Eίναι, πλέον, σαφές ότι το δεύτερο κύμα πανδημικής εξάπλωσης της νόσου covid-19 είναι εδώ, με τάση περαιτέρω αύξησης των ημερήσιων κρουσμάτων. Η ραγδαία αύξηση των ασθενών σε νοσηλεία και η σταθερή αύξηση των διασωληνωμένων στις ΜΕΘ κάνουν σαφές το γεγονός ότι μεγαλώνει η επιβάρυνση του ΕΣΥ με τους περιορισμένους πόρους του σε ανθρώπινο δυναμικό, υλικό και υποδομές.

Η παραπάνω συνθήκη όχι μόνο διαψεύδει πανηγυρικά ένα «ελληνικό success story» διαχείρισης της πανδημίας το οποίο έσπευσε να καλλιεργήσει και να καρπωθεί επικοινωνιακά η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά δείχνει συνολικά τα όρια της νεοφιλελεύθερης πολιτικής διαχείρισης της πανδημίας που ακολούθησε η κυβέρνηση.

Ακριβέστερα, δείχνει πως η στρατηγική υποτίμηση της ανάγκης ενίσχυσης του δημόσιου συστήματος υγείας και στήριξης των εργαζομένων καθώς και οι αλλεπάλληλες παλινωδίες σε σχέση με το ποια τελικά είναι τα ενδεδειγμένα μέτρα και πόσο τελικά αποτελεί κίνδυνο ένα δεύτερο πανδημικό κύμα, η αντ’ αυτής προώθηση των συμφερόντων των μεγάλων επιχειρήσεων, η καταφυγή σε μια πειθαρχική και κατασταλτική αντιμετώπιση της εξάπλωσης που ενοχοποιεί τους πολίτες και κινείται στα όρια της συνταγματικής νομιμότητας δεν θωρακίζουν την κοινωνία απέναντι σε μια πανδημική εξάπλωση. Αντιθέτως, εντείνουν τις κοινωνικές-ταξικές ανισότητες στο εσωτερικό της, μετακυλίοντας τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις κυρίως στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Έτσι κλονίζει και την εμπιστοσύνη των πολιτών στην όποια κυβερνητική διαχείριση τροφοδοτώντας, παράλληλα, φαινόμενα ανορθολογισμού που ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ευθύνη της κυβέρνησης είναι σαφής. Δεν αξιοποίησε το χρόνο που κερδήθηκε με το lock down για να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας αποφασιστικά ώστε να υπάρχει καλύτερη ετοιμασία όταν ο ιός θα εξαπλωνόταν σε δεύτερο κύμα.

Αντιθέτως, στο όνομα της (αναποτελεσματικής τελικά) «διάσωσης της τουριστικής περιόδου» προέβη σε απελευθέρωση του συνόλου των μετακινήσεων και της τουριστικής κίνησης με ανεπαρκή μέτρα προστασίας ενώ, παράλληλα, δεν εφάρμοσε αποτελεσματικά μέτρα προστασίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης στους χώρους εργασίας, δεν μερίμνησε για πρόσληψη εκπαιδευτικών και κατάλληλη κατανομή των μαθητών στις αίθουσες εκπαίδευσης, δεν προχώρησε σε καμία αύξηση των διαδρομών στα ΜΜΜ για να μην υπάρχει συνωστισμός και φυσικά ποτέ δεν ενίσχυσε ουσιαστικά το ΕΣΥ και ούτε προχώρησε σε στοχευμένα μέτρα για χώρους συνεύρεσης ευπαθών ομάδων (γηροκομεία κλπ.).

Ένα από τα νέα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση αποτελεί το αποκορύφωμα της παραπάνω χρεοκοπημένης λογικής. Η απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 12.30 τη νύχτα είναι μέτρο που προβαίνει σε μια ευθέως περιοριστική κίνηση των δικαιωμάτων των πολιτών, σε μια ξεκάθαρη και εξ’ ολοκλήρου μετακύλιση της ευθύνης εξάπλωσης του ιού στους ίδιους τους πολίτες, την ίδια στιγμή που δεν φαίνεται να μπορει να έχει πρακτικά κάποια αξιόλογη επίδραση από υγειονομική άποψη στον περιορισμό της εξάπλωσής του ιού. Το ίδιο αναποτελεσματική είναι και η χρήση μάσκας στους ανοιχτούς χώρους που δεν υπάρχει συνωστισμός.

Η απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 12.30 και η υποχρεωτική χρήση μάσκας παντού αποτελούν μέτρα μη δημοσιονομικά και συνεπώς ανέξοδα για το κράτος, δεν αναμετρώνται με τις χρονίζουσες πλέον κρατικές ανεπάρκειες στην διαχείριση της πανδημίας, ενώ εθελοτυφλούν μπροστά στους μεγάλους καθημερινούς συνωστισμούς σε χώρους εργασίας και εκπαίδευσης και στα μεταφορικά μέσα.

Η κυβέρνηση επιμένει να εξυπηρετεί το αφήγημα ότι η αντιμετώπισητης πανδημίας είναι πρωτίστως ή και σχεδόν αποκλειστικώς ζήτημα «ατομικής ευθύνης» και επιβολής περιορισμών και απαγορεύσεων, πειθάρχησης του πληθυσμού και καλής αστυνόμευσης και όχι ενίσχυσης της δημόσιας υγείας, στήριξης των εργαζομένων, βελτίωσης της καθημερινότητας των πολιτών, ειδικής μέριμνας για τις ευπαθείς ομάδες. Δεν διστάζει μέσα σε αυτό το «νοσηρό» περιβάλλον να καταθέσει για ψήφιση στη Βουλή νέο πτωχευτικό κώδικα που κατά το κοινώς λεγόμενο αποτελεί λαιμητόμο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.

Στα παραπάνω πρέπει να προσμετρηθεί το ειδικό μέτωπο της κυβέρνησης αυτήν την περίοδο με την μαθητική και όχι μόνο νεολαία, τόσο στο πλαίσιο της προσπάθειας ενοχοποίησής της ήδη από το καλοκαίρι («συνωστισμοί στις πλατείες») όσο και αναφορικά με τις μαθητικές καταλήψεις. Η εμμονή της κυβέρνησης στην ενοχοποίηση της «ανεύθυνης νεολαίας» συμβάλει σε μια πολιτική καταστολής πρακτικών κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησής της, την ίδια στιγμή που καλύπτει εξόφθαλμες κυβερνητικές ευθύνες και κρατικές ανεπάρκειες.

Είναι σαφές ότι είμαστε εντός του κύκλου της πανδημίας και μάλιστα στη φάση της σοβαρότερης έξαρσής της και από αυτή την άποψη είναι εξίσου σαφής για εμάς τόσο η ανάγκη υγειονομικών μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού και την ειδική προστασία και στήριξη των ευπαθών ομάδων, όσο και η οικοδόμηση σχέσεων από τα κάτω αλληλεγγύης και αυτοπειθαρχίας μεταξύ του εργαζόμενου κόσμου για την επιτυχή έξοδο από την κρίση αυτή. Άδικα, συνεπώς, ψάχνει η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της για αρνητές του ιού, «της μάσκας» και της εν γένει ανάγκης λήψης υγειονομικών μέτρων στο χώρο του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος και της ριζοσπαστικής αριστεράς. Οι δυνάμεις αυτές είναι που από την πρώτη στιγμή παλεύουν για την πληρέστερη προστασία του λαού σε οικονομικό, κοινωνικό και υγειονομικό επίπεδο.

Στο πλαίσιο της παραπάνω πάλης η ριζοσπαστική και η κομμουνιστική αριστερά δεν μπορεί να επιτρέψει η κρισιακή αυτή κατάσταση να μετατραπεί σε «λευκή επιταγή» για την κυβέρνηση και την κρατική εξουσία, ειδικά όταν η τελευταία δράττεται της ευκαιρίας και θεσπίζει μέτρα τα οποία δεν έχουν υγειονομική στόχευση αλλά «υγειονομικό φερετζέ» για την επίτευξη πληγμάτων στα κοινωνικά κινήματα, τα δημοκρατικά δικαιώματα, τον εργαζόμενο κόσμο και τη νεολαία.

Ούτε θα συναινέσουμε σε μια σισύφεια επανάληψη «εκτάκτων συνθηκών» στις οποίες η ίδια η χρεοκοπία της κυβερνητικής πολιτικής θα μας έχει κάθε φορά οδηγήσει και οι οποίες θα αποτελούν την δικαιολογητική βάση για μέτρα όλο και μεγαλύτερου «κυβερνητικού ανορθολογισμού».

Για αυτό το λόγο, αυτά τα τελευταία μέτρα της κυβέρνησης και οι όποιες ποινικές και διοικητικές κυρώσεις επιβληθούν βάσει αυτών έχουν αντιδημοκρατικό και αντιλαϊκό χαρακτήρα. Το εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα πρέπει να επιμείνει περισσότερο από ποτέ στην ικανοποίηση των αιτημάτων που αρθρώθηκαν ήδη από την πρώτη φάση της πανδημίας και να αντισταθεί σθεναρά σε οποιαδήποτε προσπάθεια της κυβέρνησης να στρέψει τα τελευταία ή τυχόν άλλα «ψευτομέτρα» της εναντίον του.

Το αμέσως επόμενο διάστημα η ριζοσπαστική και κομμουνιστική αριστερά θα κριθεί από την δυνατότητά της να συμβάλει σε άμεσες κοινωνικές αντιστάσεις, σε αποφασιστικές διεκδικητικές μάχες και στην απαραίτητη κοινωνική και πολιτική συσπείρωση γύρω από τους παρακάτω άξονες:

ΜΑΖΙΚΑ ΤΕΣΤ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΤΗΡΗΣΗΣ ΜΕΤΡΩΝ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ

ΔΩΡΕΑΝ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΜΕΣΩΝ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ

ΠΛΗΡΗΣ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΛΥΨΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΝΟΣΟΥΝ Ή ΠΟΥ ΧΑΝΟΥΝΜΕΡΟΚΑΜΑΤΑ ΕΞ ΑΙΤΙΑΣ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ

ΑΜΕΣΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΟΥ ΕΣΥ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΝΕΩΝ ΚΛΙΝΩΝ ΜΕΘ, ΕΠΙΤΑΞΗ ΚΛΙΝΩΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ

ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΣΤΙΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΔΡΟΜΟΛΟΓΙΩΝ ΤΩΡΑ!

ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΣΕ ΧΩΡΟΥΣ ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΟΥ ΕΥΠΑΘΩΝ ΟΜΑΔΩΝ (π.χ. ΓΗΡΟΚΟΜΕΙΑ) ΚΑΙ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΥ (ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ CAMPS, ΦΥΛΑΚΕΣ, ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ)

ΑΜΕΣΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΙΤΗΜΑΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ. 15 ΜΑΘΗΤΕΣ ΑΝΑ ΤΑΞΗ. ΚΑΜΙΑ ΔΙΩΞΗ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΜΑΘΗΤΗ.