηκε σε σχέση με την «ειρήνευση» και την «απελευθέρωση» του Ιράκ. Το ανέβασμα της αντίστασης του Ιρακινού λαού ντε φάκτο χτυπάει την εικόνα καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής παντοδυναμίας που ήταν ένα από τα βασικά ιδεολογικά επίδικα στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία. Το ίδιο ισχύει και για την διαφαινόμενη ευρύτερη όξυνση στη Μ. Ανατολή (βλ. αποτυχία του αμερικανικής έμπνευσης «οδικού χάρτη» για το Παλαιστινιακό.

Όλα αυτό έρχεται να προστεθεί στην τεράστια πολιτική σημασία που είχε η μαζικότατη παγκόσμια κινητοποίηση κατά του πολέμου. Χωρίς να φτάνουμε σε υπερβολές και να βλέπουμε εδώ την αφετηρία ριζοσπαστικών πολιτικών και ιδεολογικών μετασχηματισμών, εντούτοις αναμφισβήτητα υπάρχουν στοιχεία ενός πολιτικού και ιδεολογικού ρήγματος. Το αν αυτό θα συμβάλει και σε πιο μόνιμα στοιχεία μιας αριστερής πολιτικοποίησης ή αν αντίθετα να ενσωματωθεί σε ενδεχόμενες εναλλαγές των πολιτικών εκπροσώπων (βλ. για παράδειγμα τον τρόπο με τον οποίο υπονομεύεται η κυβέρνηση Μπλαιρ, ή την σχετική υποχώρηση της δημοτικότητας Μπους) παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα. Είναι όμως σίγουρο ότι σε κάθε περίπτωση θα έχει καταγραφεί η ικανότητα του αντιπολεμικού κινήματος να έχει πραγματικά πολιτικά αποτελέσματα.

Ταυτόχρονα όμως αυτή η συγκυρία βάζει και πολύ συγκεκριμένες οριοθετήσεις ως προς το τί συνιστά μάχιμη αντιιμπεριαλιστική πολεμική κατεύθυνση: ακριβώς επειδή το ζήτημα δεν είναι η «ανάληψη δράσης από τον ΟΗΕ» ή ό,τι άλλο προβάλλεται ως εναλλακτική λύση το αίτημα του κινήματος δεν μπορεί παρά να είναι άλλο από την πλήρη άρνηση κάθε εκδοχής ιμπεριαλιστική κατοχής – «διοίκησης» του Ιράκ και η αποχώρηση όλων των δυνάμεων κατοχής και η ταυτόχρονη απαίτηση για καμιά συμμετοχή της χώρας μας (και ευρύτερα όσων ευρωπαϊκών χωρών δεν συμμετέχουν άμεσα στην κατοχή) σε οποιαδήποτε μορφή κατοχής ή «διοίκησης» ή «αστυνόμευσης στο Ιράκ».

2. Εκτιμούμε ότι απαιτείται μια προσεκτική μελέτη των χαρακτηριστικών που είχε η πρόσφατηοικονομικά ύφεση (2001 και μετά) αλλά και των γνωρισμάτων που είχε η όποια ανάκαμψη (ΗΠΑ) αλλά και η συνέχεια της ύφεσης (Ε.Ε.). Χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο ανοίγει πάλι η συζήτηση και σε επίπεδο θεωρία; Αποτελεί μια τέτοια συντονισμένη ύφεση εκδήλωση της μη ολοκλήρωσης της εξόδου από την καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης του 1973 ή μήπως έχουμε να κάνουμε με μια κυκλική κίνηση που λαμβάνει χώρα με δεδομένη την έξοδο από την κρίση, άρα μια κυκλική κίνηση εντός της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης ως νέας φάσης εντός του μονοπωλιακού σταδίου; Τέτοια ερωτήματα οφείλουν να απασχολήσουν και την συζήτησή μας ενόψει της συνδιάσκεψης, αλλά και ευρύτερα να αποτελέσουν αφορμή και θεωρητικού διαλόγου.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει -σε κάθε περίπτωση- ο τρόπος με τον οποίο ντε φάκτο διάφορα στοιχεία μιας προηγούμενης οικονομικής ορθοδοξίας διακριτικά τίθενται στο περιθώριο (δημοσιονομική αυστηρότητα) π.χ. στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα αμερικανικά ελλείμματα ως μηχανισμός οικονομικής τόνωσης.

3. Ας μην υποτιμούμε, πάντως, το γεγονός ότι εκτός από την θετική πλευρά της επιστροφής των μαζών στο προσκήνιο των αντιπολεμικών κινητοποιήσεων και της απήχησης που έχουν ξανά στοιχεία μιας αριστερής πολιτικοποίησης, υπάρχει και η παράλληλη κίνηση της προσπάθειας να ολοκληρωθούν αναδιαρθρώσεις και να υπάρξουν νίκες επί της εργασίας: οι κινήσεις Σρέντερ ενάντια στα συνδικάτα, η νίκη Ραφερέν στον πρώτο γύρο των γαλλικών κινητοποιήσεωνείναι πολύ χαρακτηριστικές.

