Αριστερή Ανασύνθεση

8+1 σημεία για το Κυπριακό

ΟΧΙ ΣΤΟ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΝ

ΟΧΙ ΣΤΗ ΔΙΧΟΤΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

1. Το σχέδιο Ανάν δεν αποτελεί μια συγκυριακή απάντηση σε ένα συγκυριακό πρόβλημα, αλλά κομμάτι μιας συνολικής ιμπεριαλιστικής στρατηγικής. Σήμερα η Κύπρος αντιμετωπίζεται ως ένας μεγάλος δοκιμαστικός σωλήνας για τη διαχείριση ενός συνόλου από συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις. Ουσιαστικά προτείνεται ένα ιμπεριαλιστικό προτεκτοράτο, όπου θα έχουν λόγο οι “μητέρες πατρίδες”, θα περιφέρονται ξένα στρατεύματα, και τις κομβικές αποφάσεις θα τις παίρνουν οι μηχανισμοί της ιμπεριαλιστικής επιδιαιτησίας. Αυτή η λογική του προτεκτοράτου και η κατάργηση βασικών πλευρών που θα συνιστούσαν ένα κυρίαρχο κράτος δεν αποτελεί αναχρονισμό, αλλά φανερώνει τα όρια μιας επιθετικής ιμπεριαλιστικής πολιτικής για την ένοπλη εξαγωγή “ασφάλειας” και “οικονομίας της αγοράς”. Εφαρμόστηκε στη Βοσνία και το Κόσοβο και τώρα για πρώτη φορά προτείνεται σε μια περιοχή που όχι μόνο δεν είναι εμπόλεμη, αλλά αντίθετα διαθέτει και ένα διεθνώς αναγνωρισμένο κυρίαρχο κράτος! Αντιστοιχεί σε ευρύτερους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς (ειδικά των ΗΠΑ) σε μια προσπάθεια να “ρυθμιστούν” συγκρούσεις και αντιθέσεις σε όλη την περιοχή της Μέσης Ανατολής και όχι μόνο. Η ριζικά μειωμένη εθνική κυριαρχία που προτείνει το σχέδιο Ανάν, δεν διευκολύνει μόνο τη λογική της “Κύπρου αβύθιστου αεροπλανοφόρου”, επιτρέπει ταυτόχρονα την αβίαστη κίνηση κεφαλαίων και σταθεροποιεί την κεφαλαιοκρατική εξουσία αφού θέτει περιορισμούς πρώτα και κύρια στην πραγματική κοινωνική και πολιτική αυτοδιάθεση του Κυπριακού λαού, στη δυνατότητά του να δρα, να οργανώνεται, να παλεύει, να συγκρούεται με την κυρίαρχη πολιτική. Αυτό εξηγεί και τις τεράστιες πιέσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ για την αποδοχή του σχεδίου.

2. Το σχέδιο Ανάν δεν φέρνει κοντά τους Τουρκοκύπριους και τους Ελληνοκύπριους, αλλά θεσμοθετεί τον εσαεί πολιτικό και κοινωνικό διαχωρισμό των Ελληνοκύπριων και των Τουρκοκύπριων, υψώνει μεγάλα θεσμικά και διοικητικά τείχη απέναντι στη δυνατότητα να υπάρξουν κοινοί αγώνες, κοινά πολιτικά μορφώματα, κοινά κινήματα εθνικής και κοινωνικής χειραφέτησης. Στο όνομα της ‘πολυπολιτισμικότητας’, του ‘σεβασμού της διαφοράς’ και της ‘καταδίκης του εθνικισμού’ αναπαράγονται πρακτικές εθνοτικού διαχωρισμού και εθνοκάθαρσης. Αναδρομικά νομιμοποιεί την τουρκική εισβολή(που δεν μπορεί να συμψηφιστεί με τις –υπαρκτές– επιθετικές πρακτικές ενάντια στους τουρκοκύπριους στη δεκαετία του 1960) και αναπαράγει το πρόβλημα των εποίκων.

3. Το σχέδιο Ανάν φανερώνει τι σημαίνει πραγματικά “Ευρωπαϊκή Προοπτική”. Αφού για χρόνια προβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως παράγοντας ασφάλειας και ειρήνης για την Κύπρο, αλλά και όλη την περιοχή, σήμερα η προκλητική στήριξη της ΕΕ στο σχέδιο Ανάν, η πλήρης ανοχή σε μόνιμες αναιρέσεις βασικών δικαιωμάτων, η αποδοχή της λογικής του προτεκτοράτου δείχνουν το πραγματικό πρόσωπο της Ενωμένης Ευρώπης: πρόκειται για έναν ιμπεριαλιστικό συνασπισμό αστικών τάξεων και των κρατών τους, όπου το μόνο πραγματικό “κεκτημένο” της είναι η ελευθερία στην κίνηση κεφαλαίων, στις επενδύσεις, στην εκμετάλλευση, στον αυταρχισμό, στη συρρίκνωση των κοινωνικών δικαιωμάτων και των λαϊκών ελευθεριών. Το δικαίωμα στην ελεύθερη διεκδίκηση, στην κοινή πάλη και σύγκρουση με την αστική πολιτική ουδέποτε αποτέλεσε “κεκτημένο” της Ε.Ε. Γι’ αυτό και μπορεί με τόση ευκολία να αγκαλιάζει την πρόταση για ένα πραγματικό θεσμικό έκτρωμα.

4. Το Κυπριακό ουδέποτε αφορούσε με τον ίδιο τρόπο τις αστικές τάξεις και τους λαούς και στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Για την αστική τάξη στην Ελλάδα σήμαινε τη δυνατότητα αρχικά διεύρυνσης του εθνικού χώρου ή τουλάχιστον της οικονομικής επιρροής (πάντα υπό την προϋπόθεση της αποφυγής ρήξεων με τον ιμπεριαλισμό). Για την ελληνο-κυπριακή αστική τάξη τη δυνατότητα κατοχύρωσης αυτοτέλειας αρχικά και αργότερα αναβάθμισης (εξ ου και η προτίμηση προς την ανεξαρτησία και όχι την “ένωση” ώστε να μη βρεθεί σε υποδεέστερη θέση απέναντι στην ελληνική ολιγαρχία). Όμως για τα λαϊκά στρώματα σήμαινε και σημαίνει κάτι διαφορετικό: τη ρήξη με την αποικιοκρατία αρχικά και τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς αργότερα, τη δυνατότητα μιας πραγματικής λαϊκής κυριαρχίας σε Ελλάδα και Κύπρο. Αυτό μπορεί να εξηγήσει τη φόρτιση που είχε και έχει το ζήτημα, φόρτιση την οποία –σκόπιμα– παραγνωρίζουν οι εξ αριστερών προπα-γανδιστές της ιμπεριαλιστικά κηδεμονευόμενης “συμφιλίωσης”.

5. Για να φτάσουμε στη σημερινή κατάσταση υπάρχουν σαφέστατες ευθύνες των κυβερνήσεων σε Αθήνα και Λευκωσία. Το σχέδιο Ανάν αποτελεί την κατάληξη της αποδοχής της ιμπεριαλιστικής επιδιαιτησίας, της λογικής ότι υπέρτατος στόχος είναι η ένταξη στην ΕΕ και η αξιοποίηση της δυνατότητας προσέλκυσης επενδύσεων και εντονότερης εκμετάλλευσης των λαών, της αντίληψης ότι η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων, των εμπορευμάτων, των επενδύσεων είναι πολύ πιο σημαντική από την ελευθερία κίνησης των ανθρώπων, των λαών, των κινημάτων, των ιδεών. Δεν είναι τυχαίο ακόμη και σήμερα το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού και δημοσιογραφικού κατεστημένου σε Αθήνα και Κύπρο είναι υπέρ του σχεδίου Ανάν, ή τουλάχιστον του πυρήνα της λογικής του. Για να το πούμε διαφορετικά: το σχέδιο Ανάν όχι μόνο δεν είναι η έξοδος από τον ελληνικό και ελληνοκυπριακό εθνικισμό, αλλά αποτελεί τη δικαίωση του πραγματικού εθνικισμού, δηλαδή των αστικών συμφερόντων σε Ελλάδα και Τουρκία που προσβλέπουν στην ιμπεριαλιστική διαιτησία και την “εξομάλυνση” των ελληνο-τουρκικών σχέσεων για να επικεντρωθούν στην οικονομική τους αναβάθμιση.

6. Όλα αυτά είναι και αποτελέσματα της ηγεμονίας των αστικών πολιτικών δυνάμεων σε όλη τη διαδικασία διεκδίκησης και συγκρότησης της κυπριακής ανεξαρτησίας. Όταν η Αριστερά, το κομμουνιστικό κίνημα, δεν χρωματίζει τον εθνικαπελευθερωτικό αγώνα με ένα βαθύτερο πολιτικό περιεχόμενο ρήξης με τον ιμπεριαλισμό και με τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις και παραχωρεί την πρωτοπορία σε αστικές δυνάμεις, τότε αυτές θα επιβάλουν τη δική τους λογική. Ήταν η ηγεμονία των αστικών δυνάμεων και αντιλήψεων που οδήγησαν στις εναλλαγές μεγαλοϊδεατικών τυχοδιωκτισμών (με αποκορύφωμα το πραξικόπημα της χούντας που έδωσε την αφορμή για την τουρκική εισβολή) και φιλοϊμπεριαλιστικών “ρεαλισμών” (που κυριάρχησαν μετά το 1974) που τόσο πολύ έχουν στοιχίσει στην Κύπρο και οδήγησαν στην τουρκική κατοχή μεγάλου μέρους του νησιού και στα σημερινά αδιέξοδα. Ήταν η υποταγή στις αστικές δυνάμεις και τη λογική τους αυτή που τριάντα χρόνια φαλκιδεύει τη δυνατότητα να υπάρξει ένας μαζικός αντικατοχικός αγώνας, με αντιιμπεριαλιστικό προσανατολισμό και ταξική διεθνιστική απεύθυνση και στους τουρκοκύπριους εργαζόμενους.

7. Η εντυπωσιακή απήχηση του «όχι» στο σχέδιο Ανάν, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα, αποτελεί ελπιδοφόρο στοιχείο. Συμπυκνώνει διεργασίες που τα αστικά επιτελεία δεν είχαν λάβει όσο έπρεπε υπόψη: δυσπιστία απέναντι στον ιμπεριαλισμό, άρνηση συμψηφισμού της πραγματικότητας της κατοχής με τα υποτιθέμενα ‘οφέλη’ της ομαλοποίησης, απονομιμοποίηση του πολιτικού κυνισμού που διαπερνά μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού της Κύπρου, δυσαρέσκεια για τα όρια του σημερινού μοντέλου διαχείρισης και ανάπτυξης. Η πολιτική σημασία αυτού του “όχι” δεν πρέπει να μας διαφύγει: δείχνει ότι δεν υπάρχουν προδιαγεγραμμένες λύσεις, αλλά αντίθετα ο λαϊκός παράγοντας μπορεί να εισβάλει ορμητικά στο προσκήνιο και να επιβάλει τους δικούς του όρους. Χωρίς αυτή την πίεση του λαϊκού παράγοντα είναι πιθανό να είχαν υπάρξει μεγαλύτερες υποχωρήσεις στη φάση της διαπραγμάτευσης.

