Η μέρα της μαρμότας για την φοιτητική αριστερά

Τομέας Νεολαίας Αριστερής Ανασύνθεσης

Είναι γνωστό το μοτίβο που χρησιμοποιείται σε μια σειρά από σειρές, ταινίες και βίβλια, όπου ο πρωταγωνιστής/πρωταγωνίστρια πεθαίνει και ξυπνάει ξανά και ξανά στην ίδια κομβική στιγμή για την ζωή του και ξαναζεί από εκεί. Αυτό συμβαίνει συνεχώς , μέχρι ο πρωταγωνιστής ή η πρωταγωνίστρια να δεί κάτι καθοριστικό που του διέφευγε καιρό για την ζωή του ώστε να μπορέσει να το ξεπεράσει και να ξυπνήσει ενώ έχει επανέλθει στην καθημερινότητά του με πραγματικούς όρους.

Κάπως έτσι έχει διαρθρωθεί και η κατάσταση στη φοιτητική αριστερά από το 2016 και μετά. Κάθε φορά που φαίνεται πως το κλίμα αδράνειας και απομονωτισμού έχει μια ευκαιρία να ξεπεραστεί, ξαναγυρνάμε στο ίδιο σημείο.Προφανώς το τι μπορεί να συνέβη στο εσωτερικόπολιτικό -κοινωνικών δικτυώσεων δεν μπορεί να είναι ξεκομμένο από το όλο κλίμα που επικρατεί στην κοινωνία και στο κίνημα μετά το 2015. Η λογική της ήττας και του μνημονιακού- ευρωπαϊκού μονόδρομου που προώθησαν οι επιλογές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επηρέασαν σημαντικά την γενιά μας, εμφυσώντας μια λογική ήττας των αγώνων που έδωσαν οι προηγούμενοι. Αυτό δημιούργησε ένα πεδίο, που από τη μία εφόσον η «αριστερά» στο μυαλό αρκετού κόσμου είχε τα όρια του Σύριζα, δηλαδή μιας πολιτικής μνημονιακής διαχείρισης με επίφαση δημοκρατίας, οι τάσεις εξατομίκευσης και επιβιωτισμού που ήδη είχαν δημιουργηθεί στη νεολαία οξύνθηκαν. Εκεί η αριστερά στις σχολές είχε μια ευκαιρία να επανοηματοδοτήσει την ίδια της την ύπαρξη «από τα κάτω», από τους κοινωνικούς χώρους, δίνοντας μάχες για την ανασυγκρότηση των κοινωνικών ρευμάτων αντίστασης εντός των σχολών.

Σημείο καμπής που επικαθόρισε και άλλαξε την στάση του συνόλου των δυνάμεων που παρεμβαίνουν στην φοιτητική αριστερά ήταν οι οργανωτικές αντιπαραθέσεις και τα εκφυλιστικά γεγονότα που παρέλυσαν το μόρφωμα των ΕΑΑΚ που εν μέρει επιτελούσε μέχρι εκείνη την στιγμή κεντρικό ρόλο στην ανασυνθετική διαδικασία.

Αυτό συνέβαινε καθώς μια σειρά από σχήματα είχαν πάρει πρωτοβουλίες για την δημιουργία ενός αριστερού ριζοσπαστικού σχήματος ανά κοινωνικό χώρο όχι με όρους συγκόλλησης των επιμέρους δικτύων , αλλά με όρους κοινής κοινωνικής πρακτικής στους φοιτητικούς συλλόγους και λειτουργίας ως ενιαίο σχήμα στην παρέμβαση σε αυτούς. Δυστυχώς τα ΕΑΑΚ, κατά πλειοψηφία, αντιμετώπισαν το ζήτημα της ώσμωσης και ενοποίησης ανά χώρους και τελικά και κεντρικά με τις δυνάμεις της ΑΡΕΝ και του ΑΡΔΙΝ στη βάση ενός λαθεμένου διπόλου. Το δίπολο της διεύρυνσης ή υπέρβασης του μορφώματος, δημιουργώντας ένα οργανωτίστικο και φτωχό πλαίσιο συζήτησης που συμπυκνώθηκε κυρίως στο κομμάτι του «ονόματος»του δικτύου. Μη βλέποντας την πραγματική δυνατότητα δημιουργίας μιας ενιαία πανελλαδικής δικτύωσης της φοιτητικής αριστεράς, η κουβέντα εντός του δικτύου των σχημάτων έφτανε με λογικά άλματα στο «τέλος του δρόμου» , χωρίς να έχουν προηγηθεί οι κατάλληλες διαδικασίες μεταξύ των σχημάτων ανά κοινωνικούς χώρους, με στρατηγικό στόχο την δημιουργία ενός ριζοσπαστικού αριστερού σχήματος ανά χώρο και την ενοποίηση των κριτηρίων αποτίμησης και σχεδιασμού.

