1.Οι εκλογές για τις Περιφέρειες και τους Δήμους δείχνουν σημαντικές τάσεις σε συνέχεια των διπλών βουλευτικών εκλογών. Σημαντικό στοιχείο η σημαντική αύξηση της αποχής, ειδικά στα αστικά κέντρα. Πανελλαδικά η συμμετοχή είναι στο 52,5%, αλλά σε αστικούς δήμους είναι πολύ μικρότερη, στην Αθήνα μόλις 32,3%, στη Θεσσαλονίκη 41%, σε πολλούς δήμους του Λεκανοπεδίου στο 45% περίπου.Το φαινόμενο αυτό αφορά σημαντικά τη νεολαία για άλλη μία φορά, αλλά φαίνεται ότι σε σημαντικό βαθμό πρόκειται και για δυσαρεστημένο κόσμο της ΝΔ και της δεξιάς ευρύτερα (π.χ. Αθήνα), ενώ φαίνεται ότι συνεχίστηκε η αποχή από απογοητευμένο κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ.Γενικότερα, η αύξηση της αποχής οφείλεται στη σταδιακή απαξίωση και υποβάθμιση της αυτοδιοίκησης με τους νόμους των τελευταίων ετών, στην αίσθηση ότι η τοπική αυτοδιοίκηση απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις λαϊκές ανάγκες και συνδέεται ολοένα και περισσότερο με την κεντρική εξουσία. Ταυτόχρονα, αναδεικνύει και την επείγουσα ανάγκη ανασύνθεσης και ανασυγκρότησης μίας ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς με τοπική γείωση, ώστε να αναγεννηθούν συμμετοχικές και συλλογικές διαδικασίες στις γειτονιές.
2. Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει την κυριαρχία και ηγεμονία της στο πολιτικό σκηνικό. Ήδη κέρδισε από τον πρώτο γύρο τις μεγαλύτερες Περιφέρειες (Αττική, Κεντρική Μακεδονία και Δυτική Ελλάδα), διεκδικεί εκ νέου να εκλέξει περιφερειάρχες της επιλογής της σε όλες τις Περιφέρειες και διατηρεί την υπεροχή της στην τοπική αυτοδιοίκηση. Όμως, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η καταγραφή μιας αξιοσημείωτης φθοράς της. Φθορά που φαίνεται από τη σημαντική πτώση των ψήφων για διάφορους υποψηφίους της σε ορισμένες Περιφέρειες (Θεσσαλία, Δυτ. Μακεδονία) και Δήμους (κυρίως Αθήνα κ.α.) Πρόκειται για μια φθορά λίγους μόλις μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές που οφείλεται στις μεγάλες καταστροφές και την αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να ανταποκριθεί (πυρκαγιές, πλημμύρες), αφήνοντας τον απλό κόσμο έκθετο, αλλά και στα δείγματα της ακραίας επιθετικής πολιτικής που έδειξε μέσα στο προηγούμενο τρίμηνο (αντεργατικός νόμος Γεωργιάδη κλπ.). Η υποχώρηση αυτή δεν κινήθηκε προς την Ακροδεξιά, η οποία υποχώρησε σημαντικά, χωρίς να υποτιμάται όμως το σημαντικό ποσοστό Κασιδιάρη στην Αθήνα.
3. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ο πόλος του δικομματισμού της λεγόμενης Κεντροαριστεράς όχι μόνο δεν ανέκαμψε, αλλά ενισχύεται η ρευστότητα εντός του. Το ΠΑΣΟΚ παραμένει στάσιμο διατηρώντας όμως κάποιες δυνάμεις αυτοδιοικητικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ δέχεται περαιτέρω μείωση της επιρροής του και βυθίζεται σε μεγαλύτερη κρίση. Η κρίση αυτή φαίνεται να διοχετεύεται σε τρεις κατευθύνσεις: στην αποχή /άκυρο, σε πιο συστημικές/δεξιές κατευθύνσεις, αλλά ένα μέρος της και προς τη μαχόμενη Αριστερά. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική και κρίσιμη εξέλιξη για το κίνημα και τη ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική Αριστερά.
4. ΤοΚΚΕκαταγράφει ένα ανοδικό αποτέλεσμα, σε συνέχεια αυτού των βουλευτικών εκλογών. Έχει ποσοστιαία και απόλυτη άνοδο σε όλες τις περιφέρειες, με σημαντικότερες τις ανόδους σε Αττική, Θεσσαλία και Κεντρική Μακεδονία. Καταγράφει σημαντική αύξηση της επιρροής του σε κάποιους αστικούς δήμους, αλλά σε περιπτώσεις επαρχιακών δήμων πιέζονται και υποχωρούν και οι δυνάμεις του. Εκλέγει ένα δήμαρχο από τον πρώτο γύρο (Ικαρία) και διεκδικεί τη δημαρχία σε άλλους 5 (Πάτρα, Καισαριανή, Χαϊδάρι, Πετρούπολη, Τύρναβο), ενώ επιπλοκή έχει δημιουργηθεί στη Νίκαια (όπου αρχικά φάνηκε ότι θα πάει σε δεύτερο γύρο, αλλά στο Πρωτοδικείο ανακηρύχθηκε νικητής ο υποψήφιος της ΝΔ για λίγες ψήφους). Η έκβαση της αναμέτρησης σε αυτές τις πόλεις θα ολοκληρώσει την εικόνα για το συνολικό αποτέλεσμά του.
5. Ποιοτική σημασία έχουν τα αποτελέσματα των συνδυασμών της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Το κυριότερο είναι πως εκφράζεται μια γενική υποχώρηση με λιγότερους συνδυασμούς και σαφώς λιγότερους εκλεγμένους/ες συμβούλους. Η υποχώρηση αυτή οφείλεται κατά κύριο λόγο σε υποκειμενικές πολιτικές επιλογές οι οποίες οδήγησαν στην αδυναμία των συνδυασμών να υπερβούν τα αντικειμενικά αντιδημοκρατικά όρια του 3% και τα εμπόδια των εκλογικών ρυθμίσεων του νόμου Βορίδη, ενώ ήταν γενικά εφικτό, όπως έδειξαν οι συνδυασμοί σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Τα όρια της τοπικής γείωσης των αριστερών ριζοσπαστικών σχημάτων προκύπτουν πρώτα από όλα από ελλείμματα σε μία τοπική μαζική δουλειά, αλλά και στην προγραμματική αδυναμία για μια αριστερή πολιτική στην πόλη που θα μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία κινημάτων, να συγκρούεται με το κατεστημένο καιταυτόχρονα να μπορεί και να εξυπηρετήσει τις λαϊκές ανάγκες αναλαμβάνοντας ευθύνες ακόμα και στη σημερινή δύσκολη κατάσταση. Πέραν αυτής της γενικότερης αδυναμίας, η σημερινή υποχώρηση οφείλεται σε σημαντικό βαθμό και στις διασπαστικές πολιτικές επιλογές, μαζί με μια αριστερίστικη και ταυτόχρονα, καιροσκοπική κατεύθυνση στο περιεχόμενο της πολιτικής μάχης των αυτοδιοικητικών εκλογών και γενικότερα στην τακτική της ανατρεπτικής Αριστεράς. Αυτό αναδεικνύεται κυρίως στις Περιφέρειες, όπου δεν εκλέγεται κανένας/καμία περιφερειακός σύμβουλος της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς για πρώτη φορά από το 2010.