8. Η στήριξη από μεγάλο μέρος της ελληνικής και ελληνοκυπριακής αριστεράς προς το σχέδιο Ανάν φανερώνει τα αποτελέσματα ευρύτερων ιδεολογικών μεταλλάξεων. Ο γραμμικός αντιεθνικισμός (που δεν έχει κανένα πρόβλημα να νομιμοποιεί τους εθνικισμούς άλλων κρατών) γίνεται σήμερα το άλλοθι για την πλήρη υποταγή στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, για την υπονόμευση της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος της ηγεμονίας του διεθνοποιημένου κεφαλαίου και για την πλήρη συμμόρφωση με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μόνο που ξεχνούν ότι η φιλία και η συνεργασία των λαών σημαίνει κοινούς αγώνες και όχι κοινή επιτήρηση από ξένα στρατεύματα. Η επί της ουσίας συμπόρευση με την καπιταλιστική αναδιάρθρωση, η συστηματική συκοφάντηση του λαϊκού αντιιμπεριαλισμού ως παρωχημένου όλα τα προηγούμενα χρόνια, η υπεροπτική αυταρέσκεια μιας αριστεράς που αντιμετωπίζει ρατσιστικά τις ίδιες τις λαϊκές τάξεις, η απεμπόληση της δυνατότητας της κοινωνικής ρήξης, η ταύτιση της “ειρήνης” με την γενναιοδωρία της “διεθνούς κοινότητας”, έχουν ως φυσιολογική κατάληξη την αποδοχή της ιμπεριαλιστικής μεσολάβησης, την περιφρόνηση της λαϊκής βούλησης, την καθεστωτική νοοτροπία και την λογική «εάν ο λαός δεν επιλέξει το σωστό, ας εκλέξουμε έναν άλλο λαό!». Το σχέδιο Ανάν γίνεται άλλη μια αφορμή για να χαραχτούν οι πραγματικές διαχωριστικές γραμμές στην Αριστερά, οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην συμπόρευση και τη σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική.

9. Σήμερα το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν σηματοδοτεί τη μόνη εφικτή αριστερή τοποθέτηση, συμπυκνώνει τη μόνη αφετηρία για εξελίξεις σύμφωνες με τα συμφέροντα των λαών στην περιοχή. Σήμερα που βλέπουμε τα αδιέξοδα στα οποία μπορεί να οδηγήσει ο αστικός ρεαλισμός (με ή χωρίς “πατριωτικές” κορώνες) απαιτείται ένας άλλος ρεαλισμός: αυτός της εμπιστοσύνης στη δυνατότητα των λαών να αλλάζουν συσχετισμούς, να αποκρούουν πολιτικές, να μη δέχονται τετελεσμένα. Πραγματικός ρεαλισμός σήμερα είναι να μην ξεχνούμε ούτε στιγμή ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε αλλιώς, ότι οι αστικοί και ιμπεριαλιστικοί σχεδιασμοί μπορούν να ανατρέπονται.

Όχι στη διχοτόμηση του νησιού

Όχι στην ιμπεριαλιστική κηδεμονία και επιδιαιτησία

Όχι στον ασφυκτικό εναγκαλισμό των “μητέρων πατρίδων”

Όχι στα τείχη ανάμεσα στους λαούς

ΚΥΠΡΟΣ ΕΝΙΑΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ

ΧΩΡΙΣ ΞΕΝΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟΥΣ

ΠΑΛΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟ

ΚΑΙ ΤΙΣ ΝΤΟΠΙΕΣ ΟΛΙΓΑΡΧΙΕΣ

ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΗ ΔΡΑΣΗ

ΤΩΝ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΑΪΚΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ

ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ

(Η Αριστερή Ανασύνθεση είναι η νέα συλλογικότητα που προέκυψε από τη διαδικασία ενοποίησης της Αριστερής Κίνησης, των Αριστερών Συσπειρώσεων και ανεξάρτητων συντρόφων)