Επιπλέον εκτιμήθηκε στη συνεδρίαση ότι η ορθή οριοθέτησή μας απέναντι σε μια λογική «τρομοχούντας» ή φασιστικοποίησης (βλ. και σχετικό σημείο στην πολιτική απόφαση της ιδρυτικής συνδιάσκεψης) δεν σημαίνει ότι δεν απαιτείται και μια ειδική επεξεργασία πάνω στο θέμα του κρατικού αυταρχισμού, των μορφών και των εκδοχών του σήμερα.

4. Στην ελληνική περίπτωση είναι προφανές ότι η κυβέρνηση Σημίτη επιδιώκει να μπορέσει να παρουσιάσει ένα πιο κοινωνικό προφίλ. Είναι σίγουρο ότι το «πακέτο» παροχών αντικειμενικά είναι πολύ μικρό σε σχέση με τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Από την άλλη όμως δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς ότι σηματοδοτούν ένα ευρύτερο φάσμα παροχών από τις προηγούμενες εκλογικές περιόδους και ως τέτοιες οφείλουμε να τις θεωρήσουμε και μια αποτύπωση της ανάγκης να απαντηθεί η αυξανόμενη κοινωνική διεκδικητικότητα που καταγράφηκε το προηγούμενο διάστημα. Παράλληλα εκ των πραγμάτων αποτέλεσαν μια πραγματική πρωτοβουλία ανασύστασης δεσμών με κρίσιμες κοινωνικές κατηγορίες και προκάλεσαν μια αρχική αμηχανία στη ΝΔ, με τη μορφή μιας ταλάντευσης ανάμεσα στην καταγγελία από τη σκοπιά της οικονομικής ορθοδοξίας και την αντίστροφη καταγγελία από τη σκοπιά της κοινωνικής ευαισθησίας, ταλάντευση που με τη σειρά της αποτυπώνει μια ευρύτερη αντίφαση που διαπερνά την αστική στρατηγική σήμερα, δηλαδή την ανάγκη επιτάχυνσης των αναδιαρθρώσεων και ταυτόχρονης διατήρησης της κοινωνικής συνοχής).

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δεν επιλέγει μια τακτική γενικευμένων «παροχών», όμως με τον τρόπο που αναγνωρίζει την «κοινωνική πίεση» αντικειμενικά γίνεται συγκριτικά πιο ευάλωτη σε πιέσεις συγκεκριμένων χώρων. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας κάνει να πιστέψουμε ότι δε θα προωθηθούν και τώρα τομές. Αντίθετα θα υπάρξουν τομές (ιδιωτικοποίηση Ολυμπιακής, ειδικές ρυθμίσεις Ολυμπιάδας σε ωράριο, εργασιακές σχέσεις, νομοσχέδιο για αξιολόγηση, καθιέρωση και γενίκευση ταυτόχρονα της μερικής απασχόλησης στο δημόσιο κλπ).

Επιπλέον θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικό τον τρόπο με τον οποίο οι ίδιες οι παροχές έχουν και έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα «ανταποδοτικότητας», συνδέονται με έναν τρόπο με μια απαίτηση συμμόρφωσης σε συγκεκριμένες αναδιαρθρώσεις. Χαρακτηριστική έτσι η σύνδεση για παράδειγμα του επιδόματος για τη φοιτητική στέγαση με το να είναι οι φοιτητές «επιμελείς» στα μαθήματά τους.

Τέλος είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που προσπαθεί να δώσει την εντύπωση ότι διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων και με αυτή την έννοια έχει ενδιαφέρον να δούμε το πώς θα εξελιχθεί και η όλη συζήτηση για τον εκλογικό νόμο.

Όμωςκαι με αυτές η αντιστροφή του κλίματος για την κυβέρνηση κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση είναι, καθώς υπάρχει μια σημαντική αποστασιοποίηση από το ΠΑΣΟΚ κρίσιμων κοινωνικών κομματιών. Από την άλλη όμως και η ΝΔ δέχεται αρκετή πίεση ώστε να δείξει ότι δεν θα έρθει στην εξουσία εκφράζοντας απλώς τη λαϊκή δυσαρέσκεια, αλλά ως η δύναμη που με συνέπεια θα προωθήσει τις αναδιαρθρωτικές πολιτικές.

Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα: Όντως το βασικό στοιχείο που τα τελευταία χρόνια καθορίζει την πολιτική συγκρότηση και τις σχέσεις εκπροσώπησης είναι το αν το ΠΑΣΟΚ διατηρεί την ικανότητά του να εκπροσωπεί ένα πολύ μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων. Όλες οι πολιτικές επιλογές του το τελευταίο διάστημα από το ασφαλιστικό και μετά έχουν οδηγήσει σε μεγάλη κοινωνική δυσαρέσκεια και σημαντική αποστοίχιση τέτοιων κομματιών η οποία αν μετατραπεί σε ψήφο υπέρ της Νέας Δημοκρατίας θα οδηγήσει σε κυβερνητική αλλαγή. Υπάρχει επομένως ένα εν δυνάμει κενό εκπροσώπησης αυτών των κομματιών καθώς και το υλικό υπόβαθρο μελλοντικών κοινωνικών εκρήξεων και μιας πιο ριζοσπαστικής πολιτικοποίησης. Μόνο που θα ήταν απλούστευση να πεις ότι απλώς αρκεί να «ακούσουν» αυτές οι μάζες μια αντικαπιταλιστική ρητορεία που να «κωδικοποιεί» ή να εκφράζει τη δυσαρέσκειά τους για να την ακολουθήσουν, θα παρέβλεπε τους όρους με τους οποίους συγκροτούνται οι συλλογικές αναγνωρίσεις τους και την ικανότητα του ΠΑΣΟΚ και του πολιτικού συστήματος να «χειρίζεται» τέτοιες αντιφάσεις: είτε μέσω μιας επανάκαμψης της «τελευταίας στιγμής» στο ΠΑΣΟΚ, π.χ. μέσω μιας «τιμωριτικής» ψήφου στη Νέα Δημοκρατία.

5. Στο χώρο της αριστεράς ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο τρόπος με τον οποίο το θέμα της απλής αναλογικήςχρησιμοποιείται ως μια αφετηρία διεργασιών στο χώρο της αριστεράς και αξιοποιείται από κάθε είδους παναριστερές λογικές, την ίδια στιγμή που κύκλοι του ΠΑΣΟΚ που αναγκαστικά κοιτούν προς τις μεθεπόμενες λογικές πιέζουν προς μια ανταλλαγή αναλογικότερου νόμου με πολιτική στήριξη μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας. Ενδιαφέρον έχει το κατά πόσο η όλη συζήτηση για την παναριστερά και τον εκλογικό νόμο θα οξύνει διάφορες αντιφάσεις του ΚΚΕ ή όχι.

6. Βρισκόμαστε σε μια προεκλογική περίοδο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μια αριστερή πολιτική γραμμή θα πρέπει να περιορίζεται ή ακόμη χειρότερα να υποτάσσεται σε αυτό το γεγονός. Αυτό σημαίνει ότι η ριζοσπαστική αριστερά δεν μπορεί να απευθυνθεί ή να παρέμβει μόνο με το στόχο της ανασύνθεσης της επαναστατικής αριστεράς, ή προβάλλοντας το όραμα μιας άλλης κοινωνίας. Αυτά είναι πολιτικά σχέδια ή πολιτικές και ιδεολογικές οριοθετήσεις όχι όμως πολιτική γραμμή. Πολιτική γραμμή σημαίνει συγκεκριμένους άξονες που συμπυκνώνουν τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις των λαϊκών μαζών –μέσα στη συγκυρία και τους περιορισμούς της- και την παρέμβαση της αριστεράς μέσα σε συγκεκριμένες αντιφάσεις. Θα σήμαινε για παράδειγμα:

  • Την προβολή της αντίληψης ότι η υπεράσπιση των λαϊκών συμφερόντων περνά σήμερα μέσα από μαζικούς αγώνες, δεν χωρά στις κυβερνητικές εναλλαγές
  • Την προβολή των βασικών στόχων υπεράσπισης διεύρυνσης σήμερα των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων
  • Την αμφισβήτηση και άρνηση των μονοδρόμων της καπιταλιστικής διεθνοποίησης
  • Την προβολή ενός σύγχρονου μαχόμενου αντιιμπεριαλισμού
  • Και στη βάση των παραπάνω τη συστηματική υπεράσπιση της έννοιας της αριστεράς ως κοινωνικής, πολιτικής δύναμης που υπερασπίζεται την δυνατότητα και την επικαιρότητα μιας άλλης κοινωνίας.

7. Σε αυτό το φόντο η ριζοσπαστική αριστερά βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο. Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν θα υπάρξει εκείνο το πολιτικό ρεύμα το οποίο θα μπορέσει: α. Να μιλήσει για την ανάγκη του πόλου της ριζοσπαστικής αριστεράς β. Να πείσει ότι το ζήτημα αυτό όντως τίθεται και πιο ειδικά ένα δυναμικό ανεξάρτητων αγωνιστών ότι τίθεται με πραγματικούς όρους και να τους στρατεύσει σε αυτό. γ. Να προτείνει μια πραγματική, με προοπτική και όχι ευκαιριακά, μεθοδολογία γι’ αυτή την κατεύθυνση

Σε αυτή την κατεύθυνση θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι το ρεύμα της Πρωτοβουλίας είναι το μόνο που θα παρέμβει. Αντίθετα είναι πολύ πιθανό να έχουμε και αντίστοιχες τάσεις από το χώρο του Φόρουμ οι οποίες θα προσπαθήσουν να συναρθρώσουν την αντικαπιταλιστική οριοθέτηση με την ενιαιομετωπική σύμπραξη.

Σε κάθε περίπτωση το βασικό ζήτημα είναι να μπορέσουμε να συνδυάσουμε το πραγματικό άνοιγμα αυτής της συζήτησης, τα πραγματικά βήματα προς τα εμπρός με την αποφυγή εύκολων κινήσεων και διακηρύξεων.

8. Σε αυτό το φόντο μια σειρά από πολιτικές προκλήσεις είναι σημαντικές

Α. Έχει ιδιαίτερη σημασία η πρώτη μεγάλη αντιπολεμική αντιπολεμική κινητοποίηση στις 27 Σεπτέμβρη ακριβώς για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω

Β. Οποιαδήποτε προσπάθεια ανασυγκρότησης σχημάτων τόσο στη νεολαία όσο και στους εργαζόμενους αντικειμενικά προϋποθέτει και την χάραξη στοιχείων μιας μάχιμης πολιτικής γραμμής για αυτούς τους χώρους και τα μέτωπα. Αυτό σημαίνει και έναν δικό μας σχεδιασμό σε αυτή την κατεύθυνση.

Γ. Η συνέχεια της δουλειάς της Πρωτοβουλίας, η προσπάθεια να μπουν και άλλα σχήματα και να πιεστούν τάσεις που μάλλον αποχωρούν (ΜΛ-ΚΚΕ), η προσπάθεια να γίνει όντως το πεδίο άρθρωσης πολιτικών πρωτοβουλιών και πρωτοβουλιών διαλόγου

Δ. Σε κάθε περίπτωση και επειδή θα αρχίσουν πολύ νωρίς να υπάρχουν οι γνωστές προεκλογικές πιέσεις χρειάζεται να προβληθεί μια συνολική πρόταση σαν τη δική μας που να υπερβαίνει τον άμεσο ορίζοντα. Δεν απαντάμε εμείς, άλλοι καλούνται να απαντήσουν.

Πολιτικός σχεδιασμός της νέας συλλογικότητας

9. Ο πολιτικός προγραμματισμός μας θα πρέπει να προσπαθήσει να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο αναγκαιότητες: Από τη μια την προώθηση της πολιτικής κατεύθυνσης με τον τρόπο που τη συζητήσαμε στη συνδιάσκεψη. Από την άλλη την προώθηση της διαδικασίας συγκρότησης της νέας συλλογικότητας μέσα από μια σειρά αναγκαία βήματα και πρακτικές.

10. Ως προς την πολιτική κατεύθυνση: Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να έχουμε σαφές είναι ότι η συλλογικότητα διαθέτει ένα κατ’ αρχήν πολιτικό σχέδιο. Προφανώς και θα πρέπει να αποσαφηνίσουμε αρκετές πτυχές του στην επόμενη συνδιάσκεψη, αλλά θα ήταν λάθος να κυριαρχήσει μια αίσθηση απουσίας σχεδίου ή πολιτικής γραμμής.

Ο τρόπος με τον οποίο δίνουμε μια έμφαση στις αναγκαίες πολιτικές και κοινωνικές συσσωρεύσεις στους κοινωνικούς χώρους μέσα από προτάσεις για την επανίδρυση των ΕΑΑΚ, για την πανελλαδική δικτύωση των σχημάτων εργασιακών χώρων, ο τρόπος με τον οποίο επιμένουμε στην Πρωτοβουλία ως ένα πρωτότυπο εγχείρημα διαλόγου, πολιτικού συντονισμού και κοινής δράσης, η επιμονή μας ότι όλα αυτά συνιστούν βήματα προς μια μετωπική ενότητα με τα πόδια κάτω και το κεφάλι επάνω (με την έννοια ότι πρώτα δουλεύεις, οικοδομείς δεσμούς, εκπροσωπείς κοινωνικά κομμάτια και μετά βγαίνεις κεντρικοπολιτικά ή εκλογικά), ο τρόπος με τον οποίο περιγράφουμε μια πραγματικά δημοκρατική λειτουργία μιας μετωπικής ενότητας, ο επί της ουσίας χρονικός προγραμματισμός που κάνουμε (δηλαδή αυτή τη χρονιά έμφαση στα στοιχήματα των σχημάτων, της πραγματικής συνέχειας της Πρωτοβουλίας και της Ολυμπιάδας και σε αυτή τη βάση πραγματικό ξεκίνημα –χωρίς βιασύνες και προεκλογικές συγκολλήσεις- μιας μετωπικής ενότητας), όλα αυτά συνιστούν σήμερα την μόνη πραγματική πολιτική πρόταση στη ριζοσπαστική αριστερά. Μια πρόταση που αντιστοιχεί σε αυτό που πραγματικά επιδιώκει ένα ευρύτερο δυναμικό (που ζητά τομές, αλλά αποστρέφεται τις εύκολες εξαγγελίες χωρίς αντίκρυσμα) και δεν αρνείται την πρόκληση του πόλου χωρίς ταυτόχρονα να υποκύπτει στον εκβιασμό αυτών που ουσιαστικά έχουν έτοιμη τη ρετσέτα της προεκλογική καθόδου.

Ταυτόχρονα ως πολιτική μεθοδολογία η πρότασή μας έχει το πλεονέκτημα μιας «μεταβλητής γεωμετρίας»: είναι μια πρόταση που έχει διαφορετικά επίπεδα, στο οποίο μπορεί να συμμετέχουν διαφορετικές δυνάμεις (για παράδειγμα η πρόταση για τα σχήματα αφορά ένα ευρύτερο δυναμικό που πιθανώς να μη συμμετέχει στη Πρωτοβουλία ή την μετωπική ενότητα).

Άρα λοιπόν θα πρέπει πηγαίνοντας προς τη συνδιάσκεψη του Δεκέμβρη να προβάλουμε αυτή την πολιτική πρόταση: Η έκδοση της πολιτικής απόφασης μας με τη μορφή μπροσούρας, η ύπαρξη ειδική αρθρογραφίας στο έντυπο της νέας συλλογικότητας, η επιδίωξη παρέμβασης και σε άλλα έντυπα, καθώς και η συστηματική συζήτησή της με άλλες τάσεις (ΜΕΡΑ και επιμέρους συνιστώσες του, ΜΛ-ΚΚΕ, ΚΚΕ (μ-λ), ΕΑΜ – Αρ. Ανασύνταξη, Κομ. Ανανέωση) μπορούν να συμβάλουν σε αυτή την κατεύθυνση.

11. Το δεύτερο κρίσιμο σημείο αφορά τη συνέχεια της Πρωτοβουλίας. Είναι γεγονός ότι η μαζική και πετυχημένη παρουσία τη Πρωτοβουλίας δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις που πρέπει να απαντηθούν: Η αποχώρηση του Μ-Λ ΚΚΕ, τουλάχιστον κατ’ αρχήν, σηματοδοτεί έναν περιορισμό του εύρους των δυνάμεων που συμμετέχουν και θα έχει αντίκτυπο και σε ένα δυναμικό των σχημάτων. Η απουσία ενός ορατού στόχου και της πίεσης που αυτό ασκούσε εκ των πραγμάτων ανοίγει μεγάλο περιθώριο για κάθε είδους πολιτικούς υποκειμενισμούς.

Είναι προφανές ότι αυτό ανοίγει και ένα περιθώριο σε άλλες τάσεις και ιδιαίτερα το ΝΑΡ να θεωρήσουν ότι μπορούν να θέσουν εκβιαστική διλήμματα (και ενόψει εκλογών) είτε για το ΜΕΡΑ είτε για τη δικιά τους λογική συγκρότησης μετώπων και «πόλων». Χαρακτηριστικός είναι και τρόπος που τέτοιες λογικές αντανακλώνται σε επιμέρους πεδία, όπως το χειρισμό από τη μεριά των σ. του ΝΑΡ της Συσπείρωσης Αριστερών Μηχανικών.

Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι η συνεχής επίκληση της διάκρισης ανάμεσα στην Πρωτοβουλία και ένα μέτωπο της ριζοσπαστικής αριστεράς, δεν αναιρεί το πραγματικό βαθμό οι δύο αυτές πολιτικές στοχεύσεις είτε συγκλίνουν, είτε επικαθορίζονται.

Γιατί όντως η Πρωτοβουλία είναι ντε φάκτο το πιο προχωρημένο και ενδιαφέρον πείραμα μετωπικής κοινής δράσης έχοντας το πλεονέκτημα να είναι εξ αρχής οριοθετημένη από εύκολες λογικές μετωπικής συγκόλλησης. Αυτό την κάνει έναν πρωτότυπο και ιδιαίτερα ενδιαφέροντα κόμβο οποιασδήποτε στρατηγικής ανασύνθεσης της ριζοσπαστικής αριστεράς, εκτός των άλλων και γιατί έχει και μια πραγματική μαζική απήχηση.

Είναι σαφές ότι η Πρωτοβουλία δεν είναι απλώς ένα εγχείρημα κοινής δράσης, ούτε είναι απλώς ένα εγχείρημα συντονισμού σχημάτων. Είναι πολύ περισσότερο ένας πραγματικός «χώρος διαλόγου και κοινή δράσης» της ριζοσπαστικής αριστεράς ή τουλάχιστον ενός σημαντικού κομματιού της.

Η δικιά μας παρέμβαση οφείλει ακριβώς να δώσει έμφαση στη πραγματική συνέχεια και διεύρυνση της Πρωτοβουλίας:

Πρώτον την προσπάθεια να διατηρηθεί ένα ορισμένο εύρος δυνάμεων μέσα στην Πρωτοβουλία. Αυτή η λογική σημαίνει εκτός των άλλων ότι η όποια απομάκρυνση του ΜΛ-ΚΚΕ δεν μπορεί να αποτελέσει αφετηρία αλλοίωσης της πολιτικής σύνθεσης της Πρωτοβουλίας. Οφείλουμε ως τάση να επιμείνουμε να εξασφαλίζουμε ότι τα κείμενα και οι τοποθετήσεις της Πρωτοβουλίας θα συνεχίσουν να αποφεύγουν το σεχταρισμό και των αποκλεισμό άλλων απόψεων.

Δεύτερον, την προσπάθεια να υπάρξει μια μεγαλύτερη εμπλοκή σχημάτων μέσα στην Πρωτοβουλία. Ιδιαίτερη σημασία έχει η μάχη να διατηρηθεί η αναφορά των παρεμβάσεων των καθηγητών στην Πρωτοβουλία.

Τρίτον, την ανάδειξη της Πρωτοβουλίας σε βασικό σημείο αναφοράς και των πολιτικών πρωτοβουλιών και του διαλόγου της ριζοσπαστικής αριστεράς: Αντιιμπεριαλιστική παρέμβαση, προβολή μιας αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης στην «πάλη κατά της παγκοσμιοποίησης», άνοιγμα του διαλόγου για τα μεγάλα ερωτήματα του καιρού μας. Η 27η Σεπτέμβρη, ο εορτασμός του Πολυτεχνείου, η Ολυμπιάδα μπορούν να είναι τα σημεία αναφοράς.

12. Ειδικά για την Ολυμπιάδα, ενώ έχουμε ένα γενικό περίγραμμα αντίληψη, εντούτοις οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι ως ρεύμα δεν έχουμε συζητήσει με την πρέπουσα σοβαρότητα τρόπους συγκεκριμένης παρέμβασης. Γι’ αυτό το λόγο και πρέπει να συγκροτηθεί μια ειδική ομάδα εργασίας που να επεξεργαστεί και ένα πολιτικό περιεχόμενο και συγκεκριμένες πρώτες ιδέες για κινηματικές πρακτικές.

Ωστόσο μπορούμε να βάλουμε κάποιες ιδιαίτερες διαχωριστικές γραμμές. Εκτιμούμε ότι μια παρέμβαση ενάντια σε όλο το φάσμα των οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών πρακτικών που σχετίζονται με την Ολυμπιάδα μπορεί να έχει μαζική απήχηση. Αυτό προϋποθέτει ότι δεν επιλέγουμε αποκλειστικά μια γραμμή γενικής ιδεολογικής απονομιμοποίησης της Ολυμπιάδας, αλλά κυρίως επικεντρωνόμαστε σε εκείνα τα σημεία όπου η Ολυμπιάδα διαπλέκεται με κρίσιμες αναδιαρθρώσεις. Γι’ αυτό το λόγο και εκτιμούμε ότι και τα σχήματα των εργαζόμενων οφείλουν να έχουν πρωτοπόρο ρόλο ακριβώς για να υπάρξει μια τέτοια μαζική, ταξική παρέμβαση. Αυτό σημαίνει και ότι θέλουμε μια παρέμβαση σε ένα ευρύτερο βάθος χρόνου, τη στιγμή που θα προωθηθούν οι κρίσιμες «ειδικές ρυθμίσεις», και όχι απλά μια αναμονή των όποιων ακτιβισμών στην περίοδο των Ολυμπιακών. Τέλος εκτιμούμε ότι αφετηρία του σχεδιασμού μας θα πρέπει να είναι και η επιδίωξη η όποια πρωτοβουλία ή κίνηση κατά της Ολυμπιάδας συγκροτηθεί να μπορέσει να συμπεριλάβει εκτός από την Πρωτοβουλία και τα σχήματα εργαζομένων και σχήματα γειτονιάς ακόμη και ένα εύρος παρεμβάσεων και αγωνιστών που μπορεί να αναφέρονται και στο Φόρουμ, να προσπαθήσουμε δηλαδή για το μέγιστο εύρος δυνάμεων.

13. Το τρίτο κρίσιμο σημείο αφορά τον πολιτικό μας σχεδιασμό για πρωτοβουλίες ανασυγκρότησης των σχημάτων. Η πρώτη πρόκληση είναι η ανασυγκρότηση των ΕΑΑΚ στη βάση μιας εκτίμησης των θεσμικών τομών που γίνονται, της συγκυρίας του χώρου και μιας μάχιμης πραγματικής κατεύθυνσης για το φοιτητικό κίνημα. Το θέμα αυτό θα απασχολήσει ειδική σχετική εισήγηση του Τομέα Νεολαίας ενόψει της πανελλαδικής ολομέλειάς του στις 4 Οκτώβρη.

Κυρίως θα σταθούμε στο χώρο των σχημάτων εργαζομένων που είναι πιο κρίσιμη πρόκληση. Είναι σαφές ότι το προηγούμενο διάστημα έγιναν βήματα προς τα εμπρός και κυρίως υπάρχει ένα ευρύτερο κομμάτι σχημάτων και αγωνιστών που βλέπει εφικτή τη συγκρότησης μιας πανελλαδικής συνδικαλιστικής παρέμβασης – δικτύωσης σχημάτων. Ταυτόχρονα γνωρίζουμε και την πιθανότητα να υπάρξουν παλινωδίες ή αποστασιοποιήσεις.

Το κλειδί είναι να υπάρξει μια τέτοια εκκίνηση της όλης διαδικασίας που να συγκεντρώνει ένα εύρος και σχημάτων και πολιτικών ρευμάτων. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει από την αρχή να δώσουμε βάρος τόσο το αρχικό κάλεσμα να περιλαμβάνει τα μεγάλα σχήματα της εκπαίδευσης (δάσκαλοι, καθηγητές, ΟΤΑ, γιατροί) και να βάζει μέσα στη συζήτηση ένα εύρος τάσεων μεγαλύτερο από αυτούς που ούτως ή άλλως μιλούν για τα σχήματα, άρα να βάλει εξ αρχής στη συζήτηση και το ΜΛ-ΚΚΕ.

Σε αυτή την κατεύθυνση πρέπει το ταχύτερο δυνατό να κάνουμε όλες τις αναγκαίες προκαταρκτικές συζητήσεις (με όλες τις αποχρώσεις του ΝΑΡ, με ΜΛ-ΚΚΕ, με συνδικαλιστές από τους δασκάλους, Ολυμπιακή, ΟΤΑ, με με Αν. Ταρ. και ό,τι υπάρχει βόρεια) ώστε μέσα στον Οκτώβρη να υπάρξει μια παναθηναϊκή ή/και πανελλαδική συνάντηση σχημάτων εργαζομένων.

Αυτό αντίστοιχα βάζει και σημαντικά καθήκοντα για το δικό μας δυναμικό το οποίο παρεμβαίνει σε σχήματα εργαζομένων. Έχουμε άλλωστε και ένα περίγραμμα πολιτικής πρότασης που αντιστοιχεί στις ανάγκες της περιόδου αλλά και μια εν δυνάμει κοινά αποδεκτή σύνθεση (βλ. Κακώς Κείμενα Ιούνη). Αυτή η πολιτική πρόταση θα πρέπει να αποτελέσει και τοποθέτηση σχημάτων όπου έχουμε μια ειδικά παρουσία: Να αποτελέσει θέση της ΑΡΣΙ και του σχήματος των μισθωτών τεχνικών, να προβληθεί από τους συντρόφους στις παρεμβάσεις της δευτεροβάθμιας, να συζητηθεί στα σχήματα του ιδιωτικού τομέα (βιβλιοϋπάλληλοι, φροντιστήρια).

14. Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν και μια σαφή ιεράρχηση στόχων πάλης για τους χώρους στους οποίους παρεμβαίνουμε. Άλλωστε οποιαδήποτε διαδικασία ανασυγκρότησης σχημάτων δεν μπορεί να γίνει εργαστηριακά, θα πρέπει να δοκιμαστεί μέσα σε συγκεκριμένες μάχες: Τη μάχη ενάντια στη μισθολογική λιτότητα που αποκτά και μια σχετική επικαιρότητα ακριβώς ως απάντηση (πίεση) στο «πακέτο παροχών». Την πάλη ενάντια στις αλλαγές στο ωράριο σε πολλούς χώρους του ιδιωτικού τομέα. Τον αγώνα για τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων. Την πάλη ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις. Την ανάδειξη με κινηματικού όρους του προβλήματος της φοιτητικής μέριμνας. Την πάλη ενάντια στο νομοσχέδιο για την αξιολόγηση των ΑΕΙ.

Για την καλύτερη πολιτική λειτουργία μας

14 Ως προς το δεύτερο άξονα της πολιτικής μας παρέμβασης, αυτόν της εσωτερικής συγκρότησης της νέας συλλογικότητας, οι προκλήσεις που ανοίγουν μπροστά μας είναι αρκετές.

Η πρώτη είναι αυτή της ολοκλήρωσης της συγκρότησης ενιαίων συντονιστικών οργάνων και πολιτικών διαδικασιών. Αυτό μεταφράζεται σε: α) Συγκρότηση του ΚΣΟ και εκλογή του γραφείου του. β) Συγκρότηση του ενιαίου τομέα νεολαίας μέσα από την συγκρότηση του ΣΤΝ και των συντονιστικών πόλης γ) Ενοποίηση του τομέα εργαζομένων και συγκρότηση του συντονιστικού του.

Είναι σαφές ότι σε πρώτη φάση θα υπάρξουν ορισμένα προβλήματα, μπορούμε όμως να τα ξεπεράσουμε. Αυτό σημαίνει τα εξής:

α) Προγραμματισμό των συνεδριάσεων του ΚΣ και της θεματολογίας. Θυμίζουμε ότι όσο πιο σαφείς είναι οι αποφάσεις του τόσο λιγότερες θα είναι οι αρμοδιότητες του γραφείου

β) Η λειτουργία των τομεακών συντονιστικών είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Αυτά θα αποτελέσουν μαζί με τις οργανώσεις πόλεις τη ραχοκοκκαλιά του πολιτικού συντονισμού της νέας συλλογικότητας. Ακριβώς για να αποφύγουμε μια συσσώρευση υποχρεώσεων, καλό είναι (ειδικά για το συντονιστικό των εργαζομένων) στα τομεακά συντονιστικά να συμμετέχουν και σ. που δεν συμμετέχουν στο ΚΣΟ.

γ) Ειδικά για τους εργαζόμενους μέσα από τη συγκρότηση της νέας συλλογικότητας έχουμε τη δυνατότητα για πρώτη φορά να έχουμε συντονιστικό εργαζομένων, έστω και με την μορφή λίγων αρχικά συντρόφων που όμως θα έχουν ως βασική αρμοδιότητα την παρακολούθηση της δουλειάς σε αυτό το χώρο.

15. Το δεύτερο σημείο αφορά την προετοιμασία της συνδιάσκεψης του Δεκέμβρη (20-21/12). Εδώ απαιτείται: να οριστεί από τώρα επιτροπή θέσεων που να επεξεργαστεί:

α) κείμενο θέσεων της νέας συλλογικότητας

β) κείμενο οριστικής αποσαφήνισης της πολιτικής μας πρότασης.

Στις αρχές Οκτώβρη πρέπει τα κείμενα αυτά να είναι έτοιμα, ώστε να συζητηθούν και να ψηφιστούν από το ΚΣ στη μεθεπόμενη συνεδρίαση (τέλη Οκτώβρη ή αρχές Νοέμβρη) και να κατέβουν στους πυρήνες για συζήτηση, αλλά και να δημοσιοποιηθούν με τη μορφή ειδικής έκδοσης.

Στα ίδια πλαίσια θα πρέπει να δούμε και την προετοιμασίας μιας μεγάλης ανοιχτής εκδήλωσης της νέας συλλογικότητας.

