Ο νέος νόμος Βορίδη για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, που κατατέθηκε την Τρίτη 18/5 στην Βουλή, φέρνει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο εκλογής των οργάνων σε Δήμους και Περιφέρειες συμβάλλοντας περαιτέρω στον περιορισμό της όποιας σχετικής αυτοτέλειας τους έχει απομείνει από την κεντρική κρατική διοίκηση. Σε συνέχεια των μεταρρυθμίσεων «Καποδίστρια», «Καλλικράτη» και «Κλεισθένη», ο νέος νόμος Βορίδη προωθείται παράλληλα με άλλες σημαντικές αντιδραστικές αλλαγές στην αυτοδιοίκηση. Διαμορφώνεται έτσι ένα σφιχτό θεσμικό πλαίσιο που προσδένει ακόμα περισσότερο τους Ο.Τ.Α. στις πολιτικές της «επιχειρηματικότητας» και της «ανταποδοτικότητας». Με πρόσφατο νόμο αυξάνονται τα όρια απευθείας αναθέσεων (υπό προϋποθέσεις ακόμα και 60.000 ευρώ!) και διαλύονται οι μηχανισμοί ελέγχου των ιδιωτικών εργολαβιών, πρακτικά οι ίδιοι οι εργολάβοι θα μισθώνουν εταιρείες για να τους «ελέγχουν» και μάλιστα δειγματοληπτικά! Αρμοδιότητες των συμβουλίων συνεχώς μεταβιβάζονται στις εντελώς ελεγχόμενες από τις διοικήσεις επιτροπές (Οικονομική, Ποιότητας Ζωής). Θεσμοθετούνται οι «Αναπτυξιακοί Οργανισμοί» των ΟΤΑ ως Α.Ε. που θα διαχειρίζονται μέχρι και το 20% του προϋπολογισμού δήμου ή περιφέρειας χωρίς πλέον κανένα ουσιαστικό πολιτικό έλεγχο, υποκαθιστώντας πλήρως και τις τεχνικές υπηρεσίες των ΟΤΑ με ιδιώτες.
Στήνεται, λοιπόν, ένα συνολικότερο θεσμικό πλαίσιο για την ακόμα πιο ανεξέλεγκτη επιχειρηματικοποίηση των ΟΤΑ και την ενίσχυση του τοπικού κεφαλαίου μέσω των χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων από κράτος και ΕΕ με χρήματα των πολιτών. Για να υπηρετηθεί η κατεύθυνση αυτή πιο αποτελεσματικά στο πρότυπο της περίφημης «κυβερνησιμότητας» γίνεται ακόμα πιο ασφυκτικό το πλαίσιο εκλογής των συμβουλίων και της πολιτικής λειτουργίας των ΟΤΑ. Συγκεντροποιείται η τοπική εξουσία και μειώνονται σημαντικά οι δυνατότητες παρέμβασης εντός των συμβουλίων για όποιες φωνές αρθρώνουν κριτική και διαφωνίες στην κυρίαρχη κατεύθυνση των αναδιαρθρώσεων. Οι αντιδημοκρατικές αλλαγές που εισάγει ο νέος νόμος Βορίδη στο σύστημα εκλογής επιχειρούν να περιορίσουν κι άλλο τον όποιο πολιτικό ρόλο έχει μείνει στα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια, μετατρέποντάς τα σε απλούς διαχειριστικούς εταίρους της εκάστοτε κυβέρνησης, ενώ ταυτόχρονα τα στεγανοποιεί από την συμμετοχή, τις παρεμβάσεις και τις διεκδικήσεις των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών.
Πιο συγκεκριμένα ο νέος νόμος της Νέας Δημοκρατίας:
·Μειώνει σημαντικά τον αριθμό των μελών των Δημοτικών, Περιφερειακών και Κοινοτικών Συμβουλίων συρρικνώνοντας την αντιπροσώπευση κοινωνικών ομάδων και κατηγοριών και γενικότερα των τοπικών κοινωνιών σε αυτά.
·Επαναφέρει την 5ετή θητεία των Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών στην κατεύθυνση περαιτέρω απαξίωσης της δημοκρατικής λειτουργίας των Ο.Τ.Α. και της αναγκαίας συμμετοχής των πολιτών σε αυτούς.