Τα γεγονότα των οργανωτικών αντιπαραθέσεων, των βιαιοτήτων, διαγραφών και συνεχών διασπάσεων σχημάτων δημιούργησαν ένα τοξικό πεδίο για όλους τους ριζοσπάστες αγωνιστές και τις αγωνίστριες για μακρό διάστημα αλλά και καθόρισαν τις πολιτικές γραμμές εντός φοιτητικής αριστεράς. Αρχικά οι δυνάμεις της ΑΡΕΝ και του ΑΡΔΙΝ αντικειμενικά αποστασιοποιήθηκαν, πράγμα που οδήγησε και στην δικιά τους εσωστρέφεια και αποστασιοποίηση από τις κοινές διαδικασίες.

Η νΚΑ, πήρε την επιλογή να δεί μονόπλευρα τα γεγονότα και να παίξει μια γραμμή «διαγραφή της ΑΡΑΣ» ενώ παράλληλα επέλεξε να μην δει τις ευθύνεςτης τότε συμμάχου της, ΑΡΙΣ, λέγοντας ότι η ευθύνη για τις οργανωτικές αντιπαραθέσεις είναι μονόπλευρη. Προχώρησε σε μια επιθετική υλοποίηση της λογικής της για αντικαπιταλιστική πτέρυγα, διαγράφοντας όλα τα μέλη της ΑΡΑΣ από τα σχήματα που συνυπήρχαν, οδηγώντας τα ΕΑΑΚ σε μια κατάσταση όπου στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη τα ενιαία σχήματα ΕΑΑΚ μετρούνται στο ένα χέρι. Αντίστοιχα οι δυνάμεις ΑΡΙΣ και ΑΡΑΣ, τροφοδοτήθηκαν από αυτή την κατάσταση και προσπάθησαν με όρους φυσιογνωμισμού και πολιτικής ιδιοτέλειας να αποτελέσουν μοχλό πίεσης εντός του μορφώματος, χωρίς την παραμικρή αυτοκριτική σε σχέση με τον εκφυλισμό που επέφεραν στο δίκτυο. Αυτό έδειξε και το πως εν τέλει αυτές οι πολιτικές αντιλήψεις δεν έχουν καμία υπαρκτή πρόταση μιας άλλης λειτουργίας, απεύθυνσης και φυσιογνωμίας των σχημάτων παρά μόνο μια θολή αναφορά στο συσπειρωσιακό μοντέλο, το οποίο επί της ουσίας δεν μπορεί και να εξυπηρετηθεί από τέτοιες πρακτικές.

