Η μάχη της νεολαίας και τα καθήκοντα της φοιτητικής αριστεράς

Για τη συγκυρία

Τοποθετούμαστε σε μια συγκυρία όπου το αποτέλεσμα των πολλαπλώνεκλογικών αναμετρήσεων του καλοκαιριού έχει επισφραγίσει το κλείσιμοενός ιστορικού κύκλου για την κοινωνία αλλά και για την ίδια τηναριστερά. Στις εκλογές αυτές αποτυπώθηκε η επανασταθεροποίηση τουκεντρικού πολιτικού σκηνικού που είχε ρευστοποιηθεί πλήρως την περίοδοτων μεγάλων αντιμηνμονιακών αγώνων. Η ανάδυση ενός νέου, φαινομενικάσυμπαγούς δικομματισμού Νέας Δημοκρατίας - ΣΥΡΙΖΑ ωστόσο δεν μπορεί ναερμηνευθεί ως υπέρβαση της παρατεταμένης κρίσης πολιτικής εκπροσώπησηςπου επικράτησε στην ελληνική κοινωνία την περίοδο 2010-2015, καθώς τακοινωνικά μπλοκ που συμπαρατάχθηκαν πίσω από τους δύο βασικούς πυλώνεςτου πολιτικού σκηνικού δεν παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτάπροηγούμενων δεκαετιών. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. στηρίχτηκε σε μίακοινωνικοπολιτική συμμαχία με κατώτερα και μεσαία μικροαστικά στρώματαμε κεντρικό στοιχείο τη μείωση της φορολογίας και το αφήγημα για τηνεπερχόμενη «ανάπτυξη». Ωστόσο, η επιθετική νεοφιλελεύθερη «φυγή προς ταεμπρός», δηλαδή το βάθεμα του μνημονιακού «μοντέλου ανάπτυξης», μεβασικές συνιστώσες την συμπίεση του κόστους εργασίας και τις αθρόεςιδιωτικοποιήσεις δημόσιων αγαθών, συνεχίζει να προσκρούει στιςπαρατεταμένες υφεσιακές δυναμικές της εγχώριας και διεθνούς οικονομίαςκαι στην χαμηλή αποδοτικότητα των επενδύσεων, αλλά και σε ένααποσταθεροποιημένο οικονομικά και πολιτικά διεθνές περιβάλλον με κύριοχαρακτηριστικό την όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.

Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της Ν.Δ. εκμεταλλεύεται τον ευνοϊκόιδεολογικοπολιτικό συσχετισμό που διαμορφώθηκε μετά την ήττα των μεγάλωναντιμνημονιακών αγώνων την προηγούμενη περίοδο και τηνσοσιαλφιλελεύθερη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ για να τροποποιιήσει ριζικά τονταξικό συσχετισμό δύναμης υπέρ των δυνάμεων του κεφαλαίου. Γι’ αυτόάλλωστε διαπιστώνουμε ότι νομοθετεί εμπροσθοβαρώς, επιδιώκοντας μέσα σελίγους μήνες να άρει κάθε μεταπολιτευτικό κεκτημένο του λαϊκού κινήματος(αλλαγές στα εργασιακά, ριζική αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης και δη τηςτριτοβάθμιας, πλήγμα στα δημοκρατικά δικαιώματα).

Σε αυτή τη συνθήκη η νεολαία αναδεικνύεται ως η μόνη ίσως κοινωνικήκατηγορία που μπορεί να προβάλει συστηματικά αντίσταση στην επερχόμενηεπίθεση, καθώς είτε δεν έχει βιώσει την ήτταν ή μπορεί να αποτινάξειευκολότερα το βάρος της και να διεκδικήσει μαχητικά τις νίκες που έχουνανάγκη στο σήμερα οι αγώνες. Η αδυναμία του κεφαλαίου και της ΝΔ ωςπολιτικού εκφραστή των πιο επιθετικών μερίδων εντός του να περιγράψουνμια πραγματική στρατηγική διεξόδου από την κρίση συμπυκνώνεται πλήρωςστην αδυναμία της να αναστρέψει ουσιαστικά το λεγόμενο «braindrain» καιαποτυπώνεται με τον πιο σαφή τρόπο στη συνείδηση της νεολαίας με τημορφή του ερωτήματος της εργασιακής της προοπτικής. Η αμφισβήτηση τηςνεολαίας αφορά ακριβώς τη στρατηγική αδυναμία του κεφαλαίου στο έδαφοςτης δομικής κρίσης να περιγράψει ένα νέοκοινωνικό-παραγωγικό-καταναλωτικό-τεχνολογικό υπόδειγμα που θα μπορέσεινα εγγυηθεί μεσοπρόθεσμα την ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας,πάνω στο οποίο θα μπορέσει να αποσπάσει ενεργητικά συναίνεση από τιςυποτελείς τάξεις. Αυτό καθιστά τη νεολαία τον «αδύναμο κρίκο» για τηνκυβέρνηση και σημαίνει ότι η «μάχη για τη νεολαία» είναι στρατηγικήςσημασίας.

Το πανεπιστήμιο λόγω των αυξημένων κοινωνικών αντιστάσεων στοεσωτερικό του αποτελεί ίσως το μοναδικό πεδίο που η αστική στρατηγικήδεν κατάφερε να προσαρμόσει βίαια στη νέα κοινωνική ρύθμιση που έφερε τομνημονιακό καθεστώς. Χαρακτηριστικά μετά την αποτυχία εφαρμογής τουσχεδίου Αθηνά, η επίθεση του κεφαλαίου στην παιδεία εξελίχθηκεκατακερματισμένα και ασύμμετρα σε κάθε σχολή χωριστά, κάτι που διατήρησεκαι ο ΣΥΡΙΖΑ και μετά την ψήφιση του νόμου Γαβρόγλου αποφεύγοντας ναανοίξει μια συνολική αντιπαράθεση στην παιδεία. Η νέα κυβέρνηση σταπλαίσια ενός επιθετικού μεταρρυθμιστικού προφίλ που έχει υιοθετήσει καιμε την εικόνα της ηγεμονίας με την οποία παρουσιάζει τον εαυτό της στηνκοινωνία, έρχεται να προχωρήσει σε όλες αυτές τις αναδιαρθρώσεις που δενκατάφεραν να πραγματοποιήσουν οι προηγούμενες. Βασική κατεύθυνση αυτήςτης επίθεσης είναι ο “εξευρωπαϊσμός” του ελληνικού πανεπιστημίου αλλά μεβάση και τις ειδικές ανάγκες του ελληνικού κεφαλαίου και του μοντέλουανάπτυξης που θέλει να ακολουθήσει, το οποίο βασίζεται στην διαμόρφωσηενός φθηνού εργατικού δυναμικού με κατακερματισμένα επαγγελματικάδικαιώματα και ιδεολογικά συγκροτημένου στη λογική του ατομικού δρόμου,της πλήρους υποταγής και του ανταγωνισμού. Όλα τα παραπάνωεπιτυγχάνονται μέσω της εμπέδωσης της επανακατάρτισης, της μείωσηςεισακτέων, τις διαγραφές φοιτητών, με πολιορκητικό κριό τη αξιολόγηση,που υπηρετεί την εναρμόνιση με τις ανάγκες της αγοράς και του κεφαλαίου.Λόγω όλων των παραπάνω χτυπιέται περαιτέρω ο δημόσιος και δωρεάνχαρακτήρας του πανεπιστημίου, ενώ παράλληλα διαμορφώνεται μια κατάστασηόπου το δημόσιο πανεπιστήμιο θα συνυπάρχει με ιδιωτικές δομές κατάρτισηςμε ισοδύναμα πτυχία, εντείνοντας τον ανταγωνισμό και επάγοντας πιέσειςγια τη συμμόρφωση των ΑΕΙ σε ανάλογα ιδιωτικοοικονομικά πρότυπαλειτουργίας, σε ό,τι αφορά την διοικητική διάρθρωση, την έρευνα, ταπρογράμματα σπουδών, τους ρυθμούς φοίτησης, αλλά και τους τίτλους που θααπονέμουν.

