1. H συγκρότηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αποτελεί τομή στην πρόσφατη ιστορία της ριζοσπαστικής αριστεράς. Αποτέλεσμα ενωτικών διεργασιών είναι σε εξέλιξη εδώ και αρκετό καιρό, αλλά και της κοινής δράσης στο κίνημα, πέτυχε όχι μόνο τη συμπόρευση πολιτικών ρευμάτων και συλλογικοτήτων, αλλά και τη συσπείρωση ενός ευρύτερου ανένταχτου δυναμικού που μέχρι χθες έβλεπε με δυσπιστία ακόμη και απογοήτευση τις εξελίξεις. Ακόμα μεγαλύτερη σημασία από το εκλογικό αποτέλεσμα έχει η διαμόρφωση μιας ενωτικής διαδικασίας – πεδίου όπου μπορούν να συναντηθούν διαφορετικές εμπειρίες, απόψεις, πρακτικές και να αναδυθούν νέες μάχιμες συνθέσεις.

2. Χρειάζεται να δούμε την πολιτική διεργασία γύρω από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όχι απλώς ως μια διαδικασία ενότητας, αλλά ως την πρόκληση να δοθεί απάντηση στην πολυεπίπεδη κρίση της Αριστεράς. Πολιτική φιλοδοξία του εγχειρήματος δεν μπορεί να είναι η λογική ούτε της αριστερής αντιπολίτευσης, ούτε της αριστερής «ομάδας πίεσης» προς τη ρεφορμιστική Αριστερά. Στόχος πρέπει να είναι η ανεξαρτησία από το κράτος, η κινηματική μαχητικότητα, ο αντικαπιταλιστικός και αντισυνδιαχειριστικός προσανατολισμός, η αναζήτηση του επαναστατικού δρόμου να ανασημασιοδοτήσουν την ίδια την έννοια της Αριστεράς στον 21ο αιώνα.

3. Η διαδικασία αυτή ανασύνθεσης μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής αριστεράς δεν μπορεί να γίνει εργαστηριακά ούτε αποκομμένα από τις κοινωνικές διεργασίες. Αντίθετα, προϋποθέτει την πραγματική παρέμβαση στα μέτωπα της ταξικής πάλης. Σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ κάνει καθημερινά σαφές ότι θα επιμείνει σε μια επιθετική πολιτική τομών και αναδιαρθρώσεων: μαζικές απολύσεις, επέλαση της ελαστικής εργασίας, λιτότητα και περικοπές στο όνομα του «Συμφώνου Σταθερότητας» επιμονή στις ιδιωτικοποιήσεις, αυταρχισμός, νέος πλειοψηφικός εκλογικός νόμος. Απέναντι σε αυτό η ριζοσπαστική αριστερά καλείται να έχει πρωτοπόρο ρόλο στην ανάπτυξη κινητοποιήσεων, στην οικοδόμηση δικτύων αλληλεγγύης, στην κλιμάκωση των αγώνων. πραγματική συμβολή στην ανάπτυξη αγώνων, έτσι ώστε να σπάσει το σάστισμα και η ιδεολογική τρομοκρατία από τη διαχείριση της κρίσης, να μην περάσει η «φυγή προς τα εμπρός» των δυνάμεων του κεφαλαίου, να ασκηθεί ασφυκτική πίεση απέναντι στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και την συναίνεση της ΝΔ. Απέναντι στην ανοιχτά συνδιαχειριστική και φιλοκυβερνητική στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, απέναντι στην ανοιχτή συμπόρευση του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ με τη γραφειοκρατία και τον εγκλωβισμό στη γραμμή της «προγραμματικής αντιπολίτευσης» και των θετικών προτάσεων και με δεδομένη την ανοιχτά ηττοπαθή και σεχταριστική κατεύθυνση του ΚΚΕ, απαιτείται μια πολιτικοσυνδικαλιστική κατεύθυνση που να συναρθρώνει την αγωνιστική ενότητα των ίδιων των εργαζομένων με τη ρήξη με τον υποταγμένο συνδικαλισμό, έξω και πέρα από λογικές ακολουθητισμού προς τη γραφειοκρατία αλλά και χωρίς τη φετιχοποίηση του χωροταξικού διαχωρισμού που μπορεί να αποκόψει από αγωνιστικές δυναμικές. Η γενική φραστική καταδίκη της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ δεν αρκεί. Απαιτείται ιεράρχηση των κρίσιμων μετώπων που σήμερα ανοίγονται (απολύσεις – ελαστική εργασία – λιτότητα, ιδιωτικοποιήσεις, εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις), συγκεκριμένες και μάχιμες αιχμές (π.χ. μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων) και προσπάθεια να παίρνονται πρωτοβουλίες όχι μόνο αλληλεγγύης σε αγώνες αλλά πάνω από όλα για να οικοδομηθούν και να ξεσπάσουν κινήματα.

4. Μόνο που η παρέμβαση στο μαζικό χώρο απαιτεί και ανάλογα οχήματα μαζικής παρέμβασης, για να μπορούν να ορθωθούν αποτελεσματικές αντιστάσεις και να έχουμε πρωταγωνιστικό ρόλο στα μέτωπα που ανοίγονται το επόμενο διάστημα. Όπως ακριβώς η ύπαρξη των ΕΑΑΚ εδώ και χρόνια έχει δώσει άλλη δυναμική στην παρέμβαση της ριζοσπαστικής αριστεράς σε χώρους νεολαίας, έτσι πρέπει και στους χώρους δουλειάς να υπάρξει πανελλαδική δικτύωση, συντονισμός και δικτύωση όλων των σχημάτων και των αγωνιστών που παρεμβαίνουν σε χώρους δουλειάς. Ένα τέτοιο εγχείρημα, που θα πρέπει να είναι ανοιχτό και σε αγωνιστές ή ρεύματα και εκτός ΑΝΤΑΡΣΥΑ, θα δώσει άλλη δυναμική στην παρέμβασή μας σε εργατικούς χώρους.

5. Στην ίδια κατεύθυνση χρειάζεται να παρεμβαίνουμε και σε όλες τις κρίσιμες πολιτικές μάχες. Οι αναδιαρθρώσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση, οι προσπάθειες για πλήρη συμμόρφωση του «τοπικού κράτους» με τις επιχειρηματικές προτεραιότητες, ο ερχομός του Καποδίστρια κάνουν τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές του 2010 ιδιαίτερα κρίσιμες. Επιπλέον, εκεί θα αποτυπωθούν και ευρύτεροι πολιτικοί συσχετισμοί. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει από τώρα να προετοιμαστεί γι’ αυτή τη μάχη: να στηρίξει όλα τα ριζοσπαστικά αριστερά τοπικά σχήματα που υπάρχουν, να πάρει πρωτοβουλίες για να φτιαχτούν και νέα σε όσο το δυνατόν περισσότερες περιοχές, να κάνει ανοιχτό κάλεσμα και σε άλλες τάσεις της ριζοσπαστικής αριστεράς να στηρίξουν μια τέτοια προσπάθεια.

6. Χρειάζεται, όμως, και η αποτύπωση μιας αριστερής εναλλακτικής πολιτικής πρότασης, απέναντι τόσο στην ηττοπάθεια, την στρατηγική ιδεολογική φτώχια και τον απομονωτισμό του ΚΚΕ, όσο και στον αριστερό κυβερνητισμό του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Ο αντικαπιταλιστικός βερμπαλισμός δεν αρκεί, απαιτείται να επανακατοχυρώσουμε την Αριστερά ως πολιτική και κοινωνική αντιπολίτευση απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική, να προβάλουμε την ανάγκη να νικήσουν οι αγώνες, να επεξεργαστούμε ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης που να συναρθρώνει τις άμεσες διεκδικήσεις με την αμφισβήτηση του πυρήνα της αστικής στρατηγικής. Χρειάζεται συνεπώς να περιγράψουμε από πού περνά η πολιτική και κοινωνική διεύρυνση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δίνοντας βάρος στη συνάντησή μας με τον κόσμο της αριστεράς που ασφυκτιά στα σχέδια του ρεφορμισμού αλλά και με όλους εκείνους που σήμερα αναζητούν δρόμους ριζοσπαστικής διεκδικητικότητας, οργάνωσης, συλλογικής πάλης σε όλα τα επίπεδα, στο χώρο εργασίας, στη φοιτητική κινητοποίηση, στη γειτονιά. Όλα αυτά σημαίνουν και το άνοιγμα, με τρόπο ειλικρινή και συντροφικό, της συζήτησης για την επαναστατική στρατηγική σήμερα, για τους όρους και τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης αντικαπιταλιστικής λαϊκής συμμαχίας, για το πώς μπορεί να όρους πειστικούς το ζήτημα της εξουσίας και της δυνατότητας μη καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνικής παραγωγής και αναπαραγωγής.

7. Για να πάρουν όλα αυτά σχήμα και μορφή απαιτείται η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μπορέσει να γίνει ένα πραγματικό εργαστήρι νέων πολιτικών και κινηματικών συνθέσεων. Για αυτό, το να έχει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ αυτοτελείς αποφασιστικές διαδικασίες που να στηρίζονται στη συμμετοχή και απόφαση των ίδιων των αγωνιστών και όχι στη συνεννόηση των πολιτικών συλλογικοτήτων, δεν είναι απλώς διαδικαστικό θέμα αλλά αφορά την πολιτική αποτελεσματικότητα και το στρατηγικό προσανατολισμό τους. Δεν μπορούμε ούτε τους ανένταχτους αγωνιστές να αντιμετωπίζουμε ως απλούς οπαδούς και αφισοκολλητές, ούτε να πιστεύουμε ότι και οι οργανωμένοι απλώς εκπροσωπούν τις συλλογικότητές τους. Δεν πρέπει ούτε τη ζωντανή και συντροφική συζήτηση να φοβόμαστε ούτε την προσπάθεια μέσα από τη συλλογική πράξη, να βλέπουμε ποιες απόψεις δικαιώνονται και ποιες όχι. Το πέρασμα από το χαλαρό μέτωπο κορυφής στον αυτοτελή δημοκρατικό πολιτικό σχηματισμό είναι ένα κρίσιμο και αναγκαίο στοιχείο, ώστε και η ενωτική διεργασία να γίνει μη αντιστρέψιμη αλλά και να μπορέσει να πάρει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στοιχεία πολιτικού ρεύματος και σχηματισμού και να λειτουργήσει ως πόλος συσπείρωσης. Αυτό σημαίνει να κατοχυρωθεί η έννοια του μέλους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, να υπάρχουν εκλεγμένα όργανα, να διαμορφωθούν όροι αυτοτελούς πολιτικής λειτουργίας. Να μην φοβηθούμε, δηλαδή, να ξεπεράσουμε την έννοια του κλασικού πολιτικού μετώπου και να τολμήσουμε εκεί όπου χωλαίνει π.χ. το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό σημαίνει να μη φοβηθούμε το δυναμικό ξεδίπλωμα των αντιθέσεων, την πλήρη ενεργοποίηση της διαλεκτικής της ηγεμονίας, την εμπιστοσύνη στην εμπειρία και τη διάθεση συνδιαμόρφωσης του εγχειρήματος που επιδεικνύουν πάρα πολλοί αγωνιστές.

8. Προοπτικά, αν μας ενδιαφέρουν αντίστοιχες διεργασίες με αυτές που οδήγησαν στη συγκρότηση του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος στα Γαλλία ή του Μπλόκου της Αριστεράς στην Πορτογαλία (χωρίς να παραβλέπουμε τις πολιτικές αντιφάσεις ιδίως του τελευταίου), η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να υπερβεί τόσο την έννοια του απλού μετώπου όσο και του μετώπου με δημοκρατικές διαδικασίες. Άλλωστε, εάν όντως οι σημερινές συλλογικότητες της ριζοσπαστικής αριστεράς εκτός από αναχώματα απέναντι στην πλήρη υποχώρηση υπήρξαν και αυτές υλικά χνάρια της κρίσης της Αριστεράς, τότε θα πρέπει να αναμετρηθούν με τη μεταβατικότητά τους και την αναγκαία διαλεκτική της αυτοαναίρεσής τους σε ευρύτερες συνθέσεις. Και αυτό θέτει μια διπλή πρόκληση. Από τη μια να μπορέσει η διαδικασία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να μετεξελιχθεί σε έναν ιστορικά πρωτότυπο σύγχρονο πολυτασικό αντικαπιταλιστικό πολιτικό σχηματισμό, στον πολιτικό φορέα μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής, αντικαπιταλιστικής κατεύθυνσης και πρότασης για την Αριστερά που θα συσπειρώνει τα συστατικά στοιχεία του «κόμματος σε διάχυτη μορφή» και θα επιτρέπει το πέρασμα σε ανώτερες μορφές πολιτικής συγκρότησης. Από την άλλη πλευρά στο εσωτερικό αυτής της διαδικασίας να τεθεί το ζήτημα της ηγεμονίας μιας σύγχρονης κομμουνιστικής προοπτικής, μέσα από την υπέρβαση των σημερινών μορφών και οργανωτικών διαχωρισμών όσων ρευμάτων επιμένουν στην επαναστατική ανανέωση του κομμουνιστικού κινήματος.

9. Σε αυτό το πλαίσιο πιστεύουμε ότι έχει ήδη ωριμάσει στη σκέψη μεγάλου μέρους των αγωνιστών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οργανωμένων και ανένταχτων η ανάγκη τομών στη δημοκρατική συγκρότηση και λειτουργία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με στόχο να διοργανωθεί η Πανελλαδική Συνέλευση του Γενάρη, ως το πρώτο πανελλαδικό σώμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που θα στηρίζεται σε αιρετούς αντιπροσώπους.

Σε αυτή τη βάση για εμάς το πλαίσιο αρχών με το οποίο θα μπορεί να λειτουργεί δημοκρατικά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι το ακόλουθο.

·Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ για εμάς είναι μια δημοκρατική μετωπική ενότητα. Δεν προϋποτίθεται η διάλυση των οργανώσεων, αλλά κατοχυρώνεται η δημοκρατική λειτουργία σε όλα τα επίπεδα.

·Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι μετωπική ενότητα που έχει συντρόφους μέλη. Δεν είναι άθροισμα οργανώσεων. Μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι όποιος αποδέχεται το γενικό πολιτικό τη πλαίσιο, συμμετέχει σε μια τοπική ή / και κλαδική επιτροπή της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και συνεισφέρει οικονομικά στη δράση της. Αυτή η διαδικασία – και η ανάλογη καταγραφή – θα μας δώσει και μια πραγματική εικόνα του δυναμικού που σήμερα στρατεύεται στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

·Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ χαράσσει τη στρατηγική της σε Πανελλαδική Συνέλευση που συγκροτείται από εκλεγμένους (και ανακλητούς) αντιπροσώπους από τις τοπικές και κλαδικές συνελεύσεις. Η εκλογή γίνεται με ένα εύλογο μέτρο που να εξασφαλίζει και την πολυφωνία και τη λειτουργικότητα.

·Το Συντονιστικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκλέγεται από την Πανελλαδική Συνέλευση. Είναι ανάγκη να υπάρχει και Πανελλαδικό Συντονιστικό, εκλεγμένο (και ανακλητό) από την Πανελλαδική Συνέλευση, αλλά και γραμματεία με έδρα την Αθήνα. Η εκλογή συντονιστικών οργάνων από την Πανελλαδική Συνέλευση σημαίνει ότι για πρώτη φορά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα έχει συντονιστικά όργανα που θα λογοδοτούν προς τα μέλη και θα αντανακλούν τις δυναμικές της συζήτησης που αναπτύσσεται στο εσωτερική της. Σημαίνει επίσης ότι ξεφεύγουμε από τη λογική του ‘κονκλάβιου’ οργανώσεων και τείνουμε προς τη συγκρότηση πολιτικού σχηματισμού

·Όλες οι πολιτικές τάσεις που συμμετέχουν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ εκπροσωπούνται εξαρχής στα συντονιστικά όργανα και δεν τίθεται θέμα αποκλεισμού από διαδικασίες κάποιας τάσης. Οι συνεδριάσεις των οργάνων είναι ανοιχτές.

·Οι αποφάσεις γίνεται προσπάθεια να λαμβάνονται με ομοφωνία ή με πλατιά συναίνεση. Οριακά γίνονται και ψηφοφορίες. Για να αποφύγουμε και τη λογική του βέτο, αλλά και το ενδεχόμενο «διχαστικών» πλειοψηφιών. Γι’ αυτό και θα ήταν προτιμότερο να οριστεί εξαρχής μια ενισχυμένη πλειοψηφία για τις αποφάσεις (π.χ. 3/4).

10. Πιστεύουμε ότι σε αυτή την κατεύθυνση μπορούμε και πρέπει να βαδίσουμε. Δεν μπορούμε να μείνουμε στα στενά όρια του ‘μετώπου οργανώσεων’ στο όνομα ιδεολογικών διαχωρισμών ή πολιτικών υποκειμενισμών που απλώς αντανακλούν μια προηγούμενη συνθήκη κατακερματισμού. Δεν μπορούμε να υποκαταστήσουμε τη συλλογική επεξεργασία πολιτικής γραμμής και πρότασης με το διαρκές τρέξιμο πίσω από τη μία ή την άλλη πρωτοβουλία. Δεν μπορούμε να αποφεύγουμε την αναγκαία αποτίμηση για το ποιες κατευθύνσεις δικαιώνονται από την ίδια τη δράση των αγωνιστών. Η ριζοσπαστική αριστερά έχει πολλές χαμένες ευκαιρίες να μετρήσει και δεν πρέπει να προσθέσει και άλλες. Παρεμβαίνοντας σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα, οικοδομώντας οχήματα μαζικής δράσης και παρέμβασης, τολμώντας την πραγματικά δημοκρατική λειτουργία, έχουμε τη δυνατότητα να κατοχυρώσουμε όχι την ιδιαιτερότητα αλλά τη δυναμική της ριζοσπαστικής αριστεράς ως μια πρότασης που θα ξανακάνει την Αριστερά συνώνυμη με την νικηφόρα αντίσταση και ανατροπή. Οι αγωνιστές που στρέφονται προς τη διαδικασία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ με ενδιαφέρον, παρ’ όλες τις προηγούμενες απογοητεύσεις είναι περισσότεροι παρά ποτέ. Ας μην τους απογοητεύσουμε.