Παρόλα αυτά, πέρα από τα ζητήματα συντροφικότητας και προβληματικών φυσιογνωμιών εντός του δικτύου των σχημάτων, διαμορφώθηκαν συγκεκριμένες πολιτικές στρατηγικές που έχουν «ακραίους στόχους». Στρατηγικές που φιλοδοξούν να εξοβελίσουν αντιλήψεις, δυνάμεις, τρόπους και κανόνες λειτουργίας παράγοντας την πολιτικοποίηση και τις συμπεριφορές που τους είναι χρήσιμες. Οι στρατηγικές, είτε της αντικαπιταλιστικής πτέρυγας, είτε του χαλαρού δικτύου συνεργαζόμενων σχημάτων (ακόμα και 3 σε μια σχολή), που ξεδιπλώνονται είναι και οι δύο τελικά στρατηγικές «παραταξιοποίησης» και επιχειρούν -από διαφορετικές αφετηρίες -μια σκληρότερη και πιο κλειστή συγκρότηση των ΕΑΑΚ, οδηγώντας συνολικά το μόρφωμα σε εσώστρεφες κουβέντες. Στρατηγικές που εν τέλει συνυπάρχουν σε μια σειρά από διασπάσεις και υλοποιούν μονομερείς ενέργειες καταλήγοντας να περιγράφουν την κατοχύρωση «ζωτικού χώρου» εντός των ΕΑΑΚ για μια οργανωμένη αντίληψη και δεν φιλοδοξούν να περιγράψουν ένα σχέδιο που να μπορεί να τους εμπεριέχει όλους και να πάει μπροστά τη φοιτητική αριστερά και το νεολαιίστικο κίνημα.

Τα τελευταία 2 χρόνια,συνολικά η φοιτητική αριστερά και ειδικά τα ΕΑΑΚ -έχοντας και μεγαλύτερη ευθύνη λόγω εκπροσωπήσεων- φάνηκαν κοινωνικά ,κινηματικά και πολιτικά ανεπαρκή σε σχέση με την κατάσταση του φοιτητικού υποκειμένου και τις αναγκαιότητες των φοιτητικών συλλόγων. Επικράτησε μια λογική ανιεράρχητης αιτηματολογίας και καταγγελιολογίας μακριά από την κουβέντα των συλλόγων, πιο πολύ στα μέτρα της αριστεράς. Επιλέξαμε μια λογική ορισμού των δικών μας αιτημάτων σαν εξωτερικότητεςστους φοιτητικούς συλλόγους, χωρίς να παίρνουμε υπόψιν την ίδια την επινοητικότητα και τους προβληματισμούς των φοιτητών και των φοιτητριών. Αυτό έδειξε την ίδια την υποτίμηση αλλά και την λάθος εκτίμηση που κάναμε σε σχέση με τον τρόπο και τον βαθμό που είχε ενσωματώσει την ήττα το κοινωνικό υποκείμενο. Είναι εμφανής ο διαχωρισμός σε σχέση με τον κόσμο που μπήκε στο πανεπιστήμιο πρίν την «έξοδο από τα μνημόνια» και μετά.Αυτό συγκροτεί μια εκ νέου αντιφατικότητα στον τρόπο συγκρότησης της νεολαίας στο σήμερα, η οποία φαίνεται να έχει προβληματισμούς σε σχέση με το μέλλον της, να έχει ενσωματώσει το TINA με διαφορετικές διαβαθμίσεις ανά έτος, και κυρίως να θέλει να αντιδράσει αλλά λόγω της αποσυγκρότησης των συλλόγων , να μην γνωρίζει τον τρόπο με τον οποίο θα αγωνιστεί.Εν τέλει, λοιπόν,το στοίχημα δεν ήταν και δεν είναι στη συγκυρίατο «πως τα λέμε» αλλά το «πως τα κάνουμε» και πώς εγχαράσσουμε συλλογικές πρακτικές σε ένα σε μεγάλο βαθμό φοιτητικό σώμα που ακολουθεί σε σημαντικό βαθμό ατομικές πρακτικές.

Προφανώς και υπήρχαν εξαιρέσεις σε αυτή την κατάσταση, μιας καισύντροφοι και συντρόφισσες πανελλαδικά -εντός και εκτός ΕΑΑΚ -προσπαθήσαν να επαναφέρουν την κουβέντα της ανασυγκρότησης των φοιτητικών συλλόγων μέσω της εμπλοκής των φοιτητών στην ίδια την καθημερινότητα του συλλόγου τους, αποτελώντας οργανικό κομμάτι αυτού αλλά και των συλλογικών τους διαδικασιών.

Στη βάση αυτής της προσπάθειας είδαμε φέτος μια χρονιά με επιμέρους κινηματικά ξεσπάσματα, πιο μαζικά και διεκδικητικά από τους αγώνες των προηγούμενων χρόνων. Αυτό συνδεόταν άμεσα και με το κίνημα των καθηγητών και δασκάλων ενάντια στο προσοντολόγιο, και ουσιαστικά στον ατομικό φάκελο προσόντων σε όλες τις βαθμίδες που αναζωογόνησε συνολικά την κουβέντα εντός του κινήματος. Ταυτόχρονα οι μαζικές συνελεύσεις σε σχολές – με ακόμα πιο αρνητικό συσχετισμό δύναμης-όπως το Γεωπονικό ενάντια στο σχέδιο Εύριπος, η «επιστροφή» στις συλλογικές διαδικασίες σε συλλόγους που φαίνονταν απονεκρωμένοι όπως η Ιατρική, οι για άλλη μια χρονιά μαζικές συνελεύσεις για τη διεκδίκηση του δικαιώματος στη σίτιση στον σύλλογο φοιτητών Ξάνθης, δείχνουν μια διαφορετική εικόνα κινηματικά και πολιτικά. Αποτελούν όψεις επανεμφάνισης ενός φοιτητικού κινήματος που δυστυχώς λόγω ανεπάρκειας συνολικά από την φοιτητική αριστερά δεν πήρε πιο πανελλαδικά χαρακτηριστικά, διάρκεια, και ρηξιακή κατεύθυνση.

Λόγω της διασποράς των κινηματικών ξεσπασμάτων αλλά και της έντονης αδυναμίας της φοιτητικής αριστεράς τα τελευταία χρόνια να συνολικοποιήσει αυτούς τους αγώνες , υπήρξε η αναγκαιότητα αλλά και η δυνατότητα για τη διεξαγωγή πανελλαδικού διημέρου των ΕΑΑΚ στα τέλη του 1ουεξαμήνου. Μέσω της αποτίμησης των επιμέρους κινηματικών διαδικασιών, θα ήταν δυνατό να ενοποιηθούμε στην πράξη σε μια κατεύθυνση ανασυγκρότησης των φοιτητικών συλλόγων και όξυνσης και «επικοινωνίας» των επιμέρους αγώνων. Η αποσυγκρότηση που επέφερε ο μη συντονισμός των σχημάτων, φάνηκε τόσο στο κίνημα των εκπαιδευτικών, όπου η πλειοψηφία των σχημάτων κατέληξαν να συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις ακολουθητικά, κι ενώ η μαζικότητα των μπλόκ των φοιτητικών συλλόγων έπαιξε ρόλο, δεν υπήρξε μεταφορά του κλίματος στους φοιτητικούς συλλόγους. Αυτό φάνηκε και στο 2οόπου εξάμηνο βγήκαν ελάχιστες γενικές συνελεύσεις, και δη στις καθηγητικές σχολές που πλήττονται άμεσα από την αλλαγή του τρόπου διορισμών.

Δεν πρέπει, επίσης, να υποτιμούμε το πως η προεκλογική αναμονή και ο διπολισμός που καλλιεργείται από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία, επηρεάζει και το κλίμα στους φοιτητικούς συλλόγους, καλλιεργώντας στη νεολαία ένα αίσθημα αναμονής και εγκλωβισμού.

Έτσι ,λοιπόν, με την σχετική αδρανοποίηση εντός των συλλόγων πρέπει τα σχήματα να δώσουν την μάχη των φοιτητικών εκλογών. Μια μάχη που έχει κρίσιμο πολιτικό διακύβευμα, την ανασυγκρότηση των φοιτητικών συλλόγων, ως εκείνων των συλλογικών φορέων υπεράσπισης των φοιτητικών συμφερόντων. Ιδιαίτερα στην εποχή του σκληρού διπόλου πρόοδος ή συντήρηση, που μπαίνει εμφατικά από την κυβέρνηση, η φοιτητική αριστερά στη νεολαία έχει σημασία να αποτυπώσει συνολικά ένα ρεύμα μέσα στο πανεπιστήμιο που αρνείται να ενσωματωθεί στην μνημονιακή κανονικότητα. Είναι ,δηλαδή, αναγκαίο ένα στίγμα που να βάζει συνολικά πρόταγμα υπεράσπισης των επαγγελματικών και φοιτητικών δικαιωμάτων της νεολαίας, κόντρα στην «κανονικότητα» των μνημονίων και των πολιτικών της ΕΕ.

Στη βάση αυτού , όντως είχε μια σημασία τα σχήματα ΕΑΑΚ, να αποτιμήσουν τις κινηματικές και πολιτικές διεργασίες των φοιτητικών συλλόγων και στη βάση των πολιτικών εξαγόμενων να ορίσουν το στίγμα τους ενόψει των φοιτητικών εκλογών. Ουσιαστική προϋπόθεση για αυτό θα ήτανσε μια χρονικότητα που θα εγγυούνταν ότι όντως μπορεί να υλοποιηθεί ένας κοινός βηματισμός, και η κουβέντα δεν θα είχε μια μορφή εσώστρεφης «παρουσίασης» προαποφασισμένων σχεδίων. Ενώ για να γίνει αυτό χρειάζεται εγγύηση της εξασφάλισης χρόνου προετοιμασίας και συζήτησης σε επίπεδο σχημάτων και πόλεων.Δυστυχώς, αυτό δεν ήταν κοινός τόπος για όλες τις πολιτικές αντιλήψεις που παρεμβαίνουν στα ΕΑΑΚ, με αποτέλεσμα να βγαίνουν από σχήματα 4 διαφορετικά κείμενα- προτάσεις σε σχέση με το γιατί και πότε και με ποια διαδικασία πρέπει τα ΕΑΑΚ να συντονιστούν, οι οποίες όντως δεν συντίθεται.

Όπως περιγράφεται και παραπάνω, αυτό αποτελεί απλά την απόρροια ενός βαθύτερου προβλήματος που διαιωνίζεται εντός του δικτύου των σχημάτων τα τελευταία 2 χρόνια. Ουσιαστικά, η εσωτερική κουβέντα του μορφώματος έχει αδρανοποιηθεί μιας και ακολουθούνται αρκετά αποκλίνοντες σχεδιασμοί από τις αντιλήψεις στο εσωτερικό του. Διαφορετική πολιτική λογική στον κινηματικό σχεδιασμό για τους συλλόγους σημαίνει και διαφορετικές γραμμές σε σχέση με το πότε και γιατί πρέπει τα ΕΑΑΚ να συντονίζονται.

Παράλληλα, η διεξαγωγή διημέρου με απουσία μίας ή παραπάνω πολιτικών αντιλήψεων, ή ακόμα και με την παρουσία μόνο μίας οργάνωσης - μια πρακτική που εφαρμόζεται συχνά το τελευταίο διάστημα- δεν μπορεί να νομιμοποιείται από το δίκτυο μιας και δημιουργεί διαφορετικές ταχύτητες στο εσωτερικό του με βάση την ιδεολογικοπολιτική τοποθέτηση της κάθε δύναμης. Οι διαφορετικοί σχεδιασμοί δεν μπορούν να αξιολογηθούν και να αντιπαρατεθούν με «τεχνητή» γεωμετρία. Για εμάς παραμένει στρατηγική η αναγκαιότητα μιας ενιαίας ριζοσπαστικής φοιτητικής αριστεράς που θα συντονίζεται με όρους θέσης-αντίθεσης-σύνθεσης , για αυτό το λόγο θέλουμε τα ΕΑΑΚ να συντονίζονται με όλα τα σχήματα που συμμετέχουν σε αυτά ακόμα ,ανεξάρτητα από τους όποιους «συσχετισμούς» αντιλήψεων. Γι’αυτό και η επιλογή που εν τέλει πήρε η νΚΑ για διεξαγωγή διημέρου μόνο με τις δυνάμεις της είναι για εμάς σημαντική υπονόμευση για την λειτουργία των ΕΑΑΚ, αλλά και εν συνόλω για την φοιτητική αριστερά και την αγωνιζόμενη φοιτητιώσα νεολαία. Όχι απλά επειδή κανονικοποιεί μια λογική «κάποια σχήματα όταν θέλουν συντονίζονται», αλλά κι επειδή επιλέγεται μια λογική μικρο-ηγεμονισμού , δηλαδή επιβολής ηγεμονίας με όρους οργανωτικούς και βέτο. Στο πεδίο πουδιαμορφώνουν επίσης τέτοιες επιλογές, καταργείται ακόμα και το ίδιο το περιεχόμενο της πολιτικής διαπάλης των ιδεών και των αντιλήψεων καθώς εξαλείφεται η αναγκαιότητας επιλογής πολιτικού και κινηματικού σχεδιασμού με εξώστρεφα κριτήρια, με βάση δηλαδή την κοινωνική αποτελεσματικότητα και την μαζικότητα ή με κάποια έστω κριτήρια.