·Επιβραβεύει τον πρώτο συνδυασμό που θα λάβει το 43% των ψήφων με το 60% των εδρών αλλοιώνοντας τη δημοκρατική βούληση και την ψήφο των πολιτών δημιουργώντας πλαστές πλειοψηφίες και υπερσυγκεντρωτικά συστήματα διοίκησης με υπερεξουσίες Περιφερειαρχών και Δημάρχων στο όνομα της «κυβερνησιμότητας». Αυτό έρχεται να ολοκληρώσει τις αντιδημοκρατικές παρεμβάσεις Θεοδωρικάκου που έχουν ήδη μεταφέρει από τον Ιούλη του 2019 σημαντικές αρμοδιότητες από τα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια στις αντίστοιχες επιτροπές Οικονομικών και Ποιότητας Ζωής, όπου υπάρχουν ήδη πλαστές πλειοψηφίες των Δημοτικών και Περιφερειακών Αρχών.
·Θέτει όριο εκλογής το 3% στα Δημοτικά και Περιφερειακά Συμβούλια καταργώντας την αναλογική εκπροσώπηση πολιτικών και κοινωνικών αυτοδιοικητικών φωνών. Έτσι, αναιρεί στην πράξη την ισοτιμία της ψήφου των πολιτών, καταστρατηγώντας βάναυσα την δημοκρατική λαϊκή βούληση και ετυμηγορία όπως αυτή εκφράζεται μέσω της καθολικής εκλογικής ψηφοφορίας. Προφανώς, αυτό το μέτρο είναι και μέτρο αποκλεισμού ενοχλητικών φωνών στα συμβούλια, μεταξύ αυτών και των τοπικών σχημάτων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Κάτι που διευκολύνεται και από το νέο τρόπο υπολογισμού των εκλογικών μέτρων που οδηγεί σε σημαντική αύξησή τους (και μπορεί να οδηγήσει και σε αποκλεισμούς ακόμα και αυτοδιοικητικών σχημάτων που θα έχουν περάσει το 3%!).
·Καταργεί την ξεχωριστή κάλπη για εκλογή στα κοινοτικά συμβούλια (άρα και τη δυνατότητα συμμετοχής υποψηφιοτήτων στις κοινότητες εκτός των κεντρικών συνδυασμών) αποκλείοντας στην ουσία, ενεργούς πολίτες και ανεξάρτητες τοπικές συλλογικότητες από την συμμετοχή στις εκλογές και στις αποφάσεις για την κοινότητά τους, αφήνοντάς τους μόνο τη δυνατότητα ένταξης σε κεντρικούς συνδυασμούς. Κάτι που εντείνει τον απευθείας έλεγχο των κοινοτικών συμβουλίων από τις εκάστοτε δημοτικές αρχές. Επίσης, η υποχρέωση κάθε συνδυασμού να καλύπτει τις υποψηφιότητες στο 80% των κοινοτήτων του δήμου του (μαζί και με την ταυτόχρονη μεγάλη αύξηση των παραβόλων για αυτές τις υποψηφιότητες) δυσκολεύει υπερβολικά οργανωτικά και οικονομικά την κάθοδο των μικρότερων συνδυασμών και αποτελεί και αυτή ένα μοχλό ελέγχου των συνδυασμών από ισχυρούς κομματικούς μηχανισμούς ή οικονομικά συμφέροντα.
·Ορίζει ως προθεσμία κατάρτισης συνδυασμού την 31η Αυγούστου για τις εκλογές που θα γίνονται τον Οκτώβριο, κίνηση που διευκολύνει και ενισχύει τις αυτοδιοικητικές παρατάξεις που στηρίζονται στους κυρίαρχους κομματικούς μηχανισμούς σε μια κατεύθυνση εξοβελισμού της συμμετοχής των ανεξάρτητων ενεργών πολιτών και των αριστερών ριζοσπαστικών δημοτικών σχημάτων και κινήσεων στην αυτοδιοίκηση και περαιτέρω πρόσδεσης των ΟΤΑ στα κυβερνητικά κόμματα.
·Αυξάνει σημαντικά το κόστος των παραβόλων, ενδεικτικά για τον υποψήφιο δημοτικό σύμβουλο στα 80 ευρώ από 50 και για τον υποψήφιο κοινοτικό σύμβουλο στα 50 ευρώ από 10, σε μια προσπάθεια να δυσκολέψει περισσότερο την συμμετοχή ανεξάρτητων πολιτών, συλλογικοτήτων και αυτοδιοικητικών κινήσεων στην εκλογική διαδικασία και ως εκ τούτου την συμμετοχή στα Δημοτικά, Περιφερειακά και Κοινοτικά Συμβούλια. Δεν πρέπει να υποτιμηθεί ότι αυτή η σημαντική αύξηση του κόστους για τη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία διευκολύνει κι άλλο τις «εξαρτήσεις» αυτοδιοικητικών κινήσεων από οικονομικούς παράγοντες και κομματικούς μηχανισμούς εις βάρος των πολιτικά και οικονομικά ανεξάρτητων ριζοσπαστικών φωνών.
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, εν μέσω πανδημίας, κατέθεσε το σχέδιο νόμου για τις εκλογές των ΟΤΑ χωρίς καμία δημόσια διαβούλευση και διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες, όπως άλλωστε και όλα τα αντιδραστικά νομοσχέδια σε εκπαίδευση και εργασία. Την ίδια στιγμή, οι πλειοψηφίες της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ επέλεξαν να ευθυγραμμιστούν με τα κομματικά συμφέροντά τους και με τη στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην τοπική αυτοδιοίκηση και αρκέστηκαν στο να προτείνουν δευτερεύουσες αλλαγές (κάποιες μάλιστα και σε πιο αντιδραστική κατεύθυνση!). Η συντριπτική παρουσία φιλοκυβερνητικών διοικήσεων και παρατάξεων σε δήμους και περιφέρειες, αλλά και η βαρύνουσα παρουσία των αυτοδιοικητικών δυνάμεων του ΚΙΝΑΛ που πρακτικά συναίνεσαν στις νέες ρυθμίσεις έχοντας υιοθετήσει πλήρως τις βασικές στρατηγικές κατευθύνσεις των νόμων Καλλικράτη – Κλεισθένη, ήταν ο δούρειος ίππος για τη διαμόρφωση «συναίνεσης» σε σημαντικό μέρος των αυτοδιοικητικών παραγόντων. Η αμφισβήτησή τους από την πλευρά των αυτοδιοικητικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ ήταν κολοβή αφού ουσιαστικά υπερασπιζόταν το συνολικά αντιδραστικό και προβληματικό πλαίσιο του «Κλεισθένη», χωρίς να αναδεικνύει τη γενικότερη κατεύθυνση των αναδιαρθρώσεων στην αυτοδιοίκηση.
Όλο το αντιμεταρρυθμιστικό αφήγημα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για την Τοπική Αυτοδιοίκηση από τις καταιγιστικές τροπολογίες Θεοδωρικάκου έως και το αντιδημοκρατικό νομοσχέδιο Βορίδη επιχειρεί ένα καίριο πλήγμα στους βασικούς διακηρυκτικούς πυλώνες ύπαρξης και λειτουργίας της Αυτοδιοίκησης, αφενός τη «δημοκρατία» και τη «συμμετοχή των πολιτών», αφετέρου την «αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου» μέσω της κάλυψης των λαϊκών αναγκών και συμφερόντων σε τοπικό επίπεδο. Το αριστερό, προοδευτικό, ριζοσπαστικό αυτοδιοικητικό και τοπικό κίνημα τάσσεται σταθερά υπέρ της δημοκρατικής λειτουργίας των αυτοδιοικητικών θεσμών και την ενίσχυση της αυθεντικής εκλογικής εκπροσώπησης και συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών. Είμαστε υπέρ της απλής, ανόθευτης αναλογικής και των αυτοδιοικητικών εκλογών ενός γύρου με έμμεση εκλογή δημάρχων και περιφερειαρχών από τα συμβούλια. Είμαστε υπέρ της ανοιχτής παρέμβασης και θεσμικής αναγνώρισης των τοπικών κινημάτων και των πρωτοβουλιών κατοίκων, των τοπικών κοινωνικών φορέων και συλλογικοτήτων, των τοπικών λαϊκών συνελεύσεων. Ταυτόχρονα, διεκδικούμε την αύξηση των αναγκαίων πόρων από το κεντρικό κράτος, την επιστροφή των παρακρατηθέντων χρηματοδοτήσεων των ΟΤΑ στην περίοδο των μνημονίων, την σημαντική ενίσχυση των υποδομών και μαζικούς διορισμούς στο εργαζόμενο προσωπικό για να μπορούν οι ΟΤΑ να λειτουργήσουν και να μην εκχωρούν συνεχώς λειτουργίες των υπηρεσιών τους σε εργολάβους εις βάρος των κατοίκων. Παλεύουμε για μία Αυτοδιοίκηση που θα προάγει την ευημερία των τοπικών κοινωνιών και θα συμβάλει στην αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου, ειδικά μέσα στις συνθήκες της υγειονομικής, κοινωνικής και οικονομικής κρίσης που βιώνουμε. Για μία αυτοδιοίκηση υπέρ των αναγκών των πολλών και πρώτα από όλα των εργαζομένων τάξεων σε μία κοινωνία χωρίς λιτότητα, μνημόνια, ευρωμονοδρόμους. Τελικά, για μία λαϊκή αυτοδιοίκηση σε μία κοινωνία που οικοδομεί μία άλλη προοπτική σε ρήξη με το υπάρχον πλαίσιο, χωρίς φτώχεια, εκμετάλλευση,πολέμους.
Απέναντι σε όλες αυτές τις κατευθύνσεις απαιτείται η εγρήγορση των τοπικών κοινωνιών και των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Είναι αναγκαία η τοπική κινητοποίηση, αλλά και ο συντονισμός της δράσης αυτοδιοικητικών σχημάτων και κινήσεων μπροστά σε κρίσιμους πολιτικούς κόμβους όπως είναι και ο νόμος Βορίδη. Σε αυτό προσπάθησε να συμβάλει, έστω και αντιφατικά, η σύσκεψη αγώνα ενάντια στο νόμο Βορίδη, με την συμμετοχή δεκάδων δημοτικών και περιφερειακών σχημάτων και κινήσεων απ’ όλη την επικράτεια, η οποία κατέληξε στην οργάνωση μίας κοινής παράστασης διαμαρτυρίας στο Υπουργείο Εσωτερικών, διάφορων τοπικών δράσεων ενημέρωσης σε πολλές γειτονιές σε όλη την Ελλάδα και στη δημοσιοποίηση ενός κοινού κειμένου ενάντια στο νομοσχέδιο Βορίδη. Τέτοιες προσπάθειες είναι αναγκαίες στην προσπάθεια κοινής δράσης και πολιτικής συμπόρευσης των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς στα τοπικά κινήματα και τους θεσμούς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και πρέπει να ξεπεραστούν οι ηγεμονισμοί, ο σεχταρισμός και οι γνωστές παθογένειες που δεν έλειψαν σε όψεις και τώρα και ταλανίζουν τον χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Καθώς πλησιάζει η ημέρα ψήφισης του νομοσχεδίου Βορίδη, όλες οι προοδευτικές, ριζοσπαστικές αριστερές κινήσεις και σχήματα είναι σημαντικό να συντονίσουν την δράση τους, να προσπαθήσουν έστω και τώρα να δημιουργήσουν ρήγματα και διαιρέσεις σε δυνάμεις εντός και εκτός συμβουλίων που ταλαντεύονται από όψεις του νομοσχεδίου, να πυκνώσουν τις τοπικές ενημερωτικές δράσεις για την μαζικοποίηση συγκεντρώσεων την ημέρα ψήφισης του νομοσχεδίου στην Βουλή και σε διάφορα σημεία πανελλαδικά (έδρες δήμων και περιφερειών κλπ).
Στο πλαίσιο αυτό, στηρίζουμε την κοινή συγκέντρωση διαμαρτυρίας ενάντια στο νομοσχέδιο Βορίδη που καλούν πολλά τοπικά αυτοδιοικητικά σχήματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς έξω από τη Βουλή την Τρίτη 1/6 στις 19.00.