Αριστερή Ανασύνθεση

9+1 σκέψεις με αφορμή το κίνημα στη Γαλλία

1. Τα γεγονότα στη Γαλλία τους τελευταίους μήνες, με τις παρατεταμένες μαθητικές και φοιτητικές κινητοποιήσεις και τις αλλεπάλληλες τεράστιες διαδηλώσεις εργαζομένων και νέων που κατάφεραν τη μεγάλη νίκη της απόσυρσης του «Συμβολαίου Πρώτης Πρόσληψης» (CPE), δεν είναι απλώς μια μεγάλη κινητοποίηση, ούτε μόνο μια ευκαιρία να καταδειχθεί η δυναμική που μπορούν να έχουν σήμερα οι μαζικοί αγώνες. Πολύ περισσότερο, αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες νικηφόρες κινητοποιήσειςτων τελευταίων ετών ενάντια στον πυρήνα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

2. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες οι δυνάμεις του κεφαλαίου, σε παγκόσμια κλίμακα, έχουν καταφέρει σημαντικά πλήγματα στις δυνάμεις της εργασίας: Αξιοποίησαν τα μαζικά κλεισίματα επιχειρήσεων και την έκρηξη της ανεργίας για χτυπήσουν την ισχύ των συνδικάτων. Ανέτρεψαν κατακτήσεις μέσα από επάλληλους κύκλους ιδιωτικοποίησης. Επιδείνωσαν τα ασφαλιστικά συστήματα, περιόρισαν τις κοινωνικές παροχές, παρέδωσαν κοινωνικά αγαθά στην εμπορευματοποίηση. Χρησιμοποίησαν τη διεθνοποίηση του κεφαλαίου, το άνοιγμα των αγορών και τις μετεγκαταστάσεις επιχειρήσεων ως μοχλό για τη συμπίεση των αμοιβών και των προσδοκιών των εργαζόμενων στους αναπτυγμένους καπιταλιστικούς σχηματισμούς. Αναδιάταξαν τα παραγωγικά συστήματα διαμορφώνοντας ένα πρότυπο εργασίας ευλύγιστης και παραγωγικής, αλλά και με πολύ μεγαλύτερο έλεγχο και συνεχή πίεση για αποδοτικότητα. Προσάρμοσαν τα εκπαιδευτικά συστήματα στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων για πολυλειτουργικό εργατικό δυναμικό. Προσπάθησαν να εμπεδώσουν ένα κλίμα αυταρχικής σκλήρυνσης είτε με τον περιορισμό των δημοκρατικών ελευθεριών, είτε με την ιδεολογική αξιοποίηση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων.

3. Όμως, παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να υπάρχει ένας πυρήνας ακόμη αναπαλλοτρίωτων προσδοκιών και απαιτήσεων για την εργασία και την κοινωνία, που πυροδοτεί ακόμη κοινωνικές εκρήξεις και να φέρνει προσκόμματα στην πλήρη εμπέδωση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Αυτό έχει αποτυπωθεί σε όλες τις μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις των τελευταίων ετών, τους μεγάλους αγώνες των εργαζομένων, αλλά και τις μεγάλες πολιτικές κινητοποιήσεις όπως ήταν το «κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης» ή οι μεγάλες αντιπολεμικές διαδηλώσεις.

4. Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, οι δυνάμεις του κεφαλαίου επιλέγουν ουσιαστικά τη φυγή προς τα εμπρός. Κομβική πλευρά αυτής της στρατηγικής είναι η επέκταση της ελαστικής εργασίας και της συνεχούς κινητικότητας. Δεν πρόκειται απλώς για την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας ή για την ποσοτική επέκταση των μορφών ευέλικτης απασχόλησης, αλλά για κάτι βαθύτερο: για την προσπάθεια τροποποίησης και επιδείνωσης του πυρήνα των εργασιακών σχέσεων, των πολιτικών συσχετισμών, των ιδεολογικών αναπαραστάσεων που σχετίζονται με την εργασία. Σημαίνει, ουσιαστικά την διαμόρφωση μιας νέας «οντολογίας της εργασίας» με βασικούς άξονες την ελαστικότητα, την προσωρινότητα και την ανασφάλεια. Αυτό σημαίνει την υπονόμευση, και σε θεσμικό και σε ιδεολογικό επίπεδο, κάθε έννοιας σταθερής απασχόλησης ή οποιουδήποτε εμποδίου στην εργοδοτική εξουσία. Και αυτό δεν θα αφορά μόνο την «περιφέρεια» της αγοράς εργασίας, δηλαδή τις θέσεις της σύγχρονης ανειδίκευτης εργασίας, όπου ήδη κυριαρχούν οι ελαστικές μορφές απασχόλησης, αλλά και τις εργασίες που στηρίζονται στην αυξημένη μόρφωση και την πολυλειτουργικότητα. Αυτό αντιστοιχεί σε ένα πρότυπο εργασίας με πολύ περισσότερες δεξιότητες και παραγωγικότητα, αλλά με πολύ λιγότερα δικαιώματα και κατακτήσεις. Και αυτή η πολιτική δεν αφορά μόνο τα συντηρητικά ή φιλελεύθερα κόμματα, αλλά και τη σοσιαλδημοκρατία που στις περισσότερες χώρες ήταν πρωτοπόρα στην εφαρμογή μορφών ελαστική εργασίας –και δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα βασικός προπαγανδιστής τέτοιων απόψεων, ειδικά για την εργασία των νέων, ήταν ο Γ. Παπανδρέου.

5. Η ιστορική σημασία που έχουν οι νικηφόρες κινητοποιήσεις στη Γαλλία είναι ότι καταδεικνύουν ότι η μεταφορά της ελαστικότητας, της προσωρινότητας και της ανασφάλειας στον πυρήνα της εργασίας μπορεί να ανακοπεί εάν συναντήσει την πιο πλατιά και ενωτική και ριζοσπαστική απάντηση. Αποτυγχάνουν ταυτόχρονα όλοι εκείνοι οι πολιτικοί υπολογισμοί των δυνάμεων του κεφαλαίου, καθώς, παρά την παρατεταμένη σιωπηρή φθορά των εργατικών κατακτήσεων από την ανεργία και την ανασφάλεια των νέων εργαζομένων, η λογική «προτιμήστε τους νέους γιατί θα δεχτούν να εργαστούν με λιγότερα δικαιώματα» όχι μόνο δεν περνάει προς τα κάτω, αλλά οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα: μια ολόκληρη γενιά να επιμένει ξεροκέφαλα ότι γι’ αυτήν η έννοια της εργασίας συνδέεται με την έννοια των δικαιωμάτων, της σταθερότητας, της αξιοπρέπειας, της συλλογικής διεκδίκησης.

6. Και δεν μπορεί κανείς παρά να σταθεί και στα ίδια τα γνωρίσματα αυτού του κινήματος: Την εντυπωσιακή διάρκεια που οδηγεί σε διεύρυνση και μαζικοποίηση του κινήματος. Τη συνάντηση ανάμεσα το νεολαΐστικο και το εργατικό κίνημα που όχι μόνο έδωσε μεγάλη δυναμική στο κίνημα, αλλά και υποχρέωσε το σύνολο των συνδικαλιστικών τάσεων αλλά και των κομμάτων της Αριστεράς να πάρει θέση. Τη δέσμευση του συνδικαλιστικού κινήματος σε στάση αποφασιστικής άρνησης της ρύθμισης. Την δυναμική των μορφών αυτο-οργάνωσης και ενωτικού συντονισμού. Τη ριζοσπαστικοποίηση των πρακτικών με τις καταλήψεις και τους αποκλεισμούς συγκοινωνιακών αξόνων. Την τεράστια σημασία –πραγματική και συμβολική– που έχει η νικηφόρα έκβαση αυτού του κινήματος καθώς μια κρίσιμη πολιτική επιλογή ανατρέπεται και αποσύρεται.

7. Γι’ αυτό και αυτή η τεράστια κινητοποίηση έχει την ιδιαιτερότητα να μην είναι η συμβολική συμπύκνωση ευρύτερων κοινωνικών διεργασιών, όπως ήταν οι κινητοποιήσεις κατά του πολέμου ή της παγκοσμιοποίησης, ούτε η πολιτική διοχέτευση της οργής και της αγανάκτησης για τις πολιτικές των τελευταίων ετών, όπως ήταν το συγκλονιστικό ‘όχι’ στο Ευρωσύνταγμα, αλλά να αφορά την υλική βάση του σύγχρονου καπιταλισμού, να δείχνει ότι οι χώροι εργασίας θα παραμείνουν πεδία κοινωνικών συγκρούσεων και εντάσεων.

8. Σε αντίθεση με ορισμένες φωνές που τείνουν να παρουσιάσουν το κίνημα αυτό ως μια ουσιωδώς συντηρητική εξέγερση που στρέφεται πρωτίστως προς τη διατήρηση παρελθουσών κατακτήσεων, και η εξέγερση αυτή, όπως όλες οι αυθεντικές κοινωνικές συγκρούσεις, κοιτάζει μπροστά και αντλεί την έμπνευσή της από το μέλλον, καθώς καταδεικνύει ότι σήμερα μπορεί να τεθεί όντως υπό αμφισβήτηση το τρέχον καθεστώς καπιταλιστικής συσσώρευσης και να αποκτήσουν μια άλλη πολιτική και κοινωνική δυναμική οι δυνάμεις της εργασίας. Με αυτή την έννοια πηγαίνει ένα βήμα προς τα εμπρός την πολιτική δυναμική που καταγράφηκε με την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος (που ήταν μια κομβική πολιτική επιλογή των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων).

9. Ταυτόχρονα, αυτό το κίνημα αποτελεί και την καλύτερη απόδειξη ότι σήμερα έχει νόημα το πολιτικό σχέδιο για την ανασύνθεση μιας αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ότι μπορεί να συναντηθεί και να μπολιαστεί από πραγματικές κοινωνικές δυναμικές. Αλλά και αντίστοιχα, μόνο η ανάδειξη μιας τέτοιας αριστεράς μπορεί να κατοχυρώσει τη δυναμική τέτοιων κινημάτων και όχι η προσπάθεια να αξιοποιηθούν ως εφαλτήρια για το εκ νέου λανσάρισμα σχεδίων αντινεοφιλελεύθερης ενότητας και προοπτικής ‘αριστερών κυβερνήσεων’. Και αυτό γιατί σήμερα, η λογική ότι μπορεί να υπάρξει μια εναλλακτική κυβερνητική λύση που θα εγγυηθεί τις κοινωνικές κατακτήσεις ή θα ανακόψει τον «υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό», το μόνο που θα κάνει θα είναι να εγκλωβίσει κοινωνικές δυναμικές σε πολιτικά σχέδια διαχείρισης της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Αντίθετα, απαιτείται μια κατεύθυνση μαχητικών κοινωνικών και πολιτικών αντιπολιτεύσεων και ουσιαστικής ανεξαρτησίας της Αριστεράς. Γι’ αυτό και θα πρέπει και η ριζοσπαστική αριστερά στον τόπο μας να διαβάσει αυτό το κίνημα και να μπορέσει να βγάλει συμπεράσματα που θα δώσουν δυναμική στην παρέμβασή της:

·Χωρίς στροφή προς τις μάζες, χωρίς σύνδεση με μεγάλες κινητοποιήσεις και νικηφόρους αγώνες, χωρίς συγκεκριμένες προτάσεις για τη συνδικαλιστική οργάνωση, την κινηματική διεκδίκηση, τον αγωνιστικό συντονισμό, οποιοδήποτε πολιτικό σχέδιο για την Αριστερά θα παραμένει ατελέσφορο. Η αριστερά του μέλλοντος θα γεννηθεί μέσα από νικηφόρες αναμετρήσεις και όχι μέσα από την πεπατημένη της «έκφρασης της δυσαρέσκειας» και της πολιτικής κεφαλαιοποίησης της ήττας των δυνάμεων της εργασίας στην οποία, δυστυχώς συναντιούνται κομμάτια της ριζοσπαστικής αριστεράς αλλά και το ΚΚΕ.

·Αντίστοιχα, χωρίς ενωτική κινηματική λογική, χωρίς προσπάθεια να είμαστε μέσα στις κινητοποιούμενες μάζες, μέσα στους αγώνες, ο πολιτικός διαχωρισμός από το ρεφορμισμό καιτη σύγχρονη μεταλλαγμένη σοσιαλδημοκρατία θα κινδυνεύει να μένει απλή διακήρυξη ή ακόμη χειρότερα να οδηγήσει σε απόσταση από τα ίδια τα κινήματα.

·Και αυτό δε σημαίνει μια γενική διακήρυξη υπέρ της ανάγκης κοινωνικών εκρήξεων, αλλά τη συγκεκριμένη δουλειά για να υπάρξουν αυτές, την επιλογή των στόχων, τη συγκέντρωση των δυνάμεων που απαιτούνται. Σημαίνει επίσης κινητοποιήσεις που να επεκτείνονται, να γενικεύονται και πάνω από όλα να κλιμακώνονται μέχρι τη νίκη. Αυτό δεν είναι ριζικά ανταγωνιστικό μόνο προς τις πρακτικές ταξικής προδοσίας όπως αυτές της ΓΣΕΕ σε σχέση με την Εθνική Συλλογική Σύμβαση· ταυτόχρονα αποτελεί και την ουσιαστικά διάψευση και υπέρβαση της λογικής του ΚΚΕ που στο όνομα της –κατά τη γνώμη των φωστήρων του Περισσού– αδυναμίας οποιουδήποτε αγώνα να κερδίσει, προκρίνουν τη λογική των ελεγχόμενων «κλιμακώσεων» και των άτακτων αναδιπλώσεων στη συνέχεια (π.χ. απεργία ναυτεργατών).

10. Τέτοιας κλίμακας αμφισβητήσεις κομβικών αστικών επιλογών, ειδικά όταν συναντούν θετική απήχηση και αποδοχή σε όλη την Ευρώπη και λειτουργούν ως πρότυπα, αντικειμενικά θέτουν επί τάπητος το ερώτημα εκείνης της αριστεράς που θα μετασχηματίσει αυτό το αίτημα κοινωνικής δικαιοσύνης σε ολόπλευρη αμφισβήτηση των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας. Και αυτό δεν μπορεί παρά να σημαίνει ότι και στον τόπο μας η ριζοσπαστική αριστερά θα κάνει βήματα εξόδου από τη λογική του μικρόκοσμου, της εναλλαγής απογείωσης και συντηρητισμού, και με τόλμη να δοκιμάσει μάχιμες ενωτικές μετωπικές μορφές παρέμβασής της. Άλλωστε, και κοινωνικά μέτωπα ανοιχτά υπάρχουν για να δοκιμαστεί μια τέτοια κατεύθυνση (αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, ιδιωτικοποιήσεις, εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, αναθεώρηση συντάγματος) και πολιτικά ορόσημα, όπως οι νομαρχιακές εκλογές. Ας πάρουμε το μήνυμα της ελπίδας από την εξεγερμένη Γαλλία και ας τολμήσουμε να αναμετρηθούμε με τα πραγματικά πεδία που ορίζουν μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική αριστερά!