Η φετινή ΔΕΘ διεξάγεται σε μια περίοδο που απαιτείται αναβαθμισμένη πολιτική παρέμβαση και δράση από το λαϊκό κίνημα και την αριστερά. Μπορεί οι εκλογές να ανέδειξαν τελικά μία κυβέρνηση μνημονιακών δυνάμεων, όμως το πολιτικό σκηνικό παραμένει ρευστό. Η συγκυβέρνηση ΝΔ –ΠΑΣΟΚ –ΔΗΜΑΡ έχει να αντιμετωπίσει την πρωτοφανή σε ένταση καπιταλιστική κρίση, την όξυνση όλων των αντιθέσεων της ελληνικής κοινωνίας, την πιθανότητα κοινωνικών εκρήξεων, γι’ αυτό και κάθε άλλο παρά σταθερή μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο νέος καταιγισμός μέτρων κάνει ξεκάθαρο ότι όσα προεκλογικά λέγονταν περί «αναδιαπραγμάτευσης» δεν ήταν παρά ένα ψηφοθηρικό τέχνασμα και ότι για να υπάρξει ακόμα και η παραμικρή χαλάρωση της πολιτικής του μνημονίου, απαιτούνται σκληροί αγώνες, που να ξεπερνούν αυτούς που ζήσαμε το προηγούμενο διάστημα.

Σήμερα, βρισκόμαστε σε σημείο καμπής για το εργατικό κίνημα και την Αριστερά. Απαιτούνται νέοι και αποτελεσματικοί αγώνες, ικανοί να απαντήσουν στην επίθεση, νέα κλιμάκωση του λαϊκού ξεσηκωμού, που με έμπνευση από ένα πρόγραμμα ρήξης με το ευρώ, την ΕΕ, το χρέος και τα Μνημόνια, να οδηγήσει στις αναγκαίες ανατροπές.

Η παρουσία του εργατικού κινήματος είναι κόμβος για την αντιμετώπιση της επίθεσης, αλλά και την αξιοποίηση όλων των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει η περίοδος. Χρειάζεται ένα ταξικά ανασυγκροτημένο, πολιτικοποιημένο εργατικό κίνημα, κέντρο ενός ευρύτερου κοινωνικού και πολιτικού κινήματος. Χρειάζεται ένα εργατικό κίνημα που θα μπορεί να υιοθετεί προωθημένες μορφές αγώνα και εκείνους τους πολιτικούς στόχους που θα μπορούν να απαντήσουν στην πολιτική του αντιπάλου, που θα συγκρουστεί με τη λογική του χρέους, του ευρωμονόδρομου, και της υποταγής στην Ε.Ε, και παράλληλα θα έρχεται σε ρήξη με τις λογικές και τις πρακτικές της συνδιαχείρισης, του συντεχνιασμού, της ταξικής συνεργασίας, όλες εκείνες τις λογικές που χρόνια τώρα αναπαράγουν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες σε ΓΣΕΕ –ΑΔΕΔΥ, και έχουν μεγάλη ευθύνη για τις μέχρι τώρα ήττες του κινήματος. Στη φετινή ΔΕΘ είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά αναγκαίο να υπάρξει μαζική απάντηση στη νέα κυβέρνηση, μέσα από μια μεγάλη ενωτική και μαχητική εργατική και λαϊκή διαδήλωση, που θα είναι ταυτόχρονα και το καλύτερο πεδίο για να εκφραστεί και με την αυτοτέλειά της μια μάχιμη κατεύθυνση αγωνιστικής ταξικής ενότητας μέσα στο εργατικό κίνημα.

Όλα αυτά απαιτούν και μία ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά που θα μπορεί να δώσει πολιτική προοπτική σε όλες τις επιμέρους αντιστάσεις και θα δουλεύει στην κατεύθυνση του αναγκαίου σήμερα Αριστερού Μετώπου σε αντικαπιταλιστική και ανατρεπτική κατεύθυνση. Που θα μπορεί να βάλει ξεκάθαρα το ζήτημα της διαγραφής του χρέους, και να αναδείξει, κόντρα και σε λογικές εντός της αριστεράς, το θέμα της ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ, το χρέος και τα μνημόνια και τη δυνατότητα ύπαρξης ενός άλλου δρόμου για την ελληνική κοινωνία. Και φυσικά και η παρουσία και η παρέμβαση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς περνάει και από την παρέμβαση και την παρουσία της μέσα στο κίνημα. Γι’ αυτό και η ΔΕΘ οφείλει να χρωματιστεί και από τη μαζική και συγκροτημένη παρουσία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, την πρωτοπόρα δράση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, την κοινή δράση των δυνάμεων που διαλέγουν δρόμους ρήξης και ανατροπής. Δεν μπορούμε να χαρίσουμε την κινητοποίηση στη ΔΕΘ, την πρώτη μεγάλη κινητοποίηση μετά από την εξαγγελία του νέου σφαγείου μέτρων, στην δεξιόστροφη φιλοευρωπαϊκή γραμμή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία.

Όμως υπάρχουν λογικές που σήμερα δεν μπορούν να ενισχύσουν μια τέτοια κατεύθυνση. Δεν μπορεί να υπηρετεί μια τέτοια λογική η οπισθοδρόμηση στις λογικές του χωροταξικού διαχωρισμού και της απλής καταγραφής ενός πολιτικού συσχετισμού στο κίνημα, σε λογικές που σε τελική ανάλυση έρχονται από το παρελθόν και δεν αξιολογούν σωστά την εμπειρία των πολύ μεγάλων γεγονότων των τελευταίων χρόνων. Δεν αξιολογούν για παράδειγμα το ότι στις μεγάλες πανεργατικές και παλλαϊκές κινητοποιήσεις κέρδιζε η λογική του Συντονισμού Πρωτοβάθμιων Σωματείων, που μπορούσε να αποτελεί αγωνιστικό σημείο αναφοράς εντός του εργατικού κινήματος μέσα στις ενωτικές διαδηλώσεις, ενώ σε τελική ανάλυση δεν μπόρεσε να συγκροτήσει ένα διαφορετικό ρεύμα στο εργατικό κίνημα και οδήγησε σε ήττα και υποχώρηση η λογική της καταγραφής ενός πολιτικοσυνδικαλιστικού συσχετισμού που πρόκρινε το ΠΑΜΕ. Δενγίνεται να έχουμε ζήσει όλες τις συγκλονιστικές ενωτικές διαδηλώσεις των τελευταίων ετών και να μην διδασκόμαστε από αυτές και να μην αναπροσαρμόζουμε την τακτική μας στην ίδια την εμπειρία των αγώνων.

Παράλληλα, σήμερα αποτελεί οπισθοδρόμηση να παρακάμπτονται, ή έστω να μη γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθούν και να ενεργοποιηθούν σημαντικές κατακτήσεις του κινήματος, όπως είναι ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων. Και αυτό γιατί ο Συντονισμός, πέρα από τις όποιες αδυναμίες του, έβαλε στο εργατικό κίνημα μια λογική αντίπαλη στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, απέκτησε κύρος στον κόσμο του αγώνα, συσπείρωσε ευρύτερες δυνάμεις και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πολιτικοποίηση όλων των μεγάλων στιγμών του κινήματος το προηγούμενο διάστημα. Σε τελική ανάλυση, είναι ένα πολύτιμο εργαλείο σε μια πορεία για την ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος που οφείλει να ενισχυθεί. Γι’ αυτό και σε μια περίοδο που τα πολιτικά επιτελεία του ΣΥΡΙΖΑ θα επιδιώξουν να εντάξουν όλες τις συνδικαλιστικές τους δυνάμεις στη γραμμή της «υπεύθυνης αντιπολίτευσης», είναι σημαντικό να μπορεί να παίζει ρόλο στο εργατικό κίνημα και να βάζει τη λογική του ανυποχώρητου αγώνα, της ρήξης και της σύγκρουσης με την αστική πολιτική στο συνδικαλιστικό κίνημα, ένα σημείο αναφοράς όπως ο Συντονισμός. Ο Συντονισμός σήμερα είναι αναγκαία αφετηρία, και η ανάδειξη παλιών αντιθέσεων παραπέμπει σε μια λογική περιχαράκωσης και φοβικότητας. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αυτήτην ΔΕΘ σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα τα τελευταία δύο χρόνια, σαν όλες αυτές οι παρακαταθήκες στο εργατικό κίνημα να μην υπήρξαν και με ευκολία να απεμπολεί την ευκαιρία με την συγκροτημένη παρέμβασή της να βάλει ξανά τον Συντονισμό σε ράγες αγωνιστικές και να αναχαιτίσει την τροπή πολιτικής αδρανοποίησης του και κινηματικής απραξίας του.

Πέρα όμως από τον τρόπο με τον οποίο κινείται το συνδικαλιστικό δυναμικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στα σωματεία, είναι δείγμα καθυστέρησης για την ίδια την ΑΝΤΑΡΣΥΑ η αδυναμία χάραξης κοινής γραμμής για ένα κεντρικό πολιτικό γεγονός όπως η ΔΕΘ. Η αντιπαράθεση κειμένων υπογραφών από τις διάφορες τάσεις αυτό που καταδεικνύει είναι το ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν παράλληλοι σχεδιασμοί εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που δεν επικοινωνούν, πράγμα που είναι σαφώς κατώτερο από τις περιστάσεις και κρατάει πίσω την αντικαπιταλιστική Αριστερά. Για μια ακόμα φορά η συγκροτημένη παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη ΔΕΘ τίθεται υπό διακύβευση. Και φυσικά το γεγονός ότι επιλέγεται μια τέτοιου τύπου αντιπαράθεση πάνω στην παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε μια εργατική διαδήλωση καταδεικνύει επίσης την ανεπάρκεια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία παρά τις εδώ και καιρό ειλημμένες αποφάσεις των οργάνων της δεν έχει προχωρήσει ακόμα στη συγκρότηση συντονιστικών οργάνων για την παρέμβαση της στο μαζικό κίνημα (γραμματεία συνδικαλιστικού κ.λπ.). Αποτελεί αρνητική παρακαταθήκη για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ η συνειδητή άρνηση να υπάρξει συντονισμένη και σχεδιασμένη παρέμβαση για το σύνολο των δυνάμεών της στο εργατικό κίνημα, η αδυναμία ανάληψης πρωτοβουλιών και η επιστροφή στην εποχή που μεμονωμένες τάσεις ή ρεύματα έπαιρναν πρωτοβουλίες, συχνά με κλασική παραταξιακή λογική. Η λογική των «παράλληλων» κομματικών πρωτοβουλιών σημαίνει και λειψή αποτελεσματικότητα στο κίνημα και ΑΝΤΑΡΣΥΑ που δεν μπορεί να σφραγίσει τις εξελίξεις. Πόσο δύσκολο ήταν να είχε παρθεί πρωτοβουλία να συγκροτηθεί και να συνεδριάσει η γραμματεία συνδικαλιστικού, να είχαν συγκεντρωθεί συντρόφισσες και σύντροφοί μας με ενεργή δράση, εκλεγμένοι σε σωματεία και ομοσπονδίες και να είχε μπει σχεδιασμός για το Συντονισμό και την ανασυγκρότησή του, για μια μεγάλη πανελλαδική συνάντηση αγωνιστών του εργατικού κινήματος για την οργάνωση των αντιστάσεων στη ΔΕΘ, με τρόπο ανοιχτό, συντροφικό χωρίς διαγκωνισμό για το ποιος θα πάρει πρώτος πρωτοβουλία για να την «χρωματίσει». Αυτά είναι πισωγυρίσματα που πρέπει να τα ξεπεράσουμε.

Και βέβαια όλα αυτά δείχνουν και μια ελλιπή εμπιστοσύνη στο ότι μπορούν οι δημοκρατικές διαδικασίες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να έχουν αποτελέσματα, να παράγουν συνθέσεις, να βγάζουν μάχιμες κατευθύνσεις. Γι’ αυτό το λόγο και έμεινε κενό γράμμα η ρητή θέση του Πανελλαδικού Συντονιστικού της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για να υπάρξει ενιαία, συντονισμένη και μαζική παρουσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη ΔΕΘ ώστε να γίνει πρώτη μαζική απάντηση σε ένα πακέτο μέτρων που φέρνει πραγματικό κοινωνικό σφαγείο.

Η περίοδος επιβάλλει η φετινή ΔΕΘ να είναι μια μεγάλη ταξική κινητοποίηση που θα αποτελέσει σημείο αφετηρίας αγώνων για το εργατικό κίνημα. Με μεγάλη ενωτική παρουσία του Συντονισμού των σωματείων, των φοιτητικών συλλόγων και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στη μεγάλη διαδήλωση των συνδικάτων και των ομοσπονδιών στο Άγαλμα του Βενιζέλου, για να δώσουν τον τόνο οι δυνάμεις της ρήξης και της ανατροπής και όχι της ενσωμάτωσης. Με την επιδίωξη για κοινή ενωτική διαδήλωση όλων των αγωνιζόμενων κομματιών του κινήματος. Που θα χρωματιστεί από ένα μαζικό ρεύμα που θα αξιοποιεί τη δυναμική και την παρακαταθήκη των αγώνων της περιόδου και δε θα υπαναχωρεί σε αμυντικές και φοβικές λογικές χωροταξικού διαχωρισμού. Το επόμενο διάστημα αυτή τη λογική θα επιδιώξουμε να υλοποιήσουμε στα πρωτοβάθμια σωματεία, το Συντονισμό και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, προσπαθώντας να χρωματιστεί η κινητοποίηση στη ΔΕΘ από τη μαζική παρουσία ενός ανατρεπτικού συνδικαλιστικού ρεύματος και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, αλλά και συμβάλλοντας ώστε να παρθούν πρωτοβουλίες συσπείρωσης, συντονισμού και πάνω από όλα αγωνιστικής δράσης όλους εκείνου του δυναμικού που απαιτεί ένα εργατικό κίνημα ενωτικό, ανατρεπτικό και νικηφόρο.