Συντονισμός Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων: Παναττική Συνέλευση, Τετάρτη 13.11, 6.30 μ.μ., Νομική

ΟΣυντονισμός Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεων καλεί σεσυνελεύσεις σε πόλεις της χώρας, όπου θα συζητηθούν η πολιτική πρότασητων συλλογικοτήτων που τον έχουν συγκροτήσει (ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ, ΑΡΑΝ, ΚΙΝΗΣΗΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ – ΕΡΓΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ, ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, ΣΥΛΛΟΓΟΣ Γ. ΚΟΡΔΑΤΟΣ,ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ), το προσωρινό πλαίσιο κοινής λειτουργίαςκαι η ανάδειξη συντονιστικών, στην προοπτική μιας πανελλαδικήςδιαδικασίας στα τέλη Μάη 2020.

Οι διαδικασίες αυτές ξεκινούν με την Παναττική Συνέλευση την ερχόμενηΤετάρτη 13 Νοεμβρίου, στις 6.30 μ.μ., στο αμφιθέατρο 16, στον 7ο όροφοτου Μεγάρου Θεωρητικών Επιστημών (νέο κτίριο Νομικής, είσοδος από Σίνακαι Μασσαλίας).

Πολιτική πρόταση συζήτησης στις συνελεύσεις

Κλείνει ο προηγούμενος και ανοίγει ένας νέος ιστορικός κύκλος

1. Το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου έκλεισε τονταραγμένο κύκλο της προηγούμενης δεκαετίας με την αναγέννηση τουδικομματισμού και τη Νέα Δημοκρατία στη θέση του ηγεμόνα και τουαυτοδύναμου κυβερνήτη, μετά από χρόνια κατακερματισμού του αστικούπολιτικού συστήματος. Με έναν ΣΥΡΙΖΑ που βγαίνει από τη μνημονιακήδιαχείριση με μικρές σχετικά απώλειες και ταυτόχρονα με πορεία στηνκατεύθυνση μιας σοσιαλφιλελεύθερης «προοδευτικής και δημοκρατικήςπαράταξης». Η Ακροδεξιά πλέον εκπροσωπείται κοινοβουλευτικά από τησυστημική Ελληνική Λύση, η οποία θα πιέζει τη ΝΔ προς μία ακόμη πιοεθνικιστική, αυταρχική και ρατσιστική πολιτική. Από την άλλη, η αδυναμίατης Χρυσής Αυγής να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση φαίνεται νααποτυπώνει μια ευρύτερη τάση σταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος,χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν διατηρούνται σήμερα στοιχεία κρίσηςεκπροσώπησης (π.χ. αποχή που αποτελεί ταυτόχρονα και ανησυχητική ένδειξηαπόγνωσης και εξατομίκευσης ευρύτερων μαζών).

2. Ανοίγει ένας νέος ιστορικός κύκλος. Η ΝΔ μπορεί να πέτυχε μια«καθαρή» νίκη στις τελευταίες εκλογές αλλά η σημερινή εκλογική της βάσηδεν θυμίζει σε τίποτα τα στιβαρά κοινωνικά μπλοκ προηγούμενων δεκαετιών.Καλείται να διαχειριστεί μια ασθενική οικονομική ανάκαμψη, ένα βαθύκοινωνικό πρόβλημα φτώχειας και ένα ογκώδες δημόσιο χρέος που δύσκολα θααποπληρωθεί ομαλά σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεταιαπό την ραγδαία όξυνση των γεωπολιτικών ανταγωνισμών στον κόσμο, τηνΕυρώπη, την Αν. Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν θαεπιτύχει το αναπτυξιακό σοκ που υπόσχεται, αλλά θα προωθήσει με ακόμημεγαλύτερο ζήλο τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις επιχειρώντας ναεπιτύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους εις βάρος της εργατικής τάξηςκαι ευρύτερα, των δυνάμεων της εργασίας και του λαού.

3. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια αντιφατική πραγματικότητα. Από τη μιαέχουμε ένα δυσμενή συσχετισμό δύναμης τόσο για τις δυνάμεις της εργασίαςόσο και για τις δυνάμεις της Αριστεράς. Από την άλλη όμως δεν φαίνεταιεύκολα να προδιαγράφεται μια κοινωνική και κατ’ επέκταση, πολιτικήσταθερότητα. Η ΝΔ θα διαχειριστεί τα αποτελέσματα τριών μνημονίων και τοτέταρτο, εν αναμονή μνημόνιο που ψήφισε ο ΣΥΡΙΖΑ. Καμία κυβέρνηση δενμπόρεσε να περάσει αλώβητη από την επιβολή μνημονιακής εμπνεύσεωςπολιτικών, όσο κραταιά και αν είναι. Σε πρώτη ανάγνωση, το 71,5% τουδικομματισμού φαίνεται καθηλωτικό. Η στήριξη όμως προς το ΣΥΡΙΖΑ δενπρέπει να εκλαμβάνεται απαραίτητα ως επιδοκιμασία των μνημονιακώνπολιτικών που ακολούθησε η κυβέρνηση Τσίπρα. Ένα μεγάλο κομμάτι τωνψηφοφόρων του κινήθηκε βάσει της λογικής του μη χείρον βέλτιστοναπέναντι σε μια αυταρχικότερη εκδοχή αναδιάρθρωσης, όπως αυτή εκφράζεταιαπό τη ΝΔ. Σε αυτή την αντίδραση πρέπει να προστεθεί και ένα μέρος τηςαποχής.

4. Εκμεταλλευόμενη μια πραγματικότητα, που με σταθερό τρόπο έχειοικοδομηθεί ιδεολογικά και πολιτικά εδώ και χρόνια από όλες τις δυνάμειςτου συστήματος (ΜΜΕ, κράτος, αστικά κόμματα), η πολιτική της ΝΔπαρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

⎼ Ένταση της επιθετικότητας του κεφαλαίου, ως προς τους όρουςεξυπηρέτησης των συμφερόντων του, αλλά και ως προς την καταστρατήγησηκαι το ζωτικό χτύπημα των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Ξεχωρίζει ηεπίθεση στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα που επιχειρεί να δώσει με τοπρόσφατο νομοσχέδιο η κυβέρνηση, το οποίο καταργεί στην πράξη τιςσυλλογικές συμβάσεις, ενώ επιχειρεί να ποδηγετήσει τον συνδικαλισμό μετα ηλεκτρονικά μητρώα και ψηφοφορίες. Η σπουδή με την οποία η κυβέρνησηικανοποιεί αιτήματα του εγχώριου και ξένου κεφαλαίου που είχαναντιμετωπίσει την αντίθεση του λαϊκού κινήματος είναι χαρακτηριστικήστην περίπτωση των Σκουριών και του Ελληνικού. Το περιβάλλονυποβαθμίζεται και περιφρονείται, ενώ ο πολιτισμικός πλούτος της χώραςεκποιείται, αν δεν θεωρείται εμπόδιο για τις κάθε είδους «επενδύσεις».

⎼ Το ζήτημα της μνημονιακής επιτροπείας και του πρόθυμουακολουθητισμού στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς αποκτά κι αυτό νέαχαρακτηριστικά.Η άρχουσα τάξη υποτάσσεται πλήρως στον αμερικάνικο καιευρωενωσιακό ιμπεριαλισμό, ευελπιστώντας να βελτιώσει τη θέση της στοπαγκόσμιο σύστημα, με τη συμμετοχή της στα παιχνίδια των μεγάλωνδυνάμεων στο χώρο της Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

⎼ Ένταση και όξυνση του αυταρχισμού: η κατάργηση του πανεπιστημιακούασύλου, μιας κερδισμένης με αίμα κατάκτησης του φοιτητικού και λαϊκούκινήματος, είναι ενδεικτική της προσπάθειας της άρχουσας τάξης ναξεμπερδέψει το συντομότερο δυνατό με τα πιο προοδευτικά και φιλολαϊκάστοιχεία της πολιτικής κληρονομιάς της περιόδου της Μεταπολίτευσης. Στηνίδια κατεύθυνση κινούνται οι επιθέσεις σε κοινωνικούς χώρους καιαγωνιστές στα Εξάρχεια. Η όξυνση του συντηρητισμού και του αυταρχισμούείναι τα πολιτικά «προαπαιτούμενα» για το νέο γύρο υπεραντιδραστικήςανάπτυξης, θεμελιωμένης πάνω στην καταπάτηση εργατικών δικαιωμάτων καιτην καταστροφή του περιβάλλοντος.

⎼ Ταχύτατα προωθούμενες ιδιωτικοποιήσεις: Η ΔΕΗ είναι το επόμενο βήμασε αυτή τη διαδικασία, με την απαξίωση και την οριστική εκποίησή τηςστον ιδιωτικό τομέα. Αλλά και τα πρώτα δείγματα της κυβερνητικήςπολιτικής σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία και το συνταξιοδοτικόσύστημα καταδεικνύουν αυτήν ακριβώς την πορεία προς την ιδιωτικοποίησητων βασικών δημόσιων αγαθών και τη βαθύτερη σύνδεσή τους με τις ανάγκεςτης αγοράς .

⎼ Συντηρητικοποίηση και οπισθοδρόμηση σε όλους τους τομείς τηςδημόσιας ζωής που, δυστυχώς, βρίσκει πρόσφορο έδαφος και σε σημαντικότμήμα των λαϊκών στρωμάτων. Τα αντιπροσφυγικά και αντιμεταναστευτικάμέτρα της κυβέρνησης και η ένταση της αντίστοιχης ρητορικής εντάσσονταικαι σε αυτό το πλαίσιο. Το ίδιο και η συστηματική προώθηση ενός πιοαυταρχικού και επιθετικού εθνικισμού, όπως και οι προτροπές της ΥπουργούΘρησκευμάτων και Παιδείας για εμπλοκή ιεροδιδασκάλων στην εκπαιδευτικήδιαδικασία.

⎼ Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση επιχειρεί να οικοδομήσει κοινωνικές καιπολιτικές συμμαχίες με ορισμένα μεσαία στρώματα πάνω στη μείωση τηςφορολογίας και με κάποιες ελαφρύνσεις που δεν ανατρέπουν αλλά ενισχύουντην κύρια πολιτική κατεύθυνση: την μείωση της φορολογίας των πολυεθνικώνμονοπωλιακών ομίλων, την ενίσχυση της κερδοφορίας τους.

⎼ Επιχειρεί να αναπτύξει συμμαχίες και με τμήματα της εργατικής τάξηςκαι του λαού ενώ λεηλατεί τα εργατικά δικαιώματα και το περιβάλλον στοόνομα των επενδύσεων και της «ανάπτυξης για όλους». Επιχειρεί έτσι ναμετατρέψει την παθητική αποδοχή της νεοφιλελεύθερης πολιτικής -στηνοποία διέπρεψε ο ΣΥΡΙΖΑ- σε μια ενεργητική στήριξή της.

Αυτή η πολιτική δεν μπορεί όμως να αντιστρέψει ριζικά το πρόβλημα τηςχαμηλής δυναμικής και αποδοτικότητας των επενδύσεων. Στοιχείο πουσχετίζεται και με τις δυναμικές της παγκόσμιας οικονομίας και με τιςιδιαιτερότητες που χαρακτηρίζουν το (μετα)μνημονιακό μοντέλο ανάπτυξης.Κάτι που υπογραμμίζεται από τη διεθνή αδυναμία του κεφαλαίου ναξεπεράσει τη στασιμότητα στις μαζικές, παραγωγικές επενδύσεις. Η οποία,με τη σειρά της, οφείλεται στην αδυναμία να αναταχθεί σταθερά η πτωτικήπορεία του μέσου ποσοστού κέρδους, να καταστραφούν μαζικά τα πιο αδύναμακεφάλαια. Αποδεικνύεται ότι ούτε η μείωση του εργατικού κόστους, ούτε ηλεηλασία της φύσης μπορούν να βγάλουν το σύγχρονο καπιταλισμό από τιςδομικές αντιθέσεις του. Αντίθετα, όλα τα μέχρι τώρα μέτρα οδηγούν σεακόμη μεγαλύτερη όξυνση αυτών των αντιθέσεων.

5. Ο ΣΥΡΙΖΑ συμφωνεί τόσο με το μνημονιακό οικονομικό πλαίσιο πουέχει επιβληθεί από ΕΕ και ευρωζώνη, όσο και με τον ατλαντικόπροσανατολισμό της αστικής τάξης της Ελλάδας. Είναι ενσωματωμένος στοαστικό κοινοβουλευτικό παιχνίδι και προσπαθεί να προβάλει –αυτό πουπροσπάθησε να εφαρμόσει- μια πολιτική ήπιας νεοφιλελεύθερης διαχείρισης.Με βάση αυτό θα κάνει αντιπολίτευση επιδιώκοντας την εναλλαγή και όχιτη ρήξη και την ανατροπή. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουνπροοδευτικές και λαϊκές φωνές στο εκλογικό του ακροατήριο ή ακόμη καιτην κομματική του βάση. Σημαίνει όμως ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πλέον μετατραπείστον δεύτερο πόλο της αστικής πολιτικής, με ορισμένες, βέβαια, διαφορέςμε τη ΝΔ, που δεν έχουν όμως ποιοτικό χαρακτήρα. Δεν υπάρχουνδυνατότητες για μια μετωπική πολιτική συμπόρευση με αυτό το κόμμα, αλλάμπορούν να αξιοποιηθούν οι διαφοροποιήσεις στο μαζικό κίνημα.

«Τέλος εποχής» και για τις δυνάμεις της Αριστεράς

6. Τα κόμματα που διατυπώνουν έναν πιο ριζοσπαστικό, προοδευτικό ήκαι κομμουνιστικό λόγο, παρά την προσφορά και τους αγώνες της βάσηςτους, δεν φάνηκαν ικανά να ωφεληθούν από τη σοσιαλφιλελεύθερη μετάλλαξητου ΣΥΡΙΖΑ, ούτε και να εκτιμήσουν τη βαρύτητα του εκλογικούαποτελέσματος: Η επίδοση του ΚΚΕ ήταν εντός του υποδιπλασιασμού τωντελευταίων χρόνων. Η ΛΑΕ κυρίως, αλλά και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπέστησανσοβαρότατες εκλογικές ήττες. Η πρώτη τέθηκε σε ανεπίστρεπτη κρίση, ενώ ηΑΝΤΑΡΣΥΑ ξαναγύρισε εκεί από όπου ξεκίνησε το 2009 και βαθιά διχασμένη.Ο κύκλος αυτών των πολιτικών μετώπων με τη σημερινή μορφή τους πολιτικάέχει κλείσει. Το κύριο είναι ότι κανένας από αυτούς τους φορείς δενφαίνεται να έβγαλε τα αναγκαία συμπεράσματα από τις ήττες και τιςαποτυχίες του. Πρόκειται για μια πολύ σοβαρή αποτυχία όλων τωνπρογραμμάτων και κομμάτων της Αριστεράς, απέναντι στην οποίατοποθετούμαστε και εμείς αυτοκριτικά.

7. Εξαιρετικά σημαντικό πρόβλημα συνιστά η ύφεση του λαϊκού κινήματοςκαι η αδυναμία ανάπτυξης μαζικών αγώνων, τόσο γενικά όσο και ειδικότεραμε πρωτοπόρα την εργατική τάξη. Κάποιες μαζικές κινητοποιήσεις μετά τιςεκλογές (για τα Εξάρχεια, τον Φύσσα, τον ένα χρόνο από τη δολοφονία τουΖακ, εργατικές απεργίες και κινητοποιήσεις κ.α.) έδειξαν τη διάθεσηενός εργατικού, λαϊκού και νεολαιίστικου δυναμικού για σύγκρουση με τηνκυβέρνηση στο πεδίο της στήριξης των ανθρώπινων και δημοκρατικώνδικαιωμάτων, χωρίς όμως οργανική σύνδεση με το εργατικό κίνημα.Απουσιάζει ένα συνεκτικό σχέδιο ανάτασης του μαζικού κινήματος καισύνδεσης των επιμέρους κινητοποιήσεων και αγώνων.

8. Η κατάσταση της Αριστεράς, στο σύνολό της, δυσκολεύει μια γρήγορηαναδιοργάνωση του εργατικού και λαϊκού κινήματος, κάνει το έργο τηςμαζικής και νικηφόρας αντίστασης στην επίθεση της ΝΔ και του νέουδικομματισμού, να μοιάζει με ηράκλειο άθλο. Ωστόσο, αυτός είναι ο δρόμοςπου απαιτείται να ακολουθήσει η ριζοσπαστική Αριστερά.

9. Για να ανταποκριθούμε σε αυτή την απαίτηση, χρειάζεται βαθιά,μαχόμενη και ουσιαστική αυτοκριτική επανεξέταση της τακτικής, τωνμετώπων και των συνθημάτων, από την αρχή της κρίσης μέχρι σήμερα,κρατώντας κάθε πολύτιμη παρακαταθήκη, αλλά με διάθεση υπέρβασης και σερήξη πλέον με ό,τι καθήλωσε τη δυνατότητα για μια ανατρεπτική αριστερήπολιτική. Χρειάζεται η σχεδιασμένη και έμπρακτη κοινή δράση τωναριστερών δυνάμεων για μια ενωτική και μαχητική λαϊκή αντιπολίτευσηενάντια στην κυβέρνηση της ΝΔ, για την ταξική αναδιοργάνωση τουεργατικού, λαϊκού και νεανικού κινήματος και μια αποτελεσματική μετωπικήσυμμαχία της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

10. Το ΜεΡΑ25 κινείται πολιτικά σε μια κατεύθυνση ενσωμάτωσης στην ΕΕκαι το αστικό πλαίσιο με πιο «μαχητική» διαπραγμάτευση, αν και εξέφρασεεκλογικά μεγάλο μέρος του δυναμικού που αναζήτησε τα προηγούμενα χρόνιαμία διαφορετική ριζοσπαστική κατεύθυνση. Για αυτό δεν μπορεί νασυνεισφέρει στην παραπάνω κατεύθυνση, παρά κάποιες διαφοροποιήσεις τουσε επιμέρους ζητήματα.

Το ΚΚΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και η ΛΑΕ, με όποιες μορφές κι αν συνεχίσουν,μπορούν και πρέπει να συμβάλουν σε μια ενωτική λαϊκή αντιπολίτευση.Αλλά, για διαφορετικούς λόγους, η σημερινή πολιτική τους εμποδίζει κάθεμια από αυτές τις δυνάμεις να ανταποκριθούν, πολύ περισσότερο, ναηγηθούν σε μια τέτοια αναγκαία προσπάθεια. Για αυτό χρειάζεται ηυπέρβαση τόσο της ρεφορμιστικής, όσο και της σεχταριστικής πολιτικήςστην Αριστερά.

Ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός στην εποχή μας

11. Μετά τη δομική κρίση του 2008, το κεφάλαιο και ο ιμπεριαλισμόςανεβάζουν την επιθετικότητά τους σε όλα τα επίπεδα: Προετοιμάζουνπολέμους μέσα από την όξυνση των ανταγωνισμών, βαθαίνουν τηνεκμετάλλευση της εργατικής τάξης και των μικρομεσαίων στρωμάτων, χτυπούντα δημοκρατικά, εργασιακά δικαιώματα και τις ελευθερίες, εντείνουν τηνκαταπίεση, προωθούν αντιδραστικές και σκοταδιστικές αντιλήψεις,καταπιέζουν μικρότερα έθνη και εθνότητες, τις γυναίκες, τους μετανάστες,τη νεολαία, καταστρέφουν το περιβάλλον.

12. Σήμερα, η αδυναμία επιτυχημένου ξεπεράσματος της κρίσης από τηνπλευρά των δυνάμεων του κεφαλαίου οδηγεί σε αντικρουόμενες τάσεις τόσοδιεθνώς όσο και στην Ε.Ε. Αφενός, μια τάση ακόμα πιο νεοφιλελεύθερηςφυγής προς τα εμπρός, και αφετέρου μία τάση επαναφοράς προστατευτικώνπρακτικών έναντι των κύριων διεθνών ανταγωνιστών. Η πρώτη τάσηεπενδύεται με ιδεολογήματα «κοσμοπολιτισμού» και υπεράσπισης τουανοίγματος των αγορών διεθνώς. Πατώντας πάνω στα αντιδραστικά κεκτημένατου νεοφιλελευθερισμού, αναπτύσσεται μια δεύτερη τάση: ένα αντιδραστικό,ακροδεξιό και εθνικιστικό ρεύμα, που εμφανίζεται ως δήθεν«αντισυστημικό», ενώ αποτελεί την πιο σκοτεινή όψη του συστήματος. Εντόςτου, επανεμφανίζονται τα παλιά τέρατα: ο φασισμός και ναζισμός. Αυτέςοι δύο τάσεις ανταποκρίνονται σε εσωτερικές δομικές ανάγκες καιαντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Εκφράζουν την όξυνση τωναντιθέσεων εντός και των κυρίαρχων αστικών δυνάμεων στο εσωτερικό τωνχωρών. Αντιθέσεις σχετικά με το μείγμα οικονομικής πολιτικής ανάλογα μετα ιδιαίτερα συμφέροντα επιμέρους μερίδων και των κοινωνικών καιπολιτικών συμμαχιών που αυτές επιχειρούν να διαμορφώνουν. Η αδυναμία τηςριζοσπαστικής και της κομμουνιστικής Αριστεράς να αρθρώσει ένανδομημένο και δυνάμει αντιηγεμονικό λόγο απέναντι στην «παγκοσμιοποίηση»,την Ε.Ε. και τις πολιτικές του κεφαλαίου άφησε αντικειμενικά χώρο σεαυτές τις δυνάμεις να εδραιωθούν κεφαλαιοποιώντας πολιτικά τη διάχυτηλαϊκή δυσαρέσκεια.

13. Η εποχή μας είναι εποχή εμφάνισης ποιοτικά νέων παραγωγικώνδυνάμεων, δυνητικά επαναστατικών για την παραγωγή πλούτου για το λαό καιτην απελευθέρωση χρόνου εντός και εκτός της εργασίας. Ο καπιταλισμός,ειδικά στην περίοδο της κρίσης του, όχι μόνο δεν μπορεί να αξιοποιήσειεπαρκώς τις κατακτήσεις της επιστήμης, της εργασίας και του πολιτισμούαλλά τις ιδιοποιείται, τις διαστρέφει και τελικά τις στρέφει ενάντια στησύγχρονη εργατική τάξη, τη νεολαία και τα φτωχά μεσαία στρώματα. Οινέες και συνεχώς εξελισσόμενες παραγωγικές δυνάμεις, οι οξυμένεςαντιθέσεις και αντιφάσεις τους με τις καπιταλιστικές παραγωγικέςσχέσεις, οι ίδιοι οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, παράλληλα με τιςμεγάλες δυσκολίες, εμπεριέχουν και εκφράζουν ταυτόχρονα τις σύγχρονεςδυνατότητες για μια βαθιά πολιτική και πολιτιστική επανάσταση στηνεργασία, στη γενικότερη οργάνωση της ζωής του εργάτη-δημιουργού. Μπορούννα τροφοδοτήσουν μεγάλες κοινωνικές αναμετρήσεις, ώστε το εξαιρετικάεπίκαιρο δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» να αποκτά υλική υπόσταση,να γίνεται υπόθεση των εργατικών και λαϊκών δυνάμεων.

14. Κατανοούμε ότι οι παραπάνω επισημάνσεις για τον καπιταλισμό καιιμπεριαλισμό στην εποχή μας, δεν αρκούν για να απαντηθεί το μεγάλοζήτημα μιας επαναστατικής στρατηγικής και μιας νέας κομμουνιστικήςεναλλακτικής απάντησης στο ΤΙΝΑ του νεοφιλελευθερισμού και των δυνάμεωντου συστήματος. Μεγάλα προβλήματα αναδεικνύονται μπροστά μας προςαπάντηση, όπως η σχέση «παγκοσμιοποίησης» - διεθνοποίησης και έθνουςκράτους, οι νέες σχέσεις εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας, τοσύγχρονο μονοπώλιο και οι πολυεθνικοί όμιλοι, τα καινούριαχαρακτηριστικά στο κράτος και στη δομή της αστικής εξουσίας, οκατακερματισμός και η συγκέντρωση της εργατικής τάξης, οι νέεςτεχνολογίες, τα μέσα ενημέρωσης, ο πολιτισμός και η διαμόρφωση τηςεργατικής και λαϊκής συνείδησης κ.α. Για αυτό, σήμερα, είναι αναγκαίο ναανοίξει μια μεγάλη συζήτηση για τα καινούρια χαρακτηριστικά τουσύγχρονου καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού.

Η ΕΕ σε κρίση και σε πορεία βαθύτερης αντιδραστικοποίησης

15. Η Ε.Ε. προσπαθεί να δείξει εικόνα κανονικότητας αλλά οι πολιτικές και οικονομικές αντιθέσεις οξύνονται:

⎼ Οι χώρες της Ε.Ε. ανέκτησαν κατά μέσο όρο το επίπεδο παραγωγής(ΑΕΠ) που είχαν το 2008 σε 6 χρόνια από το ξέσπασμα της οικονομικήςκρίσης, ενώ η Γερμανία χρειάστηκε μόλις 3, οι χώρες της ΟΝΕ κατά μέσοόρο χρειάστηκαν 7 χρόνια, ενώ η Ελλάδα και η Ιταλία 10 χρόνια μετά δεντο έχουν ανακτήσει ακόμη. Το ζήτημα του χρέους παραμένει ενεργό, κύριαστην Ιταλία.

⎼ Η διαδικασία του Brexit μένει να φανεί με πόσους κραδασμούς (συναινετικά ή όχι) θα προχωρήσει.

⎼ Υπάρχει κρίση και της διαδικασίας ολοκλήρωσης προς ανατολάς, σεχώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, που αμφισβητούν ακόμη και τοπερίφημο «ευρωπαϊκό κεκτημένο».

⎼ Ο Μακρόν, που θεωρήθηκε εμβληματικός εκφραστής της «εμβάθυνσης»,δυο χρόνια μόλις μετά την ανάδειξή του στην προεδρία δείχνει σαφήσημάδια κόπωσης, με τη δημοτικότητά του να βαίνει διαρκώς μειούμενη χάρηκαι στην κινητοποίηση των Κίτρινων Γιλέκων. Η Μέρκελ αμφισβητείται απότα δεξιά και στην Ιταλία η ακροδεξιά Λέγκα, αναδεικνύεται σταδιακά σεκύρια πολιτική δύναμη.

Αυτή η Ε.Ε. δεν είναι εστία ειρήνης και οικονομικής ανάπτυξης γιατους εργαζόμενους και τους λαούς της Ευρώπης, είναι ένας αντιδραστικόςιμπεριαλιστικός - καπιταλιστικός μηχανισμός. Δεν αλλάζει «από μέσα», δενμεταρρυθμίζεται, παρά μόνο ανατρέπεται. Κάτι που φυσικά δεν αρκεί ναδιαπιστώνεται αλλά πρέπει να τεκμηριώνεται στοιχειωδώς σοβαρά ειδικά καιυπό το φως της εμπειρίας του 2015.

16. Η κρίση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, συνεπώς, παραμένει μπροστάμας. Παραμένει και η ανάγκη ανασύνταξης, ανασύνθεσης, βαθιάςανασυγκρότησης και μετωπικής συστράτευσης κοινωνικών και πολιτικώνδυνάμεων για:

⎼ Μια κατεύθυνση λαϊκής ρήξης και αποδέσμευσης από την ΟΝΕ και την Ε.Ε.

⎼ Την εξυπηρέτηση των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων.

⎼ Δημοκρατία προς όφελος των εργαζομένων και του λαού.

⎼ Λαϊκή κυριαρχία και εθνική ανεξαρτησία από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς.

⎼ Με τον λαό στο τιμόνι και με το αναγκαίο στη συγκυρία μεταβατικόπολιτικό πρόγραμμα, για τη σύνδεση της αντιευρώ και αντι-ΕΕ ρήξης με μιαφιλολαϊκή έξοδο από την κρίση και με τη σοσιαλιστική-κομμουνιστικήπροοπτική.

Μια τέτοια Αριστερά θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί αποτελεσματικά τηνκρίση της ΕΕ προς όφελος των εργαζομένων και του λαού. Δίνοντας ένααποτελεσματικό παράδειγμα άλλου δρόμου ενάντια στα ευρωπαϊκά μνημόνια,τη νεοφιλελεύθερη λιτότητα, την Ακροδεξιά και τον φασισμό, τις πολιτικέςτου κεφαλαίου και την ιμπεριαλιστική επιτροπεία. Ένα παράδειγμα που θατονώσει τη λαϊκή αυτοπεποίθηση και τους αγώνες ενάντια στην ΟΝΕ και τηνΕΕ και σε άλλες χώρες. Κι έτσι θα επιτελέσει και το διεθνιστικό καθήκοντης απέναντι στους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης, με τους οποίους θέλουμενα συντονιστούμε ακριβώς επειδή βιώνουν παρόμοια καταπίεση από τιςαστικές τάξεις τους στο πλαίσιο της ΕΕ

Η Ελλάδα , αδύναμος κρίκος στην ΕΕ και το διεθνές σύστημα

17. Η Ελλάδα, μια χώρα μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης,εντάχθηκε στην ΕΟΚ - ΕΕ με σκοπό να επιταχύνει αλλαγές στην οικονομίακαι την κοινωνία προς όφελος των δυνάμεων του κεφαλαίου. Η ελληνικήαστική τάξη επιδίωξε τη συμμετοχή στην ΟΝΕ ακόμα κι αν υπήρχαν φωνές πουέθεταν το ζήτημα ότι η ελληνική καπιταλιστική οικονομία ήταν σχετικάαδύναμη ακόμη για να εκτεθεί στον ανταγωνισμό πιο παραγωγικών ευρωπαϊκώνκεφαλαίων χωρίς την προστασία της νομισματικής ισοτιμίας.

Τα πρώτα χρόνια της ΟΝΕ η ελληνική οικονομία είχε υψηλούς ρυθμούςανάπτυξης, βασιζόμενη στην αθρόα πίστωση λόγω της πτώσης των επιτοκίων(του ευρώ σε σχέση με τη σχετικά «σκληρή» δραχμή των χρόνων πριν από τηνένταξη). Αυτή η πίστωση διοχετεύτηκε κυρίως σε κλάδους πιοπροστατευμένους από τον διεθνή ανταγωνισμό (κατασκευές, εγχώριεςυπηρεσίες, τουρισμός), μη εμπορεύσιμων διεθνώς προϊόντων. Κλάδοι πουαποδείχτηκαν εξαιρετικά ευάλωτοι στο ξέσπασμα της κρίσης, ενώ ταυτόχρονασε όλη την περίοδο του ευρώ η χώρα αύξανε το εμπορικό έλλειμμα και τοισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της, κυρίως εξαιτίας της εισαγωγήςπροϊόντων υψηλότερης προστιθέμενης αξίας που η ίδια δεν παράγει. Οσυνδυασμός αυτών των παραγόντων οδήγησε στην αύξηση του δημόσιουελλείμματος, του χρέους και του εξωτερικού δανεισμού και συνεπώς στονδημοσιονομικό εκτροχιασμό.

18. Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης, οι βασικές ορίζουσες του «ελληνικού προβλήματος» είναι ακόμη υπαρκτές:

⎼ Η ελληνική οικονομία διατηρείται σχετικά στάσιμη, σε επίπεδο σημαντικά χαμηλότερο (περίπου 24-25% μικρότερο) από το 2008.

⎼ Εξυπηρετείται η διαμόρφωση του συγκεκριμένου αναπτυξιακού προτύπουπου προέβλεπαν τα μνημόνια για μια χώρα που θα είναι διαμετακομιστικόςκόμβος μεταξύ Ανατολής και Ευρώπης με αναβαθμισμένες μεταφορικέςυποδομές, με μια οικονομία έντασης εργασίας με έμφαση στις υπηρεσίες,τον τουρισμό και τις επενδύσεις real estate, με χαμηλό εργατικό κόστοςκαι φιλικό περιβάλλον για «επενδύσεις».

⎼ Τα κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα συμπιέζονται για νααποκομίζουν κέρδος οι μεγάλες επιχειρήσεις. Οι δυνάμεις του εγχώριουκεφαλαίου έχουν κάθε συμφέρον να μη διακυβευτεί το ουσιαστικό«μνημονιακό κεκτημένο» για να αποκομίζουν κέρδος πλέον κυρίως μέσω τηςεσωτερικής υποτίμησης των μισθών και της λιτότητας.

⎼ Οι δυνάμεις της ΕΕ και των δανειστών μας έχουν κάθε συμφέρον ναπαραμένει σε αυτή την κατάσταση η ελληνική κοινωνία και οικονομία,εφόσον παραμένει εντός των ΟΝΕ - ΕΕ, για λόγους πολιτικούπαραδειγματισμού, αλλά και για να μην υπάρξει νέος δημοσιονομικόςεκτροχιασμός που θα κλονίσει οικονομικά την ΕΕ. Συνεχίζοντας φυσικά ναεκμεταλλεύονται ανάλογα την κατάσταση, αποσπώντας εμπορικά πλεονάσματακαι «φιλέτα» μέσω των ιδιωτικοποιήσεων και του ξεπουλήματος της δημόσιαςπεριουσίας. Αυτή είναι η ουσία της ιμπεριαλιστικής επιτροπείας που έχειεπιβληθεί στον ελληνικό λαό.

Πρέπει να είναι σαφές, λοιπόν, ότι η ελληνική κοινωνία θα παραμείνειεγκλωβισμένη σε αυτή την «παγίδα» όσο παραμένει στο κλουβί της ΕΕ.

19. Στην Ελλάδα, οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βίωσαν καιβιώνουν πολύ βαθύτερα την καπιταλιστική κρίση, την αντεργατική καιαντιδημοκρατική επιθετικότητα του κεφαλαίου, ενώ ζουν μέσα στην έντασητων ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και των πολεμικών προετοιμασιών.

