Η φετινή Πρωτομαγιά έρχεται λίγο καιρό μετά τη μεγάλη έκρηξη για το ασφαλιστικό, με τις μεγάλες απεργίες και τις πανεργατικές διαδηλώσεις που έδειξαν την διάθεση των εργαζομένων να αντισταθούν στις αντεργατικές πολιτικές, να αρνηθούν τις αυξήσεις στα όρια ηλικίας και τις μειώσεις συντάξεων, να αγωνιστούν ενάντια στην άμεση ή έμμεση εμπορευματοποίηση της ασφάλισης. Συνέχισαν τον κύκλο απεργιών και διεκδικήσεων που ξεκίνησε με την μεγάλη απεργία στις Τράπεζες, συνεχίστηκε με τη μεγάλη και νικηφόρα έκρηξη της φοιτητικής νεολαίας ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 και τον αντιδραστικό νόμο-πλαίσιο, την ηρωική απεργία των δασκάλων, τις μεγάλες κινητοποιήσεις στα λιμάνια.

Οι μεγάλες κινητοποιήσεις για το ασφαλιστικό θα μπορούσαν να είχαν σταματήσει τη «μεταρρύθμιση», εάν ο υποταγμένος συνδικαλισμός, οι ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ δεν είχαν ακολουθήσει μια προδοτική στάση αρνούμενες να διαλέξουν ένα δρόμο αποφασιστικής και κλιμακούμενης κινητοποίησης και σπεύδοντας να υπογράψουν διετή συλλογική σύμβαση εργασιακής ειρήνης στο όνομα της ‘ιερής’ κερδοφορίας του κεφαλαίου.

Αντίθετα, παραπάνω από ελπιδοφόρα ήταν η εμπειρία των αγώνων σε όσους κλάδους προχώρησαν σε κινητοποιήσεις διαρκείας με πραγματικό κόστος για το κεφάλαιο και τους εργοδότες. Ελπιδοφόρα ήταν και η εμπειρία από όλες τις προσπάθειες κοινής δράσης των ίδιων των σωματείων, με πιο χαρακτηριστική την Πρωτοβουλία Πρωτοβάθμιων Σωματείων, που έδειξε ότι μπορεί να υπάρξει συντονισμός σωματείων που να αναδεικνύει μια αγωνιστική ταξική κατεύθυνση, έξω και πέρα από λογικές παραταξιακού διαχωρισμού. Γι’ αυτό και σήμερα περισσότερο παρά ποτέ χρειάζεται να δοκιμαστεί στην πράξη η πιο πλατιά αγωνιστική ταξική ενότητα και κοινή δράση μέσα στους αγώνες όλων όσοι αναφέρονται στην ανάγκη αποτελεσματικής και νικηφόρας σύγκρουσης με τη λιτότητα, την ιδιωτικοποίηση και τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Απαιτείται ένα πλατύ μέτωπο για την συνέχιση και κλιμάκωση των αγώνων, για την αμφισβήτηση της κυρίαρχης πολιτικής και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Οι αγώνες μπορούν να νικήσουν – Χαμένοι είναι μόνο οι αγώνες που δεν γίνονται!

Αυτοί οι αγώνες βγάζουν στο προσκήνιο την οργή για μια πολιτική που αντιμετωπίζει τους εργαζομένους και τη ζωή τους ως αναλώσιμο υλικό της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Την ίδια στιγμή που τα κέρδη των επιχειρήσεων εκτινάσσονται στα ύψη, η λιτότητα εξανεμίζει το λαϊκό εισόδημα, ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενες και εργαζόμενοι καταφεύγουν στην υπερεργασία, η υπερχρέωση των νοικοκυριών επεκτείνεται, η εργασιακή ανασφάλεια γενικεύεται, η «γενιά των 700 ευρώ» διαρκώς προετοιμάζεται για ένα μέλλον μειωμένων προσδοκιών, οι νέοι πτυχιούχοι βλέπουν τις πιθανότητες αξιοπρεπούς εργασίας να μειώνονται, οι μετανάστες αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας. Να δουλεύεις όλο και περισσότερο, να αμείβεσαι όλο και λιγότερο, να ζεις όλο και πιο χειρότερα, να αντιμετωπίζεις το μέλλον με όλο και μεγαλύτερη ανασφάλεια, αυτή είναι η πραγματικότητα του εκσυγχρονισμού και των «μεταρρυθμίσεων» που μας υπόσχεται η Ε.Ε., που επιδιώκει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά και προετοίμασαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Μόνο που, εάν κάποτε αυτόν τον επιθετικό νεοφιλελευθερισμό μπορεί να μας τον σέρβιραν σε περίβλημα «θυσιών για ένα καλύτερο μέλλον», σήμερα αυτό έχει πια διαψευστεί και πραγματικές ρωγμές ανοίγουν στη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία.

Γι’ αυτό σήμερα βλέπουμε σημάδια μιας έστω και αντιφατικής «στροφής προς τα Αριστερά» από κομμάτια νέων και εργαζομένων, που συμπυκνώνει την αναζήτηση μιας άλλης πολιτικής που να μπορεί να αμφισβητήσει την κυρίαρχη πολιτική και να αναζητήσει δρόμους ρήξης και ανατροπής. Μόνο που τα κόμματα της επίσημης Αριστεράς είναι αναντίστοιχα με την αγωνία των ανθρώπων που στρέφονται με ελπίδα προς αυτά. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ η αριστερή ρητορεία και συνθηματολογία, δεν αναιρεί ότι πυρήνας της τοποθέτησής του είναι ο αριστερός κυβερνητισμός, που μπορεί να οδηγήσει εκ νέου στα «κεντροαριστερά σενάρια» τύπου Ιταλίας. Στην περίπτωση του ΚΚΕ πίσω από την αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική συνθηματολογία βρίσκεται μια συντηρητική έλλειψη εμπιστοσύνης στη δυνατότητα των αγώνων να κερδίζουν και η απομονωτική αντιμετώπιση ως εχθρικής κάθε άλλης αγωνιστικής φωνής, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αδιέξοδη τακτική του ΠΑΜΕ με τις χωριστές συγκεντρώσεις και την άρνηση αγωνιστικού συντονισμού.

Για να πάρει πραγματικά σχήμα η ελπίδα και μόνιμο χαρακτήρα η απομάκρυνση από το δικομματισμό χρειάζεται μια άλλη αριστερά, αγωνιστική κα πρωτοπόρα στους αγώνες και την προσπάθεια για ενωτικά νικηφόρα κινήματα, ανεξάρτητη από το κράτος και κάθε εκδοχή -κεντροαριστερή ή «αριστερή»- κυβερνητικής διαχείρισης, αντικαπιταλιστική και αντιιμπεριαλιστική και σε πλήρη σύγκρουση με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, την Ε.Ε, τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και το ΝΑΤΟ, ριζοσπαστική με συνολική αμφισβήτηση του συστήματος και διεκδίκηση μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση. Άλλωστε, η μεγάλη νίκη του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος στο Νεπάλ, η συνεχιζόμενη αριστερή στροφή στη Λατινική Αμερική, οι αντιστάσεις στις αμερικάνικες επεμβάσεις, τα μεγάλα εργατικά και νεολαιίστικα κινήματα στις καπιταλιστικές μητροπόλεις, δείχνουν ότι η ταξική πάλη μπορεί να ανατρέπει πολιτικές και συσχετισμούς.

Μόνο που για να υπάρξει αυτή η άλλη αριστερά χρειάζεται να υπάρξει μια άλλη ενωτική δυναμική στη ριζοσπαστική αριστερά. Να ξεπεραστεί η λογική του μικρόκοσμου και του κατακερματισμού. Να εγκαταλειφθούν αδιέξοδες λογικές είτε δορυφοριοποίησης προς τη μία ή την άλλη εκδοχή του ρεφορμισμού, είτε μειοψηφικού εγκλωβισμού σε μια λογική αριστερού περιθωρίου. Να αναδειχθεί ο πλούτος ενός σύγχρονου αριστερού προγράμματος πάλης. Να δοκιμαστούν μορφές ενωτικής παρέμβασης στα κινήματα και μαζικής γραμμής. Για μια τέτοια ενωτική διεργασία οι επερχόμενες ευρωεκλογές του 2009 προσφέρουν ένα πρώτο ορόσημο και μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί!

122 χρόνια μετά το Σικάγο και 40 χρόνια μετά το Μάη του ’68 το ιστορικό αίτημα παραμένει. Να βγει στο προσκήνιο όλη η δυναμική και διεκδίκηση του κόσμου της εργασίας για ένα καλύτερο αύριο. Να νικήσουν οι αγώνες και να ανατραπούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις. Να πάψει η Αριστερά να ταυτίζεται με την ήττα και τη διάψευση της ελπίδας και να γίνει ξανά το πραγματικό κίνημα που ανατρέπει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων!