Η συγκυρία στην οποία βρισκόμαστε μπορεί να χαρακτηριστεί ως διάστημα συμπυκνωμένων πολιτικών εξελίξεων. Η πολεμική σύρραξη στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις του πολέμου για τους λαούς, η ακρίβεια και οι ανατιμήσεις σε βασικά αγαθά που οδηγούν στην υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου της κοινωνίας. Οι συνέπειες της καταστροφικής διαχείρισης της πανδημίας που πλέον είναιορατές σε όλους τους τομείς και η ψήφιση μιας σειράς νόμων - τομών φέρνουν λαό και νεολαία σε χειρότερες θέσεις μάχης. Η κατάσταση των συλλόγων μετά από δυο χρόνια κλειστών σχολών, η κίνηση της φοιτητικής αριστεράς εντός τους, η διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών μετά από τρία χρόνια, αλλά και η κομβικής σημασίας μάχη ενάντια στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και το μπλοκάρισμα του νόμου πλαισίου διαμορφώνουν μια δύσκολη, αλλά ελπιδοφόρα κατάσταση για τον φοιτητικό συνδικαλισμό. Όλα αυτά σκιαγραφούν τα αναβαθμισμένα καθήκοντα της περιόδου για την ριζοσπαστική φοιτητική αριστερά.


Οι φετινές φοιτητικές εκλογές καταρχάς επανακατοχύρωσαν τη δυνατότητα συλλογικής άρθρωσης του φοιτητικού συνδικαλισμού. Εκτός από την σημαντική μαζικότητα για τα δεδομένα της περιόδου είναι σημαντικό ότι αποτυπώθηκε άνοδος των αριστερών δυνάμεων και σοβαρή πτώση των ΔΑΠ-ΠΑΣΠ. Για τις δυνάμεις της φοιτητικής αριστεράς και ειδικά αυτές των ΕΑΑΚ – ΑΡΕΝ το διακύβευμα της επόμενης περιόδου είναι πολλαπλό. Πρώτα από όλα, πρέπει να δοθούν όλες οι δυνάμεις για να αξιοποιηθεί αυτό το αποτέλεσμα για την μαζική ανασυγκρότηση των φοιτητικών συλλόγων και των διαδικασιών τους (συνελεύσεις, ΔΣ) σε πρωτοβάθμιο επίπεδο. Θέλουμε ενεργούς συλλόγους, που ασχολούνται με όλο το εύρος των σημερινών φοιτητικών προβλημάτων και προχωράνε σε μαζικές συλλογικές δράσεις για αυτά, με ζωντανές διαδικασίες και όργανα, με ακόμα πιο μαζική συμμετοχή φοιτητών και φοιτητριών, με συμμετοχή όλων των φοιτητικών παρατάξεων χωρίς λογικές «κόκκινων» συλλόγων ή ακόμα χειρότερα λογικές πλήρους γραφειοκρατικοποίησης (τύπου ΑΣΟΕΕ με ευθύνη της ΠΑΣΠ και πολλών μικρών νέων – πρώην ΤΕΙ - τμημάτων κυρίως της Βόρειας Ελλάδας με ευθύνη κυρίαρχα της ΔΑΠ).

Παρά τα θετικά αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών, η ριζοσπαστική φοιτητική αριστερά παρουσίασε και συνεχίζει να παρουσιάζει μια σειρά από αδυναμίες και προβληματικές που καθιστούν αδύνατο να παίξει το ρόλο που της αντιστοιχεί στην συγκυρία. Τα σχήματα δεν έχουν καταφέρει να λειτουργούν και να παρεμβαίνουν στους συλλόγους με τέτοιο τρόπο που θα συμβάλλουν στη συγκρότηση κοινωνικού και πολιτικού ρεύματος κόντρα στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση. Με βάση την κατάσταση των μορφωμάτων τα τελευταία χρόνια, γεννάται το ερώτημα αφενός αν υπάρχει βούληση και αφετέρου αν είναι ικανά να το κάνουν χωρίς να προχωρήσουν στις αναγκαίες τομές. Η κατάσταση στο σύνολο της ριζοσπαστικής αριστεράς που παρεμβαίνει στα πανεπιστήμια βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τις ανάγκες της συγκυρίας και το μέγεθος των διακυβευμάτων για το φοιτητικό κίνημα και τη νεολαία. Ο πυρήνας αυτής της κατάστασης δεν είναι άλλος από την κρίση των υπάρχοντων μορφωμάτων, δημιουργώντας ένα πεδίο στο οποίο υπάρχει πλήρης αδυναμία επίτευξης ουσιαστικών πολιτικών προχωρημάτων, συνθέσεων και μετατοπίσεων.

Η κρίση αυτή πηγάζει από δύο ελλείψεις, οι οποίες συνδέονται διαλεκτικά. Η πρώτη είναι η έλλειψη ενός κρουστικού πολιτικού σχεδίου γύρω από τη νεολαία. Η δεύτερη έχει να κάνει με τα χαρακτηριστικά της αναγκαίας πολιτικής μορφής που θα μπορέσει να βάλει σε κίνηση αυτό το σχέδιο. Το πρωτείο σε αυτή τη διαλεκτική σχέση έχει το πολιτικό σκέλος, όμως αυτό δεν σημαίνει πως το οργανωτικό είναι λιγότερο σημαντικό. Σημαίνει όμως ότι η κουβέντα περί πολιτικού υποκειμένου δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι μία θεματική με απόλυτη αυτοτέλεια, καθώς σχετίζεται άμεσα με αναγνώσεις που πρέπει να γίνουν στα υπόλοιπα ζητήματα, δηλαδή το κοινωνικό υποκείμενο, την κίνηση του αντιπάλου και τους τρόπους οργάνωσης του κινήματος. Αυτές είναι οι βασικές αφετηρίες, γύρω από τις οποίες η κουβέντα πλαισιώνεται με θεματικές όπως η γεωμετρία και η φυσιογνωμία. Την ίδια στιγμή οι ιστορικές διαιρέσεις που όριζαν την ύπαρξη διαφορετικών μορφωμάτων (Ε.Α.Α.Κ. & ΑΡ.ΕΝ) έχουν παύσει εδώ και χρόνια να υφίστανται.

Σε αυτήν την συγκυρία λοιπόν είναι απαραίτητο να γίνει μια παράλληλη δουλειά, τόσο για το φοιτητικό κίνημα και την παρέμβαση στους φοιτητικούς συλλόγους, όσο και για την ίδια την ανασυγκρότηση του πολιτικού υποκειμένου και την ανασύνθεση της φοιτητικής αριστεράς.

Είναι αναγκαία η παρέμβαση γύρω από συγκεκριμένες αιχμές που αφορούν την φοιτητική καθημερινότητα και την επαγγελματική προοπτική σε μια προσπάθεια πόλωσης των αμφιθεάτρων και δημιουργία κλίματος εντός των συλλόγων. Αιχμές που θα συνδέονται με τα κύρια νομοσχέδια της συγκυρίας για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.

Ταυτόχρονα, είναι αναγκαία η επανανοηματοδότηση του χώρου των πανεπιστημίων ως ζωντανών κοινωνικών χώρων, κόντρα σε λογικές ενταντικοποίησης, απονομιμοποίησης του ασύλου και αποστείρωσης του πανεπιστημίου. Πρέπει να ξεφύγουμε από την λογική του ότι παρεκκλίνει από την πεπατημένη είναι ‘’ λιγότερο πολιτικό ‘’ ή ‘’ αποπροσανατολίζει από την βασικά επίδικα ‘’ . Σε καιρούς ήττας η αυτοκριτική μας οφείλει να περνάει και μέσα από τις πρακτικές μας και αυτό δεν μπορεί παρά να είναι και ζήτημα φυσιογνωμίας ή και πολιτιστικού αντιπαραδείγματος .

Παράλληλα χρειάζεται να οριστεί μια μεθοδολογία επανανοηματοδότησης των φοιτητικών συλλόγων και του φοιτητικού συνδικαλισμού. Μια μεθοδολογία που θα ξεκινάει από την μαζικοποίηση των συλλογικών πρακτικών εντός των συλλόγων, την καθημερινή συνδικαλιστική παρέμβαση, αλλά θα βάζει μπροστά και την αναγκαιότητα ύπαρξης στιβαρών δομών του φοιτητικού κινήματος, τόσο σε επίπεδο συλλόγων όσο και σε πανελλαδικό.

Χρέος μας είναι λοιπόν να ορίσουμε το μοντέλο μιας αριστερής παρέμβασης στις σχολές που:

- Σχεδιάζει βάσει των ρευμάτων που αναγνωρίζει και που στοχεύει να ριζοσπαστικοποιήσει, μέσα από πρακτικές με τις οποίες θα προσπαθεί να κατοχυρώνει νίκες, στην προοπτική ενός συνολικότερου σχεδίου ρήξης με ΕΕ, ευρώ και τη σκιαγράφηση ενός άλλου δρόμου.

- Αναμετράται με τα πραγματικά βιώματα και εμπειρίες της φοιτητικής καθημερινότητας στα οποία θα προτείνει μια συλλογική, ριζοσπαστική και μαζική πρόταση η οποία θα φιλοδοξεί να νικήσει.

- Δημιουργεί έστω και μικρές συλλογικές αναπαραστάσεις και νίκες, προκειμένου το φοιτητικό υποκείμενο να αντιληφθεί την αξία του συλλογικού έναντι του ατομικού δρόμου.

- Έχει ως στόχο την επανακατοχύρωση της συλλογικής ταυτότητας εντός του φοιτητικού σώματος και την ανασυγκρότηση των συλλογικών δομών του φοιτητικού κινήματος μακριά από λογικές ανάθεσης.

- Δεν αντιμετωπίζει τους φοιτητές ως δέκτες πολιτικών απόψεων, αλλά τους εμπλέκει έμπρακτα στις διαδικασίες του συλλόγου και στην υλοποίηση των αποφάσεων, κάνοντας τους οργανικό κομμάτι μιας πολιτικής γραμμής που συνεχώς θα διαμορφώνεται με βάση τα βιώματα τους.

- Βάζει στο στόχαστρο μέσω των ίδιων των πρακτικών που συγκροτούνται, τις δυνάμεις του αναχωρητισμού από τις δομές των Φοιτητικών Συλλόγων, αλλά και τις αντιδραστικές δυνάμεις όπου στοχεύουν στη διάλυσή τους.

- Αναμετράται αυτοτελώς με νέους τρόπους προπαγάνδισης, απεύθυνσης, επικοινωνίας, και άσκησης πολιτικής που μπορούν να πιάνουν τη διάχυτη δυσαρέσκεια, να την πολιτικοποιούν και να τη βάζουν σε ατραπούς ρήξης.

- Ξαναθέτει ως σημαντικό στόχο, την ενεργοποίηση της πολιτικής αντιπαράθεσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων των Φοιτητικών Συλλόγων, όχι με όρους καταγγελιολογίας, αλλά με όρους αντιπαράθεσης των εκάστοτε πολιτικών σχεδίων και ανάδειξης τόσο των προοπτικών τους όσο και των στόχων που θέτουν για το φοιτητικό στρώμα

- Στοχεύει στην διαμόρφωση και εγχάραξη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών και αντανακλαστικών στο φοιτητικό υποκείμενο σε επίπεδο σχολής (αμφισβήτηση της καθηγητικής αυθεντίας), αλλά και συνολικότερα χαρακτηριστικά κόντρα στην δεξιά ιδεολογική μετατόπιση της κοινωνίας (ρατσισμό, σεξισμό, ομοφοβία κλπ).

- Δεν βλέπει την παρέμβαση της ως εξωτερική των οργανωμένων δομών του φοιτητικού κινήματος, αλλά μαζικοποιεί την δράση της και δημιουργεί ρήξεις εντός αυτών.

Είναι αναγκαία μια αριστερά, που θα περιγράφει έναν τρόπο λειτουργίας ποιοτικά διαφορετικό σε σχέση με το υπάρχον, τόσο των σχημάτων, όσο και του ίδιου του μορφώματος. Απέναντι στον κατακερματισμό, ο οποίος αποτυπώνεται με την ύπαρξη πολλαπλών σχημάτων στους κοινωνικούς χώρους που λειτουργούν καθαρά ως «εκφράσεις» των επιμέρους αντιλήψεων, και οδηγεί στην έλλειψη οποιασδήποτε πολιτικής τριβής.

Δεδομένου του στόχου του «ενός σχήματος ανά κοινωνικό χώρο» λοιπόν, είναι απαραίτητο να οριστείουσιωδώς και η ίδια η λειτουργία των σχημάτων. Τα σχήματα πρέπει να αποτελούν στην πραγματικότητα κύτταρα πολιτικοποίησης, κοιτίδες παραγωγής πολιτικής γραμμής και σχεδίου για το κοινωνικό τους χώρο. Να ορίζουν την γραμμή τους μέσα από την διαδικασία της θέσης, αντίθεσης και σύνθεσης, με ηγεμονία βάσει της κοινωνικής αποτελεσματικότητας των πολιτικών σχεδίων, όπου οι λογικές βέτο δεν είναι αποδεκτές.

Την ίδια στιγμή είναι επιτακτική ανάγκη να ξεκινήσει και η κουβέντα γύρω από την οργανωτική μορφή, μια κουβέντα που θα πρέπει να πηγάζει από κριτικά συμπεράσματα αναφορικά με την τρέχουσα λειτουργία του μοντέλου τόσο των ΕΑΑΚ, όσο και της ΑΡΕΝ. Είναι αναγκαίο ένα οργανωτικό μοντέλο που θα μπορεί να συνδυάζει παραγωγικά την αυτοτέλεια των επιμέρους σχημάτων, όσο και τον συντονισμό για την ενιαία λειτουργιά τους, με τις απαραίτητες δεσμεύσεις. Είναι ανάγκη λοιπόν να εξασφαλιστεί το πως θα μπορέσει να διασφαλιστεί μια ισορροπία μεταξύ ενιαίας κίνησης, ουσιωδώς δημοκρατικής λειτουργιάς και πρωτοκαθεδρίας των σχημάτων κοινωνικού χώρου στη χάραξη πολιτικής γραμμής. Και το πως το δίκτυο θα μπορεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα να σχεδιάζει και να αποτιμά τη μεσοπρόθεσμη πολιτική κατεύθυνση με τρόπο τον όποιο θα εμπλέκει ουσιαστικά και ισότιμα όλους της αγωνιστές/τριες και ιδίως της ανέντακτους/ες στο σύνολο της πολιτικής κουβέντας.

Οι μάχες που έχουμε μπροστά μας έχουν υψώσει τον πήχη του χρέους και του ιστορικού καθήκοντος της ριζοσπαστικής αριστεράς πολύ ψηλά. Γι’ αυτό, η μοναδική μας ευθύνη στο τώρα είναι να κοιτάξουμε τον πολιτικό μας εαυτό κατάματα, για να δημιουργήσουμε εκείνο το χώρο που είναι πολιτικά αναγκαίο να υπάρχει στο εσωτερικό των ΦΣ προκειμένου αυτοί να μπορούν να λειτουργούν δημοκρατικά, να διεκδικούν και να κερδίζουν κάθε μέρα τα μικρά, αλλά και τα μεγάλα. Ο μόνος πραγματικός τρόπος να μπορέσει η δική μας αριστερά να γίνει αντίστοιχη της συγκυρίας είναι η ανασυγκρότηση σε μία κατεύθυνση όπου οι πολιτικές γραμμές θα συγκρούονται και θα κρίνονται εκεί που πραγματικά ανήκουν, στο πεδίο των μαζών, βάσει των πολιτικών τους αποτελεσμάτων. Γιατί, η αριστερά των κοινωνικοπολιτικών αγώνων που παλεύει για το δίκιο των καταπιεσμένων και δεν περιμένει τη δικαιοσύνη αυτή από ψηλά, δεν ξέρει τι πάει να πει ομίχλη και σκοτάδι. Η δικιά μας αριστερά που μπορούσε από τα μικρά μέχρι τα μεγάλα να κερδίζει για την κοινωνική πλειοψηφία, τα φτιάχνει όλα στο φως.

Το επόμενο διάστημα οι δυνάμεις μας θα προσπαθήσουν να συμβάλλουν από κοινού σε αυτή την κατεύθυνση, μέσα από την επαναλειτουργία τόσο των ενωτικών, όσο και μέσα από κοινές διαδικασίες των δυο μορφωμάτων.