Η αστική τάξη της Ελλάδας, όχι μόνον δεν προωθεί την «έξοδο» από ταμνημόνια, αλλά τα εμπεδώνει και τα «ιδιοποιείται», υποτάσσεται πλήρωςστην ΕΕ και το ΔΝΤ, βαθαίνοντας την εκμετάλλευση και την κερδοφορίαειδικά των πολυεθνικών μονοπωλίων, ενώ προσθέτει και μια νέααμερικανοκρατία. Προωθεί τις επιδιώξεις της ελληνικής ολιγαρχίας σταΒαλκάνια, η οποία, υπό την σκέπη των ΗΠΑ, επιχειρεί να ανακτήσει κάποιεςθέσεις, όπως δείχνει η Συμφωνία των Πρεσπών. Η Συμφωνία αυτή δεν μπορείνα λύσει τα προβλήματα που έχουν δημιουργήσει οι εθνικισμοί τωνβαλκανικών αστικών τάξεων, κυρίως γιατί είναι ενταγμένη στους ευρύτερουςνατοϊκούς και ευρωενωσιακούς σχεδιασμούς, παρά ορισμένα θετικά σημείατης (π.χ. σύνθετη ονομασία, αναγνώριση σλαβομακεδονικού έθνους καιγλώσσας).

20. Την ίδια στιγμή, ο τουρκικός καπιταλισμός είναι πιο ισχυρός,σήμερα. Διεκδικώντας ηγετικό ρόλο στην περιοχή αυξάνει την επιθετικότητάτου, τις απειλές πολέμου, προβάλλει αναθεωρητικές διεκδικήσεις.Ταυτόχρονα, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός μέσω του άξονα Ισραήλ,Αιγύπτου, Κύπρου, στον οποίο συμμετέχει ενεργά ο ελληνικός καπιταλισμός,εντείνει την παρέμβασή του στην Αν. Μεσόγειο για τον έλεγχο ειδικά τωνπηγών και δικτύων μεταφορών ενέργειας. Σε αυτό το τοπίο δημιουργούνταισοβαροί κίνδυνοι για την έναρξη πολεμικών αναμετρήσεων στην περιοχή μας.

21. Οι πρώτες αυτές επισημάνσεις δείχνουν ότι είναι αναγκαίο ναανοίξει εκ νέου μια βαθύτερη συζήτηση και σε αυτό το ζήτημα: Ποιος είναικαι που βαδίζει ο ελληνικός καπιταλισμός, ποια είναι η θέση του στοδιεθνές καπιταλιστικό και ιμπεριαλιστικό σύστημα, ποια είναι η κοινωνικήδιαστρωμάτωσή του, ποιες οι ιδιομορφίες του κ.α. Αυτή η συζήτηση είναιαναγκαία εάν θέλουμε να αναπτύξουμε μια συγκεκριμένη στρατηγική για τηνεπανάσταση στον «αδύναμο κρίκο» του ελληνικού έθνους – κράτους, για τηδιεθνή αλληλεπίδραση, αλλά και αν θέλουμε να αναπτύξουμε μιααποτελεσματική τακτική μετωπικής συγκέντρωσης δυνάμεων που θα απαντά στο«σήμερα» και θα συνδέει με το «αύριο».

Η κατάσταση του κομμουνιστικού, αριστερού και εργατικού-λαϊκού κινήματος

22. Σε αυτή την αντιφατική κατάσταση σε εθνικό και διεθνές επίπεδο,αναπτύχθηκαν και θα αναπτύσσονται ημιαυθόρμητοι εργατικοί, κοινωνικοίκαι λαϊκοί αγώνες αντίστασης.

Μέσα σε αυτούς τους κοινωνικούς αγώνες μπορεί να γεννηθούν τασπέρματα από το μέλλον που θα συναντήσουν τις καλύτερες επαναστατικέςπαραδόσεις και κατακτήσεις του κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος.Όμως, το παρελθόν της ήττας βαραίνει ακόμη πάνω στο παρόν. Βαραίνει ηστρατηγική κρίση του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος από τιςκαταρρεύσεις και ανατροπές της σοσιαλιστικής απόπειρας του προηγούμενουαιώνα. Βαραίνουν δεκαετίες ρεφορμιστικής και συστημικής πολιτικής στηνΑριστερά, μαζί με το σεχταρισμό και τον αριστερισμό. Σε όλα αυτάπροστέθηκε και η ήττα των μεγάλων αντιμνημονιακών αγώνων, τους οποίους ηΑριστερά, ειδικά η κομμουνιστική, εξαιτίας της αδυναμίας και τωνανεπαρκειών της απέτυχε να αξιοποιήσει.

23. Οι σημερινές εργατικές και λαϊκές αντιστάσεις είναι ακόμηκατακερματισμένες, ανεπαρκείς και χωρίς σαφή προοπτική, διότι, πέρα απότις αντικειμενικές δυσκολίες, καθορίζονται από την έλλειψη επαναστατικούπρογράμματος και προσανατολισμού. Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασηςείναι επείγουσα και δεν αφορά αποκλειστικά κάποιον πολιτικό φορέα ήκάποιους «ειδικούς». Πρόκειται για μια διαδικασία που πρέπει ναεξελιχθεί μέσα στην ανάπτυξη της δράσης, ανοιχτά μέσα στην εργατική τάξηκαι το λαό. Εκεί θα δώσει καθένας την συνεισφορά του.

24. Οι ηγεσίες και η πολιτική του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και της ΛΑΕ, γιαδιαφορετικούς λόγους και παρά την προσφορά και τους αγώνες τους, δενανταποκρίνονται σε αυτό το καθήκον, αποδείχτηκαν ανεπαρκείς στιςπρόσφατες αναμετρήσεις. Αδυνατούν να συλλάβουν τη νέα κατάσταση.Συνεχίζουν χωρίς ουσιαστική αυτοκριτική της πορείας τους. Γενικά, στηνΑριστερά κυριαρχεί ο σεχταρισμός μαζί με τον οπορτουνισμό, σε ορισμένεςπεριπτώσεις, ο αρχηγισμός και ο κοινοβουλευτισμός. Αναπτύσσεται έναςενδοαριστερός «εμφύλιος» που φτάνει μέχρι και σε φαινόμενα βίας.

Από την άλλη, ο αναρχικός και αντιεξουσιαστικός χώρος, παρά τησυμμετοχή τμημάτων του σε συνδικαλιστικούς και αντικατασταλτικούςαγώνες, δεν μπορεί συνολικά να ξεφύγει από την υποτίμηση της πολιτικής,προγραμματικής και οργανωτικής συγκρότησης και σε όψεις του, από τοφετιχισμό της βίας και μία μηδενιστική αντικοινωνική στάση.

25. Από αυτή τη σκοπιά, για όλα τα παραπάνω απαιτείται μια βαθιάκριτική και αυτοκριτική αποτίμηση της τακτικής, των συνθημάτων και τωνπράξεων της Αριστεράς στην ταραγμένη δεκαετία που πέρασε και η οποίαάφησε ανεξίτηλο ίχνος για το μέλλον. Κατανοούμε πλήρως ότι χωρίς μίασυνολική αποτίμηση για αυτές τις ελλείψεις, συνολικά αλλά και για τιςδικές μας, δεν μπορεί να υπάρξει ελπιδοφόρα τομή με τα λάθη και τιςπαθογένειες του παρελθόντος. Σε αυτή την κατεύθυνση, θα προσπαθήσουμε νακαταθέσουμε από κοινού έναν τέτοιο αναγκαίο και ουσιαστικό απολογισμό.

Για την αντιστροφή και υπέρβαση της κατάστασης

26. Είναι αναγκαίο ένα αποφασιστικό και μαχητικό βήμα αντιστροφής καιυπέρβασης. Είναι η ώρα για μια νέα συσπείρωση δυνάμεων που θα συμβάλειστην προγραμματική ανασύνθεση της κομμουνιστικής και επαναστατικήςΑριστεράς. Που θα προωθεί ως στρατηγική τη ρήξη και την ανατροπή τουκαπιταλιστικού συστήματος, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού –κομμουνισμού. Με μαχόμενη κριτική αποτίμηση για την ιστορική πορεία τουεργατικού και κομμουνιστικού κινήματος, χωρίς να ισοπεδώνεται η προσφοράτου. Με στόχο να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για ένα σύγχρονοκομμουνιστικό κόμμα αντάξιο της εποχής μας με βασικό καθήκον τηνανασυγκρότηση του διεκδικητικού κινήματος και της Αριστεράς, ώστε ναανακοπεί η πορεία διάλυσης. Για να ανοίξει η συζήτηση για την επόμενημέρα, μπροστά στους υπάρχοντες αριστερούς φορείς, ώστε να τεθούμε όλοιπρο των ευθυνών μας.

27. Η ιστορική αποτίμηση της επαναστατικής απόπειρας του 20ού αιώνακαι η νέα εποχή του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού απαιτούν ένανβαθύ διάλογο που θα στηρίζεται στη θεωρία του Μαρξ και του Ένγκελς, στηνεπέκταση και την εμβάθυνσή του από τη συνεισφορά του λενινισμού, στονεπαναστατικό μαρξισμό, αλλά και στη συμβολή όλων των μαχόμενωνμαρξιστών, με στόχο μια, αντίστοιχη με την εποχή μας, στρατηγική για τιςεπαναστάσεις και την κομμουνιστική κοινωνία του 21ου αιώνα. Για νααπαντήσουμε στα μεγάλα ερωτήματα: Ποια θα είναι η πορεία τηςεπαναστατικής διαδικασίας στην εποχή μας; Τι συμπεράσματα αντλούμε απότην εμπειρία των επαναστάσεων του 20ού αιώνα; Πώς προωθείται οσοσιαλισμός και ο κομμουνισμός μετά την κατάκτηση της πολιτικήςεξουσίας;

28. Η αντίστοιχη συσπείρωση των κομμουνιστικών δυνάμεων είναιαναγκαίος αλλά όχι επαρκής όρος για την αντιστροφή της σημερινήςκατάστασης. Το γεγονός ότι οι κομμουνιστικές δυνάμεις οφείλουν ναπροωθούν τη στρατηγική τους, δεν σημαίνει ότι παραιτούνται από ταμέτωπα, από άξονες συσπείρωσης και κοινής δράσης με ευρύτερες κοινωνικέςκαι πολιτικές δυνάμεις για τα προβλήματα που ταλανίζουν σήμερα το λαόκαι τη χώρα.

Γι’ αυτό απαιτείται μια πορεία δημιουργίας ενός σύγχρονου εργατικούκαι λαϊκού, κοινωνικοπολιτικού μετώπου. Σε αυτό το μέτωπο, οι πρωτοπόρεςδυνάμεις οφείλουν να συνδέουν τον αντιιμπεριαλιστικό και δημοκρατικόαγώνα με το ταξικό και αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο του, όπως καιαντίστροφα, να συμβάλουν έτσι ώστε ο αντικαπιταλιστικός αγώνας ναεκφράζεται με τις σύγχρονες αντιιμπεριαλιστικές και δημοκρατικές αιχμέςτου.

Ένα τέτοιο μέτωπο δεν έρχεται σε σύγκρουση, αντίθετα, ενισχύει τιςπροσπάθειες για ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα,τροφοδοτεί την επαναστατική προοπτική.

Ταυτόχρονα, ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί να είναι μόνον κοινωνικό.Είναι αναγκαία μια πολιτική συμμαχία των ανατρεπτικών αριστερώνδυνάμεων. Που θα συσπειρώσει δυνάμεις ενάντια στο διπολισμό γύρω από τονΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, αλλά και ενάντια στην Ακροδεξιά και το νεοφασισμό.Που θα δώσει νέα πνοή στο μαζικό κίνημα, θα συμβάλει σε νίκες καικατακτήσεις τι οποίες τόσο ανάγκη έχει ο λαός και η νεολαία.

Βασικά στοιχεία ενός πολιτικού προγράμματος για τη σημερινή περίοδο

29. Ένα τέτοιο μέτωπο έχει σαν κεντρικό πολιτικό και κοινωνικό στόχο:

Ριζικές κατακτήσεις για τα σύγχρονα δικαιώματα των εργαζομένων, τουλαού και της νεολαίας, προωθώντας τη ρήξη και ανατροπή της επίθεσης τουκαπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού και του φασισμού. Κατακτήσεις πουμπορούν να επιβληθούν εντός και παρά το χρέος, την ΕΕ και την αστικήκυριαρχία, με αγώνα εναντίον τους, ανοίγοντας νέες προοπτικές για τηνεπαναστατική διαδικασία. Σε αυτή την κατεύθυνση αναζητούμε μια πρότασητακτικής για τη σημερινή περίοδο, που μπορεί να συσπειρώσει μετωπικάευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις. Αποτελεσματική τακτική δενμπορεί να είναι ούτε ο ρεφορμισμός και η υποταγή στο σύστημα, ούτε οαριστερισμός και η άσφαιρη καταγγελία του καπιταλισμού.

Ένα τέτοιο μέτωπο χρειάζεται ένα πρόγραμμα πάλης με βάση τους παρακάτω βασικούς άξονες:

⎼ Κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων, ουσιαστικές αυξήσεις σεμισθούς, συντάξεις και λαϊκό εισόδημα, με σταθερές εργασιακές σχέσειςκαι μείωση του χρόνου εργασίας, προοδευτική φορολογία και προστασία τηςλαϊκής κατοικίας.

⎼ Παύση πληρωμών, διαγραφή του δημόσιου χρέους, διαγραφή – ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους των λαϊκών στρωμάτων.

⎼ Εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων με δημοκρατικό, εργατικό και κοινωνικό έλεγχο.

⎼ Έξοδος από ευρώ και Ευρωπαϊκή Ένωση, λαϊκή κυριαρχία στηνομισματική πολιτική και σε όλους τους τομείς, στην οικονομία, τηνπρόνοια, την άμυνα, τη δημόσια περιουσία.

⎼ Ειρήνη και ισότιμη συνεργασία των λαών σε Βαλκάνια, Αιγαίο και Αν.Μεσόγειο. Έξοδος από το ΝΑΤΟ, έξω οι βάσεις. Όχι στη νατοϊκή Συμφωνίατων Πρεσπών και στον άξονα με ΗΠΑ, Ισραήλ, Αίγυπτο.

⎼ Υπεράσπιση και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των εργατικών λαϊκών ελευθεριών, αποφασιστική αντιφασιστική πάλη.

⎼ Δημόσια και δωρεάν υγεία, παιδεία και ασφάλιση για όλους.

⎼ Υπεράσπιση των μικρομεσαίων στρωμάτων και της μικρομεσαίας αγροτιάς.

⎼ Στήριξη των δικαιωμάτων των νέων εργαζόμενων, των φοιτητών και μαθητών, των γυναικών και όλων των καταπιεζόμενων ομάδων.

⎼ Υπεράσπιση των προσφύγων και των μεταναστών.

⎼ Προστασία του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος από την καταστροφή χάριν του κέρδους.

30. Οι παραπάνω άξονες πολιτικού προγράμματος απαιτείται να βαθύνουν για να δοθούν πειστικές απαντήσεις:

⎼Στο θεμελιώδες κοινωνικό - οικονομικό ζήτημα, απέναντι στηνκαπιταλιστική κρίση, στην ανεργία, στην κρίση των τραπεζών, στιςχρεοκοπίες επιχειρήσεων, στην ασυδοσία της «ελεύθερης αγοράς» και τηζούγκλα του ανταγωνισμού, στο ξεπούλημα δημόσιων επιχειρήσεων και χώρων,στις ιδιωτικές καταστροφικές επενδύσεις, στις μειώσεις μισθών καισυντάξεων, στην κατάργηση συλλογικών συμβάσεων.

⎼Στο δεύτερο μεγάλο ζήτημα, αυτό της δημοκρατίας, για δημοκρατικές,πολιτικές και συνταγματικές κατακτήσεις υπέρ των εργαζομένων και με τηνενεργό συμμετοχή του λαού σε όλα τα πεδία, απέναντι στον εκφυλισμό καιτην αντιδραστική μετάλλαξη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας,στις νεοφασιστικές τάσεις κατάργησής της.

⎼Στο ζήτημα μιας αντιιμπεριαλιστικής ανεξάρτητης πολιτικής, απέναντιστους κινδύνους για την ειρήνη στην περιοχή μας από την πολιτική τηςελληνικής άρχουσας τάξης, από τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς τωνμεγάλων δυνάμεων, απέναντι στην επιθετικότητα της τουρκικής αστικήςτάξης.

31. Η δεκαετία που πέρασε ανέδειξε το ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στοπρόγραμμα και το εργατικό λαϊκό μέτωπο με την κυβέρνηση και με τηνεπαναστατική διαδικασία και εξουσία. Αυτό το μεγάλο πρόβλημα δεναπαντήθηκε επαρκώς από τις κομμουνιστικές επαναστατικές δυνάμεις, στηνπροηγούμενη δεκαετία, με αποτέλεσμα να «απαντηθεί» από τον ΣΥΡΙΖΑ σε μιακατεύθυνση ενσωμάτωσης και υποταγής. Απαιτείται μια ριζοσπαστικήαντιμετώπιση αυτών των σχέσεων, με βάση την εποχή μας, τις παλιές καισύγχρονες εμπειρίες, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και άλλων χωρών (π.χ.Λατ. Αμερική).

32. Ταυτόχρονα, μέσα και μαζί με την όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου –εργασίας, οξύνεται ένα ευρύτερο σύνολο κοινωνικών αντιθέσεων, όπως ηαντίθεση καπιταλισμού – φύσης, πόλης – υπαίθρου, έμφυλες αντιθέσεις καιπατριαρχία, εθνοτικές αντιθέσεις και ρατσισμός, πολιτισμικές –θρησκευτικές αντιθέσεις κ.λπ. Η ανάπτυξη μαζικών κινημάτων για τηνκαταπολέμηση των αντιδραστικών τάσεων σε κάθε πεδίο είναι αναγκαία,ταυτόχρονα με μία προσπάθεια σύνδεσής τους με το ευρύτερο κίνημα καιρεύμα για την απελευθέρωση των εργαζομένων και του λαού. Η σύνδεση αυτήαπαιτεί σύγχρονες ειδικές θεωρήσεις και πρακτικές ανά πεδίο όσο και μίασυνολική ταξική – κοινωνική οπτική σε σύγκρουση με τον καπιταλισμό καιμε σοσιαλιστική - κομμουνιστική κατεύθυνση εντός των κινημάτων αυτών.Για να αντιμετωπιστεί η προσπάθεια του νεοφιλελευθερισμού, συχνά μέσωμεταμοντέρνων ιδεολογικών ρευμάτων, για τον κατακερματισμό, τηναπομόνωση και τελικά την ενσωμάτωση αυτών των κινημάτων σε μιακοσμοπολίτικη και φιλελεύθερη ατζέντα.

Στο μαζικό κίνημα

33. Τόσο οι κομμουνιστικές δυνάμεις, όσο και το μέτωπο, δοκιμάζονται, κρίνονται και υπηρετούν το μαζικό κίνημα.

Από αυτή τη σκοπιά, για να αναπτυχθούν μαζικοί, νικηφόροι εργατικοίαγώνες, είναι αναγκαίο να εξοπλιστεί το ταξικό συνδικαλιστικό εργατικόκίνημα με ένα σύγχρονο πρόγραμμα διεκδικήσεων για το μισθό, το χρόνο καιτις σχέσεις εργασίας, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη δημοκρατία στους χώρουςεργασίας κ.α. Χρειάζεται μετωπική συσπείρωση των αγωνιζόμενων, ταξικώνδυνάμεων για μια μαζική, ενωτική και ανεξάρτητη εργατική ταξική κίνησηπου θα συμβάλει σε πλατιά αγωνιστικά σχήματα στους κλάδους και τιςεπιχειρήσεις. Θα συμβάλει στην ενότητα των διάσπαρτων δυνάμεων σε ένααγωνιστικό ταξικό δίκτυο ανυπότακτων συνδικάτων, το οποίο θα υπερβαίνειτη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και θα αντιπαλεύει το ρεφορμισμό, χωρίςαποχωρήσεις και περιχαρακώσεις από την πλατιά βάση του υπάρχοντοςσυνδικαλιστικού κινήματος.

34. Απέναντι στην ανάπτυξη των πολεμικών κινδύνων και του εθνικισμούχρειάζεται η ενωτική πάλη ενάντια στην σύγχρονη αμερικανοκρατία, τονευρωατλαντικό άξονα και την κυβερνητική πολιτική, χωρίς υποκλίσεις σεάλλους ιμπεριαλισμούς. Η πάλη αυτή θα είναι αποτελεσματική εάν εμπνέεταιαπό τον ευρύτερο αγώνα για εθνική ανεξαρτησία με σαφήαντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό, για λαϊκή κυριαρχία με εργατικήηγεμονία και για ισότιμη διεθνιστική συνεργασία των λαών. Σε αυτή τηνπάλη, οι κομμουνιστικές δυνάμεις οφείλουν να συνδέουν τον πατριωτισμό μετον ταξικό διεθνισμό και αντίστροφα, ενάντια και στον αστικόκοσμοπολιτισμό και στον αστικό εθνικισμό.

Σε αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει ο Πανελλαδικός ΑντιπολεμικόςΚινηματικός Συντονισμός ενώ, ταυτόχρονα, χρειάζεται η κοινή δράση όλωντων αντιπολεμικών συλλογικοτήτων και η δημιουργία ενός ενωτικού μαζικούκινήματος για την προάσπιση της ειρήνης.

35. Απαιτείται η μετωπική προάσπιση και ανάπτυξη των δημοκρατικών,συλλογικών και ατομικών ελευθεριών, από την ακροδεξιά επιθετικότητα καιτη φασιστική απειλή, από τη μόνιμη αντιδημοκρατική «εκτροπή» μεκοινοβουλευτικό μανδύα. Για αυτό χρειάζεται η κοινή μετωπική δράση όλωντων αντίστοιχων δημοκρατικών και αντιφασιστικών συλλογικοτήτων, ηαποφασιστική απομόνωση του νεοφασισμού από το μαζικό κίνημα και ηδημιουργία μιας πλατιάς δημοκρατικής αντιφασιστικής κίνησης μετωπικούχαρακτήρα.

36. Από τις βασικές προτεραιότητες είναι η συμβολή στην ανάπτυξη τουκινήματος της νεολαίας, η οποία δέχεται μεγάλες επιθέσεις στην εργασίααλλά και στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, στο στρατό και στον πολιτισμό.Είναι εμφανής η ανάγκη για μία μετωπική κοινωνική και πολιτικήπρωτοβουλία νεολαίας που να επιχειρεί να αναμετρηθεί με το σύνολο τωνπεδίων του νεολαιίστικου κινήματος.

37. Σημαντική πλευρά της δράσης μας είναι και η συμβολή στην ανάπτυξητοπικών κινημάτων και κινημάτων πόλης ενάντια στις προωθούμενεςιδιωτικοποιήσεις στο δημόσιο χώρο, την υποβάθμιση και ιδιωτικοποίηση τωνδημοτικών υπηρεσιών και την καταστροφή του περιβάλλοντος. Για αυτόείναι αναγκαία η δράση μέσα στις αντίστοιχες λαϊκές κινηματικές μορφές(επιτροπές κατοίκων, σύλλογοι κλπ.) όσο και ο συντονισμός τωνκινηματικών αντιδράσεων όταν αναπτύσσονται. Ταυτόχρονα, επιδιώκουμε τοσυντονισμό των αριστερών ριζοσπαστικών αυτοδιοικητικών σχημάτων πόληςώστε να υπάρχει ανταλλαγή εμπειρίας, αλλά και ως συμβολή στην ευρύτερηανάπτυξη της λογικής της κοινής δράσης και της μετωπικής συμπόρευσηςδυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς.

Η μετωπική πολιτική πρόταση στο σήμερα

38. Η κατεύθυνση για ένα μαζικό εργατικό και λαϊκό μέτωπο διεκδίκησηςκατακτήσεων που θα προωθεί τη ρήξη και την ανατροπή της επίθεσης τουκαπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού και του φασισμού είναι ένα έργο μιαςολόκληρης ιστορικής περιόδου, που προϋποθέτει την κατάκτηση ή τηδυνατότητα κατάκτησης της δημοκρατικής ηγεμονίας ενός κομμουνιστικούπρογράμματος και μιας αντίστοιχης μετωπικής αντίληψης. Αυτό το κοινωνικόμέτωπο χρειάζεται την πολιτική πλευρά του, μια αριστερή συμμαχίαανατροπής. Γνωρίζουμε ότι ενώ είναι αναγκαίο, ένα τέτοιο μέτωπο καισυμμαχία δεν είναι ακόμη ώριμο να πραγματοποιηθούν.

Σε αυτή την κατεύθυνση, εκτιμούμε ότι αυτό που ανταποκρίνεταιπερισσότερο στο επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος στη φάση της ανάταξηςείναι μια πολιτική συνεργασία διαλόγου και κοινής δράσης με πρακτικέςπολιτικές δεσμεύσεις, μεταξύ αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων καιαγωνιστών/τριών. Η μορφή αυτή μπορεί και πρέπει να είναι πιο ανοιχτή και«πειραματική» επειδή, στο φως της εμπειρίας έως τώρα, χρειάζονται καισοβαρές τομές στο επίπεδο του πολιτικού προγράμματος, της δομής, τηςλειτουργίας και της φυσιογνωμίας ενός νέου, σύγχρονου αριστερούριζοσπαστικού μετωπικού εγχειρήματος.

Προτείνουμε έναν κινηματικό και πολιτικό χώρο με μια στοιχειώδηκεντρική πολιτική συμφωνία μετωπικού χαρακτήρα και δεσμεύσεις σεκεντρικά πολιτικά ζητήματα, στην κοινή δράση και την παρέμβαση σταεπιμέρους κοινωνικά κινήματα, που θα επιδιώξουμε προοπτικά να επεκταθείγεωγραφικά, με τις ανάλογες μορφές παρέμβασης.

Αυτή η διεργασία αφορά ένα εύρος δυναμικού που κινείταιενωτικά-μετωπικά και ριζοσπαστικά, είτε οργανωμένο ακόμα σε υπαρκτάπολιτικά σχήματα, είτε ευρύτερο ανένταχτο δυναμικό. Η σκέψη, οιπροτάσεις και οι πρωτοβουλίες μας για το προχώρημα αυτής της διαδικασίαςθα υπηρετούν αυτό το κριτήριο, καλώντας ανοιχτά όλο αυτό το δυναμικόκαι έχοντας συναίσθηση του αναγκαίου χρόνου για την ευόδωση μιας τέτοιαςδιεργασίας ώστε να οδηγήσει στη σύγκλιση και συνεύρεση αυτών τωνδυνάμεων.

Παρά τις δυσκολίες τα τελευταία χρόνια και τη σύγχυση στη σημερινήεποχή, σε δυνάμεις του κινήματος και της ριζοσπαστικής Αριστεράςαναπτύχθηκαν και αναπτύσσονται ορισμένες πολιτικές διεργασίες καιαναζητήσεις, στην κατεύθυνση για μετωπική λογική και αντίληψηουσιαστικής κοινής δράσης, αντίληψη προγράμματος για μαζική αντίσταση,για θετικές διεκδικήσεις και αναμετρήσεις, για γόνιμη σύνδεση τακτικήςκαι στρατηγικής, λογική γραμμής μαζών στην παρέμβαση, αυτοτέλειας τουμαζικού κινήματος και όχι ελέγχους «κομματικών κορυφών», για ειλικρινήαναστοχαστική και ανασυνθετική διάθεση. Όλα αυτά διαμορφώνουν ορισμένεςδυνατότητες για συγκλίσεις. Μια τέτοια διεργασία μπορεί και πρέπει ναπροχωρήσει χωρίς βεβιασμένες κινήσεις, αλλά με ό,τι είναι ώριμο ναγίνει. Με σεβασμό στα υπάρχοντα σχήματα των κοινωνικών χώρων, αλλάταυτόχρονα αναζητώντας έναν «οδικό χάρτη» για την όσο το δυνατόν ενωτικήυπέρβασή τους, όπου αυτό είναι εφικτό.

Η πρόταση αυτή απευθύνεται σε όλη τη ριζοσπαστική Αριστερά και θασυγκροτηθεί από εκείνες τις δυνάμεις, ρεύματα και αγωνιστές/τριες πουπροσεγγίζουν έμπρακτα τις παραπάνω αντιλήψεις και λογικές.

39. Το περιεχόμενο αυτής της πρότασης είναι η συμφωνία πάνω σεσυγκεκριμένες διεκδικήσεις για τις οποίες θα αγωνιστούμε από κοινού στηνπολιτική και στο μαζικό κίνημα αντιστρέφοντας την υποχώρηση, βοηθώνταςστην ανάπτυξη των αγώνων που θα επιχειρούν να σπάνε την επίθεση τηςκυβέρνησης και να βελτιώνουν άμεσα τη θέση των εργαζομένων και τοσυσχετισμό δύναμης.

Αυτή η πολιτική συμφωνία κοινής δράσης και διαλόγου μπορεί να αρχίσειτη δράση της πάνω στους εξής άξονες: α) επιβολή στην πράξη συλλογικώνσυμβάσεων για αυξήσεις σε μισθούς – συντάξεις, σταθερή εργασία καιμείωση του χρόνου εργασίας, β) αναχαίτιση και ματαίωση ιδιωτικοποιήσεωνκαι ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου, κρατικοποιήσεις – εθνικοποιήσειςμε ευρύτερο κοινωνικό, δημοκρατικό και εργατικό έλεγχο γ) διεκδίκησηδημόσιων επενδύσεων με σεβασμό στο περιβάλλον, φιλολαϊκά έργα υποδομήςκαι ίδρυση δημόσιων επιχειρήσεων, με κοινωνικό, δημοκρατικό και εργατικόέλεγχο, δ) δημοκρατική προάσπιση των συνδικάτων, των μαζικών φορέων,των λαϊκών αγωνιστών/τριών, των προσφύγων – μεταναστών, των γυναικών,των ΛΟΑΤΚΙ, με διεκδικήσεις για μείωση του αστυνομικού κράτους, τωνμέσων καταστολής και του ρόλου των αστικών μέσων ενημέρωσης, γιακατάργηση των «στρατοπέδων συγκέντρωσης» μεταναστών/τριών κ.λπ., ε) πάληγια την ειρήνη με ανεξάρτητη, πολυδιάστατη αντιιμπεριαλιστική εξωτερικήπολιτική, με διεθνιστική στήριξη των λαών, στ) προάσπιση τουπεριβάλλοντος από τη ληστρική καπιταλιστική εκμετάλλευσή του.

Για μια συσπείρωση των κομμουνιστικών δυνάμεων της εποχής μας

40. Όλα τα παραπάνω καθήκοντα, η σκληρή περίοδος στην οποίαεισερχόμαστε και πάνω από όλα, η συγκλονιστική εποχή που ζούμε, σεσυνδυασμό με την αποτυχία των αριστερών δυνάμεων και προγραμμάτων στηδεκαετία που πέρασε, δείχνουν ότι απαιτείται η δημιουργία ενός νέουαριστερού, επαναστατικού και κομμουνιστικού φορέα.

Σε αυτή την κατεύθυνση, απαιτείται η δημιουργία μιας μαζικήςσυσπείρωσης κομμουνιστικών ρευμάτων προς μια ενωτική οργάνωση, που θαανοίξει το δρόμο για το κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα της εποχήςμας.

Μια συσπείρωση δυνάμεων γύρω από ένα σαφές ανατρεπτικό πολιτικόπρόγραμμα για την περίοδο, πρώτα από όλα για το μισθό, το εισόδημα, τοχρόνο και τις σχέσεις εργασίας, αλλά και για τη δημοκρατία και τοναντιφασισμό, την εθνική ανεξαρτησία, την ειρήνη και τη διεθνή συνεργασίατων λαών, καθώς και για όλα τα ζητήματα που συγκλονίζουν τις σύγχρονεςκοινωνίες, όπως το περιβάλλον και η διατροφή, το γυναικείο ζήτημα, ορατσισμός, οι σεξιστικές διακρίσεις κ.α.

Με ανοιχτή, δημιουργική συζήτηση και αναζήτηση για μια νέα στρατηγικήσε επαναστατική και κομμουνιστική κατεύθυνση, με βάση το μαρξισμό, τιςεμπειρίες από τις επαναστατικές απόπειρες του 20ου αιώνα και τιςσύγχρονες, υλικές δυνατότητες χειραφέτησης της εργασίας, στην εποχή μας.

Μια συσπείρωση δυνάμεων με ενότητα στη δράση που θα διασφαλίζεται απόεσωτερική δημοκρατία, με αιρετή και ανακλητή ηγεσία, προσανατολισμόστην εργατική τάξη, ειδικά στους συγκεντρωμένους χώρους βιομηχανίας καιυπηρεσιών, στη νέα γενιά αλλά και σε όλο τον λαϊκό κόσμο της εργασίας.

Με μια συνεπή και σύγχρονη μετωπική πολιτική που θα ξεπερνά τόσο τηνυποταγή στις πτέρυγες της αστικής πολιτικής ή των αριστερώνρεφορμιστικών τάσεων, όσο και την απομόνωση από τις πλατιές εργαζόμενεςκαι λαϊκές μάζες, στο όνομα της επανάστασης. Στόχος είναι η δημιουργίαενός πλατιού κοινωνικού και πολιτικού μετώπου ανατροπής, ακόμα και αναυτό δεν είναι άμεσα εφικτό.

Μία συσπείρωση δυνάμεων με δημιουργία διεθνιστικών δεσμών, σε μιαεποχή όπου οι δυνατότητες επικοινωνίας, μεταφορών και εμπειριών έχουνανέβει εκθετικά, ενώ ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός παρασύρουν τηνεργατική τάξη και τους λαούς στον εθνικισμό και τους πολέμους ή στηνυποταγή στις κοσμοπολίτικες ολοκληρώσεις τους, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση.

41. Ο Συντονισμός Δράσης και Διαλόγου Κομμουνιστικών Δυνάμεωνπροτείνει αυτόν τον δρόμο. Θα συμβάλει αποφασιστικά, με αυτοκριτική καισχεδιασμένη πορεία υπέρβασης του ίδιου, με συντροφικό πνεύμα σύνθεσηςκαι κοινή στράτευση.

Καλεί τους αγωνιστές και αγωνίστριες που συμφωνούν, να συμβάλουν στηδημιουργία μιας συσπείρωσης πολιτικών δυνάμεων και αγωνιστών πουαγωνίζονται για το κομμουνιστικό κίνημα της εποχής μας.