Για χρόνια αναφέρονταν στην Ευρώπη λες και ήταν η γη της επαγγελίας. Την ταύτισαν με την ευημερία και ανάπτυξη. Αντί γι’ αυτό εισπράξαμε την ακρίβεια από το ευρώ, τη διάλυση της αγροτιάς από την ΚΑΠ, τον εκβιασμό να πουλήσουμε τον ΟΤΕ και την Ολυμπιακή, την «ελαστασφάλεια» και το 65ωρο, τη Μπολόνια και τα ιδιωτικά ΑΕΙ, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στο όνομα της… ισότητας των φύλων, το ευρωφακέλωμα. Μας διαφήμισαν τα «πακέτα» και τα ΚΠΣ, αποσιωπώντας ότι πήγαιναν χέρι χέρι με την ενίσχυση των επιχειρήσεων, την ελαστική εργασία, την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών (δρόμοι, λιμάνια, συγκοινωνίες).

Για χρόνια μας έλεγαν να κάνουμε υπομονή. Να δεχτούμε θυσίες για ένα καλύτερο αύριο. Να καταπιούμε δυο δεκαετίες λιτότητας και επίθεσης στις κατακτήσεις των εργαζομένων για να έρθουν «καλύτερες μέρες». Μας βομβάρδισαν με διαφημίσεις της αγοράς. Μας είπαν πως είναι ο μόνος τρόπος για να μπορεί να οργανωθεί η κοινωνία. Σήμερα οι μύθοι για την αγορά καταρρέουν μαζί με τους δείκτες των χρηματιστηρίων. Και τώρα έρχονται και μας λένε «συγγνώμη, παίξαμε και χάσαμε» και χρειάζονται ακόμη μεγαλύτερες θυσίες. Η λιτότητα, η ανεργία, οι ιδιωτικοποιήσεις των προηγούμενων δεκαετιών δεν αρκούν. Χρειάζεται να καταπιούμε… ακόμη περισσότερη λιτότητα, επισφάλεια, ανεργία!

Για χρόνια μας είπαν να καθόμαστε στα αυγά μας. Να αδιαφορούμε για τα κοινωνικά δρώμενα. Να κοιτάμε τη δουλειά μας. Να αποβλακωνόμαστε μπροστά στην τηλεόραση και να θεωρούμε ότι ευτυχία είναι να αποκτήσεις οθόνη plasma. Να λέμε διαρκώς «τι με νοιάζει εμένα τι γίνεται στον κόσμο». Όμως, τώρα το «τι γίνεται εκεί έξω» έρχεται και χτυπάει την πόρτα μας: είναι οι λογαριασμοί που δεν βγαίνουν, το χαρτί της απόλυσης που «κοινοποιείται αρμοδίως», η ουρά στον ΟΑΕΔ για το επίδομα, τα 100 βιογραφικά που στέλνεις για να πάρεις μόνο αρνητικές απαντήσεις, το χωράφι που εκχερσώνεται υποχρεωτικά, η σοδιά που πουλιέται κοψοχρονιά, το χρώμιο στο νερό, η κεραία κινητής τηλεφωνίας φάτσα στο παιδικό δωμάτιο, το παρκάκι που γίνεται πάρκινγκ, το βλέμμα του φόβου και της αγωνίας στο μετανάστη γείτονα, ο τσαμπουκάς του μπάτσου που σου πετάει κατάμουτρα «το κράτος είμαι εγώ, ρε!».

Ήρθε η ώρα να πούμε ένα μεγάλο: Φτάνει πια!

Την ίδια στιγμή το πολιτικό σκηνικό αναβλύζει κυνισμό και υποκρισία. Η ΝΔ απλώς περιμένει να τελειώσουν οι εκλογές για να εξαγγείλει ακόμη σκληρότερα μέτρα, πουλάει «νόμο και τάξη» και σπεύδει να κλείσει τη Βουλή για να εξασφαλίσει ασυλία. Το ΠΑΣΟΚ ετοιμάζεται να κυβερνήσει και προσπαθεί να καπηλευτεί τη λαϊκή αγανάκτηση. Μιλάει για κοινωνική δικαιοσύνη αλλά εννοεί λιτότητα, ακόμη περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, ιδιωτικά ΑΕΙ, ανασφάλιστη εργασία ως… αντίδοτο στην ανεργία. Το ΛΑΟΣ σπεύδει να πλασαριστεί ως υποψήφιος κυβερνητικός εταίρος της «λαϊκής δεξιάς» προσπαθώντας να συνδυάσει ακροδεξιές κραυγές και νεοφιλελευθερισμό. Από κοντά οι Οικολόγοι - Πράσινοι, προκλητικά απόντες από όλες τις μάχες για το περιβάλλον αλλά οπαδοί της «πράσινης επιχειρηματικότητας», ήδη αυτοπροβάλλονται ως υποψήφιοι κυβερνητικοί εταίροι αυτών που υποτίθεται ότι βλάπτουν το περιβάλλον.

Και η Αριστερά; Αυτή, αντί να σκέφτεται με ποιο τρόπο θα ξεπηδήσει ένα ποτάμι οργής ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική, είναι πολύ απασχολημένη με την προετοιμασία των επόμενων λαθών της.

Το ΚΚΕ όσο περισσότερο μιλάει για το σοσιαλισμό και την επανάσταση τόσο λιγότερα κάνει για να συγκρουστεί με την πολιτική του κεφαλαίου. Πιστεύει ότι κανένας αγώνας δεν μπορεί να κερδίσει και άρα το μόνο που μένει είναι οι κομματικές παρελάσεις. Στα συνδικάτα θεωρεί ως μεγαλύτερο εχθρό όποιον είναι αριστερός αλλά όχι μέλος του. Πρόσβαλε τους εξεγερμένους νέους το Δεκέμβρη, χαρακτηρίζοντάς τους προβοκάτορες. Συκοφαντεί την Αριστερά γιατί την ταυτίζει με τη θεωρητική ένδεια, το συντηρητισμό, την έλλειψη αλληλεγγύης.

Ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να μιλήσει στο όνομα των αγώνων, αλλά τους βλέπει πρώτα και κύρια ως προεκλογικό εφαλτήριο. Μιλάει για τους ανέργους, τους επισφαλώς εργαζομένους, τους φοιτητές αλλά την ίδια ώρα παραμένει αναπόσπαστο κομμάτι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, είναι χωμένος σε όλους τους μηχανισμούς συνδιαχείρισης και σύμμαχος της ΠΑΣΚΕ και της ΔΑΚΕ. Πίνει νερό στο όνομα του κινήματος για το άρθρο 16, έχοντας την ίδια ώρα υπονομεύσει την προηγούμενη ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ που πρωτοστάτησε στο κίνημα. Στα ΑΕΙ, τα Υπουργεία, τις μεγάλες τεχνικές εταιρείες θα βρεις μέλη του ΣΥΝ να πρωτοστατούν στις αναδιαρθρώσεις. Καταγγέλλει την κεντροαριστερά, αλλά κάθε μήνα κάνει και μια πρόταση συνεργασίας προς το ΠΑΣΟΚ. Μιλάει για τη νέα πολιτική, αλλά στο εσωτερικό του βασιλεύει η μάχη μηχανισμών.

Είναι όλα μαύρα; Κάθε άλλο. Η ελπίδα έρχεται από αλλού. Από τους αγώνες και τα κινήματα, από όλες εκείνες τις μικρές και μεγάλες αποκοτιές που έδειξαν ότι στο τόπο μας το κόκκινο νήμα της αντίστασης και της διεκδίκησης συνεχίζεται. Η ελπίδα βρίσκεται στις λαοθάλασσες των συλλαλητηρίων για το ασφαλιστικό. Στα μπλόκα της αγροτιάς. Στην αποφασιστικότητα και το σθένος αυτών που στήνουν σωματεία στον ιδιωτικό τομέα κόντρα στην τρομοκρατία της εργοδοσίας. Στην πρωτοφανή αλληλεγγύη των σωματείων προς την Κωνσταντίνα Κούνεβα. Στους αγώνες των φοιτητών που γονάτισαν την κυβέρνηση στην αναθεώρηση του Συντάγματος. Στο μεράκι των πολιτών που αντιστέκονται στις μπουλντόζες των εργολάβων και των δημάρχων και φτιάχνουν πάρκα και ελεύθερους χώρους.

Η ελπίδα πηγάζει από το μεγάλο ξέσπασμα του Δεκέμβρη, αυτή την έκρηξη της νεολαίας των εργαζομένων ενάντια σε μια πολιτική που πυροβολεί στο ψαχνό τις ανάγκες μας. Όσο κι εάν προσπάθησαν να τον συκοφαντήσουν, να τον καταστείλουν, να τονκαπηλευτούν, ο Δεκέμβρης παραμένει μια εικόνα από το μέλλον, ένδειξη ότι συσσωρεύονται εκρηκτικά κοινωνικά υλικά, απόδειξη ότι οι εξεγέρσεις κάθε άλλο παρά μπαίνουν στα μουσεία.

Μόνο που αυτή η ελπίδα χρειάζεται να πάρει πολιτική μορφή, να αρθρωθεί σε λόγο, να μεταφραστεί σε αιτήματα και στόχους που θα αμφισβητούν ό,τι περιφρονεί τις ανάγκες μας. Αυτή η ελπίδα περισσότερο παρά ποτέ χρειάζεται μια άλλη Αριστερά. Μια Αριστερά των αγώνων και όχι των διαδρόμων και των κομματικών γραφείων. Μια Αριστερά της ενότητας, της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης και όχι του σεχταρισμού και της απομόνωσης. Μια Αριστερά τολμηρή που να πειραματίζεται με νέες μορφές συλλογικής οργάνωσης. Μια Αριστερά ριζοσπαστική που να τολμά να συγκρούεται καθημερινά με τους εργοδότες και το κράτος. Μια Αριστερά αντικαπιταλιστική που να επιμένει ότι οι κοινωνικές επαναστάσεις την ποίησή τους την αντλούν όχι από το παρελθόν της ήττας αλλά από το μέλλον της ανατροπής.

Μια Αριστερά που στο φοιτητή, στον άνεργο, στο συμβασιούχο, στον αγρότη, στο συνταξιούχο δεν θα πει «έλα να με ψηφίσεις και εγώ θα καθαρίσω για σένα», αλλά «αν αγωνιστούμε ανυποχώρητα όλοι μαζί, τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν»

Και το χνάρι αυτής της Αριστεράς είναι πραγματικό στον τόπο μας. Από τους «προβοκάτορες» του Πολυτεχνείου του ’73, τις καταλήψεις του 1979, και τους αλλεπάλληλους κύκλους φοιτητικών κινητοποιήσεων έως το κίνημα για το άρθρο 16, από τον εργοστασιακό συνδικαλισμό μέχρι τις μεγάλες απεργίες στην εκπαίδευση και τους σημερινούς αγώνες ενάντια στην επισφάλεια, από τις πρώτες κινητοποιήσεις για το περιβάλλον μέχρι τα σημερινά κινήματα για τους ελεύθερους χώρους, αυτή η Αριστερά των φοιτητικών συσπειρώσεων, των ΕΑΑΚ, των παρεμβάσεων – συσπειρώσεων εργαζομένων, των αριστερών κινήσεων πόλης και γειτονιάς έχει γράψει τη δική της ιστορία. Είναι ακόμη η Αριστερά όλων εκείνων των οργανώσεων, των ομάδων, των εντύπων που σε χαλεπούς καιρούς επέμειναν στην επικαιρότητα της επανάστασης, όταν η επίσημη Αριστερά υποτασσόταν στον κοινοβουλευτισμό, στα κοινωνικά συμβόλαια, έμπαινε στα σαλόνια της διακυβέρνησης. Είναι η Αριστερά των χιλιάδων αγωνιστών που τη στράτευσή τους ούτε την εξαργύρωσαν ούτε την πρόδωσαν, αλλά επέμειναν να την κάνουν διαφορετική στάση και ήθος όπου και εάν βρέθηκαν.

Σίγουρα αυτή η Αριστερά κουβαλά πολλά κουσούρια: κατακερματισμό, αδυναμία συνεννόησης, μικρομεγαλισμό. Όμως, για πρώτη φορά δείχνει ότι μπορεί όχι μόνο να μιλάει για την αλλαγή της κοινωνίας, αλλά να αλλάξει και η ίδια τον εαυτό της. Η συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μέσα από μια πλατιά μαζική δημοκρατική διαδικασία, με την πιο πλατιά ενότητα οργανώσεων και ρευμάτων, με την συμμετοχή σε όλους τους μεγάλους αγώνες δείχνει ότι αλλάζουμε σελίδα, ότι φτιάχνουμε όχι ένα «ψηφοδέλτιο» αλλά ένα πλατύ κοινωνικό και πολιτικό εργαστήρι, που θα χωρά ισότιμα τις οργανώσεις και τους ανένταχτους αγωνιστές, για νέες συνθέσεις και πρωτότυπες απαντήσεις, για ακόμη πιο αποτελεσματική παρουσία μέσα στους αγώνες. Γι’ αυτό και παραμένει ανοιχτή σε κάθε συλλογικότητα και κάθε αγωνιστή που μοιράζεται τις ίδιες αγωνίες. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν θέλει είναι απλώς μια ενότητα κάποιων οργανώσεων, ούτε η «αριστερή αντιπολίτευση» στην επίσημη Αριστερά, αλλά μια πολιτική πρόταση για να είναι πραγματικά η Αριστερά δύναμη αντίστασης, ελπίδας ανατροπής. Δεν ζητά απλώς την ψήφο, αλλά τη συστράτευση στους αγώνες και την αμφισβήτηση της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, πριν, κατά και μετά τις εκλογές.

Γιατί οι καλύτερες μέρες μας είναι αυτές που δεν ζήσαμε ακόμη

Ψήφο στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ – Πάλη για μια άλλη Αριστερά