Για την επιτροπή θέσεων ορίστηκαν οι σ. Λ. Χ., Π.Σ., Χ.Σ., Δ.Τ., Γ.Ν (και θα προταθεί και στον σ. Δ.Σ.)

16. Το τρίτο σημείο αφορά το σχεδιασμό του εντύπου. Μια συλλογικότητα της δικής μας τάξης μεγέθους χρειάζεται ένα έντυπο και πολύ πιο τακτικό (τουλάχιστον 6 τεύχη ετησίως στην κατεύθυνση του μηνιαίου) και πολύ πιο μάχιμου.

Αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς αυτοτελή συντακτική επιτροπή που να μπορεί να σχεδιάζει και να προγραμματίζει σε ένα βάθος χρόνου. Ούτε μπορεί να προχωρήσει και χωρίς μια αρχική βάση συνδρομητών μέσα από την ίδια τη συλλογικότητα.

Γι΄ αυτό και συγκροτήθηκε ομάδα εργασίας που θα παρουσιάσει εισήγηση στην επόμενη συνεδρίαση για τα χαρακτηριστικά του εντύπου (φυσιογνωμία, θεματολογία, διάρθρωση, περιοδικότητα, βιωσιμότητα, όνομα). Ταυτόχρονα η ίδια ομάδα πρέπει να σχεδιάσει έκδοση των Κακώς Κειμένων για αρχές Νοέμβρη.

Παράλληλα επιβάλλεται το συντομότερο δυνατό να υπάρξει ιστοσελίδα της νέας συλλογικότητας που να λειτουργεί και ως ένα άμεσο σημείο αναφοράς.

17. Η κατ’ αρχήν ανακαίνιση των γραφείων (και οφείλονται συγχαρητήρια σε όσους συντρόφους το έκαναν) δεν αναιρεί το γεγονός αφενός της ύπαρξης σημαντικών ελλείψεων σε εξοπλισμό που πρέπει να καλυφθούν, αφετέρου της ανάγκης καθημερινής μέριμνας γι’ αυτά. Γι΄ αυτό και χρειάζεται υπεύθυνος των γραφείων από το ΚΣ καθώς και ανά δεκαπενθήμερο να αναλαμβάνει διαφορετικός πυρήνας την καθαριότητά τους.

18. Η αναβάθμιση της πολιτικής παρέμβασης σημαίνει και αναβάθμιση των οικονομικών απαιτήσεων αυτής της παρέμβασης. Απαιτείται η συστηματική παρακολούθηση των εισφορών, και η διαμόρφωση ενός μηχανισμού τακτικής είσπραξης των εισφορών.

19. Ως προς τον προγραμματισμό των επόμενων συνεδριάσεων προτείνεται το πανελλαδικό ΣΤΝ να συνεδριάζει τα Σάββατα πριν τις κυριακάτικες συνεδριάσεις του ΚΣ. Τέλος ως μέρα συνεδρίασης του γραφείου προτείνεται η Δευτέρα, 7.00 μ.μ.

Η επόμενη συνεδρίαση του ΚΣ θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 5 Οκτώβρη.

Εκλογή υπευθύνων και γραφείου

Η συνεδρίαση του ΚΣ ολοκληρώθηκε με διαδικασίες εκλογής

1. Ως υπεύθυνος του ΚΣ ορίστηκε ο σ. Π.Σ. Ως αναπληρωτής υπεύθυνος ο σ. Γ.Μ.

2. Στη συνέχεια έγινε εκλογή του 13μελούς πανελλαδικού γραφείου. Υπενθυμίζουμε ότι το γραφείο αποτελείται από 6 υπευθύνους που συμμετέχουν υποχρεωτικά στο όργανο (υπεύθυνος και αναπληρωτής υπεύθυνος του ΚΣ, υπεύθυνος εργαζομένων, υπεύθυνος ΣΤΝ, υπεύθυνος της οργάνωσης Πάτρας, υπεύθυνος της οργάνωσης Θεσσαλονίκης) και 7 μέλη που εκλέγονται από το ΚΣ.

Το ΚΣ προχώρησε στην εκλογή επτά μελών του στο γραφείο καθώς και τριών αναπληρωματικών. Δόθηκε έμφαση στην εκλογή και αναπληρωματικών μελών ακριβώς γιατί εκκρεμεί η εκλογή ορισμένων υπευθύνων (νεολαία, εργαζόμενοι, Πάτρα) και επειδή υπάρχει η περίπτωση αυτοί να είναι ήδη εκλεγμένοι στο γραφείο η εκλογή αναπληρωματικών θα καλύψει την όποια ανάγκη συμπλήρωσης θέσεων

Έτσι εξελέγησαν οι σ. Χ.Σερ., Γ.Παυλ., Δ.Τζαν., Διομ.Κατσ., Χρ.Τουλ., Ν.Ξυπ., Σπ.Δρ.

Αναπληρωματικοί οι σ. Δημ.Καν., Λ.Χυτ., Γ. Καλ.

Ανήκουν στο γραφείο λόγω υπευθυνότητας οι σ. Π.Σ. και Γ.Μ. καθώς και ο σ. Σακ. Κηρ. (υπεύθυνος Θεσσαλονίκης).