Οι επιδιώξεις του κεφαλαίου στην παιδεία παίρνουν σάρκα και οστά ήδηαπό τις αλλαγές στη δευτεροβάθμια και ειδικότερα στην τεχνική εκπαίδευσημε απώτερο στόχο τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου ευέλικτου και χαμηλάαμειβόμενου εργαζομένου.

Απολογισμός της προηγούμενης περιόδου

Κάθε αγώνας συγκροτείται με την προοπτική νίκης όταν μεταξύ άλλωνσπάει το σχέδιο διαχείρισης των κοινωνικών αντιστάσεων από πλευράςκράτους, δηλαδή, εκεί που η αστική στρατηγική πρέπει να αναδιπλωθεί μεβάση τις νέες παραμέτρους με την ελπίδα να διαχειριστεί τη νέα κατάστασηκαι να αποτρέψει την περαιτέρω κοινωνική απορρύθμιση. Αναγνωρίζονταςαυτό πρέπει να κάνουμε μια αποτίμηση για τη μέχρι τώρα πορεία του αγώνακαι μια αυτοκριτική για να μπορούμε να χαράξουμε μια νικηφόρα στρατηγικήγια το φοιτητικό κίνημα. Από την έναρξη της ακαδημαϊκής χρονιάςεκτυλίχθηκε η μεγαλύτερη σειρά μαζικών γενικών συνελεύσεων καικινητοποιήσεων (βλ. φοιτητικά μπλοκ στην πορεία του Πολυτεχνείου,απογευματινή πορεία μετά τα γεγονότα της ΑΣΟΕΕ) της τελευταίας 5ετίας,που σε κάποιο βαθμό κατάφερε να αναχαιτίσει την αρχική επιθετικότητα τηςκυβέρνησης. Αυτά δείχνουν ότι το φοιτητικό κίνημα μπορεί να βγει στοπροσκήνιο με νέους όρους, ξεπερνώντας την υποχώρηση της προηγούμενηςτετραετίας. Ωστόσο, τα καύσιμα αυτού του αγώνα φάνηκε να εξαντλούνταιγρήγορα με αποτέλεσμα την απότομη απομαζικοποίηση όλων των κινηματικώνδιαδικασιών, γεγονός που ανέδειξε και τα όρια που έχει η μέχρι τώρακατεύθυνση με την οποία κινήθηκε η πλειοψηφία των μαχόμενων αριστερώνδυνάμεων που παρεμβαίνουν στο φοιτητικό κίνημα.

Μαζικό, μαχητικό φοιτητικό κίνημα στις νέες συνθήκες

Στην τωρινή πολιτική περίοδο, όπου η επιβολή και εφαρμογή των μέτρωνέχουν στρατηγική σημασία για την αστική τάξη, η ακύρωση μέτρων ή ακόμηπερισσότερο η απόσπαση κατακτήσεων, μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα απόμαζικό, διαρκή, πολιτικό εκβιασμό και σύγκρουση. Αυτό σημαίνεισυγκεκριμένη, σωστή επεξεργασία πολιτικών στόχων-αιτημάτων-μορφών πάληςπου ξεκινούν από τα προβλήματα και τις ζωτικές ανάγκες των φοιτητών.

Για να μπορούν συγκεντρωθούν όλες οι μαχόμενες δυνάμεις τουφοιτητικού κινήματος και να κεντρικοποιηθεί ο αγώνας απαιτείται το ίδιοτο φοιτητικό κίνημα να παίξει τον δικό του αυτοτελή ρόλο, μέσα από ταδικά του ανεξάρτητα όργανα εκφράζοντας τις ανάγκες της φοιτητιώσας καισπουδάζουσας νεολαίας. Τα προηγούμενα γεγονότα με το ενιαίο συντονιστικότων φοιτητικών συλλόγων και το κοινό δελτίο τύπου σε Αθήνα καιΘεσσαλονίκη (μετά από 13 χρόνια!) έδειξαν ότι υπάρχουν οι δυνατότητεςγια μια νέα συγκέντρωση δυνάμεων. Προκύπτει, λοιπόν, η αναγκαιότητα ενόςοργάνου συντονισμού, οργάνωσης και έκφρασης των φοιτητκών συλλόγων καικατ'επέκταση του φοιτητικού κινήματος με δημοκρατική δομή καιλειτουργία. Αυτό θα δίνει έμφαση στην επανακατοχύρωση των υπαρχοντωνδομών (Φοιτητικοί Σύλλογοι, Γενικές Συνελεύσεις, εκλογές-ΔιοικητικάΣυμβούλια) στη συνολικοποίηση, προβολή και προώθηση των αιτημάτων τουφοιτητικού κινήματος, ώστε να αποτελέσει κέντρο αγώνα των φοιτητών καιπυροδότη των αγώνων της νεολαίας ενάντια στην κυβερνητική πολιτική.

Πρώτα συμπεράσματα

Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να εξετάσουμε τις μορφές που πήρε ο αγώναςαλλά και τα όρια του συνελεύσεις-καταλήψεις-διαδηλώσεις. Ειδικά σταπλαίσια της τακτικής αναδίπλωσης του υπουργείου, την οποία πρέπει ναλογιάζουμε ως μια πρώτη νίκη, πρέπει να κατανοήσουμε ότι ο αγώνας θαέχει χρονικό βάθος και δεν τελειώνει με την ψήφιση ενός μέρους τηςαναδιάρθρωσης μιας και το υπουργείο ποντάρει στην κινηματική εξάντλησηκαι φθορά. Ταυτόχρονα, επιδιώκει και την ενεργητική στήριξη τμημάτων τηςπανεπιστημιακής κοινότητας (μέλη ΔΕΠ, προσωπικό, αντιδραστικά μπλοκφοιτητών) προκειμένου να προωθήσει με μεγαλύτερη νομιμοποίηση τιςαντιδραστικές επιλογές του εντός των ιδρυμάτων. Γι αυτό είναι πιοσημαντικό από ποτέ να σκεφτούμε συλλογικά και να καταλάβουμε τους νέουςόρους κοινωνικοποίησης που συγκροτούν το σύγχρονο φοιτητικό υποκείμενοκαι το διαχωρίζουν από αυτό των προηγούμενο κύκλο αγώνων, το πώςεμπλέκεται ενεργά σε έναν αγώνα δίνοντας του ζωντάνια, αποκαλύπτονταςακόμα εκείνες τις συγκεκριμένες μορφές οργάνωσης του αγώνα που τουαναδεικνύουν την μαχητικότητα του, αλλά και κατανοώντας πότε πρέπει νακάνουμε πίσω και αναδιπλωθούμε. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, μεφανερές τις παθογένειες των προηγούμενων χρόνων δεν βρεθήκαμε νασυζητήσουμε πάνω σε αυτά τα ερωτήματα, αλλά και να συγκροτήσουμε μιακοινή στρατηγική απάντηση στην επίθεση που δεχόμαστε. Βασικά αυτό πουέγινε εμφανές ήταν η απουσία κάθε αναστοχασμού πάνω στη στρατηγική ενόςαγώνα, πηγαίνοντας μηχανικά μια από τα ίδια όπως μάθαμε από τα 10 χρόνιαηττημένων κοινωνικών αγώνων πλην εξαιρέσεων και κινητοποιήσεων που παράτις ανατρεπτικές δηλώσεις συγκροτούνται με λογικές συντήρησηςμηχανισμών και δυνάμεων. Κάπως έτσι φτάνουμε στο κομβικό ερώτημα: είναι ηαριστερά στην σημερινή της μορφή ικανή να δώσει αυτή τη μάχη μεαξιώσεις;

Η κατάσταση της ριζοσπαστικής αριστεράς

Η συνθήκη που επικρατεί στα υπάρχοντα μορφώματα της ριζοσπαστικήςαριστεράς στα Πανεπιστήμια τα τελευταία χρόνια αντανακλά άμεσα τηνκατάσταση στην οποία περιέπεσε η αριστερά συνολικά μετά την ήττα του2015 και την αδυναμία της να περιγράψει μια πειστική εναλλακτική για τιςλαϊκές τάξεις μπροστά στο αδιέξοδο του ευρωμονόδρομου και τωνμνημονιακών πολιτικών. Μπροστά σε αυτό το στρατηγικό αδιέξοδο, οιδυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς αδυνάτισαν να αναμετρηθούν με ταπραγματικά προβλήματα, τις κοινωνικές, πολιτικές, προγραμματικές και εντέλει στρατηγικές ανεπάρκειες που αναδείχτηκαν, επιλέγοντας αντ’ αυτούτον δρόμο της εσωστρέφειας και της αυτοσυγκρότησης, συχνά στρέφοντας ταβέλη τους ενάντια στον «εσωτερικό εχθρό». Οδηγηθήκαμε έτσι σε μιασυνθήκη όπου ο κεντρικός πολιτικός προσανατολισμός των οργανώσεων τηςαριστεράς, κατά βάση σε δύο επι μέρους μέτωπα (ΛΑΕ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ) επικαθόρισεκάθετα τις πολιτικές επιλογές που πάρθηκαν σε όλα τα πεδία παρέμβασης,ναρκοθετώντας την προσπάθεια συσπείρωσης δυνάμεων σε ενωτικήριζοσπαστική αριστερή κατεύθυνση προκειμένου να μπουν αναχώματα στηνεπερχόμενη επίθεση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα τωναυτοδοιηκητικών εκλογών: σε μια περίοδο όπου η καπιταλιστικήαναδιάρθρωση επμεδώνεται με τον πιο επιθετικό τρόπο στο πεδίο τηςαυτοδιοίκησης, ορίζοντας πολύ συγκεκριμένα καθήκοντα για τις δυνάμειςτης αριστεράς, δεν έγινε καμία ουσιαστική προσπάθεια να διερευνηθούνπεδία σύγκλισης και κοινής δράσης τα χρόνια μετά το ’15. Αντ αυτού καιμόνο εν όψει των ίδιων των εκλογών, σε πολλούς δήμους και περιφέρειεςαντιπαρατάχηκαν 2 και 3 αριστερά δημοτικά σχήματα με σαφή πολιτικήαναφορά στα υπάρχοντα μέτωπα της ριζοσπαστικής αριστεράς παρακάμπτοταςτην λογική της πολιτικής αυτοτέλειας και διασπώντας τις αγωνιστικέςδυνάμεις σε τοπικό επίπεδο.