Θεωρούμε ,λοιπόν, ότι πρέπει κάπως συλλογικά να πάρουμε την απόφαση να λύσουμε το «γρίφο» που μας κάνει να ξυπνάμε στο ίδιο σημείο ξανά και ξανά. Να γίνει καταρχάς η αναγκαία αυτοκριτική που απαιτεί η συγκυρία με τόλμη αλλά και αίσθημα ευθύνης για την αναγκαία ριζοσπαστική αριστερά στο σημερινό πανεπιστήμιο. Να ξαναμιλήσουμε για την ανασυγκρότηση των φοιτητικών συλλόγων, ξεκινώντας από την ανάλυση για την σημερινή νεολαία- φοιτητιώσα, εργαζόμενη και άνεργη, με στόχο την εκ νέου ανασύνθεσή της σε ενεργό κοινωνικό υποκείμενο.

Να δούμε τις φοιτητικές εκλογές ως μια μάχη για την κατοχύρωση ενεργών φοιτητικών συλλόγων, επανεκκινώντας ανοιχτές ανασυνθετικές διαδικασίες εντός αυτών. Μια μάχη για να ξαναποκτήσουν πνοή οι συλλογικές μας διαδικασίες, για ζωντανούς κοινωνικούς χώρους με άσυλο, όχι μόνο με όρους αξιακούς αλλά με όρους κατοχύρωσης της συλλογικής ζωής εντός των σχολών.

Η σημασία των φετινών φοιτητικών εκλογών είναι μεγάλη, και όντως τα αποτελέσματά τους θα αποτελέσουν δείκτη για τον τρόπο που συγκροτείται η φοιτητιώσα νεολαία στο σήμερα αλλά και για την κατάσταση των δυνάμεών μας. Γι’ αυτό κι έχει μεγάλη σημασία τα ΕΑΑΚ μετά τις φοιτητικές εκλογές να αποτιμήσουν συνολικά τη κίνησή τους και το πως αρθρώθηκαν τα διάφορα σχέδια της φετινής χρονιάς και με κριτήρια τα εκλογικά αποτελέσματα που αποτυπώνουν σε σημαντικό βαθμό την κατάσταση των ρευμάτων εντός των φοιτητικών συλλόγων.Αφού μέσα από τις παλινωδίες και τους τακτισμούς χάθηκε η ευκαιρία ενός πραγματικού πανελλαδικού διημέρου πριν από τις φοιτητικές εκλογές ας μην χαθεί και η δυνατότητα της συζήτησης μετά από μια πολιτική μάχη μεγάλης σημασίας. Ταυτόχρονα τίθεται η αναγκαιότητα, τα ΕΑΑΚ να σχεδιάσουν με όψη τις αιχμές που ανοίγονται στη συνέχεια από πλευράς υπουργείου (μη κλείσιμο συγχωνεύσεων, νέο λύκειο, άνοιγμα λιστών προσοντολογίου κλπ.) αλλά και να δημιουργήσουν ένα κλίμα απόρριψης της κυρίαρχης πολιτικής εντός των φοιτητικών συλλόγων εν όψει των πολλαπλών εκλογικών διαδικασιών. Αυτή η διαδικασία θα μπορούσε για εμάς να αποτελέσει κομμάτι της πολιτικής επανεκκίνησης της υπόθεσης της φοιτητικής αριστεράς εν συνόλω. Μιας διαδικασίας που για εμάς είναι αναγκαία στο σήμερα αν θέλουμε όντως να βγούμε από αυτή τη λούπα της επανάληψης μιας προβληματικής κατάστασης.