6. Το ελπιδοφόρο είναι ότι μέσα σε αυτή τη γενικότερη υποχώρηση αναφύεται με αντιφατικό αλλά σαφή τρόπο μια μικρή αλλά ποιοτικά σημαντική, θετική τάση ριζικής και ενωτικής ανασύνθεσης και υπέρβασης των πολιτικών που προαναφέρθηκαν. Αυτή την τάση δείχνει, πρώτα από όλα, το αποτέλεσμα των ενωτικών ψηφοδελτίων της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στους Δήμους της Αθήνας (6,1%) και της Θεσσαλονίκης (5,5%). Αλλά και σε άλλα δημοτικά σχήματα που κυριάρχησε η ενωτική και ταυτόχρονα ριζοσπαστική λογική, όπως στο Μαρούσι (9,8%), σε Νεάπολη-Συκιές (9%), στο Περιστέρι (5,7%), στη Λαμία (5,4%), στην Άρτα (5,1%), στην Αγία Παρασκευή (4,95%) κ.ά. Ακόμα και στις Περιφέρειες ξεχωρίζουν το ενωτικό σχήμα στη Δυτική Ελλάδα, το μόνο που άγγιξε την εκλογή συμβούλου με 2,92%, και το σχήμα στη Δυτική Μακεδονία (2,6%), το οποίο είναι το μοναδικό που έχει μεγάλη άνοδο και σε ποσοστό και σε ψήφους (αύξηση περίπου 1.700 ψήφων και κατά 61% της δύναμής του). Σε όλα αυτά τα σχήματα και σε αρκετά ακόμα εκφράστηκε η ανάγκη για μια πολιτική αντιστροφής της υπάρχουσας αρνητικής κατάστασης, για την αλλαγή του ιστορικού βέλους. Εκφράστηκε η διάθεση για υπέρβαση και ανασύνθεση της σημερινής μαχόμενης Αριστεράς. Εκφράστηκε η βούληση και η προσπάθεια για μία πολιτική μαζικής απεύθυνσης, με την πάλη για άμεσες λαϊκές κατακτήσεις στην προμετωπίδα των αγώνων μας, με λογική ενωτικής συγκέντρωσης δυνάμεων της Αριστεράς και του μαζικού κινήματος. Αυτή η προσπάθεια, μαζί με τα αποτελέσματά της στις αυτοδιοικητικές εκλογές, δείχνουν τις υπαρκτές δυνατότητες και αποτελούν πυξίδα για τις επόμενες προσπάθειές μας.
7. Χαιρετίζουμε όλες και όλους που στήριξαν τα αριστερά ριζοσπαστικά σχήματα σε Δήμους και Περιφέρειες. Θέλουμε να φανούμε αντάξιοι/ες της ελπίδας και της αγωνίας που εκφράζει αυτό το δυναμικό. Και μαζί να αγωνιστούμε και να οικοδομήσουμε μία νέα ενωτική και ριζοσπαστική, κινηματική αλλά και πολιτική προοπτική. Για την οποία απαιτούνται κρίσιμες πρωτοβουλίες για την οργάνωση της μαζικής αντίστασης του εργατικού και λαϊκού κινήματος στη νέα αντιλαϊκή επίθεση και για την παρέμβαση στην κρίσιμη μάχη των επερχόμενων ευρωεκλογών τον Ιούνιο του 2024. Μόνο μέσα και μαζί με μία τέτοια ευρύτερη κίνηση θα αναπτυχθεί και κάθε προσπάθεια κομμουνιστικής επανίδρυσης και ανασυγκρότησης όπως αυτή που επιχειρούμε.
8. Στο δεύτερο γύρο των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών αρνούμαστε να γίνουμε μέρος του προβλήματος της αστικής διαχείρισης και των άστοχων και αποπροσανατολιστικών διλημμάτων, επιδιώκουμε να καταδικαστούν οι εκφραστές της κυβερνητικής και εν γένει της δεξιάς πολιτικής.. Στους δήμους που διεκδικεί η Λαϊκή Συσπείρωση στο δεύτερο γύρο είναι προς το συμφέρον των δημοτών τους, και ειδικά της Πάτρας, να μην περάσουν οι Δήμοι στα χέρια των συστημικών και επιχειρηματικών συνδυασμών, αλλά στα χέρια μαχόμενων αριστερών δυνάμεων, παρά την κριτική στάση και τις διαφωνίες που έχουμε με την τακτική του ΚΚΕ.
Πρωτοβουλία για μια
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
(ΑΡΑΝ, Κ/ΣΧΕΔΙΟ, ανένταχτοι/ες)