1. Η πρόσφατη φοιτητική νικηφόρα φοιτητική έκρηξη δεν αποτέλεσε μόνο το πρώτο κοινωνικό μέτωπο όπου η κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Ανέδειξε, ταυτόχρονα, βαθύτερες κοινωνικές διεργασίες και δυναμικές και την αδυναμία του συστήματος να προσφέρει θετική διέξοδο σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας, παρόλη την εντυπωσιακή συναίνεση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στην ίδια επιθετική πολιτική ελαστικής εργασίας, λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων. Ταυτόχρονα, αυτή η έκρηξη της γενιάς της ανασφάλειας και της προσωρινότητας, αυτή η μαζική επανεμφάνιση αποτελεσματικών κοινωνικών αγώνων αποτελεί και ένα πεδίο όπου δοκιμάζονται οι στρατηγικές της αριστεράς. Από τη μια, έχουμε τις δύο παραλλαγές της αριστεράς της ήττας: Ο Συνασπισμός, μπορεί φραστικά να δηλώνει αλληλέγγυος προς τα κινήματα, αλλά μεγάλα τμήματα της κοινωνικής βάσης του είναι αντικειμενικά σύμμαχα με τις αναδιαρθρώσεις και αυτό αποτυπώνεται στη συνεχή παλινδρόμησή του προς τη λογική της κεντροαριστερής σύγκλισης. Το ΚΚΕ, επιμένει στην αδιέξοδη και καταστροφική γραμμή ότι σήμερα κανένα κίνημα δεν μπορεί να κερδίσει και προκρίνει είτε την προδοτική υπονόμευση των κινημάτων είτε τη σεχταριστική απομόνωση. Από την άλλη, η ριζοσπαστική αριστερά έδειξε σε αυτό το κίνημα ότι μπορεί να επικεντρώσει σε κρίσιμες κοινωνικές κατηγορίες, να αναδείξει βασικές αιχμές, να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε μεγάλες νικηφόρες συγκρούσεις, ακριβώς επειδή απέφυγε το κατακερματισμό, την απομόνωση και τη λογική της «αριστερής διαφωνίας».
2. Κατά τη γνώμη μας, και έχοντας πλήρη επίγνωση της απόστασης που υπάρχει ανάμεσα σε έναν κοινωνικό χώρο και το συνολικό κοινωνικό και πολιτικό συσχετισμό, τα συμπεράσματα που βγαίνουν από αυτές τις εξελίξεις έχουν ευρύτερη πολιτική σημασία. Δείχνουν ότι η ριζοσπαστική αριστερά έχει τη δυνατότητα να αναδειχτεί σε ένα διακριτό πολιτικό πόλο, να έχει πραγματική γείωση σε κρίσιμα κοινωνικά κομμάτια και να εμπλακεί με μαζικές κοινωνικές δυναμικές, να αλλάξει τους συσχετισμούς συνολικά στην αριστερά. Μόνο που αυτό σημαίνει ότι η πολιτικοϊδεολογική αναζήτηση δεν μετατρέπεται σε καταναγκαστική αναζήτηση «καθαρότητας», ότι διαμορφώνονται ενότητες πάνω σε πολιτικούς στόχους και δεν εκβιάζονται «προγραμματικές συγκλίσεις», ότι οικοδομούνται συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες.
3. Οι νομαρχιακές εκλογές και ειδικά η υπερνομαρχία της Αθήνας μπορεί να αποτελέσουν μια τέτοια ευκαιρία για μια ενωτική πολιτική παρέμβαση της ριζοσπαστικής αριστεράς, να συγκεφαλαιώσουν την μάχιμη και αποτελεσματική παρέμβαση των αριστερών τοπικών κινήσεων σε αρκετούς δήμους και σχήματα και ταυτόχρονα να δώσουν ένα κεντρικό πολιτικό στίγμα υπεράσπισης της ανάγκης μεγάλων νικηφόρων κοινωνικών αγώνων, αντιπαράθεσης με την κυβερνητική πολιτική, αμφισβήτησης των κατευθύνσεων της Ε.Ε., κριτικής στην ρεφορμιστική αριστερά και ανάδειξης της ανάγκης για μια άλλη αριστερά, ανεξάρτητη και αντικαπιταλιστική.
4. Δεν έχουμε αυταπάτες και ξέρουμε καλά ότι η τροποποίηση του ταξικού συσχετισμού δύναμης, όπως και η ανασύνθεση της ριζοσπαστικής αριστεράς, δεν γίνεται κυρίως στις εκλογές αλλά στα πραγματικά μέτωπα των κοινωνικών αγώνων και των πολιτικών συγκρούσεων. Μπορούν, όμως, οι εκλογές να είναι πεδίο παρέμβασης, συσπείρωσης ενός ευρύτερου δυναμικού και οικοδόμησης συντροφικών δεσμών ανάμεσα σε αγωνιστές με διαφορετικές αφετηρίες.
5. Στη βάση των παραπάνω είναι που επιμένουμε στην ανάγκη για ένα ενωτικό ψηφοδέλτιο της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Αθήνα, που να μπορέσει να συσπειρώσει οργανώσεις, τοπικές κινήσεις, εργατικά και νεολαιίστικα σχήματα και ανεξάρτητους αγωνιστές και να διεκδικήσει να έχει μια μαζική εκλογική παρουσία στηριγμένο πάνω σε ένα πλαίσιο σαφών πολιτικών στόχων και οριοθετήσεων (και όχι βέβαια «προγραμματικών συγκλίσεων»):
·Αγώνας ενάντια στην κυβερνητική πολιτική και τη συναίνεση ΠΑΣΟΚ - ΝΔ
·Αγώνας ενάντια στην αναδιάρθρωση και την επιχειρηματική λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης - καμιά αυταπάτη για τη δυνατότητα μιας «αυτοδιοίκησης στην υπηρεσία του λαού»
·Αγώνας ενάντια στις πολιτικές και τις αναδιαρθρώσεις της Ε.Ε.
·Αντικαπιταλιστική λογική - κινηματική δράση και προοπτική
·Κριτική οριοθέτηση απέναντι στην κεντροαριστερή ενσωμάτωση του ΣΥΝ και τον απομονωτισμό και την ηττοπάθεια του ΚΚΕ - Αγώνας για μια άλλη αριστερά ανεξάρτητη και αντικαπιταλιστική.
6. Ένα τέτοιο σχήμα, στο βαθμό που θα μπορέσει να συσπειρώσει ένα ευρύτερο δυναμικό, να έχει μια ανοιχτή δημοκρατική λειτουργία και να μείνει και την επόμενη μέρα των εκλογών μπορεί να είναι κρίσιμο βήμα στην προσπάθεια η ριζοσπαστική αριστερά να υπάρξει ως ένας άλλος πόλος στο πολιτικό επίπεδο.
7. Εκτιμούμε ότι οποιαδήποτε τέτοια προσπάθεια, αναγκαστικά θα έρθει αντιμέτωπη με την υπαρκτή αντιφατικότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς, όπως αυτή αποτυπώνεται και σε επίπεδο πρακτικών και συμμαχιών. Αρκετές από αυτές τις πρακτικές δεν είναι πολιτικά εσφαλμένες, αλλά και αντικειμενικά τραυματίζουν την υπόθεση της κοινής δράσης ριζοσπαστικής αριστεράς, ειδικά όταν πρόκειται π.χ. για την πιθανή υπερψήφιση του ψηφοδελτίου του ΣΥΝ στο Δήμο της Αθήνας από τη ΚΟΕ. Αντίστοιχα, όμως, τις τραυματίζουν και πρακτικές πολιτικού απομονωτισμού, λογικών οικοδόμησης πόλων με ιδεολογικά χαρακτηριστικά, κομματικών κατεβασμάτων (όπως κάνουν οι σ. του ΜΛ-ΚΚΕ) ή συνειδητής καταψήφισης όλων των ενωτικών εγχειρημάτων σε επίπεδο νομαρχιών (όπως επιλέγει το ΚΚΕ (μ-λ))
8. Ακριβώς, γι’ αυτό το λόγο και εκτιμούμε ότι χρειάζεται μια λογική έμπρακτης υπέρβασης αυτής της αντιφατικότητας και ενωτικής δράσης. Αυτό σημαίνει για εμάς ότι το μόνο προαπαιτούμενο για τη συμμετοχή σε ένα ενωτικό εγχείρημα στην Υπερνομαρχία θα πρέπει να είναι η αποδοχή ενός αριστερού ριζοσπαστικού πολιτικού πλαισίου σαν κι αυτό που διατυπώθηκε πιο πάνω, αλλά αποτυπώθηκε και στην κοινή δήλωση των 7 οργανώσεων, όπως και στο κείμενο που πρότειναν οι τρεις τοπικές κινήσεις. Οποιαδήποτε λογική σήμερα προβολής και επιπλέον «κριτηρίων» συμμετοχής αντικειμενικά μόνο στόχο έχει τον περιορισμό του εύρους και της δυναμικής αυτού του εγχειρήματος και την αναπαραγωγή μιας λογικής «λιγότεροι και καλύτεροι».Υπάρχει η δυνατότητα σήμερα να συνδυαστείη κοινή δράση με το ταυτόχρονο άνοιγμα όλης της συζήτησης και της πολιτικοϊδεολογικής αντιπαράθεσης και αυτό το δρόμο διαλέγουμε εμείς. Αντίστοιχα, θεωρούμε σε ένα τέτοιο σχήμα θα πρέπει να συνυπάρχουν οργανώσεις, σχήματα και αγωνιστές, με έναν τρόπο ισότιμο και δημοκρατικό, ακριβώς επειδή πρόκειται και για μια κεντρική πολιτική πρωτοβουλία και γι’ αυτό δεν έχει νόημα να γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστεί ως ομοσπονδία ή πρωτοβουλία κάποιων τοπικών κινήσεων, όταν πρόκειται για ένα σαφώς ευρύτερο πολιτικό εγχείρημα.
9. Εμείς από τη μεριά μας προσήλθαμε στην ανοιχτή σύσκεψη στις 21 Ιούνη με αυτή την τοποθέτηση και επιμείναμε στην ανάγκη η συζήτηση να ξεφύγει από τη λογική των προαπαιτουμένων και ταυτόχρονα να προχωρήσει αποφασιστικά σε βήματα συγκρότησης της κίνησης (ανοιχτή οργανωτική επιτροπή, ορισμός επόμενης «ιδρυτικής» συνέλευσης) και εξέτασης όλων των πολιτικών και πρακτικών ζητημάτων που υπάρχουν (διακήρυξη στη βάση του κειμένου των οργανώσεων και του κειμένου των κινήσεων, όνομα, στελέχωση συνδυασμού, οικονομοτεχνικός προϋπολογισμός, σχεδιασμός παρεμβάσεων). Θεωρούμε λανθασμένη τη στάση όσων συντρόφων επέλεξαν να μην ολοκληρωθεί με τέτοιο θετικό και παραγωγικό τρόπο η συγκεκριμένη σύσκεψη, ειδικά εάν αναλογιστούμε την αντικειμενική πίεση χρόνου που υπάρχει.
10. Γι’ αυτό το λόγο και επιμένουμε ότι θα πρέπει όλοι μας να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν. Ο δρόμος είναι ένας: να προχωρήσει τώρα η συγκρότηση της κίνησης, στη βάση μιας πολιτικής συμφωνίας σαν κι αυτή που προδιαγράφηκε πιο πέρα, με σαφή αναφορά στην υπόθεση της ανεξάρτητης αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με πνεύμα ανοιχτό, δημοκρατικό και χωρίς αποκλεισμούς, με διάθεση να κάνουμε επιτέλους ένα βήμα μπροστά. Αυτή η ευκαιρία μαζικής ενωτικής παρέμβασης της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν πρέπει χαθεί.