Για την αναγκαία υπέρβαση

Για εμάς είναι απαραίτητο στην περίοδο οι οργανώσεις της αριστεράς ναμπουν σε μια διαδικασία έμπρακτης και ειλικρινούς αυτοκριτικής,αναγνωρίζοντας ότι οι ευθύνες για την ήττα βαραίνουν όλους τουςυπάρχοντες σχηματισμούς. Η εύκολη προσφυγή σε ένα σχήμα«μετωπικών»-«σεχταριστικών» δυνάμεων είναι απλουστευτική και τελικάεξυπηρετεί την αποποίηση πολιτικών ευθυνών για αυτές τις στρεβλώσεις,αλλά και για τις γενικότερες ανεπάρκειες που περιγράψαμε. Σε αυτή τηνκατεύθυνση είναι αναγκαίο το άνοιγμα εκ νέου της συζήτησης για μια νέααριστερά, που θα διδαχτεί από τα λάθη της και θα μπορέσει να συζητήσειμε ανοιχτούς και ειλικρινείς όρους για τις νέες προκλήσεις. Προκλήσειςπου απαιτούν τόσο στρατηγικό αναστοχασμό γύρω από την κομμουνιστικήπροοπτική στο σήμερα, αλλά και για έναν «οδικό χάρτη» προς μια νέαμετωπική πολιτική έκφραση της ριζοσπαστικής αριστεράς. Η διαδικασία αυτήπροφανώς δεν μπορεί να διεξαχθεί με λογική αναχωρητισμού από ταπραγματικά πολιτικά ερωτήματα που μπαίνουν σε μια συνθήκη όπου η επίθεσηστα συμφέροντα και κεκτημένα των υποτελών τάξεων παίρνει ιδιαίτεραοξυμένα χαρακτηριστικά, ούτε χωρίς ρήξη με προηγούμενες βεβαιότητες. Όλααυτά προδιαγράφουν μια διαδικασία μετασχηματισμού «εν κινήσει», καιμάλιστα σε μια συνθήκη υποχώρησης του λαϊκού παράγοντα που παραδοσιακάτροφοδοτούσε τέτοιες διεργασίες. Αναγνωρίζουμε επομένως ότι πρόκειταιγια μια διαδικασία που θα χρειαστεί χρόνο, ωστόσο είναι απαραίτητο ναυπάρξει η πολιτική βούληση να κινηθούμε σε μια τέτοια κατεύθυνση. Τιςήττες που αποδεικνύουν τα υπαρκτά τακτικά και στρατηγικά όρια ενόςπολιτικού χώρου ακολουθούν πάντα σημαντικοί μετασχηματισμοί σε διάφορεςκατευθύνσεις. Το παλιό δεν παραμένει ποτέ όπως ήταν παρά ως καρικατούρακαι μακρινός απόηχος του τι υπήρξε κάποτε.

Για τη φοιτητική αριστερά

Αυτό σημαίνει τομές και για την ίδια την φοιτητική αριστερά και ταυπάρχοντα μορφώματα που την συναποτελούν. Η φοιτητική αριστερά αποτέλεσεδυστυχώς κατεξοχήν παράδειγμα, όπου η εσωτερίκευση της ήττας και ηεπακόλουθη τακτική της πολιτικής αυτοσυντήρησης που προκρίθηκε έφερεσημαντική παλινδρόμηση της μετωπικής διεργασίας που είχε ξεκινήσει,εσωστρέφεια, κλείσιμο της πολιτικής φυσιογνωμίας, αδυναμία πραγματικούσυντονισμού και ουσιαστικής συμβολής στις κινηματικές διεργασίες μεσχεδιασμένο και συγκροτημένο τρόπο τα προηγούμενα χρόνια. Ιδιαίτερα σεό,τι αφορά τα σχήματα ΕΑΑΚ, που έπρεπε αντικειμενικά να πρωτοστατήσουνσε μια διαδικασία συγκρότησης μια νέας φοιτητικής αριστεράς, αυτή ηκατάσταση σήμανε εσωτερικό κατακερματισμό, περιχαράκωση και τελικά κρίσηπολιτικής ηγεμονίας, που αποτυπώθηκε σε μια σειρά από εκφυλιστικάφαινόμενα. Χρέος μας είναι σήμερα, όπου αναδεικνύονται υπαρκτέςδυνατότητες επανεμφάνισης του φοιτητικού κινήματος στο προσκήνιο, ναμπορέσουμε να ξανακάνουμε τα ΕΑΑΚ σημείο αναφοράς και συσπείρωσης γιατον κόσμο των σχολών, χώρο πολιτικοποίησης μιας νέας γενιάς αγωνιστών.Αυτό προϋποθέτει άμεσες πρωτοβουλίες για την ανάσχεση των τάσεωνκατακερματισμού, επανένωση των σχημάτων που διασπάστηκαν το προηγούμενοδιάστημα, ειλικρινή αναμέτρηση με τις προβληματικές του παρελθόντος καιυπέρβαση διαχωριστικών που η ίδια η συγκυρία με εκκωφαντικό τρόπο έχεικαταστήσει έωλες.

Μια τέτοια υπέρβαση δεν μπορούμε απλώς να την επικαλούμαστεβουλησιαρχικά. Γίνεται μέσα από πραγματική και διαρκή πολιτική ζύμωσηκαι διαπάλη πάνω στα υπαρκτά πολιτικά ερωτήματα, ενότητα στη δράση, τηναποτίμηση και τον επανασχεδιασμό. Προϋποθέτει τα σχήματα να ξαναγίνουντο κύτταρο της παραγωγής πολιτικής γραμμής, ικανά να αποτιμούν, νασχεδιάζουν και να υλοποιούν με βάση την κοινωνική εμπειρία πουαποκομίζουν από την παρέμβασή τους και με πυξίδα το κριτήριο τηςκοινωνικής αποτελεσματικότητας. και την αναμέτρηση με τα ερωτήματα τουκόσμου των σχολών. Στο σήμερα είναι αναγκαίο να συγκροτηθούν μαζικά,ενωτικά, μαχητικά, ριζοσπαστικά σχήματα στις σχολές που θα συσπειρώνουνόλο το πρωτοπόρο δυναμικό κάθε χώρου ως αποτέλεσμα της ίδιας της κίνησηςεντός του.

Μια τέτοια υπέρβαση δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τα ΕΑΑΚ ναεπιδιώξουν συνολικά την αλλαγή της παρούσας διάταξης δυνάμεων στηφοιτητική αριστερά. Όχι με όρους παρθενογένεσης, αλλά «τομής καισυνέχειας». Με σεβασμό στα υπάρχοντα σχήματα κοινωνικών χώρων, αλλά μεδιάθεση όσο το δυνατόν ενωτικής υπέρβασής τους, όπου αυτό είναι δυνατό.Αφορά την επανέναρξη και το βάθεμα μιας διαδικασίας ώσμωσης με άλλαπολιτικά ρεύματα και χώρους, με τους παραδοσιακούς μας συνομιλητές αλλάχωρίς να εξαντλείται σε αυτούς. Μια διαδικασία που θα επιτρέψει σεανένταχτους αγωνιστές, είτε παλιούς που χάσαμε στην πορεία, είτε νέουςπου πολιτικοποιούνται και αποκτούν πολιτική αναφορά στη ριζοσπαστικήαριστερά μέσα από αυτόν τον νέο κύκλο αγώνων που άνοιξε, να συμβάλλουνισότιμα και αποφασιστικά στην κουβέντα. Με διατήρηση εκείνων τωνστοιχείων μεθοδολογίας που λειτούργησαν προωθητικά, με ανανέωση ήαπόρριψη άλλων που αποδείχτηκαν ανεπαρκή. Με σεβασμό στα κεκτημέναστοιχεία πολιτικής συμφωνίας, αλλά με θάρρος να τα επανεξετάσουμε απόκοινού υπό το φως των νέων δεδομένων. Εντέλει, με συμπεράσματα από τοπαρελθόν, νηφαλιότητα από το παρόν, και αισιοδοξία από το μέλλον.Δεσμευόμαστε να συμβάλλουμε με όλες μας τις δυνάμεις σε αυτή τηνκατεύθυνση.


Αριστερή Ανασύνθεση | Αναμέτρηση | Νέοι-ες Σύγχρονου Κομμουνιστικού Σχεδίου